Η Άνγκελα Μέρκελ και η χριστιανική – συντηρητική CDU /CSU έιναι οι μεγάλοι νικητές αυτών των εκλογών.
Το πραγματιστικό στυλ της κας. Μέρκελ, η σταθερή οικονομική κατάσταση
στη Γερμανία και οι υψηλές απώλειες του Κόμματος των Ελεύθερων
Δημοκρατών (σ.σ. Φιλελεύθεροι) ήταν σίγουρα οι αποφασιστικοί παράγοντες
γι΄ αυτό το αποτέλεσμα. Ο σύμμαχος του CDU/CSU, το FDP (σ.σ.
Φιλελεύθεροι) αποτέλεσε το μεγάλο χαμένο. Οι Φιλελεύθεροι βρίσκονται για
πρώτη φορά στην ιστορία τους εκτός ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου.
Προφανώς, πολλοί ψηφοφόροι του FDP το θεώρησαν υπεύθυνο για τις
φιλονικίες που δημιουργούνταν εντός της Συμμαχίας, ενώ απέρριψαν την
πελατειακή πολιτική που κατά πολλούς ασκούσε.
Ένας μεγάλος άγνωστος παράγοντας ήταν η ευρω-σκεπτικιστική “Εναλλακτική για την Γερμανία” (AfD), η οποία για πρώτη φορά συμμετείχε σε εκλογές και απέτυχε να εισέλθει στην ομοσπονδιακή βουλή για λίγο. Αυτό το νέο κόμμα διαμαρτυρίας κέρδισε ψήφους από όλους τους πολιτικούς χώρους, μαζί και εκείνους τους πολίτες οι οποίοι παραδοσιακά δεν ψήφιζαν.
Το SPD και οι Πράσινοι απέτυχαν εντελώς στο στόχο τους να ξεπεράσουν το συνολικό άθροισμα της CDU/CSU και του FDP. Ένας Μεγάλος Συνασπισμός μεταξύ του CDU/CSU και του SPD υπό την ηγεσία της Ανγκελα Μέρκελ σαν καγκελαρίου είναι συνεπώς πιθανός. Κάτι τέτοιο δεν θα προκαλούσε ενθουσιασμό στο SPD, καθώς αποδυναμώθηκε από την τελευταία συμμετοχή του σε μεγάλο Συνασπισμό.
Όσον αφορά την Ευρώπη, ένας Μεγάλος Συνασπισμός του CDU/CSU και του SPD θα φέρει αλλαγή πορείας στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας. Η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα χαλαρώσει την πορεία της πολιτικής σκληρής λιτότητας και δώσει ισχυρότερη ώθηση στην ανάπτυξη των χωρών που βρίσκονται σε κρίση.
Θα ήταν -για παράδειγμα- αναμενόμενο, ότι η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση με σοσιαλδημοκρατική συμμετοχή θα υποστηρίξει την κοινωνική διάσταση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, σε σχέση με την αναπτυξιακή πολιτική και τον αγώνα ενάντια στην ανεργία των νέων, αν και λιγότερο από όσο ζητά το SPD.
Σε ένα Μεγάλο Συνασπισμό, θα υπάρξει εσωτερική σύγκρουση σε σχέση με την ευρωπαϊκή κρίση. Το CDU έχει μια ξεκάθαρη αρνητική στάση σε σχέση με την κοινοτικοποίηση των χρεών χωρών που βρίσκονται σε κρίση, ενώ αρνείται κατηγορηματικά την εισαγωγή των ευρωομολόγων. Απεναντίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, το SPD μίλησε για ευρω-ομόλογα, το Ταμείο Διακανονισμό του Χρέους και άλλα παρόμοια μέσα.
Αν θα πρέπει το CDU και το CSU να κατακτήσουν την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα δώσουν συνέχεια στη ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας, ειδικά σε σχέση με τη σκληρή πολιτική λιτότητας στην ευρωζώνη. Υπάρχει, όμως, διαφωνία στο εσωτερικό του CDU/CSU σχετικά με την πιθανότητα ενός τρίτου πακέτου για την Ελλάδα. Η καγκελάριος Μέρκελ έχει αρνηθεί κατηγορηματικά κάτι τέτοιο, ενώ ο Υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν το έχει αποκλείσει.
