Δρεττάκης Μανόλης
Διάβασα με πολλή προσοχή την ομιλία του
προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη μέρα του Συνεδρίου για τη μετεξέλιξη του
κόμματος συνιστωσών σε ενιαίο κόμμα, μετεξέλιξη που είναι σαφές ότι
είναι το προαπαιτούμενο για την από δω και πέρα πορεία του («Αυγή»,
11.7.13). Διάβασα, επίσης, προσεκτικά την πολιτική απόφαση του Συνεδρίου
για το «πρόγραμμα για τη συγκρότηση λαϊκού ρεύματος ανατροπής» («Αυγή»,
15.7.13).
Η κατάρτιση προγράμματος κυβερνητικής πολιτικής από τον ΣΥΡΙΖΑ
Πολλοί λίγοι, πιστεύω, είναι εκείνοι που θα διαφωνήσουν για τις διαπιστώσεις που περιέχονται στην ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα και την τραγική κατάσταση που βιώνει ένα μεγάλο ποσοστό του λαού και τα αίτιά τους. Από αυτή την άποψη, ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δυνητικά μπορεί να γίνουν ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ στις, πολύ πιθανές, πρόωρες εκλογές. Σε προηγούμενο άρθρο μου στην «Αυγή» στις 30.6.13 διατύπωσα τις δύο βασικές προϋποθέσεις για να πεισθούν οι δυνητικοί ψηφοφόροι να γίνουν πραγματικοί.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ένα πραγματικά ενιαίο κόμμα και οι αποφάσεις που θα παίρνονται, μετά από συζήτηση στα όργανά του, από την πλειοψηφία θα στηρίζονται, χωρίς δημόσιες διαφοροποιήσεις, από όλους. Το Συνέδριο, με την απόφασή του όσες συνιστώσες δεν αυτοδιαλύθηκαν να το πράξουν «σε εύλογο χρονικό διάστημα» και την ψηφοφορία για την ανάδειξη των μελών της Κεντρικής Επιτροπής με 6 χωριστά ψηφοδέλτια, δεν υλοποίησε, δυστυχώς, πλήρως την προϋπόθεση αυτή. Τώρα απομένει να δει ο κόσμος αν και κατά πόσο οι μη αυτοδιαλυθείσες συνιστώσες θα στηρίζουν συνεχώς και εμπράκτως μέχρι -αλλά και μετά- την αυτοδιάλυσή τους τις θέσεις του κόμματος και τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, ώστε να παύσουν οριστικά τα αρνητικά φαινόμενα του παρελθόντος.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η κατάρτιση ενός ρεαλιστικού προγράμματος. Τέτοιο δεν είναι οι γενικές κατευθύνσεις που εξήγγειλε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ούτε και τα όσα αναφέρονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου για τον τρόπο αντιμετώπισης και επίλυσης του σημερινού αδιεξόδου της χώρας. Σχεδόν όλες οι προτάσεις διατυπώνονται σε ενεστώτα χρόνο («αποκαθιστούμε», «ενισχύουμε», «καταργούμε» κ.λπ.), ενώ είναι γεγονός ότι όσες από αυτές είναι υλοποιήσιμες (διότι υπάρχουν ορισμένες που είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να υλοποιηθούν), απαιτούν χρόνο και πολλές από αυτές πολλά χρόνια. Αυτά ισχύουν για τις προτάσεις που αφορούν όλους τους τομείς της πολιτικής, καθώς και για τις προτάσεις που πρέπει να υλοποιηθούν με αναθεώρηση του Συντάγματος.
Τα όσα προτείνονται για τα άμεσα μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής δεν φαίνεται να λαμβάνουν υπόψη τη σημερινή δημοσιονομική κατάρρευση και την καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας που έχουν προκαλέσει τα Μνημόνια και που αναφέρονται στις διαπιστώσεις που υπάρχουν τόσο στην ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ όσο και σε άλλα κείμενα του κόμματος. Δεδομένης, επομένως, της σημερινής πραγματικής κατάστασης της οικονομίας και της κοινωνίας, η προσπάθεια συλλογής των πόρων που απαιτούνται για την υλοποίησή τους με τους τρόπους που προτείνονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου θα αντιμετωπίσει τρομερές δυσκολίες. Γενικότερα, απουσιάζει η χρονική διάσταση στα όσα προτείνονται σε όλους τους τομείς.
