Του ΑΠ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Διάχυτη είναι η αίσθηση της στασιμότητας, στην καλύτερη περίπτωση. Ο κόσμος μετά από εκείνο, το στιγμιαίο, ξέσπασμα των Αγανακτισμένων, αδρανεί. Τόσο, ώστε να απορεί κανείς σε ποιες λαϊκές δυνάμεις ελπίζουν ότι θα στηριχθούν για τις εκ βάθρων αλλαγές που ευαγγελίζονται οι ένθερμοι των ανατρεπτικών διαδικασιών. Θα τις κάνουν μόνοι τους, εν απουσία του λαϊκού παράγοντα; Η «συνήθης»,
η γνωστή, τέλος πάντων, διαδικασία, επιβεβαιωμένη από την Ιστορία, δεν
είναι ότι προηγείται λαϊκός ξεσηκωμός και έπεται, ως συνέπεια, η λαϊκή
εξουσία, με προφανή και αποδεκτή ηγεσία του λαϊκού κινήματος;
Εκτός κι αν μέσα σε όλες τις ανατροπές της εποχής μας κι αυτό έχει
αλλάξει. Και κάποιοι, λίγοι προφανώς, δεν το πήραμε είδηση. Το κακό είναι ότι αν οι λίγοι έχουν δίκιο (να είναι συγκρατημένοι) δεν θα την πληρώσουν οι άλλοι, οι ένθερμοι, αλλά θα καούν όλοι.
Η κυβέρνηση πάλι θεωρεί την αδράνεια δώρο θεού και υπόσχεται (με θράσος, είπε ο Τσίπρας) λαγούς με πετραχήλια, φως στο τούνελ, ανάπτυξη,
ότι βάζει ο νους σου, την ίδια στιγμή που απολύει κατά χιλιάδες και
έχει υπογράψει την απόλυση άλλων, δεκάδων, χιλιάδων. Αλλά γιατί αφού
θέλουν «μικρό Κράτος» προσλαμβάνουν άλλους στη θέση τους; Η Τρόϊκα γιατί
κάνει στραβά μάτια; Πιο φτωχούς δημοσίους υπαλλήλους θέλει ή πιο λίγους, όπως μας έλεγαν στην αρχή; Θα διοριστούν λοιπόν οι ικανοί και μορφωμένοι, αλλά πένητες, για να φύγουν οι ανίκανοι αλλά «υψηλά» αμειβόμενοι!
Μας έχουν περάσει την ιδέα ότι μπορούμε να ζήσουμε με 500 ευρώ το μήνα. Και ότι αποκατάσταση είναι τα 700.
Και με αυτά ως δεδομένα η ηγεσία του εργατικού κινήματος μένει ίδια και
απαράλλαχτη. Ποιοι και πότε, επιτέλους, θα ξεσηκωθούν αν δεν μπορούν οι
άμεσα ενδιαφερόμενοι (και εξ ορισμού φορείς της ανατροπής) να διώξουν
ένα εργατοπατέρα της πλάκας; Θέλω να πω ότι αν οι «μηχανισμοί» είναι
τόσο ισχυροί ώστε δεν μπορεί να ανατραπεί η συνδικαλιστική ηγεσία της εργατικής τάξης από τους ίδιους τους εργάτες που υποτίθεται είναι στην αιχμή του αγώνα, γιατί θα είναι πιο απλό και εύκολο να ανατραπεί η κατεστημένη ελίτ της χώρας, με ρίζες βαθιές, ακόμα και πριν από τον Πόλεμο; Το πόσο εύκολο και απλό είναι φάνηκε στη Βενεζουέλα όπου μετά από 14 χρόνια,
ο διάδοχος του Τσάβες κοψοχόλιασε μέχρι να μάθει ότι κέρδισε, κάτι που η
(εδώ) Αριστερά απόφυγε επιμελώς να σχολιάσει, ενώ αν η νίκη ήταν σαφής,
οι εύκολοι πανηγυρικοί θα γέμιζαν σελίδες. Υπερβάλλω;
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι ο κόσμος δεν βράζει. Φυσικά και βράζει. Αλλά δεν πιστεύει. Και επομένως αδρανεί και περιμένει. Κανείς δεν είναι τόσο βλάκας ώστε να πιστεύει τα ωραία λόγια της κυβέρνησης και να μην καταλαβαίνει τις κακές πράξεις της.
Αλλά από την άλλη βλέπει επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ολότελα σταθερό
βηματισμό, όπως φάνηκε στην αρχή. Όχι τόσο επειδή έπαψε να είναι
ανατρεπτικός, όχι μόνο γι’ αυτό. Όσο επειδή είναι πότε έτσι πότε αλλιώς,
πότε Βούδας, πότε Κούδας, έγραφα προσφάτως. Οι δημοσκοπήσεις προσπαθούν
απεγνωσμένα να πείσουν ότι η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ ισοψηφούν. Έχουν πιάσει το πνεύμα του κόσμου, από δω πάμε σίγουρα και χωρίς ελπίδα στο γκρεμό αλλά από εκεί, που πάμε;
Και προσπαθούν πάση θυσία να συντηρήσουν αυτό το πνεύμα με την ελπίδα
ότι στις εκλογές θα παίξουν και πάλι το χαρτί του φόβου για να
κερδίσουν. Βέβαια κάποιες άλλες μετρήσεις (έγκυρες όπως έχει αποδειχθεί)
μιλάνε ήδη για καταποντισμό της τρικέφαλης κυβέρνησης αλλά κι αυτές
τονίζουν το ρευστό, μεταβαλλόμενο, κλίμα.
Αν εξαιρέσουμε το ΚΚΕ
όλοι οι άλλοι μιλάνε μέχρι σκασμού περί ενότητας αλλά όταν φτάσει η ώρα
η καλή αποχωρούν με ελαφρά πηδηματάκια, επειδή, διότι, εξ αιτίας, κλπ.
Αν δεν υπάρχει συμμαχία των προθύμων, ο καθένας μόνος του, τι άλλο να
γίνει; Μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε το 27%, μόνος του μπορεί να πάρει και 35% και παραπάνω, να κάνει κυβέρνηση. Ή και παρακάτω, να μην το ξεχνάμε, οι εκλογές δεν είναι δεδομένες, ο Μαδούρο το ξέρει.
Σάββατο 20 Απριλίου 2013