31 Αυγούστου 2013

8 κρίσιμα σημεία πριν την επέμβαση στη Συρία

https://encrypted-tbn3.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcSqyBXxww2YUdIJGD_8rZ8_kIj_NyHfcOuBYe-KQiaNM5-yygYZ
Των Anthony Dworkin & Daniel Levy & Julien Barnes-Dacey
1. Ποιοί είναι οι στόχοι της επέμβασης;
Όλες οι δηλώσεις που προέρχονται από τις χώρες των Δυτικών ηγετών που είναι πιο πιθανό να αναλάβουν στρατιωτική δράση (τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία) δείχνουν μια μεγάλη εστίαση στα χημικά όπλα (CW), αντί για ενδεχόμενη δράση που έχει ως στόχο να επηρεάσει τη συνολική πορεία της σύγκρουσης στη Συρία. Ο Πρωθυπουργός Cameron πήγε ακόμα μακρύτερα λέγοντας, «αυτό δεν αφορά καν τη σύγκρουση στη Συρία. Αφορά τη χρήση χημικών όπλων». Όσον αφορά το σύνολο της σύγκρουσης, όλα συνεχίζουν να υποδεικνύουν ότι αυτό που χρειάζεται τελικά είναι ένα πολιτικό αποτέλεσμα.
Πέρα από μιαν αίσθηση της ανάγκης να «κάνουν κάτι», η πρόθεση φαίνεται να είναι η αποστολή ενός μηνύματος σχετικά με την αποτροπή περεταίρω χρήσης CW στο πεδίο μάχης της Συρίας και η ενίσχυση ενός παγκοσμίου προτύπου, παράλληλα με τον προφανή στόχο της αποκατάστασης της αξιοπιστίας της Δύσης. Η Ουάσιγκτον ιδίως φαίνεται να έχει πειστεί ότι η μη ανάληψη δράσης όσον αφορά τη δική της κόκκινη γραμμή θα συνάγεται μια προεδρία που θa αντικαταστήσει τον οπλομανή με τον όπλοφοβικό σε βαθμό που θα μπορούσε να υπονομεύσει την παγκόσμια γνώμη σχετικά με τη βούληση της Αμερικής να επιδείξει σιδηρά πυγμή, καθώς και τη δημιουργία επικρίσεων από το εσωτερικό της.

Δεδομένης της κυριαρχίας του πρίσματος των CW στη ρητορική της Δύσης, δίνεται ελάχιστη προσοχή στις πιθανές συνέπειες της στρατιωτικής δράσης στη σύγκρουση στη Συρία και σε μια επικίνδυνα πολωμένη και αποσταθεροποιημένη περιοχή. Στη χρήση CW αποδίδεται λιγότερο από το 1% των θυμάτων στη Συρία. Εάν υπάρχει κάποιο σχέδιο που αφορά την ανάληψη στρατιωτικής δράσης για τη μείωση των δεινών των Σύρων και τη βελτίωση της κατάστασης, τότε κατά πάσα πιθανότητα θα μπορούσε να έχει δημοσιοποιηθεί, ανεξάρτητα από την απόδειξη της χρήσης CW. Οπότε η σωστή υπόθεση είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο καλό σχέδιο. Παρ’ όλα αυτά και όπως είναι γνωστό στους φορείς λήψης αποφάσεων, η οποιαδήποτε ενέργεια θα έχει επιπτώσεις πολύ πέρα από το ζήτημα χρήσης CW, οπότε η κάθε προτεινόμενη δράση θα πρέπει επίσης να μετρηθεί με τα ευρύτερα κριτήρια των πιθανών επιπτώσεων στη Συρία και στα ευρύτερα περιφερειακά ζητήματα (συμπεριλαμβανομένης της κλιμάκωσης των θρησκευτικών πόλεμων, των ροών των προσφύγων και της αστάθειας στο Ιράκ και στο Λίβανο, της ριζοσπαστικοποίησης και της διπλωματίας με το Ιράν).

