Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής
ολοκλήρωσης προχωρούσε θετικά τις πρώτες δεκαετίες. Η θεσμική συγκρότηση
της κοινότητας, η αύξηση των κρατών-μελών (Κ-Μ) και η οικονομική
μεγέθυνση δημιούργησαν εμπιστοσύνη, αίγλη και ενδιαφέρον για τη νεόκοπη
υπερκρατική οντότητα. Παρά τη διακυβερνητική της συγκρότηση, η ΕΟΚ/Ε.Ε.
επέβαλε δεσμευτικές αποφάσεις.
Σε επίπεδο αρχών, θεμελίωσε συνταγματικά κεκτημένα: ελευθερία,
νομιμότητα, λογοδοσία. Ανέπτυξε αναδιανεμητικές πολιτικές, αποβλέποντας
στη συνοχή μεταξύ Κ-Μ. Ιδρυσε το Ευρωκοινοβούλιο διασφαλίζοντας την
πρώτη «παν-ευρωπαϊκή» λαϊκή εκπροσώπηση και προσκομίζοντας νομιμοποίηση.
Μέχρι το 1985 η ΕΟΚ/Ε.Ε. ακροβατούσε σε δίπολο εξισορρόπησης: προωθούσε διασυνοριακά οικονομικά ανοίγματα/απορρυθμίσεις που ευνοούσαν τη βιομηχανία, ιδίως τις επιχειρήσεις - «εθνικούς πρωταθλητές» στις παγκόσμιες αγορές, ενώ αντιστάθμιζε τα συμφέροντα πληττόμενων περιφερειακών οικονομιών, π.χ. μέσω της ΚΑΠ. Ωστόσο, στο κρίσιμο εκείνο μεταίχμιο παγιώθηκε οριστικά η κεντρική στρατηγική του οικονομισμού: της κυριαρχίας «των αγορών» επί της «πολιτικής» και επί των δημοκρατικών προταγμάτων.
Εκτοτε, οι πολιτικές της Ε.Ε. ήταν μονόπλευρα «αγορακίνητες», συμπλέοντας με το κυρίαρχο παγκοσμιοποιητικό κλίμα. Η συγκεκριμένη επιλογή προκάλεσε ρήγματα. Η ΕΟΚ/Ε.Ε. χώλαινε έκτοτε στην πολιτική ανάπτυξη, αλλά και στη συνοχή. Παρεμποδιζόταν η ώσμωση των Ευρωπαίων. Στην πράξη η «ευρωπαϊκή ταυτότητα» δεν απέκτησε ποτέ υπόσταση στις κοινωνίες, ματαιώνοντας την ολοκλήρωση σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο.
Παρά τα διακεκριμένα δημοκρατικά ελλείμματά του, το ευρω-ενωσιακό σύστημα εξουσίας λειτούργησε ως πρότυπο υπερκρατικής διακυβέρνησης. Βρήκε μιμητές στη βορειο-αμερικανική ήπειρο, όπου ιδρύθηκε η NAFTA, αν και χωρίς εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας, και αλλού. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ε.Ε. προβλήθηκε ακόμη και ως πρότυπο για τη δυνάμει παγκόσμια διακυβέρνηση και τη συντεταγμένη πλανητική ολοκλήρωση (Mario Telό, 2009, «The EU and Global Governance»).
Στο κλίμα αυτό, ο πρώτος πρόεδρος της Ε.Ε., Χέρμαν Βαν Ρόμπαϊ, στην τελετή αναγόρευσής του, το 2009, διακήρυξε ότι αυτό ήταν το πρώτο έτος παγκόσμιας διακυβέρνησης! Αντιστοίχως, ο γενικός διευθυντής της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου, Pascal Lamy, ατένιζε την Ε.Ε. ως πειραματικό εργαστήριο για την παγκόσμια διακυβέρνηση. Εκθείαζε τη συνταγή των κοινοτικών νόμων που υπερτερούν των εθνικών νομοθεσιών, το μονοπώλιο εγκαινίασης νομοθεσίας από την Επιτροπή και τις εξουσίες του διοριζόμενου προέδρου της Ε.Ε., που θεσμοθετήθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας.
