Πριν καταλήξει σε ένα μεταλλικό βαρέλι, με τα κόκαλα σπασμένα και το σώμα βουτηγμένο σε τσιμέντο, ο Μιχαήλ Παχόμοφ (Mikhail Pakhomov) πέρασε καλά, για μια τελευταία φορά. Στις 12 Φεβρουαρίου 2013 εμφανίστηκε στο «μαρένγκο», το αγαπημένο του εστιατόριο στο Λίπετσκ, μια βιομηχανική πόλη 370 χιλιόμετρα μακριά από την Μόσχα. Εκατέρωθεν
του εστιατορίου, που σπεσιαλιτέ του είναι μια σαλάτα με μοσχαρίσιο
κρέας ονόματι «καμόρα», βρίσκονται ο κινηματογράφος «ράσπμπερι» και το
στριπ-κλαμπ «ιγκνάιτερ».
Σύμφωνα με μια σερβιτόρα, αυτή την φορά ο τριανταπεντάχρονος Παχόμοφ δεν είχε γυναικεία συντροφιά. Εγκατέλειψε το εστιατόριο συρόμενος μέσα σε ένα αυτοκίνητο από τρεις άνδρες. Όταν ο Παχόμοφ προσπάθησε να ξεφύγει, τον πυροβόλησαν. Τον οδήγησαν οδικώς στην Μόσχα και τον παρέδωσαν στον πελάτη τους. Μετά ο Παχόμοφ κλείστηκε σε ένα παγωμένο υπόγειο και βασανίστηκε.
Όταν
πέθανε, οι βασανιστές του τύλιξαν το σώμα του σε μια πλαστική σακούλα,
το έβαλαν σε ένα βαρέλι γεμάτο υγρό τσιμέντο και το άφησαν να στεγνώσει
σε ένα γκαράζ, όπου αργότερα το βρήκε η αστυνομία. Χρειάστηκαν αρκετές ώρες για να σπάσει το τσιμέντο και να βγει το σώμα του Παχόμοφ, που ήταν επιχειρηματίας και ανατέλλων αστέρας του κόμματος του Ρώσου προέδρου Βλαδίμηρου Πούτιν (Vladimir Putin).
Αλλά
αυτό που βγήκε από το βαρέλι δεν ήταν απλά ένα πτώμα. Ήταν ένα ολόκληρο
σύστημα, ένα δίκτυο πολιτικών, επιχειρηματιών και εγκληματιών που τους συνδέουν η διαφθορά και τα δισεκατομμύρια. Η υπόθεση Παχόμοφ αποκαλύπτει μια Ρωσία όπου οι μαφιόζοι γίνονται επιχειρηματίες και μετά πολιτικοί, που φτάνουν να παρασημοφορηθούν με το παράσημο «καύχημα της Ρωσίας». Μετά τον θάνατό του, η εφημερίδα «ροσίσκαγια γκαζέτα» δημοσίευσε μια εξαιρετικά δακρύβρεχτη νεκρολογία του, όπου δεν γινόταν καμία αναφορά στην εγκληματική του δραστηριότητα. Από
μια άποψη, υπήρξε πράγματι ένας υποδειγματικός πολιτικός, αν και όχι
ακριβώς με την έννοια των υμνολογιών που ακολούθησαν τον θάνατό του.
«Οι εγκληματίες πήραν την εξουσία»
Την δεκαετία του 1990, ο Παχόμοφ
συμμετείχε στην ληστεία ενός σούπερ μάρκετ. Δεν κατέληξε στην φυλακή
μόνο και μόνο διότι ο πατέρας του, ένας φημισμένος σκηνοθέτης, πλήρωσε μια απαλλακτική για εκείνον ψυχιατρική γνωμάτευση.
«Ο Παχόμοφ
ανήκε στην μαφία, στην "αδελφότητα του Λίπετσκ". Ο θάνατός του ήταν το
φυσιολογικό επακόλουθο της σταδιοδρομίας του. Εξαπάτησε υπερβολικά
πολλούς ανθρώπους», λέει ο Σεργκέι Βαλέτοφ (Sergei Valetov),
ένας πρώην αστυνομικός που ως επικεφαλής του εγκληματολογικού στην
τοπική αστυνομική διεύθυνση είχε ερευνήσει την δραστηριότητα του Παχόμοφ. «Η εξουσία έπεσε στα χέρια εγκληματιών -και ο Παχόμοφ δεν είναι ο μόνος πολιτικός που πλούτισε παράνομα».
Πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου του Λίπετσκ, όπου το κόμμα του Πούτιν «ενωμένη Ρωσία»
κατέχει τις 31 από τις 33 έδρες, είναι ένας ύποπτος επιχειρηματίας που
έκανε λεφτά χάρη στην παραγωγή βότκας και χαριστικά κρατικά δάνεια. Οι επιχειρήσεις του είναι αναμεμειγμένες σε υποθέσεις διαφθοράς ύψους 800 εκατομμυρίων ευρώ, όπου αναμειγνύεται κι ένας πρώην υπουργός γεωργίας.
Μετά τον θάνατο του βουλευτή τους, στις τοπικές ιστοσελίδες αποτυπώθηκαν τα συναισθήματα των πολιτών του Λίπετσκ: «πέθανε σαν σκυλί, όπως ακριβώς του άξιζε»· «ελπίζω ο θάνατός του να μην είναι ο τελευταίος».
Αυτά τα σχόλια μπορεί να δείχνουν φθόνο, αλλά κι απέχθεια για την επιδεικτική διαβίωση των νεόπλουτων Ρώσων. Ο Παχόμοφ, διακεκριμένο μέλος αυτής της περιφρονημένης τάξης, κυκλοφορούσε με «ρολς ρόις», ενώ η γυναίκα του προτιμούσε μια αστραφτερή «μερσεντές» με κρυστάλλινα τζάμια.
Βρώμικες υποθέσεις
Το «Σπίγκελ» απέκτησε πρόσβαση στον φάκελο που συνέταξε το 2010 η ρωσική μυστική υπηρεσία FSB σχετικά με το πώς πλούτισε ο Παχόμοφ. Σύμφωνα με την έκθεση, ο Παχόμοφ δωροδόκησε δικαστές και ανέλαβε δημόσια έργα με αθέμιτα μέσα. Σε μια περίπτωση π.χ. συμφώνησε με τον διευθυντή της «ειδικής οικονομικής ζώνης» του Λίπετσκ Σεργκέι Κρασόφσκι (Sergei Krassovsky) να λάβει κρατικά συμβόλαια ύψους εκατομμυρίων για την εγκατάσταση των αγωγών θέρμανσης της περιοχής. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο Κρασόφσκι έλαβε πλουσιοπάροχα ανταλλάγματα για την συμμετοχή του στην υπόθεση. Ο Παχόμοφ
αύξησε κατά πολύ τα κέρδη του εξαπατώντας τις οικοδομικές επιχειρήσεις
στις οποίες ανέθεσε την υπεργολαβία της εγκατάστασης των αγωγών, και
μετέφερε στο εξωτερικό μεγάλο μέρος της κρατικής χρηματοδότησης.
Κατά τα άλλα, κάλυψε τα έξοδα του σεμιναρίου μάρκετινγκ που παρακολούθησε στο Λονδίνο ο φίλος του Κρασόφσκι. Όταν ο Κρασόφσκι μετακινήθηκε στην Μόσχα και του ανατέθηκε η διεύθυνση της κρατικής επιχείρησης «μοσομπλκομουναλστρόι», δεν ξέχασε τον φίλο του Παχόμοφ, που απέσπασε ένα συμβόλαιο 30 εκατομμυρίων ευρώ για να φτιάξει παιδικές χαρές στην περιοχή της Μόσχας.
Ο
νεποτισμός ανθεί στα πλούσια προάστια της ρωσικής πρωτεύουσας. Ο γιος
του επικεφαλής του εγκληματολογικού της ρωσικής ασφάλειας φαίνεται να
είναι αναμεμειγμένος σε μια υπόθεση παράνομων αδειοδοτήσεων καζίνο. Ο
αντιπρόεδρος μιας περιοχής μεταβίβασε στην γυναίκα του 70 εκατομμύρια
ευρώ από τον προϋπολογισμό του. Όταν το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε το 2008, διέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εναντίον
του εκδόθηκε ένα ένταλμα συλλήψεως, αλλά την επόμενη φορά που
εμφανίστηκε δημοσίως, ήταν... επικεφαλής της ασφαλείας του Κρεμλίνου.
Ο Παχόμοφ και ο Κρασόφσκι
προφανώς φιλοδοξούσαν να ενταχθούν σε αυτό το περιβάλλον, όπου τα
πολιτικά αξιώματα σημαίνουν κυρίως παχυλές δωροληψίες. Δεν είναι τυχαίο
που ο Κρασόφσκι νυμφεύθηκε την κόρη του Γιεβγένι Χαριτόνοφ (Yevgeny Kharitonov), υφυπουργού της τοπικής κυβέρνησης της περιφέρειας της Μόσχας. Προφανώς ο Παχόμοφ διέβλεψε πως για να γίνει κανείς πραγματικά πλούσιος στην Ρωσία, χρειάζεται να συμμετέχει στην κεντρική πολιτική της σκηνή. Οργάνωσε μια αμερικανικού τύπου προεκλογική εκστρατεία υπέρ του Πούτιν και της «ενωμένης Ρωσίας» στο Λίπετσκ, με ημίγυμνα κορίτσια, τυμπανοκρουσίες, πανάκριβα τηλεοπτικά σποτ και δωρεάν μπλουζάκια. Το 2010 εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στο Λίπετσκ, αλλά έχασε για λίγες ψήφους την εκλογή του στο εθνικό κοινοβούλιο στην Μόσχα.
