Ο ρόλος των ιμάμηδων είναι κρίσιμος για τη μουσουλμανική οικογένεια, τον βασικότερο πυλώνα της μειονοτικής κοινότητας στη Θράκη
Το θρίλερ που
εκτυλίχθηκε πριν και κατά τη διάρκεια της ψήφισης στο Κοινοβούλιο της
τροπολογίας για τους ιμάμηδες στη Δυτική Θράκη ανέδειξε, για μία ακόμη
φορά, τον εγκλωβισμό της ελληνικής Πολιτείας και των πολιτικών κομμάτων
στην αντιμετώπιση της μουσουλμανικής μειονότητας. Η τροπολογία πέρασε
χάρη στην υποστήριξη του «δεξιού τόξου» ΝΔ – Ανεξάρτητων Ελλήνων –
Χρυσής Αυγής, καθώς και του ΠαΣοΚ. Προκάλεσε όμως σοβαρούς τριγμούς στην
τρικομματική κυβέρνηση.
Η τροπολογία για τους ιμάμηδες στη Δυτική Θράκη δίχασε το ΠαΣοΚ που παρ'
ολίγον να γίνει έρμαιο των ορέξεων του μουσουλμάνου βουλευτή του Αχμέτ Χατζηοσμάν.
Η απειλή του τελευταίου για ανεξαρτητοποίηση δημιούργησε πανικό, καθώς
το άλλοτε κραταιό στη Θράκη ΠαΣοΚ χάνει δυνάμεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ και
η ΔΗΜΑΡ καλοβλέπει τη δεξαμενή των άλλοτε «πράσινων ψηφοφόρων». Για τον
λόγο αυτό η Ιπποκράτους είχε αρχικά προτείνει να αποσυρθεί η τροπολογία
και να έρθει ξανά αργότερα ως μέρος ενός νομοσχεδίου που να αφορά
γενικότερα θέματα της μειονότητας. Στη συνέχεια, και έπειτα από τη
θεατρική παράσταση της Χρυσής Αυγής με τις φωτογραφίες του κ. Χατζηοσμάν
και τις καταγγελίες εναντίον του ως «πράκτορα» και «Τούρκου», μετέβαλε
τη στάση της.
Ακόμη και η ΔΗΜΑΡ κινήθηκε με παλαιοκομματική λογική στο ζήτημα αυτό. Προτίμησε να μη στηρίξει μία απόφαση που πριν απ' όλα έχει να κάνει με τα ανθρώπινα δικαιώματα και «να κλείσει το μάτι» σε μελλοντικούς ψηφοφόρους. Το «παιχνίδι» έκανε από την πλευρά του κόμματος του κ. Φ. Κουβέλη η κυρία Μαρία Ρεπούση και, κυρίως, ο κ. Αχμέτ Ιλχάν, ο άνθρωπος που είχε ηγηθεί της εφαρμογής του νόμου 3536/2007 όταν ήταν βουλευτής της ΝΔ. Σήμερα όμως ο κ. Ιλχάν εμφανίζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να έχει προσεγγίσει το τουρκικό προξενείο και ορέγεται τις ψήφους του κ. Χατζηοσμάν.
Ωστόσο, τα δύσκολα αρχίζουν από εδώ και πέρα. Το πλήγμα στη στρατηγική της Αγκυρας, έτσι όπως υλοποιείται από το τουρκικό προξενείο Κομοτηνής, είναι σαφές. Προκάλεσε μάλιστα την αντίδραση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών που με ανακοίνωση που εξέδωσε την Παρασκευή τόνισε ότι παρακολουθεί «με βαθιά ανησυχία» τις εξελίξεις. Εκανε επίσης αναφορά στη Συνθήκη της Λωζάννης και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του ανθρώπου και κατηγορεί την Ελλάδα για «πιεστική συμπεριφορά», που «παραβλέπει τα νόμιμα αιτήματα της "τουρκικής μειονότητας"».
Η εφαρμογή του νόμου θα κρίνει τα πάντα. Την ίδια στιγμή όμως οι γνώστες του παρασκηνίου επιμένουν ότι αν η ελληνική Πολιτεία επιμένει να κινείται στη Θράκη γραμμικά, με αντιτουρκική και εθνικιστική λογική, τότε απλώς θα συνεχίσει «να ρίχνει νερό στον μύλο» της Τουρκίας. Ηδη, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, οι κύκλοι που ασπάζονται αυτές τις απόψεις κερδίζουν εσχάτως έδαφος στη Θράκη, όπου αυξάνεται μάλιστα και η επιρροή της Χρυσής Αυγής. «Το εθνικιστικό παίγνιο βολεύει αφάνταστα την Τουρκία. Εμείς πρέπει να θέσουμε τους όρους και να ζητήσουμε την τήρησή τους. Τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους» σχολιάζει αρμόδια διπλωματική πηγή.
