Το τελευταίο δεκαήμερο του
Οκτωβρίου του 1998 οι Αμερικανοί εκβίαζαν ανοιχτά το Βελιγράδι. Η
Μαντλίν Ολμπράιτ έδωσε συνέντευξη στο τηλεοπτικό δίκτυο CBS: «Οι Σέρβοι
έχουν ακόμα πολλά να κάνουν για να εκπληρώσουν τους όρους της συμφωνίας
με το ΝΑΤΟ για το Κόσοβο. Θα πρέπει να αποσυρθούν οι ειδικές μονάδες της
αστυνομίας, καθώς και επιπλέον στρατιωτικές δυνάμεις».
Εν τω μεταξύ, ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ είχε διοριστεί στη θέση του μόνιμου αντιπροσώπου των ΗΠΑ στον ΟΗΕ. Στο Λευκό Οίκο τότε τα είχαν υπολογίσει όλα: «Τον Μιλόσεβιτς προς το παρόν θα τον αφήσουμε ήσυχο. Στη συνέχεια θα πραγματοποιήσουμε έναν ακόμη γύρο διαπραγματεύσεων στο Ραμπουγιέ, τις οποίες θα οδηγήσουμε σε αποτυχία και μετά θα αρχίσουμε να βομβαρδίζουμε τη Γιουγκοσλαβία». Η εμπειρία και η επιμονή του Χόλμπρουκ ήταν χρήσιμες στις ΗΠΑ την άνοιξη του 1999, όταν ο «Ελεήμων άγγελος» ήταν έτοιμος για όλα 100%.
Ο ΑΣΚ όπως μπορούσε βοηθούσε τους δυτικούς υποστηρικτές του. Ο διευθυντής του Τμήματος Πληροφοριών και Τύπου του ΥΠΕΞ της Γιουγκοσλαβίας Ράντε Ντρόμπατς μου εξήγησε την κατάσταση: «Τρομοκρατικές ομάδες Αλβανών αυτονομιστών πέρασαν στην παρανομία και συνεχώς οργανώνουν προκλήσεις, παρά το γεγονός, ότι το Βελιγράδι ετοίμασε όλα τα έγγραφα και δημιούργησε κυβερνητική επιτροπή για συνομιλίες με τους ηγέτες του ΑΣΚ. Στην επαρχία υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να πάρουν τα όπλα ακόμα και τώρα, που το Βελιγράδι έχει αποσύρει τους στρατιώτες του. Κάποιος έχει μία σαφή επιθυμία να αναζωπυρώσει τη «φωτιά του Κοσόβου», και στη συνέχεια να τη σβήσει με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ. Το Βελιγράδι δεν έχει τίποτα να κρύψει. Είμαστε υπέρ του ανοιχτού διαλόγου, για την επίλυση του προβλήματος της αυτονομίας της επαρχίας. Αλλά όχι για την απόσχιση του Κοσόβου από τη Γιουγκοσλαβία».
Και άλλη μία σημαντική λεπτομέρεια. Στα τέλη του Οκτωβρίου του 1998 ένα νέο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το Κόσοβο δεν ενέκρινε τη χρήση στρατιωτικής δύναμης. Οι νατοϊκοί διπλωμάτες διαβεβαίωναν όλο τον κόσμο, ότι από νομικής άποψης αρκεί η συναίνεση όλων των μελών της συμμαχίας. Η επανειλημμένη άρνηση του ΟΗΕ να ευλογήσει τους βομβαρδισμούς δημιούργησε στο ΝΑΤΟ μία νομική δυσφορία. Επιπλέον, στις Βρυξέλλες εξακολουθούσαν να φοβούνται να παίξουν το ρόλο ενός είδους «Πολεμικής Αεροπορίας του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου». Παρά τις προσπάθειες των δυτικών ΜΜΕ και την ενισχυμένη «πλύση εγκεφάλων» των πολιτών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η κοινή γνώμη ακόμα δεν ήταν έτοιμη να υποστηρίξει το βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας. Στις Βρυξέλλες έκαναν ένα διάλειμμα μέχρι τις 23 Μαρτίου του 1999.
«Δεν είμαστε ικανοποιημένοι με τον τρόπο που
εκπληρώνεται η συμφωνία, - δήλωσε με τη σειρά του ο βοηθός του προέδρου
για θέματα εθνικής ασφάλειας Σάμιουελ Μπέργκερ σε συνέντευξη στο
τηλεοπτικό δίκτυο ABC. – Ο Μιλόσεβιτς προς το παρόν δεν έχει αποσύρει τα
εσωτερικά στρατεύματα πίσω στις φρουρές, όπως είχε υποσχεθεί να κάνει».