Στο άρθρο αυτό, λόγω του περιορισμένου χώρου, δεν μπορώ να επεκταθώ και να εξειδικεύσω τις παρατηρήσεις που προαναφέρθηκαν σε πολλούς τομείς. Θα περιοριστώ μόνο στα όσα εξαγγέλθηκαν για την αντιμετώπιση του υπ' αριθμό ένα άμεσου και σοβαρότερου προβλήματος που θα αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, στην περίπτωση που θα του αναθέσει ο λαός με την ψήφο του να ηγηθεί των δυνάμεων (βλέπε, σχετικά, στη συνέχεια) ώστε η χώρα να βγει από το σημερινό αδιέξοδο και να μπει σε μια μακρόχρονη πορεία ανασυγκρότησης. Πρόκειται για το δυσθεώρητο και -παρά το κούρεμα PSI- συνεχώς αυξανόμενο δημόσιο χρέος. Στο θέμα αυτό ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην ομιλία του στο Συνέδριο επανέλαβε τις βασικές θέσεις του κόμματος:
«Με σκληρή διαπραγμάτευση για το χρέος. Με στόχο διαγραφή μεγάλου μέρους, τη ρήτρα ανάπτυξης και το πάγωμα αποπληρωμής των τόκων. Με δυνατή Συμμαχία του Νότου. Με στόχο μια Διεθνή Διάσκεψη για το χρέος στο πλαίσιο της Διάσκεψης του Λονδίνου το 1953, για τη Γερμανία».
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός -και σ' αυτό συμφωνούν τόσο οικονομολόγοι και οικονομικά ινστιτούτα διεθνούς κύρους όσο και το ΔΝΤ- ότι μόνο με τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους μπορεί να αρχίσει η έξοδος της χώρας από το σημερινό αδιέξοδο. Τέτοια (ή οποιαδήποτε), όμως, διαγραφή την απέκλεισε ο νέος πρόεδρος του Eurogroup την ίδια μέρα της ομιλίας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο Συνέδριο. Τα ίδια επανέλαβαν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας. Ακόμα και η ανάληψη από τον Μηχανισμό ESM των 50 δισ. ευρώ που δανείστηκε το ελληνικό Δημόσιο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ώστε να μειωθεί το δημόσιο χρέος κατά το ποσό αυτό, ο πρόεδρος του Eurogroup είπε ότι δεν μπορεί να εξετασθεί πριν από τα τέλη του 2014, χωρίς να είναι βέβαιο ότι το σχετικό αίτημα της χώρας θα γίνει αποδεκτό, δεδομένου ότι η σχετική απόφαση της περυσινής Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. απέκλεισε την αναδρομική ισχύ του μέτρου αυτού.
Με δεδομένη τη στάση αυτή των δανειστών μας και τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, είναι σαφές ότι το ενιαίο πλέον κόμμα πρέπει να αποσαφηνίσει με ποιους συγκεκριμένους τρόπους θα αντιμετωπιστεί αυτή η πολύ πιθανή αρνητική στάση των δανειστών μας απέναντι στις προτάσεις του που προαναφέρθηκαν. Τέτοιοι τρόποι δεν είναι οι γενικότητες που περιλαμβάνονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου.
Η αποσαφήνιση των πειστικών τρόπων αντιμετώπισης τόσο του προβλήματος του δημόσιου χρέους όσο και όλων των άλλων προβλημάτων της χώρας καθιστούν επείγουσα ανάγκη την κατάρτιση ενός Προγράμματος Κυβερνητικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, στο οποίο θα παρατίθενται συγκεκριμένα μέτρα για την επίλυσή τους, με διευκρινίσεις για τον χρόνο που θα απαιτηθεί για την υλοποίησή τους καθώς και -για όσα από αυτά απαιτούνται πόροι- οι πηγές από τις οποίες θα αντληθούν και οι τρόποι με τους οποίους θα εισπραχθούν. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τονίζεται ότι το έργο της αξιακής, θεσμικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανασυγκρότησης της χώρας δεν είναι ούτε εύκολο ούτε μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Προκειμένου, όμως, να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και να εφαρμόσει το Πρόγραμμά του Κυβερνητικής Πολιτικής και, ειδικότερα, να διαπραγματευθεί αποτελεσματικά την επίλυση του προβλήματος του χρέους με βάση τις προτάσεις τους, πρέπει, όπως ανέφερε στην ομιλία του ο πρόεδρός του:
«Ο λαός μας να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε πλειοψηφική δύναμη και την Αριστερά σε κυβέρνηση».