Η Δύση θα προσπαθεί συνειδητά να επηρεάσει τη στρατιωτική ισορροπία της Συρίας εάν κάνει  κάποιο χτύπημα, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος ότι οι υπό εξέταση επιλογές θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την κατάσταση στη Συρία, στην ευρύτερη περιοχή καθώς και όσον αφορά τις προοπτικές της διπλωματίας διαχείρισης κρίσεων. Ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ, Στρατηγός Martin Dempsey διατύπωσε τις επιφυλάξεις του σχετικά με τη στρατιωτική δράση στο Γερουσιαστή Levin στις 19 Ιουλίου και στο μέλος του Κογκρέσου Engel στις 19 Αυγούστου (πριν από το περιστατικό της Ghouta). Τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε στο στρατιωτικό τομέα από τη Ghouta και μετά, και οι επιστολές του Dempsey παραμένουν η πιο έγκυρη αξιολόγηση, προσβάσιμη από το κοινό, που προειδοποιεί κατά της στρατιωτικής εμπλοκής της Δύσης.

2. Το δίλημμα των χημικών όπλων
Αν έχουν χρησιμοποιηθεί CW στη Συρία, τότε η αποτροπή της περαιτέρω χρήση τους δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι θα μειωθούν τα θύματα και τα βάσανα στη Συρία, δεδομένου ότι τουλάχιστον το 99% των θανάτων δεν μπορούν να αποδοθούν στη χρήση CW. Φαίνεται λοιπόν πως πρέπει να αναρωτηθούμε κατά πόσον η διατήρηση του προτύπου όσον αφορά τη χρήση CW θα πρέπει να υπερισχύει όλων των άλλων ζητημάτων σχετικά με τον αντίκτυπο για τη Συρία και στη γενικότερη περιοχή στη διαμόρφωση της πολιτικής μας.

Υπάρχουν δύο επιλογές για την αντιμετώπιση των CW στο πλαίσιο της Συρίας, η αποτροπή χρήσης ή ο έλεγχος των αποθεμάτων CW. Στην επιστολή του Στρατηγού Dempsey προς το Γερουσιαστή Levin στις 19 Ιουλίου, αφιερώνεται μια παράγραφος στο τί θα χρειαζόταν για να «ελέγξουν τα χημικά όπλα». Το συμπέρασμα είναι πως είναι απαραίτητη η ανάπτυξη μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, πυραυλικών επιθέσεων και «θα χρειαζόταν χιλιάδες επιχειρήσεις των ειδικών δυνάμεων και άλλων δυνάμεων εδάφους για να επιτεθούν και να ασφαλίσουν κρίσιμες περιοχές». Μας οδηγούν στο να πιστεύουμε ότι μια τέτοια επιλογή δεν είναι υπό εξέταση, συνεπώς τα CW δεν θα ελέγχονται.

Αυτό αφήνει την αποτροπή, τη γενεσιουργό δικαιολογία για το οποιοδήποτε πιθανό χτύπημα, καθώς κι ένα επιχείρημα που μπορεί να επαληθευθεί κατά κάποιο τρόπο. Αλλά δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα αποθαρρυνόταν ο Assad, ότι δεν υπάρχουν καλύτερες επιλογές για την επίτευξη της αποτροπής, ότι τα αρνητικά του χτυπήματος δεν θα αντισταθμίσουν τα πιθανά θετικά ή ότι η αποτροπή της χρήσης CW είναι εκεί που πρέπει να επικεντρωθεί το σύνολο της προσοχής μας δεδομένου ότι το 99 % των θυμάτων δεν έχει σχέση με τη χρήση CW. Τα σημεία αυτά θα διερευνηθούν περισσότερο στο υπόλοιπο του παρόντος άρθρου.

Ένας άλλος κίνδυνος στο θέμα των CW στην αρένα της Συρίας είναι πιθανώς το σενάριο του να πέσουν τα όπλα αυτά στα χέρια των παράνομων και ιδίως των συνδεδεμένων με την AQ ή που έχουν το ίδιο στυλ με την Al Qaeda ομάδων τζιχαντιστών Σαλαφιστών. Υπάρχουν καλοί λόγοι που η Δύση προσπάθησε να αποφύγει την πλήρη κατάρρευση του κράτους της Συρίας: μια απερίσκεπτη στρατιωτική επιλογή θα μπορούσε να υπονομεύσει το στόχο αυτό και να επιτείνει τον κίνδυνο με τις δυνατότητες των CW να αποκτήσουν πολλαπλούς χρήστες.