Μεσο-μακροπρόθεσμα, η Άνγκελα Μέρκελ είναι πιθανό να αυξήσει την απόσταση από τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές πολιτικές θέσεις του ίδιου του κόμματός της. Θα είναι ολοένα και πιο σαφές, ότι αντί ενός χριστιανοδημοκρατικού προτύπου μιας ομοσπονδιακής ΕΕ, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται μια ισχυρή Κομισιόν σε ρόλο μιας πραγματικής ευρωπαϊκής κυβέρνησης, θα βρίσκεται μία Ένωση, της οποίας το κέντρο δύναμης θα βρίσκεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
* Ο Γιούργκεν Νόακ είναι διευθυντής επικοινωνίας και εξωτερικών υποθέσεων του γραφείου των Βρυξελλών του Ιδρύματος Μπέρτελσμαν
Πηγή:www.capital.gr
Ένας μεγάλος άγνωστος παράγοντας ήταν η ευρω-σκεπτικιστική “Εναλλακτική για την Γερμανία” (AfD), η οποία για πρώτη φορά συμμετείχε σε εκλογές και απέτυχε να εισέλθει στην ομοσπονδιακή βουλή για λίγο. Αυτό το νέο κόμμα διαμαρτυρίας κέρδισε ψήφους από όλους τους πολιτικούς χώρους, μαζί και εκείνους τους πολίτες οι οποίοι παραδοσιακά δεν ψήφιζαν.
Το SPD και οι Πράσινοι απέτυχαν εντελώς στο στόχο τους να ξεπεράσουν το συνολικό άθροισμα της CDU/CSU και του FDP. Ένας Μεγάλος Συνασπισμός μεταξύ του CDU/CSU και του SPD υπό την ηγεσία της Ανγκελα Μέρκελ σαν καγκελαρίου είναι συνεπώς πιθανός. Κάτι τέτοιο δεν θα προκαλούσε ενθουσιασμό στο SPD, καθώς αποδυναμώθηκε από την τελευταία συμμετοχή του σε μεγάλο Συνασπισμό.
Όσον αφορά την Ευρώπη, ένας Μεγάλος Συνασπισμός του CDU/CSU και του SPD θα φέρει αλλαγή πορείας στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας. Η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα χαλαρώσει την πορεία της πολιτικής σκληρής λιτότητας και δώσει ισχυρότερη ώθηση στην ανάπτυξη των χωρών που βρίσκονται σε κρίση.
Θα ήταν -για παράδειγμα- αναμενόμενο, ότι η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση με σοσιαλδημοκρατική συμμετοχή θα υποστηρίξει την κοινωνική διάσταση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, σε σχέση με την αναπτυξιακή πολιτική και τον αγώνα ενάντια στην ανεργία των νέων, αν και λιγότερο από όσο ζητά το SPD.
Σε ένα Μεγάλο Συνασπισμό, θα υπάρξει εσωτερική σύγκρουση σε σχέση με την ευρωπαϊκή κρίση. Το CDU έχει μια ξεκάθαρη αρνητική στάση σε σχέση με την κοινοτικοποίηση των χρεών χωρών που βρίσκονται σε κρίση, ενώ αρνείται κατηγορηματικά την εισαγωγή των ευρωομολόγων. Απεναντίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, το SPD μίλησε για ευρω-ομόλογα, το Ταμείο Διακανονισμό του Χρέους και άλλα παρόμοια μέσα.
Αν θα πρέπει το CDU και το CSU να κατακτήσουν την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα δώσουν συνέχεια στη ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας, ειδικά σε σχέση με τη σκληρή πολιτική λιτότητας στην ευρωζώνη. Υπάρχει, όμως, διαφωνία στο εσωτερικό του CDU/CSU σχετικά με την πιθανότητα ενός τρίτου πακέτου για την Ελλάδα. Η καγκελάριος Μέρκελ έχει αρνηθεί κατηγορηματικά κάτι τέτοιο, ενώ ο Υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν το έχει αποκλείσει.
Μεσο-μακροπρόθεσμα, η Άνγκελα Μέρκελ είναι πιθανό να αυξήσει την απόσταση από τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές πολιτικές θέσεις του ίδιου του κόμματός της. Θα είναι ολοένα και πιο σαφές, ότι αντί ενός χριστιανοδημοκρατικού προτύπου μιας ομοσπονδιακής ΕΕ, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται μια ισχυρή Κομισιόν σε ρόλο μιας πραγματικής ευρωπαϊκής κυβέρνησης, θα βρίσκεται μία Ένωση, της οποίας το κέντρο δύναμης θα βρίσκεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
* Ο Γιούργκεν Νόακ είναι διευθυντής επικοινωνίας και εξωτερικών υποθέσεων του γραφείου των Βρυξελλών του Ιδρύματος Μπέρτελσμαν
Πηγή:www.capital.gr