Πράγματι, η διαπραγμάτευση για τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους απαιτεί μια κυβέρνηση που θα στηρίζει τουλάχιστον το 51% του εκλογικού σώματος. Με ένα τέτοιο ποσοστό οι δανειστές μας θα είναι πολύ δύσκολο να επιμείνουν στην καταστροφική και αδιέξοδη πολιτική των Μνημονίων. Τέτοιο, όμως, ποσοστό δεν το έχει πετύχει κανένα κόμμα μέχρι σήμερα, με την εξαίρεση της Ν.Δ. το 1974, μετά την κατάρρευση της χούντας και κάτω από τις έκτακτες συνθήκες που υπήρχαν τότε.
Δυστυχώς, έκτακτες συνθήκες υπάρχουν και σήμερα, είναι, όμως, τελείως διαφορετικές από εκείνες του 1974. Ο λαός, απογοητευμένος από τα κόμματα εξουσίας, έχει χάσει την εμπιστοσύνη του προς τα κόμματα και τους πολιτικούς και είναι πολύ επιφυλακτικός προς τον ΣΥΡΙΖΑ, εξαιτίας, κυρίως, των μέχρι το Συνέδριο αντιφατικών δηλώσεων προβεβλημένων στελεχών του κόμματος για στις θέσεις του. Ας ελπίσουμε, όπως προαναφέρθηκε, ότι, με τη λήξη του Συνεδρίου, τέτοιες δηλώσεις -με την υπεύθυνη στάση όλων των μελών του απέναντι στον λαό που πολλά ελπίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ- θα εκλείψουν οριστικά, προκειμένου η δύναμη του ενιαίου πλέον κόμματος να αποκολληθεί από το 27%-29% που δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις και να αρχίσει να αυξάνεται.
Όσο, όμως, και αν αυξηθεί η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, με τον σημερινό κατακερματισμό του εκλογικού σώματος, είναι αδύνατο να φτάσει το 51% των έγκυρων ψηφοδελτίων, και μάλιστα σε πολύ πιθανές πρόωρες εκλογές. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αναζητηθεί και να υπάρξει συνεργασία με άλλες δυνάμεις. Στο θέμα αυτό υπάρχουν κάποιες γενικές αναφορές στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου για τις πολιτικές συμμαχίες. Σε ό,τι αφορά τις απόψεις μου στο θέμα αυτό παραπέμπω στο άρθρο μου στην «Αυγή» στις 30.6.13.
* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Η κατάρτιση προγράμματος κυβερνητικής πολιτικής από τον ΣΥΡΙΖΑ
Πολλοί λίγοι, πιστεύω, είναι εκείνοι που θα διαφωνήσουν για τις διαπιστώσεις που περιέχονται στην ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα και την τραγική κατάσταση που βιώνει ένα μεγάλο ποσοστό του λαού και τα αίτιά τους. Από αυτή την άποψη, ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δυνητικά μπορεί να γίνουν ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ στις, πολύ πιθανές, πρόωρες εκλογές. Σε προηγούμενο άρθρο μου στην «Αυγή» στις 30.6.13 διατύπωσα τις δύο βασικές προϋποθέσεις για να πεισθούν οι δυνητικοί ψηφοφόροι να γίνουν πραγματικοί.
Η πρώτη προϋπόθεση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ένα πραγματικά ενιαίο κόμμα και οι αποφάσεις που θα παίρνονται, μετά από συζήτηση στα όργανά του, από την πλειοψηφία θα στηρίζονται, χωρίς δημόσιες διαφοροποιήσεις, από όλους. Το Συνέδριο, με την απόφασή του όσες συνιστώσες δεν αυτοδιαλύθηκαν να το πράξουν «σε εύλογο χρονικό διάστημα» και την ψηφοφορία για την ανάδειξη των μελών της Κεντρικής Επιτροπής με 6 χωριστά ψηφοδέλτια, δεν υλοποίησε, δυστυχώς, πλήρως την προϋπόθεση αυτή. Τώρα απομένει να δει ο κόσμος αν και κατά πόσο οι μη αυτοδιαλυθείσες συνιστώσες θα στηρίζουν συνεχώς και εμπράκτως μέχρι -αλλά και μετά- την αυτοδιάλυσή τους τις θέσεις του κόμματος και τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, ώστε να παύσουν οριστικά τα αρνητικά φαινόμενα του παρελθόντος.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η κατάρτιση ενός ρεαλιστικού προγράμματος. Τέτοιο δεν είναι οι γενικές κατευθύνσεις που εξήγγειλε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ούτε και τα όσα αναφέρονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου για τον τρόπο αντιμετώπισης και επίλυσης του σημερινού αδιεξόδου της χώρας. Σχεδόν όλες οι προτάσεις διατυπώνονται σε ενεστώτα χρόνο («αποκαθιστούμε», «ενισχύουμε», «καταργούμε» κ.λπ.), ενώ είναι γεγονός ότι όσες από αυτές είναι υλοποιήσιμες (διότι υπάρχουν ορισμένες που είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να υλοποιηθούν), απαιτούν χρόνο και πολλές από αυτές πολλά χρόνια. Αυτά ισχύουν για τις προτάσεις που αφορούν όλους τους τομείς της πολιτικής, καθώς και για τις προτάσεις που πρέπει να υλοποιηθούν με αναθεώρηση του Συντάγματος.