3. Το πρόβλημα με τα αποδεικτικά στοιχεία
Μπορεί να είμαστε τώρα πεισμένοι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το καθεστώς Assad έχει αναπτύξει χημικά όπλα. Ωστόσο, ο προσδιορισμός αυτός δεν έχει γίνει με ικανοποιητικό τρόπο. Θα πρέπει τουλάχιστον να λάβουμε σοβαρά υπόψη και να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι ορισμένοι μη Δυτικοί παράγοντες εκφέρουν αντεπιχειρήματα με έναν βαθμό σιγουριάς, είτε αυτοί είναι στη Ρωσία, στην Κίνα, στο Ιράν ή αλλού στην περιοχή και τον κόσμο, κυρίως σε μια «cui bono»(όποιος ωφελείται) βάση.

Το υποτιθέμενο αδιάσειστο του ισχυρισμού της Δύσης υπονομεύεται από την αίσθηση ότι είμαστε βιαστικοί και σπεύδουμε σε συμπεράσματα και ότι έχουμε προκαθορίσει το αποτέλεσμα των επιθεωρήσεων του ΟΗΕ που βρίσκονται σε εξέλιξη μη δίνοντάς τους επαρκή χρόνο. Αξίζει να θυμηθούμε ότι οι επιθεωρητές του ΟΗΕ που κάνουν αυτοψία, κάτι για το οποίο η Δύση άσκησε μεγάλες πιέσεις στον ΟΗΕ, είναι φαινομενικά στη Συρία για να εξετάσουν τους ισχυρισμούς χρήσης CW η οποία έγινε πέντε μήνες πριν, επομένως οι δυτικοί ηγέτες φαίνεται να πατούν σε κινούμενη άμμο, όταν λένε ότι τα πορίσματα μιας έρευνας χρήσης CW πριν από πέντε ημέρες έρχονται ολίγον τι πολύ αργά.

Δεδομένου του ότι οι υποστηρικτές της κυβέρνησης Assad στη Μόσχα και την Τεχεράνη έχουν σπεύσει να καταδικάσουν τη χρήση CW, μια καλύτερη στρατηγική θα ήταν να βρουν μια ισχυρότερη βάση αποδεικτικών στοιχείων. Δεν θα είναι εύκολο για τον Assad να χρησιμοποιήσει ή να ξανά-χρησιμοποιήσει CW σε μια μαζική κλίμακα και με τρόπους που θα είναι ολοένα και πιο ανιχνεύσιμοι υπό αυτές τις συνθήκες.

Μια προσέγγιση στις αποστολές παρατήρησης του τύπου «μετακινείτε τα τέρματα» φέρει επίσης τον κίνδυνο του να στείλει ένα μη χρήσιμο μήνυμα στο Ιράν σε αυτήν την ιδιαίτερα ευαίσθητη και δυνητικά ελπιδοφόρα στιγμή στις διπλωματικές προσπάθειες με το Ιράν.

4. Η πρόκληση της νομιμότητας
Η νομιμότητα των στρατιωτικών χτυπημάτων εναντίον της Συρίας, ελλείψει έγκρισης από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι, στην καλύτερη περίπτωση αμφισβητήσιμη. Δεν φαίνεται να υπάρχει καμία βάση για τους ισχυρισμούς ότι η στρατιωτική δράση γίνεται σε αυτοάμυνα. Ενώ η χρήση των χημικών όπλων αναμφίβολα παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, αυτό δεν σημαίνει ότι ένας συνασπισμός χωρών έχει το δικαίωμα να λάβει σωφρονιστικά μέτρα χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Συνεπώς, η μόνη δυνατή νομική βάση για την ανάληψη δράσης έγκειται στην επίδικη έννοια της ανθρωπιστικής επέμβασης.

