23 Οκτωβρίου 2013

Γιατί μπαίνει στο στόχαστρο ο "αρχικατάσκοπος" του Erdogan;

http://www.al-monitor.com/files/live/sites/almonitor/files/contributed/jnt_news_turkey-spy-chief-pkk-peace/PEace%20PKK.jpg?t=thumbnail_578 Στις 10 Οκτωβρίου άρθρο δημοσιευμένο στη Wall Street Journal υπό τον τίτλο “Ο Τούρκος αρχικατάσκοπος σχεδιάζει δική του πορεία ως προς τη Συρία” κατηγορούσε τον Hakan Findan, επικεφαλής της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ και άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού Tayyip Erdoğan, ότι προ τριετίας διαβίβασε στην Τεχεράνη ευαίσθητες πληροφορίες που είχαν συλλέξει οι ΗΠΑ και το Ισραήλ σχετικά με το Ιράν.
Στο ίδιο άρθρο τονιζόταν το γεγονός ότι η (προωθούμενη από τον Findan) στήριξη της Τουρκίας προς ισλαμιστές αντάρτες στη Βόρεια Συρία, ως αντίβαρο προς το κουρδικό στοιχείο, δημιουργεί όλο και περισσότερες τριβές μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσιγκτον. Χαρακτηριστικά, ο Αμερικανός πρώην πρεσβευτής στην Τουρκία Jim Jeffrey τόνιζε ότι, αν και η αμερικανική πλευρά χρειάζεται να συνεργάζεται με τον Findan επειδή “μπορεί να κάνει τη δουλειά”, δεν θα πρέπει “να θεωρείται φίλος των ΗΠΑ, διότι δεν είναι”.
Στις 16 Οκτωβρίου, ένα πολύ πιο εντυπωσιακό δημοσίευμα, με την υπογραφή του γνωστού αρθρογράφου David Ignatius, ακολούθησε στη Washington Post. Σε αυτό υποστηριζόταν, με βάση μη κατονομαζόμενες αμερικανικές και ισραηλινές πηγές, ότι σε αντίποινα για την αιματηρή ισραηλινή επιδρομή στο τουρκικό πλοίο Mavi Marmara, ο Findan παρέδωσε στο Ιράν πληροφορίες για δέκα πράκτορες του Ισραήλ οι οποίοι και συνελήφθησαν. Οι εν λόγω πράκτορες ήσαν Ιρανοί και συναντούσαν τους Ισραηλινούς “χειριστές” τους στην Τουρκία, εξ ού και η ενημέρωση της ΜΙΤ.

Μάλιστα, το ίδιο άρθρο πρόσθετε ότι το περιστατικό αυτό ήταν και ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Benjamin Netanyahu αρνούνταν επί περίπου τρία έτη να ζητήσει συγγνώμη – όπως απαιτούσε η Άγκυρα, προκειμένου να εξομαλυνθούν οι σχέσεις μετά την επιδρομή στο Mavi Marmara.

Ο Findan αποτελούσε αντικείμενο ισραηλινής καχυποψίας ήδη από την εποχή του διορισμού του στην ηγεσία της ΜΙΤ, λίγα 24ωρα πριν από το επεισόδιο του Mavi Marmara. Η εφημερίδα Haaretz είχε γράψει ότι ισραηλινοί αξιωματούχοι εξέταζαν τον περιορισμό της κοινοποίησης πληροφοριών προς τις τουρκικές υπηρεσίες, για τον φόβο τις διαρροής τους σε εχθρικά κράτη ή οργανώσεις, ενώ στις 17 Οκτωβρίου οι International New York Times σε ανταπόκρισή τους από την Ιερουσαλήμ παρέθεταν τις παρατηρήσεις του πρώην αρχηγού της Mossad, Danny Yatom σχετικά με τη μετατροπή της Τουρκίας από προνομιακό κόμβο επαφών των ισραηλινών πρακτόρων με άτομα από γειτονικά εχθρικά κράτη, σε εστία των ισραηλινών φόβων για διαρροή πληροφοριών.