Τα όσα προτείνονται για τα άμεσα μέτρα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής δεν φαίνεται να λαμβάνουν υπόψη τη σημερινή δημοσιονομική κατάρρευση και την καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας που έχουν προκαλέσει τα Μνημόνια και που αναφέρονται στις διαπιστώσεις που υπάρχουν τόσο στην ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ όσο και σε άλλα κείμενα του κόμματος. Δεδομένης, επομένως, της σημερινής πραγματικής κατάστασης της οικονομίας και της κοινωνίας, η προσπάθεια συλλογής των πόρων που απαιτούνται για την υλοποίησή τους με τους τρόπους που προτείνονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου θα αντιμετωπίσει τρομερές δυσκολίες. Γενικότερα, απουσιάζει η χρονική διάσταση στα όσα προτείνονται σε όλους τους τομείς.
Στο άρθρο αυτό, λόγω του περιορισμένου χώρου, δεν μπορώ να επεκταθώ και να εξειδικεύσω τις παρατηρήσεις που προαναφέρθηκαν σε πολλούς τομείς. Θα περιοριστώ μόνο στα όσα εξαγγέλθηκαν για την αντιμετώπιση του υπ' αριθμό ένα άμεσου και σοβαρότερου προβλήματος που θα αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, στην περίπτωση που θα του αναθέσει ο λαός με την ψήφο του να ηγηθεί των δυνάμεων (βλέπε, σχετικά, στη συνέχεια) ώστε η χώρα να βγει από το σημερινό αδιέξοδο και να μπει σε μια μακρόχρονη πορεία ανασυγκρότησης. Πρόκειται για το δυσθεώρητο και -παρά το κούρεμα PSI- συνεχώς αυξανόμενο δημόσιο χρέος. Στο θέμα αυτό ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην ομιλία του στο Συνέδριο επανέλαβε τις βασικές θέσεις του κόμματος:
«Με σκληρή διαπραγμάτευση για το χρέος. Με στόχο διαγραφή μεγάλου μέρους, τη ρήτρα ανάπτυξης και το πάγωμα αποπληρωμής των τόκων. Με δυνατή Συμμαχία του Νότου. Με στόχο μια Διεθνή Διάσκεψη για το χρέος στο πλαίσιο της Διάσκεψης του Λονδίνου το 1953, για τη Γερμανία».
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός -και σ' αυτό συμφωνούν τόσο οικονομολόγοι και οικονομικά ινστιτούτα διεθνούς κύρους όσο και το ΔΝΤ- ότι μόνο με τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους μπορεί να αρχίσει η έξοδος της χώρας από το σημερινό αδιέξοδο. Τέτοια (ή οποιαδήποτε), όμως, διαγραφή την απέκλεισε ο νέος πρόεδρος του Eurogroup την ίδια μέρα της ομιλίας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο Συνέδριο. Τα ίδια επανέλαβαν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας. Ακόμα και η ανάληψη από τον Μηχανισμό ESM των 50 δισ. ευρώ που δανείστηκε το ελληνικό Δημόσιο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ώστε να μειωθεί το δημόσιο χρέος κατά το ποσό αυτό, ο πρόεδρος του Eurogroup είπε ότι δεν μπορεί να εξετασθεί πριν από τα τέλη του 2014, χωρίς να είναι βέβαιο ότι το σχετικό αίτημα της χώρας θα γίνει αποδεκτό, δεδομένου ότι η σχετική απόφαση της περυσινής Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. απέκλεισε την αναδρομική ισχύ του μέτρου αυτού.