Υπάρχουν προηγούμενα στρατιωτικής δράσης χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας για την πρόληψη βλάβης στους πολίτες (Τα δύο πιο πρόσφατα παραδείγματα είναι κυρίως η επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο και η δημιουργία ασφαλών καταφυγίων για τους πρόσφυγες στο Ιράκ το 1991-1992). Ωστόσο, λίγα κράτη έχουν υποστηρίξει ρητά ότι η στρατιωτική επέμβαση για ανθρωπιστικούς λόγους μπορεί να είναι νόμιμη κι ένας μεγάλος αριθμός κρατών έχει απορρίψει την ιδέα. Ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο επικαλέστηκε το δικαίωμα της ανθρωπιστικής παρέμβασης στην περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου, οι ΗΠΑ έλαβαν μια πιο προσεκτική προσέγγιση στην περιγραφή της δράσης ως δικαιολογημένη μόνο για μια φορά. Επιπλέον, τουλάχιστον ένας παράγοντας στήριξης στην περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου (η υποστήριξη της σχετικής περιφερειακής οργάνωσης) λείπει αναμφισβήτητα σε αυτή την περίπτωση, αφού ο Αραβικός Σύνδεσμος δεν έχει υποστηρίξει τη στρατιωτική επέμβαση, παρά το ότι καταδίκασε τη χρήση χημικών όπλων.

Όποια νομικά επιχειρήματα κι αν τεθούν, μια επίθεση κατά της Συρίας θα τροφοδοτήσει αναπόφευκτα την πεποίθηση σε όλο τον κόσμο ότι οι Δυτικές δυνάμεις είναι πρόθυμες να δράσουν εκτός του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όταν το επιθυμούν. Η στρατιωτική δράση θα συμβάλει στην ενίσχυση του διεθνούς κανόνα κατά της χρήσης των CW, αλλά θα υπονομεύσει αναμφισβήτητα τον κανόνα κατά της χρήσης βίας χωρίς την υποστήριξη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Κάθε φορά που οι Δυτικές χώρες παρακάμπτουν ή ενεργούν εκτός του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, υπονομεύουμε τη διεθνή του νομιμότητα και τη συλλογική ασφάλεια, γεγονός το οποίο δεν είναι μακροπρόθεσμα προς το συμφέρον μας.

5. Η στρατιωτική δυναμική της παρέμβασης της Δύσης
Όλα τα σημάδια από τους ηγέτες της Δύσης είναι ότι η οποιαδήποτε στρατιωτική δράση θα είναι περιορισμένη όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και τη διάρκειά της. Αυτό είναι εύκολο να ειπωθεί και υποστηρίζεται από την έλλειψη διάθεσης που είναι εμφανής στις δημοσκοπήσεις, στους στρατούς της Δύσης, ακόμη και στους πολιτικούς ηγέτες να κολλήσουν σε άλλη μια παρατεταμένη στρατιωτική εμπλοκή στη Μέση Ανατολή.

Όμως, όπως ανέφερε στην επιστολή του ο Στρατηγός Dempsey, «Μόλις αναλάβουμε δράση, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το τί θα επακολουθήσει. Η βαθύτερη συμμετοχή είναι πιο δύσκολο να αποφευχθεί». Τι θα συμβεί αν προκύψουν στοιχεία νέας χρήσης CW; Θα δίνουμε σίγουρα κίνητρα σε μια συριακή αντιπολίτευση της οποίας ο κύριος στόχος για πολύ καιρό τώρα είναι να προκαλέσει τη στρατιωτική επέμβαση της Δύσης. Θα κάνανε τα πάντα για να μπορούν να ισχυριστούν ότι τελούνται νέες ωμότητες, αλλά και για να προκαλέσουν την κυβέρνηση. Τι θα συμβεί αν οι περιφερειακοί και οι άλλοι υποστηρικτές του καθεστώτος Assad ανταποκριθούν με κλιμάκωση της δικής τους συμμετοχής; Θα υπάρξει ένας κατανοητός πειρασμός για την αλλαγή της απαγόρευσης σχετικά με τη χρήση CW σε μια γενική απαγόρευση αυτών «που σκοτώνουν ταυτόχρονα πάρα πολλούς αθώους ανθρώπους».