Παραδόξως, οι σχέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών με τον Findan δεν φαίνεται να έχουν διαταραχθεί: χαρακτηριστικά, ο επικεφαλής της ΜΙΤ ήταν παρών στην συνάντηση Obama-Erdoğan τον Μάιο στο Οβάλ Γραφείο.
Από την πλευρά της η εκπρόσωπος του State Department, Jen Psaki περιορίσθηκε, όταν ρωτήθηκε σχετικά, να δηλώσει ότι η Τουρκία είναι σύμμαχος των ΗΠΑ και οι δύο χώρες συνεργάζονται σε μία σειρά θεμάτων σε όλα τα υπηρεσιακά επίπεδα.

Ωστόσο, η τουρκική αποκαλυπτική εφημερίδα Taraf υποστήριξε ότι η Άγκυρα έχει ήδη πληρώσει το τίμημα της εικαζόμενης συνεργασίας των μυστικών υπηρεσιών της με τις ιρανικές, καθώς το (πάντοτε δεκτικό στις ισραηλινές ευαισθησίες) αμερικανικό Κογκρέσο ακύρωσε την προγραμματισμένη παράδοση στην Τουρκία 10 μη επανδρωμένων αεροσκαφών Predator.

Οι επίσημες τουρκικές αντιδράσεις στα δημοσιεύματα της Wall Street Journal και της Washington Post υπήρξαν υποτονικές – βοηθούσης και της εορταστικής περιόδου για το Κουρμπάν Μπαϊράμι. Όμως ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ahmet Davutoğlu δήλωσε από την ιδιωτική του κατοικία στο Ικόνιο ότι το άρθρο της Washington Post αποτελούσε δείγμα “μαύρης προπαγάνδας” και χαρακτήρισε “ενδιαφέρον” το timing της δημοσίευσής του.

Υπενθυμίζεται ότι η “τριανδρία Erdoğan-Findan-Davutoğlu” θεωρείται ότι αποτελεί τον ισχυρότερο πόλο εξουσίας τη στιγμή αυτή στην Τουρκία – σε αντικατάσταση της παλαιότερης “τριανδρίας Erdoğan-Gül-Arınç”. Αντίθετα, όμως, από τα δύο συνιδρυτικά στελέχη του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης που διατηρούν φιλικές σχέσεις με το κίνημα του εξόριστου στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα Fethullah Gülen (και τα μέσα ενημέρωσης της επιρροής του), ο Fidan έχει βρεθεί στο στόχαστρό του. Ήδη, το Φεβρουάριο του 2012 επιχειρήθηκε, σε ό,τι αποκλήθηκε “δικαστικό πραξικόπημα”, να ασκηθεί δίωξη εναντίον του Fidan για επαφές με “τρομοκρατική οργάνωση” (ήτοι το ΡΚΚ), εξ ού και ο Erdoğan νομοθέτησε την παροχή απόλυτης ασυλίας στα στελέχη των μυστικών υπηρεσιών. 

Πρώην αξιωματικός του στρατού, που το 2001 στράφηκε στην ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, ο Fidan αποτελεί από το 2009 τον κύριο χειριστή (και κατά πληροφορίες) τον θερμότερο συνήγορο του διαλόγου με τους Κούρδους αυτονομιστές. Τα στοιχεία για την εναντίον του δίωξη είχαν προέλθει από τις υπηρεσίες πληροφοριών της αστυνομίας, οι οποίες βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τη ΜΙΤ και φέρονται να ελέγχονται από το κίνημα του Gülen.

Ο τουρκικός Τύπος απορεί επίσης για το timing της συρροής δημοσιευμάτων κατά του Findan και την ερμηνεύει ως μία προσπάθεια του διεθνούς παράγοντα να “ελεγχθεί” και να αποδυναμωθεί ο ίδιος ο Erdogan, ενόψει των αλλεπάλληλων εκλογών του 2014 (δημοτικές, προεδρικές, δημοψήφισμα επί του νέου Συντάγματος). Κυρίως όμως συναρτούν την επικοινωνιακή επίθεση με τέσσερα δεδομένα: το πρώτο είναι η δυσφορία και ανησυχία του ΝΑΤΟ για την εκδηλωμένη πρόθεση της Τουρκίας να προμηθευτεί αντιπυραυλικά συστήματα από την Κίνα. 