Σύμφωνα με τον ίδιο, στον ανώτατο διοικητή του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη
στρατηγό Ουέσλι Κλαρκ έχει δοθεί η εξουσιοδότηση για να επιφέρει
στρατιωτικό χτύπημα, και αυτός «είναι έτοιμος να το πράξει».
Το
ΝΑΤΟ, παίρνοντας την απόφαση για χρήση στρατιωτικής δύναμης στη
Γιουγκοσλαβία, πρακτικά βρέθηκε σε αδιέξοδη κατάσταση: το ΣΑ του ΟΗΕ,
παρά την πίεση Γάλλων και Άγγλων, δεν έδωσε την εντολή για στρατιωτική
δράση, αλλά μόνο για διεξαγωγή επιχείρησης του ΟΑΣΕ στο Κόσοβο. Στα τέλη
του Οκτωβρίου του 1998 η συμμαχία έβγαινε εμφανώς εκτός του πλαισίου
των υποχρεώσεών της, που ορίζονται από το καταστατικό της. Η συμμαχία
είχε δημιουργηθεί για την προστασία των μελών της, αλλά επέκτεινε τη
δράση της σε χώρες, που δεν ανήκουν σε αυτήν.
Εν τω μεταξύ, ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ είχε διοριστεί στη θέση του μόνιμου αντιπροσώπου των ΗΠΑ στον ΟΗΕ. Στο Λευκό Οίκο τότε τα είχαν υπολογίσει όλα: «Τον Μιλόσεβιτς προς το παρόν θα τον αφήσουμε ήσυχο. Στη συνέχεια θα πραγματοποιήσουμε έναν ακόμη γύρο διαπραγματεύσεων στο Ραμπουγιέ, τις οποίες θα οδηγήσουμε σε αποτυχία και μετά θα αρχίσουμε να βομβαρδίζουμε τη Γιουγκοσλαβία». Η εμπειρία και η επιμονή του Χόλμπρουκ ήταν χρήσιμες στις ΗΠΑ την άνοιξη του 1999, όταν ο «Ελεήμων άγγελος» ήταν έτοιμος για όλα 100%.
Ο ΑΣΚ όπως μπορούσε βοηθούσε τους δυτικούς υποστηρικτές του. Ο διευθυντής του Τμήματος Πληροφοριών και Τύπου του ΥΠΕΞ της Γιουγκοσλαβίας Ράντε Ντρόμπατς μου εξήγησε την κατάσταση: «Τρομοκρατικές ομάδες Αλβανών αυτονομιστών πέρασαν στην παρανομία και συνεχώς οργανώνουν προκλήσεις, παρά το γεγονός, ότι το Βελιγράδι ετοίμασε όλα τα έγγραφα και δημιούργησε κυβερνητική επιτροπή για συνομιλίες με τους ηγέτες του ΑΣΚ. Στην επαρχία υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να πάρουν τα όπλα ακόμα και τώρα, που το Βελιγράδι έχει αποσύρει τους στρατιώτες του. Κάποιος έχει μία σαφή επιθυμία να αναζωπυρώσει τη «φωτιά του Κοσόβου», και στη συνέχεια να τη σβήσει με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ. Το Βελιγράδι δεν έχει τίποτα να κρύψει. Είμαστε υπέρ του ανοιχτού διαλόγου, για την επίλυση του προβλήματος της αυτονομίας της επαρχίας. Αλλά όχι για την απόσχιση του Κοσόβου από τη Γιουγκοσλαβία».
Και άλλη μία σημαντική λεπτομέρεια. Στα τέλη του Οκτωβρίου του 1998 ένα νέο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το Κόσοβο δεν ενέκρινε τη χρήση στρατιωτικής δύναμης. Οι νατοϊκοί διπλωμάτες διαβεβαίωναν όλο τον κόσμο, ότι από νομικής άποψης αρκεί η συναίνεση όλων των μελών της συμμαχίας. Η επανειλημμένη άρνηση του ΟΗΕ να ευλογήσει τους βομβαρδισμούς δημιούργησε στο ΝΑΤΟ μία νομική δυσφορία. Επιπλέον, στις Βρυξέλλες εξακολουθούσαν να φοβούνται να παίξουν το ρόλο ενός είδους «Πολεμικής Αεροπορίας του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου». Παρά τις προσπάθειες των δυτικών ΜΜΕ και την ενισχυμένη «πλύση εγκεφάλων» των πολιτών στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η κοινή γνώμη ακόμα δεν ήταν έτοιμη να υποστηρίξει το βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας. Στις Βρυξέλλες έκαναν ένα διάλειμμα μέχρι τις 23 Μαρτίου του 1999.