Τα στοιχεία αυτά εκλαμβάνονταν ως καίρια συστατικά για τη δημιουργία δομών παγκόσμιας διακυβέρνησης. Απορρίπτοντας την εθνική κυριαρχία, ο Lamy διαφήμιζε το ευρωπαϊκό υπόδειγμα «παγκόσμιας διακυβέρνησης». Αμφισβητείται, ωστόσο, το εάν αυτά τα συστατικά αποτελούν εχέγγυα για τη δημοκρατία. Εφ' όσον αποκλείεται, είτε de facto είτε de jure, η λογοδοσία και, εν ανάγκη, η ανάκληση υπερκρατικών εξουσιών, ή η συμμετοχή των λαών, πρόκειται για παγίδα «εξουσίας χωρίς ευθύνη».
Δυστυχώς για τους Ευρωπαίους και τους παγκόσμιους πολίτες, το 2009 αποδείχτηκε, τελικώς, αρνητικό ορόσημο. Επέφερε ορυμαγδό ανατροπών στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αντίθετα με τις δοξασίες του Βαν Ρόμπαϊ, το 2009 αντιστράφηκε η πορεία της Ε.Ε., η οποία, πλέον, καρκινοβατεί ή προχωρά προς θεσμικές και οικονομικές οπισθοδρομήσεις.
Τι πυροδότησε τις ανατροπές; Από τον Ιανουάριο του 2009, η Ευρωζώνη αντιμετώπισε συντονισμένες απειλές και μιντιακές επιθέσεις. Υστερικά δημοσιεύματα και αξιολογήσεις οίκων πιστοληπτικής ικανότητας πολιορκούσαν τους αδύναμους κρίκους του ευρω-οικοδομήματος: την υπερχρεωμένη Ελλάδα, τις χώρες PIGS και ιδίως το έωλα συγκροτημένο ενιαίο νόμισμα. Οι επιθέσεις ήταν προβλεπόμενες.
Το αναπάντεχο σοκ και η απογοήτευση αφορούν την ετοιμότητα αντίδρασης του ευρωσυστήματος απέναντι: α) στον κίνδυνο χρεοκοπίας χώρας-μέλους και β. διάλυσής του, εξαιτίας των επιθέσεων.
Αντί οι επιθέσεις εναντίον των ευάλωτων χωρών να συσπειρώσουν άμεσα το ευρωσύστημα, σε συλλογικό συναγερμό άμυνας, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έδειξαν ανεπίτρεπτες διβουλίες και αδράνεια. Ασκησαν ακόμη και απειλές εξώσεων και εκβιασμούς, με γνώμονα εθνοκεντρικά παζάρια. Κοντολογίς, «χάος» και παράλυση στη λήψη αποφάσεων εν μέσω ζωτικής κρίσης.
Οπρώτος πρόεδρος της Ε.Ε., αντί για ηγεσία, επέδειξε «σαστισμάρα». Τυχαίο; Τελούσε εν αναμονή των επικαλούμενων τοπικών εκλογών στη Γερμανία; Η απραξία απέναντι στα αδυσώπητα χτυπήματα «των αγορών» δοκίμασε, όντως, την κυβερνησιμότητα της Ε.Ε. Απέδειξε ότι ο δια-κυβερνητικός αυτός σχηματισμός κατέστη, πλέον, αναξιόπιστος και αντιδημοκρατικός. Σίγουρα δεν προάγει το πανευρωπαϊκό δημόσιο συμφέρον.
Πολλοί θιασώτες του ευρω-εγχειρήματος σοκαρίστηκαν βλέποντας την Ε.Ε. να κάνει, αυταρχικά, διακρίσεις μεταξύ εταίρων. Ετσι, μαζί με τη διασπασμένη, πλέον, οντότητα των «πλούσιων/εργατικών Βόρειων» και των «τεμπέληδων/φτωχών Νότιων», αναδύθηκε μεγαλοπρεπώς η ενδο-ευρωπαϊκή χρεοκρατία. Καθόλου παράξενο, λοιπόν, που η Ε.Ε. σήμερα αντιμετωπίζει κρίση βιωσιμότητας. Δίχως πολιτική αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα, αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν, μάλλον, παρά «ιδεότυπο» παγκόσμιας διακυβέρνησης.
* Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης - Πολιτικής Επικοινωνίας, ΑΠΘ