Στη δημιουργία Ειδικών Οικονομικών
Ζωνών (ΕΟΖ) στη βάση της «τουριστικής» ανάπτυξης, προσβλέπουν
επιχειρηματικοί και επενδυτικοί κύκλοι σε Ελλάδα και Τουρκία.
Πρόκειται για ένα θέμα «χαμηλής πολιτικής», που συζητήθηκε μεταξύ άλλων στη συνάντηση του Αντώνη Σαμαρά με τον Ταγίπ Ερντογάν, ωστόσο ρίχνει «σκιές» για τα... υψηλότερης πολιτικής ζητήματα που, όπως προοιωνίζεται, θα ακολουθήσουν.
Αλλωστε από τα ανώδυνα και μέσω αυτών, λειαίνεται το έδαφος για τα πιο σύνθετα, με την Αγκυρα (και την Ουάσιγκτον) να μην αφήνει περιθώρια παρερμηνείας για το πώς εννοεί το «αμοιβαίο κέρδος» στο Αιγαίο και με το Βερολίνο να θέλει ακόμη πιο ανταγωνιστική την ελληνική αγορά εργασίας.
Οι Γερμανοί προωθούν μεθοδικά από την άνοιξη του 2011 τη δημιουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, με ξεχωριστό νομικό, διοικητικό και εργασιακό καθεστώς, στη φιλοσοφία του νέου Ράιχ, που σχεδιάζουν για την Ελλάδα και τις χώρες της ευρωπεριφέρειας. Αρχικά ο Stefan Kapferer -υφυπουργός Οικονομίας-, στη συνέχεια ο Philipp Roesler -αντικαγκελάριος της κυβέρνησης Μέρκελ-, έθεταν στην κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου το θέμα του υψηλού εργατικού κόστους, της μη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, την προοπτική της ελαστικοποίησης της αγοράς.
Στο υψηλό εργατικό κόστος, που καθιστά μη ανταγωνιστική την Ελλάδα (έναντι χωρών της ανατολικής Ευρώπης), είχε αναφερθεί ο Martin Knapp στους «Financial Times» το φθινόπωρο του 2011.
Ο πρόεδρος του Ελληνο-Γερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου σημείωνε, πως «...στην ελληνική αγορά δραστηριοποιούνται περί τις 150 γερμανικές επιχειρήσεις, όλες όμως ασχολούνται με την πώληση προϊόντων, που παράγονται αλλού και αυτό είναι το πρόβλημα».
Οι Γερμανοί ήταν σαφείς, ξεκάθαροι, την ώρα που πρωτοκλασάτοι υπουργοί της κυβέρνησης Παπανδρέου (Ευ. Βενιζέλος, Μιχ. Χρυσοχοΐδης) θεωρούσαν, πως «...με τη γερμανική κυβέρνηση χτίζεται, μετά και την ευρωπαϊκή συμφωνία της 21/7/2011, μία συμμαχία για την ανάπτυξη». «Εργαζόμαστε», συμπλήρωνε ο τότε υπουργός Ανάπτυξης, «για τη μετατροπή του ευρωπαϊκού σχεδίου διάσωσης της ελληνικής οικονομίας σε σχέδιο ανάκαμψης και σε ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας».
Η «Ελευθεροτυπία» έγραφε (στις 3/9/2011) για την «Ελλάδα - την πρώτη γερμανική αποικία στη δυτική Ευρώπη».
Το Βερολίνο επέμενε (και η «Ελευθεροτυπία» επανερχόταν στις 9/10/2011 με τον εύγλωττο τίτλο «Οι Γερμανοί ζητούν γην και ύδωρ για... ψίχουλα επενδύσεων»).
Τόσο ο γερμανικός Σύνδεσμος Βιομηχανιών (BDI) όσο και το Επιμελητήριο (DHWO) επέμεναν στην ελαστικοποίηση των όρων εργασίας, την ανάγκη θέσπισης ειδικών ζωνών με ελκυστικό φορολογικό και νομικό καθεστώς. Η Αθήνα ή δεν καταλάβαινε τι παιζόταν ή δεν ήθελε να καταλάβει (οι δραματικές συνέπειες πάντως είναι ίδιες), μέχρι που το Βερολίνο έθεσε έμμεσα το θέμα της δημιουργίας ΕΟΖ.
Το ζήτημα της ΕΟΖ στη Θράκη εξετάστηκε διεξοδικά σε συνέδριο του Χρηματοοικονομικού Φόρουμ Θράκης - Ανατ. Μακεδονίας στην Αλεξανδρούπολη, με τους υπευθύνους του να εμφανίζονται αισιόδοξοι, πως οι συνθήκες είναι ώριμες και λείπει μόνον η πολιτική βούληση για να προχωρήσει η ΕΟΖ Θράκης. Μάλιστα, στο Φόρουμ της Αλεξανδρούπολης, η δημιουργός του Κατερίνα Καραγιάννη (πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της Deutsche Bank), έκανε λόγο για ενδιαφέρον εταιρειών χωρίς όμως να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Περίπου την ίδια περίοδο, ο Ν. Μηταράκης (τότε υφυπουργός Ανάπτυξης), μιλώντας από το βήμα του «Economist» υπογράμμιζε, ότι «...ειδικά για την προσέλκυση επενδύσεων και την άμεση δημιουργία θέσεων εργασίας διερευνάται, στα πλαίσια των δυνατοτήτων που δίνει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, η λειτουργία Ειδικών Οικονομικών Ζωνών».
Ωστόσο, πέρα από την επιχειρηματική όψη, υπάρχει και μία λιγότερο εμφανής που χρειάζεται προσεκτικότερη εξέταση. Και γινόμαστε σαφείς, καθώς σε σχετική έκθεση της Capital Market Experts αναφέρονται προυποθέσεις και κριτήρια όπως «...η ελευθερία επιλογής νομίσματος, εφαρμοζόμενης λογιστικής αλλά και χρήσης εργατικού προσωπικού ειδικού σκοπού».