01 Απριλίου 2013

Η ευρωπαϊκή θηλιά, το κυπριακό «όχι»...


Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
 ΠΟΙΟΣ το περίμενε; Μετά την άνετη επέλασή της στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία και εν μέρει στην Ισπανία, η τρόικα προσέκρουσε στη μικρή Κύπρο. Αν και είχε εξασφαλίσει την υπογραφή του Προέδρου Αναστασιάδη, το εκκωφαντικό «όχι» της κυπριακής Βουλής συνιστά πολιτική πρόκληση για το ευρωιερατείο. Ενα «όχι» που κατέστη δυνατόν επειδή πάτησε πολιτικοψυχολογικά στο δικαιωμένο από την ιστορία «όχι» των Ελληνοκυπρίων στο σχέδιο Ανάν.

Το σοκ που είχε προκαλέσει στις κοινωνίες της ευρωπαϊκής περιφέρειας το εκβιαστικό δίλημμα «μνημόνιο ή χρεοκοπία» αμβλύνεται. Οι πολίτες διαπιστώνουν από την πείρα τους ότι η θεραπεία της μονοδιάστατης λιτότητας, αντί να γιατρεύει, σκοτώνει. Αυτός είναι ο λόγος που το γερμανικό οικονομικό blitzkrieg (πόλεμος-αστραπή) όχι μόνο χάνει σταδιακά την αποτελεσματικότητά του, αλλά και προκαλεί πολιτικές παρενέργειες. Τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ελλάδα και προσφάτως στην Ιταλία το αποδεικνύουν.

Με την ευθεία άρνησή της, η κυπριακή Βουλή επέστρεψε το δίλημμα στο ευρωιερατείο. Και μόνο το γεγονός ότι η τρόικα υποχρεώθηκε να διαπραγματεύεται με τη Λευκωσία μία εναλλακτική λύση ρηγματώνει την κυρίαρχη προπαγανδιστική ρητορική περί μονοδρόμου και τον συνακόλουθο βομβαρδισμό της κοινής γνώμης στις χώρες-θύματα με το γνωστό κράμα κινδυνολογίας και απειλών. Ακόμα και ο τόσο πρόθυμος Πρόεδρος Αναστασιάδης ομολόγησε δημοσίως ότι υπέστη ωμό εκβιασμό στις Βρυξέλλες. Περιττό να σημειωθεί ότι με την τακτική των εκβιασμών, που έχει υιοθετήσει το ευρωιερατείο, η Ε.Ε. δεν μπορεί να πάει μακριά.

Είναι αξιοσημείωτο ότι πολλοί Ελλαδίτες προπαγανδιστές του μνημονίου χύνουν υποκριτικά δάκρυα για τους Ελληνοκύπριους φορολογούμενους και μικροκαταθέτες που καλούνται να πληρώσουν για τη σωτηρία των κακών τραπεζών. Πράγματι, οι Ελληνοκύπριοι τραπεζίτες πρέπει να τιμωρηθούν αυστηρά για τη διαχείριση που έκαναν. Το στρατηγικό ερώτημα, όμως, είναι άλλο: Η Κύπρος θα παραμείνει ή όχι χρηματοπιστωτικό κέντρο; Υπενθυμίζουμε ότι οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι ένας από τους δύο πυλώνες της κυπριακής οικονομίας. Εάν συρρικνωθεί, θα επηρεάσει αρνητικά και τον τουρισμό, που είναι ο άλλος, εξωθώντας την κυπριακή κοινωνία στη μιζέρια.

Ο Σόιμπλε ομολόγησε επισήμως ότι στόχος του ευρωιερατείου είναι να συρρικνώσει δραστικά τον κυπριακό χρηματοπιστωτικό τομέα. Γιατί άραγε; Αυτός και οι όμοιοί του δεν επαινούσαν αυτό το μοντέλο ανάπτυξης; Ακόμα πιο διογκωμένοι, άλλωστε, είναι οι αντίστοιχοι χρηματοπιστωτικοί τομείς, π.χ., στο Λουξεμβούργο και στη Μάλτα. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κύπρος το αντιμετώπισε η Ιρλανδία. Σ’ εκείνη την περίπτωση δεν ζητήθηκε «κούρεμα» καταθέσεων, προφανώς επειδή οι μεγαλοκαταθέτες ήταν Ευρωπαίοι και όχι κυρίως Ρώσοι.

Συγκριτικά με την Ιρλανδία, η Κύπρος έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου, μετά από λίγα χρόνια θα έχει από πολλά έως πάρα πολλά έσοδα. Εάν η τρόικα ήθελε πραγματικά να σταθεροποιήσει την Κύπρο, θα απαιτούσε το δάνειο να εξοφληθεί απ’ αυτά τα έσοδα. Αντ’ αυτού, στηρίχθηκε στο δυσμενέστερο σενάριο και απαίτησε το «κούρεμα» των καταθέσεων για να πλήξει την πίστη στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα και ως εκ τούτου να διώξει τις μεγάλες καταθέσεις.

