Συμπληρώθηκε αισίως τετραετία από τη διαπίστωση ότι η χώρα μας
ευρίσκεται παγιδευμένη στα γρανάζια μιας πρωτοφανούς, για τα
μεταπολεμικά τουλάχιστον δεδομένα, οικονομικής κρίσης. Ενταχθήκαμε σε
αυστηρά προγράμματα διάσωσης και μεταρρυθμίσεων δημοσιονομικών και
διαρθρωτικών. Αναδειχθήκαμε πρωταθλητές στην Ευρώπη, επί συνεχή έτη
πλήρους υφεσιακής διαδικασίας, με δραστική μείωση του εθνικού ΑΕΠ και
φυσικά των ατομικών εισοδημάτων μέσω τρομακτικής ανεργίας, επενδυτικής
άπνοιας και φορολογικών επιδρομών επί δικαίους και αδίκους.
Και ενώ η κατάσταση αυτή διαρκεί και οι εξαγγελίες περί επιτευχθέντος
πρωτογενούς πλεονάσματος (μικρότερου εφέτος και μεγαλύτερου το 2014)
επαναλαμβάνονται συνεχώς και από κάθε προέλευση, κανείς δεν προβλέπει,
και πολύ ολιγότερο εγγυάται, τον χρόνο που το πλεόνασμα αυτό θα συμπέσει
και θα συμβαδίσει με την πολυπόθητη ανάπτυξη.
Ο στόχος της ανάπτυξης βεβαίως απαιτεί ενότητα, σοβαρότητα, συστράτευση
και συντονισμό πολιτικών, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Και εδώ
ακριβώς τοποθετούνται τόσο ο σχεδιασμός όσο και η άσκηση εξωτερικής
πολιτικής. Η τελευταία δεν συνιστά μεμονωμένο και προνομιακό παράγοντα,
αλλά εντάσσεται -από τη φύση της και με βάση το δημοκρατικό μας
πολίτευμα- στην ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Αυτό, με τη σειρά του,
σημαίνει ότι η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει να
σχεδιάζεται και να ασκείται με όρους, προϋποθέσεις και μεθοδεύσεις
εσωτερικών σκοπιμοτήτων.
Εάν κανείς αποπειραθεί σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά τη διαπίστωση ότι η
Ελλάς είναι ουσιαστικά πτωχευμένη, να διερευνήσει, πρώτον, το πώς η χώρα
τοποθετείται γεωπολιτικά στον ευρύτερο χώρο και στην περιφέρειά της
ειδικότερα, δεύτερον, τον βαθμό και τον τρόπο ασκήσεως της κυβερνητικής
αυτοτέλειας και κυριαρχίας της και, τρίτον, το κύρος της χώρας διεθνώς
θα καταλήξει, φοβούμαι, σε μάλλον απογοητευτικά συμπεράσματα.
Τα προαναφερόμενα δεν αποτελούν μόνον διαπιστώσεις αλλά προκλήσεις
εξωτερικής πολιτικής. Τα δεδομένα αυτά δεν αντιμετωπίζονται με πρόχειρο
και εφήμερο τρόπο αλλά απαιτούν μελέτη, εισήγηση και χάραξη εξωτερικής
πολιτικής εντεταγμένης στη γενικότερη κυβερνητική προσπάθεια ανατάξεως
της ελληνικής οικονομίας και εξόδου της Ελλάδος από την κρίση.
Στην πράξη, τα ανωτέρω απαιτούν ορισμένες παραδοχές από την υπεύθυνη κυβέρνηση της χώρας, δηλαδή:
Οτι τα ανοιχτά επί δεκαετίες ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος απαιτούν
ισορροπημένη προσέγγιση, πολιτική βούληση και ενεργό δέσμευση για την
αντιμετώπισή τους, στη βάση της ουσίας τους και όχι της απλής
αναβλητικής διαχείρισής τους.
Οτι απαιτείται η δυναμική αξιοποίηση των γεωπολιτικών εργαλείων που
πάντοτε διέθετε και διαθέτει η χώρα, για την οικοδόμηση συμμαχιών,
κοινότητος συμφερόντων και συντονισμού πρωτοβουλιών και ενεργειών σε
περιφερειακό, ευρωπαϊκό και ευρωατλαντικό επίπεδο, διμερών και
πολυμερών, δηλ. εντός των διεθνών οργανισμών και συμμαχιών στους οποίους
μετέχει.
Οτι η μεταχείριση και εν γένει αξιοποίηση του δυναμικού που λέγεται
Διπλωματική Υπηρεσία και Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας, μακράν κομμάτων,
μηχανισμών και μικροπολιτικών υπολογισμών, καθώς και ισοπεδωτικών
χρηματοδοτικών περικοπών, θα εξασφαλισθεί στο ανώτερο δυνατό επίπεδο,
για την εξυπηρέτηση των ευρύτερων και μονιμότερων συμφερόντων της χώρας.
Κατά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα της τετραετίας της οικονομικής
κρίσεως, το υπ. Εξωτερικών γνώρισε διαδοχικά έξι πολιτικούς
προϊσταμένους. Ο γράφων τους γνωρίζει προσωπικά, συνεργάσθηκε με τους
περισσότερους εξ αυτών και εξετίμησε τη διάθεση όλων ανεξαιρέτως για την
προσφορά έργου και την αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων και προκλήσεων
της εξωτερικής μας πολιτικής. Στο ενεργητικό τους επίσης πρέπει να
πιστωθεί ότι η χώρα, υπό τις συνθήκες που προεξετέθησαν, απέφυγε την
εμπλοκή της σε οποιαδήποτε εξωτερική κρίση παρά τα όσα συμβαίνουν στον
περίγυρό της.
Ομως σήμερα απαιτείται μια πιο ενεργός προοπτική για την εξωτερική μας
πολιτική. Προοπτική που θα διαδραματίσει ρόλο αναγκαίου συνεργού στην
προσπάθεια εξόδου της χώρας μας από την κρίση. Ας μην επικρατήσει,
τουναντίον να παραμερισθεί, μια αναπόφευκτη αδράνεια και μοιρολατρική
προσέγγιση των εξωτερικών μας προκλήσεων, με βολικά αλλά μάλλον
ξεπερασμένα στερεότυπα του παρελθόντος. Είναι επιτακτική ανάγκη η
εξωτερική πολιτική της χώρας να επανεύρει ρόλο, χώρο, φωνή και συμβολή
στην εθνική προσπάθεια επανεκκίνησης, εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της
χώρας, στον φυσικό της χώρο, δηλαδή στο διεθνές πεδίο και περιβάλλον.
Εάν κάποιος θα χρειαζόταν το προς τούτο εφαλτήριο, η επερχόμενη ελληνική
προεδρία της Ε.Ε. θα του παρείχε τη σχετική αξιοποιήσιμη δυνατότητα.
* Ο κ. Σαββαΐδης είναι πρέσβης ε.τ., πρ. γεν. γραμματεύς ΥΠΕΞ.
|
|