Το να σταθείς ακλόνητος στην απόφαση ότι το κάθε χτύπημα είναι νόμιμο μόνο για μία φορά δεν είναι μόνο δύσκολο, μπορεί επίσης να είναι και αυτοκαταστροφικό εάν ο στόχος σου είναι η αποτροπή και η αποκατάσταση της αξιοπιστίας, μπορεί να καταλήξεις να φαίνεσαι αδύναμος.

6. Επιπτώσεις στην πορεία της σύγκρουσης στη Συρία
Παρά τις διαμαρτυρίες της Δύσης ότι αυτό είναι περιορισμένο, αναλογικό κι εστιασμένο στα CW, οι στόχοι του θα είναι αναμφίβολα τα στρατιωτικά μέσα της συριακής κυβέρνησης, οπότε θα υπάρξει άμεση επίπτωση στην τροχιά των συγκρούσεων στη Συρία και την ισορροπία δυνάμεων. Αλλά όχι με αποφασιστικό τρόπο, διότι για κάτι τέτοιο η παρέμβαση θα πρέπει να είναι μαζική και κάποιος πρέπει να αναλάβει την πατρότητα της κρίσης στη Συρία και των επακόλουθών της, κάτι στο οποίο οι περισσότεροι δυτικοί πολιτικοί σοφώς συνεχίζουν να αντιτίθενται.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι αυτή η κατάσταση μπορεί να χειροτερέψει για τους Σύριους, να γίνει ακόμα πιο αποσταθεροποιητική για την περιοχή και να δημιουργήσει νέες απειλές για την ασφάλεια της Δύσης.

Είναι πολύ δύσκολη η πρόβλεψη του πώς θα ανταποκριθούν το καθεστώς, οι διάφορες ομάδες ανταρτών και οι περιφερειακοί παράγοντες στο οποιοδήποτε δυτικό χτύπημα. Το καθεστώς δεν έχει εξαπολύσει ακόμα τη δύναμη πυρός που διαθέτει στο σύνολό της. Οι αντάρτες θα το δουν αυτό σίγουρα ως ένα άνοιγμα για μια πιο εκτεταμένη δυτική στρατιωτική επέμβαση και θα αναπροσαρμόσουν τις δράσεις τους και τις προσπάθειες PR τους αναλόγως.

Όσον αφορά την εγχώρια κοινή γνώμη στη Συρία, η οποία εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, είναι δύσκολο να δούμε το πώς δε θα ωφεληθεί το καθεστώς από το κοινό του, εάν και όταν οι Αμερικανικοί πύραυλοι, εκτοξευμένοι από υπεράκτιες τοποθεσίες, εμφανιστούν στους ουρανούς τους, ειδικά αν υπάρχουν θύματα μεταξύ των αμάχων.

Τέλος, και κυριότερα, τι αντίκτυπο θα έχει αυτό στη ροή των προσφύγων; Υπάρχουν ήδη αναφορές σημαντικής αύξησης του αριθμού των προσφύγων που περνούν τα σύνορα, συμπεριλαμβανομένης μιας ταχείας αποχώρησης της επιχειρηματικής κοινότητας, της οποίας η παρουσία τουλάχιστον κρατά κάποιο είδος οικονομίας να κινείται. Αυτό θα συμβεί ταυτόχρονα με μια ήδη καταστροφική και δραματική προσφυγική κρίση που έχει φέρει τους μηχανισμούς αντιμετώπισης των γειτονικών κρατών στα άκρα κι έχει ήδη δει έναν αριθμό προσφύγων, ο οποίος αυξάνεται ταχύτατα να μετακινείται από τις Κουρδικές περιοχές στο Ιράκ τις τελευταίες εβδομάδες. Οι πιθανές επιπτώσεις στο θέμα των προσφύγων δεν μπορεί να είναι μια δευτερεύουσα ανησυχία.