Οσοι νομικίστικα εστιάζουν στο αν θα τηρηθεί η εγγύηση για καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ δεν κατανοούν το στρατηγικό διακύβευμα. Στόχος του ευρωιερατείου δεν ήταν οι Κύπριοι μικροκαταθέτες, αλλά κυρίως οι μεγαλοκαταθέτες που στηρίζουν την Κύπρο ως χρηματοπιστωτικό κέντρο. Ακόμα κι αν τελικώς δεν γίνει «κούρεμα» καταθέσεων, και μόνο το γεγονός ότι το Eurogroup το ζήτησε έχει κλονίσει την πίστη και αναπόφευκτα θα προκαλέσει σημαντική εκροή καταθέσεων.

Αυτό που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν κατανοούν είναι ότι το Eurogroup δεν πλήττει μόνο την πίστη στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα, αλλά δημιουργεί ένα προηγούμενο που ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Οι διαβεβαιώσεις ότι η Κύπρος είναι μοναδική περίπτωση δεν πείθουν πια κανέναν. Γιατί άραγε, π.χ., ένας Ισπανός μεσοαστός που έχει οικονομίες μερικών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ να τις κρατήσει σε ισπανικές τράπεζες και να μην τις στείλει εκτός επικίνδυνης ζώνης;

Οι Γερμανοί ελπίζουν ότι τα νοτιοευρωπαϊκά κεφάλαια θα εισρεύσουν στη χώρα τους. Με ασταθή τον ευρωπαϊκό Νότο, όμως, δεν μπορεί να υπάρχει ευσταθής ευρωπαϊκός Βορράς. Γι’ αυτό και τέτοιου είδους αποταμιεύσεις θα αναζητήσουν ασφάλεια εκτός ευρωζώνης. Με άλλα λόγια, το Βερολίνο, εγκλωβισμένο σ’ αυτό το κράμα δογματισμού, ιδιοτέλειας και αλαζονείας, μεσοπρόθεσμα πυροβολεί τα πόδια του και σ’ αυτό το επίπεδο. Προς το παρόν, όμως, κάνει επίδειξη πυγμής.

...και το γεωπολιτικό πόκερ
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΕΣ
ότι η τρόικα επιχειρεί να περάσει από το παράθυρο αυτό που απέτυχε να περάσει από την πόρτα. Γι’ αυτό και εμφανίζεται αμετακίνητη, αρνούμενη εναλλακτικές προτάσεις. Εχει επίγνωση ότι αυτό που κρίνεται δεν είναι η διάσωση των κυπριακών τραπεζών, αλλά η ίδια η στρατηγική των μνημονίων.

Τα πάντα, λοιπόν, θα εξαρτηθούν από τους ελληνοκυπριακούς χειρισμούς. Η Λευκωσία είναι στριμωγμένη. Εύκολη διέξοδο δεν έχει. Το ευρωπαϊκό πακέτο θα γονατίσει την κυπριακή οικονομία, με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να βάλουν από πλεονεκτική θέση χέρι στον κυπριακό ενεργειακό πλούτο. Η ορατή εναλλακτική λύση της Λευκωσίας είναι να υποκύψει στις ρωσικές απαιτήσεις. Η Μόσχα, που δεν εμπιστεύεται τον Αναστασιάδη, εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να βάλει πολύ πιο γερά πόδι στην Κύπρο. Οχι μόνο στον τραπεζικό και στον ενεργειακό τομέα, αλλά ενδεχομένως και στο επίπεδο παροχής διευκολύνσεων στον ρωσικό στόλο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ έχουν προς το παρόν αποφύγει να παρέμβουν σ’ ένα γεωοικονομικό μπρα-ντε-φέρ που έχει ευθείες γεωπολιτικές παραμέτρους. Οι Αμερικανοί βλέπουν το «κούρεμα» καταθέσεων ως τρόπο για να προκαλέσουν ρήξη στις παραδοσιακά στενές κυπρορωσικές σχέσεις. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα ήταν πλήγμα για τα συμφέροντά τους εάν, υπό την πίεση του εκβιασμού, η Κύπρος εξωθηθεί στη ρωσική αγκαλιά. Γι’ αυτό και εάν πεισθούν ότι η κυπριακή Βουλή είναι αποφασισμένη να μην υποκύψει στον εκβιασμό της τρόικας, πιθανόν την τελευταία στιγμή θα παρέμβουν για να επιβάλουν ένα συμβιβασμό.