Ο Παχόμοφ αυτοπαρουσιαζόταν ως φλογερός πατριώτης. Υπερασπιζόταν τα δικαιώματα των εργαζόμενων που είχαν εκτεθεί στην ραδιενέργεια στο ατύχημα του Τσερνομπίλ, έστελνε ανθρωπιστική βοήθεια στην Νότιο Οσετία και συνέλεγε δωρεές για την αποκατάσταση παλιών μοναστηριών. Στις προεκλογικές του εμφανίσεις, διαβεβαίωνε τα πλήθη πως «μπορούμε όλοι μαζί να γράψουμε ιστορία σε αυτήν την χώρα».
Αποκάλυψη της διαφθοράς
Πράγματι έγραψε ιστορία, αν και όχι ακριβώς όπως ήλπιζε. Ειρωνικά, τον «έφαγαν» οι παιδικές χαρές. Για
να αυξήσει τα κέρδη του, αγόρασε φτηνό εξοπλισμό από την Κίνα, που ήταν
τόσο κακοφτιαγμένος που έγιναν πολλά δυστυχήματα και αρκετά παιδιά
έχασαν την ζωή τους. Το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε και οι συνεταίροι του Κρασόφσκι και Χαριτόνοφ έχασαν τις θέσεις τους. Αποφασισμένοι να εκδικηθούν, οι δύο άνδρες απαίτησαν από τον Παχόμοφ να τους δώσει 61 εκατομμύρια ευρώ. Εκείνος αρνήθηκε, κι εκείνοι τον απήγαγαν. Ήταν ο Χαριτόνοφ
που έβαλε τον γαμπρό του στον πλαστικό σάκο. Καθώς οι απαγωγείς
συνελήφθησαν σχεδόν αμέσως, το έγκλημα διαλευκάνθηκε εύκολα και λίγες
μέρες αργότερα οι Κρασόφσκι και Χαριτόνοφ συνελήφθησαν.
Η θεαματική αυτή δολοφονία συνέπεσε με μια περίοδο όπου ο πρόεδρος Πούτιν αγωνίζεται να διασώσει την καταρρέουσα δημοφιλία του εξαπολύοντας μιαν επιχείρηση καταπολέμησης της διαφθοράς: νέες υποθέσεις διαφθοράς αποκαλύπτονται σχεδόν κάθε εβδομάδα, προσφέροντας άφθονη τροφή στον φιλικό προς το Κρεμλίνο τύπο.
Πολιτικοί επικρίνονται με δριμύτητα για τις ακριβές βίλες που αγοράζουν
στο εξωτερικό, τα πολυτελή τους διαμερίσματα στο κέντρο της Μόσχας και
τις αγορές που οι μισθοί τους δεν δικαιολογούν.
Ο Πούτιν έφτασε στο σημείο να θυσιάσει ως και τον αποτελεσματικότατο υπουργό αμύνης του,
έναν ένθερμο οπαδό του που ως επικεφαλής των φορολογικών αρχών της
Ρωσίας τον είχε βοηθήσει αποφασιστικά να κλείσει σε στρατόπεδο
συγκέντρωσης των άλλοτε μεγιστάνα του πετρελαίου Μιχαήλ Χοντορκόφσκι (Mikhail Khodorkovsky). Πρόκειται
για μια στρατηγική υψηλού ρίσκου, αφού υπονομεύει ακόμα περισσότερο την
αξιοπιστία της κυβέρνησης και άρα εξ ορισμού τον κύκλο εξουσίας γύρω
από τον ίδιο τον Πούτιν.
Είναι σχεδόν βέβαιο πως η αποκάλυψη μιας άγριας δολοφονίας, οργανωμένης
από διακεκριμένα μέλη του κόμματός του προέδρου, δεν συμβάλλει
ιδιαίτερα στην αποκατάσταση της φήμης του.
Πάντως ο Παχόμοφ
θα έχει καλή παρέα στο κοιμητήριο του Λίπετσκ. Ενταφιάστηκε δίπλα σε
πολιτικούς, επιχειρηματίες κι αφεντικά του υποκόσμου, την «αγία τριάδα» της Ρωσίας του Πούτιν. Οι τάφοι τους αναγνωρίζονται εύκολα: οι επιτύμβιες πλάκες τους, ιδίως των μαφιόζων, είναι οι μεγαλύτερες και πολυτελέστερες.