Το δεύτερο είναι η επιμονή της Άγκυρας για “αλλαγή καθεστώτος με οποιουσδήποτε όρους” στην Δαμασκό, την ώρα που η διεθνής ανησυχία για τη δράση των τζιχαντιστών εντείνεται και η ρωσο-αμερικανική συνεννόηση για τη συριακή κρίση δημιουργεί νέα δεδομένα. 

Το τρίτο είναι η διαφαινόμενη προοπτική μιας εξομάλυνσης των ιρανο-αμερικανικών σχέσεων, και άρα η επιθυμία να κρατηθεί έξω από το παιχνίδι η Τουρκία, η οποία λ.χ. το 2010 είχε από κοινού με τη Βραζιλία αναλάβει μια φιλόδοξη προσπάθεια μεσολάβησης στο ζήτημα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Το τέταρτο είναι βέβαια το γεγονός ότι παρά την τηλεφωνική “απολογία” Netanyahu προς Erdoğan, με τη μεσολάβηση του Barack Obama, η εξομάλυνση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων δεν έχει ακόμη επέλθει και η σχετική διαπραγμάτευση (για τις τυχόν αποζημιώσεις προς τα θύματα του Mavi Marmara κ.ο.κ.) καρκινοβατεί.

Άλλωστε η υπογραφή του David Ignatius στο επίμαχο δημοσίευμα θυμίζει σε όλους τους Τούρκους ότι ο γνωστός δημοσιογράφος ήταν ο συντονιστής του πάνελ στο Νταβός όπου το 2009 ο Erdoğan εξαπέλυσε μύδρους κατά του Ισραηλινού προέδρου Shimon Peres για την επιχείρηση “Συμπαγής Μόλυβδος” εναντίον της Γάζας, σηματοδοτώντας την ρήξη στην τουρκο-ισραηλινή συμμαχία. (Η εφημερίδα Sabah “ανακάλυψε” επίσης την αρμενική καταγωγή του Ignatius).

Έχει ενδιαφέρον πάντως, το ότι σε συνομιλία του με Τούρκους δημοσιογράφους την Τρίτη ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Ισραήλ Yigal Palmor υποστήριξε ότι ο Ignatius δεν έχει ισραηλινές πηγές και ότι το άρθρο του πλήττει εξίσου με την Τουρκία και το εβραϊκό κράτος, το οποίο επενδύει στην επαναπροσέγγιση των δύο πλευρών. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η συγγνώμη Netanyahu δεν έφερε κάποια αλλαγή στην τουρκική στάση και ότι η Άγκυρα δείχνει να μην ενδιαφέρεται για μιαν αίσια ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων.

Σε κάθε περίπτωση το Κουρδικό αποδεικνύεται το ζήτημα στο οποίο “κουμπώνουν” όλες οι πτυχές της “υπόθεσης Findan”, εφόσον ο επικεφαλής της ΜΙΤ και εξ απορρήτων του Erdoğan υπήρξε ο αρχιτέκτονας του ανοίγματος προς το ΡΚΚ. Άλλωστε και οι τουρκικές διευκολύνσεις προς τους τζιχαντιστές στη Συρία και η καταγγελλόμενη συνεργασία με το Ιράν (χώρα που κατά τα λοιπά ανταγωνίζεται την Τουρκία στη συριακή κρίση) μόνο σε συνάρτηση με την ανάγκη ελέγχου του κουρδικού στοιχείου μπορούν να ερμηνευθούν. Όπως άλλωστε και η συνεχιζόμενη ψυχρότητα με το Ισραήλ, δεδομένης της πυκνής παρουσίας των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών σε όλες τις κουρδικές περιοχές.


Πηγή:www.capital.gr