7. Επιπτώσεις στην περιοχή
Η αξιοπιστία μετράει στη Δύση όσο και σε όλους τους άλλους, συμπεριλαμβανομένου του μη περάσματος των κόκκινων γραμμών. Πιθανόν το καθεστώς Assad να αποθαρρυνθεί και να κάνει ορισμένες επανεκτιμήσεις όσον αφορά τη συνολική πορεία της σύγκρουσης αυτής ως απάντηση στην δράση της Δύσης. Ομοίως μπορεί να πράξει το Ιράν και ακόμη και η Ρωσία, αλλά αυτό δεν είναι σίγουρο και πιθανότατα ανήκει στην κατηγορία «απίθανο».

Η σύγκρουση στη Συρία είναι το επίκεντρο μιας περιφερειακής σύγκρουσης, αλλά η τωρινή συζήτηση στη Δύση για τη Συρία και για ένα πιθανό χτύπημα, γίνεται ελλείψει μιας ευρύτερης στρατηγικής συζήτησης σχετικά με την απόδοση προτεραιότητας στο τι έχει μεγαλύτερη σημασία για τα δυτικά συμφέροντα στη Μέση Ανατολή. Η προεπιλεγμένη θέση είναι να συνεχίσει να βλέπει τον ευνουχισμό του Ιράν ως το πρωταρχικό μέλημά της, παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις ότι η μεγαλύτερη απειλή στην περιοχή είναι ένας κύκλος κλιμάκωσης των θρησκευτικών συγκρούσεων, με τη Συρία να είναι στον πυρήνα του, που τροφοδοτεί τη ριζοσπαστικοποίηση, η οποία προκαλεί ένα άνευ προηγουμένου χάος κι εμφανίζει νέους ακυβέρνητους χώρους, που απειλεί να ρίξει τον Λίβανο και το Ιράκ βαθύτερα στην άβυσσο και να δώσει νέα ώθηση στο τζιχαντισμό κατά της Δύσης.

Μια προσπάθεια επανεξέτασης της περιοχής θα πρέπει να επικεντρωθεί επομένως σε μια στρατηγική, το κεντρικό σημείο της οποίας να είναι η περιφερειακή αποκλιμάκωση, που απαιτεί περισσότερη και όχι λιγότερη, διπλωματία με εκείνους με τους οποίους διαφωνούμε τόσο στην περιοχή, όσο και πέρα από αυτήν, κυρίως το Ιράν και τη Ρωσία. Μια τέτοια στρατηγική θα ενθαρρύνει ιδίως το κάθε άνοιγμα για επαναπροσέγγιση/διάλογο μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, αντί να ενθαρρύνει τον μαξιμαλισμό και στις δύο πλευρές. Είναι δύσκολο να δει κανείς το πώς μια στρατιωτική κλιμάκωση μπορεί να εξυπηρετήσει το στόχο αυτό. Είναι όμως εύκολο να δούμε πώς θα συμπιέσει περαιτέρω το διαθέσιμο χώρο για τη θρησκευτική αποκλιμάκωση.

Στη σκέψη των διαθέσιμων επιλογών απάντησης, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στις συνέπειες όσον αφορά τα νέα διπλωματικά ανοίγματα με το Ιράν και το τι μπορεί να κάνει αυτό στο διαμορφωτικό στάδιο της Προεδρίας Rouhani.

8. Μια διπλωματική εναλλακτική λύση;
Υπάρχει μια κάποια εικασία ότι η οποιαδήποτε περιορισμένη στρατιωτική δράση της Δύσης θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως μοχλός για μια νέα διπλωματική προσπάθεια. Προς το παρόν αυτή η εικασία φαίνεται να είναι αισιόδοξη. Αλλά η άσκηση διπλωματικής πίεσης θα είναι η σωστή προσέγγιση πριν από κάθε χτύπημα κι αν και θα το κάνει πιο δύσκολο, θα ήταν η σωστή πράξη μετά από μια τέτοια ενέργεια. Εάν η πρόθεση είναι να ενταθούν οι διπλωματικές προσπάθειες μετά το χτύπημα, θα αμφισβητούσαμε τη λογική της, αλλά θα ελπίζαμε να συνεχιστεί η επιδίωξη του διπλωματικού στοιχείου με μεγαλύτερο σθένος και θάρρος απ’ ό,τι στο παρελθόν.

