11 Μαΐου 2013

Αντιστάσεις Οι ευαισθησίες του Ισραήλ σε μια λύση του Κυπριακού

Με τον Σάββα Ιακωβίδη
Οι δηλώσεις Ράσμουσεν, Ρεν και τα δημοσιεύματα του αμερικανικού και βρετανικού Τύπου για ευκαιρία επίλυσης τώρα, του Κυπριακού, δεν είναι τυχαία. Όπως τυχαίες δεν είναι οι πολλές δηλώσεις από τουρκικής πλευράς καθώς και η γνωστή πρόταση Νταβούτογλου. Γιατί όλοι επιμένουν ότι το Κυπριακό πρέπει να επιλυθεί το ταχύτερον; Διότι επενδύουν στην οικονομική αδυναμία της ελληνικής πλευράς. Μια ισχυρή οικονομία είναι το ασφαλές στήριγμα μιας διεκδικητικής πολιτικής. Απορούμε, λοιπόν. Πόσο σίγουρος ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είναι ότι το προσεχές φθινόπωρο η οικονομία μας θα βελτιωθεί, ώστε να δώσει το αναγκαίο υπόβαθρο για να ξεκινήσουν συνομιλίες; Όλες οι ενδείξεις και οι εκτιμήσεις της Κομισιόν είναι ότι η ύφεση θα βαθαίνει, η ανεργία θα αυξάνεται και, υπό τις ευνοϊκότερες των προϋποθέσεων, αναμένεται ανάκαμψη το 2014. Επειδή σήμερα είμαστε οικονομικά γονατισμένοι, γι’ αυτό όλοι και πρώτοι οι Τούρκοι και από κοντά οι Εγγλέζοι και οι Αμερικανοί όπως και εταίροι μας επείγονται να εκμεταλλευτούν τη ζοφερή κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε, για να προωθήσουν λύση.

Τι είδους λύση; Είναι γνωστές οι θέσεις των δύο πλευρών. Προχθές, ο Υπουργός Εξωτερικών, Ι. Κασουλίδης, διαμήνυσε στην Τουρκία ότι η ελληνική πλευρά είναι έτοιμη να επιτρέψει απευθείας εμπόριο των Τ/κ μέσω Αμμοχώστου, υπό τον έλεγχο της Ε.Ε., αν η Τουρκία επιτρέψει το άνοιγμα της Αμμοχώστου. Είπε ακόμα πως η Λευκωσία είναι έτοιμη να ανοίξει και κάποια κεφάλαια που αφορούν την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Μέχρι στιγμής η Άγκυρα σιωπά. Δεν αντιδρά. Γιατί να το πράξει άλλωστε αφού, πρώτον, γνωρίζει ότι η Κύπρος είναι οικονομικά πατημένη στο λαιμό. Δεύτερον, ήδη σχεδόν η πτυχή του εδαφικού έχει «λυθεί» διά της εξαγοράς ε/κ περιουσιών. Τρίτον, ουδείς πιέζει την Τουρκία για να συναινέσει σε βιώσιμη λύση. Τέταρτον, Ελλάδα και Κύπρος αδυνατούν να επιβάλουν οποιαδήποτε θέση ή να ασκήσουν πίεση στην υπερφίαλη και αλαζονική Τουρκία. Η Κυβέρνηση λέγει ότι, για να ξαναρχίσουν συνομιλίες, πρέπει να προετοιμαστεί το έδαφος και να επιστρέψει η εμπιστοσύνη. Γι’ αυτό ο Ι. Κασουλίδης μετέβη στην Ουάσιγκτον; Πού στηρίζονται, αυτός και ο Πρόεδρος, ώστε να αναμένουν πως οι συνομιλίες μπορεί να ξεκινήσουν το φθινόπωρο;

Υπάρχουν και θετικά δεδομένα, που η Λευκωσία καλείται να αξιοποιήσει με σοβαρότητα, πειστικότητα και αξιοπιστία. Πρώτα απ’ όλα είναι η αλματώδης και εντυπωσιακή ενίσχυση των σχέσεών μας με το Ισραήλ. Δεύτερον, είναι η αδιαμφισβήτητη κοινότητα ενεργειακών συμφερόντων, δημοκρατικών πολιτευμάτων, αρχών και αξιών. Τρίτον, είναι η συνεχιζόμενη ψυχρότητα στις σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας. Η «απολογία» Νετανιάχου δεν βελτίωσε αυτές τις σχέσεις, εξαιτίας της τουρκικής κακοπιστίας και αναισχυντίας. Τέταρτον, πρέπει, επιτέλους, να σφυρηλατηθεί ο άξονας Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ σε όλους τους τομείς και ειδικά στην ενεργειακή ασφάλεια, στην άμυνα και στην ασφάλεια. Πέμπτον, η γεωπολιτική αναβάθμιση Ισραήλ και Κύπρου είναι ένα πανίσχυρο χαρτί, που ουδείς δικαιούται να κάψει στους όποιους εκβιασμούς ή στις Αναν-ικές ιδεοληψίες του. 

Συνεπώς απαιτείται η ελληνική πλευρά να αντέξει οικονομικά και να μη γονατίσει. Υπάρχει ακόμα μια μεγάλη προσδοκία, που δεν πρέπει να παραγνωριστεί: Το Ισραήλ, για πάρα πολλούς, εύκολα κατανοητούς λόγους, θα αντιμετώπιζε με πολλή δυσθυμία μια κακή, μη βιώσιμη και δη τουρκογενή λύση στο Κυπριακό. Να διαγραφεί, επομένως, από το μυαλό κυβερνητικών ή κομματικών αφελών η σκέψη όπως αγωγός φυσικού αερίου -κυπριακού και ισραηλινού- περνά μέσω μιας ισλαμικής, και σταθερά εξελισσόμενης σε φονταμενταλιστική, Τουρκίας.