Με δεδομένη τη στάση αυτή των δανειστών μας και τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, είναι σαφές ότι το ενιαίο πλέον κόμμα πρέπει να αποσαφηνίσει με ποιους συγκεκριμένους τρόπους θα αντιμετωπιστεί αυτή η πολύ πιθανή αρνητική στάση των δανειστών μας απέναντι στις προτάσεις του που προαναφέρθηκαν. Τέτοιοι τρόποι δεν είναι οι γενικότητες που περιλαμβάνονται στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου.
Η αποσαφήνιση των πειστικών τρόπων αντιμετώπισης τόσο του προβλήματος του δημόσιου χρέους όσο και όλων των άλλων προβλημάτων της χώρας καθιστούν επείγουσα ανάγκη την κατάρτιση ενός Προγράμματος Κυβερνητικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, στο οποίο θα παρατίθενται συγκεκριμένα μέτρα για την επίλυσή τους, με διευκρινίσεις για τον χρόνο που θα απαιτηθεί για την υλοποίησή τους καθώς και -για όσα από αυτά απαιτούνται πόροι- οι πηγές από τις οποίες θα αντληθούν και οι τρόποι με τους οποίους θα εισπραχθούν. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τονίζεται ότι το έργο της αξιακής, θεσμικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανασυγκρότησης της χώρας δεν είναι ούτε εύκολο ούτε μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Προκειμένου, όμως, να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και να εφαρμόσει το Πρόγραμμά του Κυβερνητικής Πολιτικής και, ειδικότερα, να διαπραγματευθεί αποτελεσματικά την επίλυση του προβλήματος του χρέους με βάση τις προτάσεις τους, πρέπει, όπως ανέφερε στην ομιλία του ο πρόεδρός του:
«Ο λαός μας να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε πλειοψηφική δύναμη και την Αριστερά σε κυβέρνηση».
Πράγματι, η διαπραγμάτευση για τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους απαιτεί μια κυβέρνηση που θα στηρίζει τουλάχιστον το 51% του εκλογικού σώματος. Με ένα τέτοιο ποσοστό οι δανειστές μας θα είναι πολύ δύσκολο να επιμείνουν στην καταστροφική και αδιέξοδη πολιτική των Μνημονίων. Τέτοιο, όμως, ποσοστό δεν το έχει πετύχει κανένα κόμμα μέχρι σήμερα, με την εξαίρεση της Ν.Δ. το 1974, μετά την κατάρρευση της χούντας και κάτω από τις έκτακτες συνθήκες που υπήρχαν τότε.
Δυστυχώς, έκτακτες συνθήκες υπάρχουν και σήμερα, είναι, όμως, τελείως διαφορετικές από εκείνες του 1974. Ο λαός, απογοητευμένος από τα κόμματα εξουσίας, έχει χάσει την εμπιστοσύνη του προς τα κόμματα και τους πολιτικούς και είναι πολύ επιφυλακτικός προς τον ΣΥΡΙΖΑ, εξαιτίας, κυρίως, των μέχρι το Συνέδριο αντιφατικών δηλώσεων προβεβλημένων στελεχών του κόμματος για στις θέσεις του. Ας ελπίσουμε, όπως προαναφέρθηκε, ότι, με τη λήξη του Συνεδρίου, τέτοιες δηλώσεις -με την υπεύθυνη στάση όλων των μελών του απέναντι στον λαό που πολλά ελπίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ- θα εκλείψουν οριστικά, προκειμένου η δύναμη του ενιαίου πλέον κόμματος να αποκολληθεί από το 27%-29% που δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις και να αρχίσει να αυξάνεται.
Όσο, όμως, και αν αυξηθεί η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, με τον σημερινό κατακερματισμό του εκλογικού σώματος, είναι αδύνατο να φτάσει το 51% των έγκυρων ψηφοδελτίων, και μάλιστα σε πολύ πιθανές πρόωρες εκλογές. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αναζητηθεί και να υπάρξει συνεργασία με άλλες δυνάμεις. Στο θέμα αυτό υπάρχουν κάποιες γενικές αναφορές στην πολιτική απόφαση του Συνεδρίου για τις πολιτικές συμμαχίες. Σε ό,τι αφορά τις απόψεις μου στο θέμα αυτό παραπέμπω στο άρθρο μου στην «Αυγή» στις 30.6.13.
* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι τέως αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