Όπως έχουμε υποστηρίξει στο παρελθόν, το θέμα των περισσότερων πολιτικών συζητήσεων ταλαντευόταν, μέχρι τώρα, μεταξύ των στρατιωτικών χαμηλού τόνου και των διπλωματικών χαμηλού τόνου επιλογών. Αυτό που εξετάζεται τώρα είναι οι στρατιωτικές επιλογές χαμηλού τόνου. Η διπλωματική επιλογή χαμηλού τόνου είναι να μην επιμείνει η Δύση στις προσπάθειές της σχετικά με την αποδοχή ότι θα υπάρξει ένας ρόλος για την κυβέρνηση Assad κατά τη διάρκεια της όποιας μετάβασης ή πως πρέπει να συμπεριληφθεί και το Ιράν. Αυτό που θα έπρεπε να κάνουμε είναι να ποντάρουμε τα πάντα στη διπλωματία. Το παραπάνω είχε εννοηθεί το Μάιο του 2013, όταν οι Kerry και Lavrov ανακοίνωσαν για πρώτη φορά μια συνάντηση της Geneva II, αλλά είχε τοποθετηθεί σε μεγάλο βαθμό στην άκρη έκτοτε. Ένα μέρος αυτής της διπλωματικής αποτυχίας οφείλεται στο πόσο αναποτελεσματική είναι η Δύση με τους συμμάχους της στην περιοχή και με την συριακή αντιπολίτευση (η οποία είναι εν μέρει ένα πλάσμα που δημιουργήθηκε από τη Δύση). Έχει ήδη αναβληθεί μια προγραμματισμένη συνάντηση αυτή την εβδομάδα στη Συρία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας και ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΕ, Lakhdar Brahimi, έχει περιθωριοποιηθεί. Αυτό πρέπει να αλλάξει και πρέπει να γίνει μια πιο συντονισμένη και αμβλεία διπλωματική προσπάθεια, όπως το να φέρουν την αντιπολίτευση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να συζητήσουν με το Ιράν στη Συρία και όχι μόνο για το θέμα των πυρηνικών. Είναι δύσκολο να δει κανείς το πώς μια στρατιωτική επέμβαση βελτιώνει τις προοπτικές για τη διπλωματία.

Στο άμεσο μέλλον, αν υπάρχει μια διπλωματική εναλλακτική λύση, τότε θα μπορούσε να περιλαμβάνει: (α) την προσπάθεια στα Ηνωμένα Έθνη για επέκταση της εντολής των επιθεωρητών σχετικά με τις τρέχουσες καταγγελίες για χρήση CW, η άσκηση πιέσεων στη Ρωσία γι αυτό το θέμα θα χτυπήσει σε μια περιοχή στην οποία βρίσκεται σε αμυντική στάση, αντί για μια περιοχή στην οποία η θέση τους είναι ισχυρότερη, δηλαδή σε αυτήν της αντιμετώπισης στρατιωτικής δύναμης, (β) να συγκεντρώσει μια σαφέστερη βάση αποδεικτικών στοιχείων για τη χρήση CW εκ των προτέρων, πριν τη διεξαγωγή περαιτέρω συζητήσεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας και (γ), αυτό θα μπορούσε να βασιστεί στις θέσεις που έχουν λάβει η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν κατά της χρήσης CW και να ασκήσει πιέσεις για περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία, έτσι ώστε να ασκηθούν πιέσεις στον Assad όσον αφορά τους επιθεωρητές. (δ) Μια δεύτερη φάση μιας τέτοιας προσέγγισης θα μπορούσε να προσπαθήσει να προωθήσει εναλλακτικές επιλογές για την εποπτεία των CW στη Συρία, καθώς και την ευρύτερη διπλωματική προσπάθεια.
Πηγή:www.capital.gr