Τελικά, φταίνε ή όχι οι μισθοί για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα στην Ελλάδα;
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά, δεδομένης μάλιστα της μεγάλης
υποτίμησης που έχει ήδη υποστεί ο κατώτατος και ο μέσος μισθός στον
ιδιωτικό τομέα στη χώρα μαςΟι μισθοί στην Ελλάδα, σύμφωνα με όλες τις μελέτες, αποτελούν
περίπου το 25%-30% της τελικής τιμής ενός προϊόντος η οποία, εν πολλοίς,
καθορίζει και την ανταγωνιστικότητά του. Το υπόλοιπο 70%-75% είναι το
κόστος της ενέργειας, το κόστος εξυπηρέτησης των τραπεζικών δανείων, το
κόστος των πρώτων υλών, το επίπεδο της τεχνολογίας στην επιχείρηση, η
φορολογία (συμπεριλαμβανομένης και της διαφθοράς), αλλά και το περιθώριο
κέρδους του επιχειρηματία.Τι δείχνει αυτό; Πρώτον, ότι ακόμη και αν
μειωθεί επιπλέον κατά 10% ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας το συνολικό
κόστος του προϊόντος θα πέσει μόνο κατά 3%! Μιλάμε για επίπτωση σχεδόν
ανύπαρκτη σε σχέση με τη μεγάλη ζημιά που θα έχει προκληθεί στην
αγοραστική δύναμη ενός μεγάλου αριθμού εργαζομένων που στηρίζουν την
κατανάλωση αν ο κατώτατος μισθός έπεφτε από τα 586 ευρώ το μήνα στα 527
ευρώ. Και μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για την κατηγορία αυτή των μισθωτών
που καταναλώνει κυρίως βασικά είδη, εγχωρίως παραγόμενα και όχι
εισαγωγής. Δεύτερον, ότι όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες επηρεάζουν
σωρευτικά σε υπερδιπλάσιο βαθμό απ' ό,τι οι μισθοί το κόστος παραγωγής
ενός προϊόντος. Χωρίς ταυτόχρονα ο περιορισμός τους να πλήττει την
κατανάλωση και την οικονομία. Ολοι οι επιχειρηματικοί φορείς στην Ελλάδα
αναγνωρίζουν σήμερα ότι το ενεργειακό κόστος (εξαιτίας της αύξησης των
φόρων) είναι υψηλότερο από τα υπόλοιπα. Και έχει ήδη εξαλείψει τα οφέλη
που προέκυψαν από τους μικρότερους μισθούς. Αλλά και οι τιμές στην αγορά
παραμένουν στο ύψος τους, κάτι που δείχνει ότι τα περιθώρια κέρδους
εξακολουθούν να είναι υψηλά.
Αλλωστε, αν για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα έφταιγαν οι μισθοί τότε
όλες οι χώρες της Αφρικής θα παρουσίαζαν εκρηκτικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Το ίδιο και οι γειτονικές χώρες των Βαλκανίων που, ωστόσο, εξακολουθούν
να ζουν στα όρια της φτώχειας.