Οι εξελίξεις στην πολύπαθη περιοχή θα μπορούσαν να έχουν επίπτωση και στον υπόλοιπο μουσουλμανικό πληθυσμό που βρίσκεται στην Ελλάδα, δηλαδή στους μετανάστες που ζουν κυρίως στην πρωτεύουσα. Στους κόλπους των τελευταίων παρατηρείται το τελευταίο διάστημα έντονη κινητικότητα με σκοπό να αντιμετωπίσουν την επίθεση που δέχονται από τη Χρυσή Αυγή, υπό το αδρανές βλέμμα της Ελληνικής Αστυνομίας. Αν μάλιστα αληθεύουν οι πληροφορίες ότι η κυβέρνηση δεν βλέπει πλέον με θετικό μάτι την κατασκευή ισλαμικού τεμένους (με τα υπουργεία Ανάπτυξης και Παιδείας να πετούν το ένα το… μπαλάκι στο άλλο) καθώς και μουσουλμανικού νεκροταφείου, τότε η ατμόσφαιρα θα μπορούσε να φορτιστεί επικίνδυνα.
Οι ιμάμηδες-ιεροδιδάσκαλοι της Θράκης αποτελούσαν επί χρόνια «τρόπαιο» τόσο για το τουρκικό προξενείο όσο και για την ελληνική Πολιτεία. Ο λόγος είναι απλός: ο ρόλος των ιμάμηδων είναι κρίσιμος για τη μουσουλμανική οικογένεια, τον βασικότερο πυλώνα της μειονοτικής κοινότητας στη Θράκη. Το 2007 η τότε κυβέρνηση της ΝΔ προσπάθησε να αλλάξει τα δεδομένα. Θέσπισε τον νόμο 3536 για την πρόσληψη από το Ελληνικό Δημόσιο 240 ιεροδιδασκάλων με σκοπό να σπάσει ο δεσμός τους με το προξενείο.
Ωστόσο, μία σειρά αδυναμιών, με κορυφαία ίσως αυτή της συγκρότησης της επιτροπής αξιολόγησης μόνο από χριστιανούς, επέτρεψε στο προξενείο να ακυρώσει στην πράξη τον νόμο. Παράλληλα, πολλοί από εκείνους που επέλεξαν να προσληφθούν από το Ελληνικό Δημόσιο δεν πληρώθηκαν. Κατέφυγαν στα δικαστήρια, αλλά την ίδια στιγμή στοχοποιήθηκαν από το προξενείο που συνέχισε να χρηματοδοτεί πολλούς εκ των ιμάμηδων. Παράλληλα, άρχισαν να λειτουργούν τα «φροντιστήρια Κορανίου» (κουράν κουρσούμ) τα απογεύματα για τα παιδιά μουσουλμάνων με εμφανή στόχο τον προσηλυτισμό.
Με τη νέα τροπολογία διαμορφώνεται βέβαιη μουσουλμανική πλειοψηφία στην πενταμελή επιτροπή επιλογής. Υπό προϋποθέσεις μάλιστα, θα μπορούσαν όλα τα μέλη της να είναι μουσουλμάνοι. Επιπλέον, η (εννεάμηνη) σύμβαση που θα υπογράφει ένας ιμάμης θα γίνεται μεταξύ του ιδίου και του υπουργείου Παιδείας, ώστε να αποφευχθεί το προηγούμενο με τον μουφτή Κομοτηνής να αρνείται να υπογράψει προσλήψεις ιμάμηδων κατόπιν έξωθεν πιέσεων.Το σπουδαιότερο σημείο της τροπολογίας όμως είναι ότι οι ιεροδιδάσκαλοι θα μπορούν να παραδίδουν μαθήματα Κορανίου στους μουσουλμάνους μαθητές της μειονότητας που φοιτούν στα δημόσια σχολεία σε περίπτωση που έχουν απαλλαγεί από το μάθημα των Θρησκευτικών και συναινούν οι γονείς τους. Τα μαθήματα αυτά θα παραδίδονται εντός του ωραρίου διδασκαλίας, αλλά εκτός του ωρολογίου προγράμματος σπουδών. Επομένως, δεν θα βαθμολογούνται και δεν θα είναι υποχρεωτικά.
Τα επόμενα βήματα εφαρμογής της τροπολογίας είναι βαρύνουσας σημασίας. Κατ' αρχήν θα πρέπει να υπάρξει απόφαση της τριμελούς επιτροπής των υπουργείων Παιδείας, Οικονομικών και Εσωτερικών για τον αριθμό των ιμάμηδων που θα προσληφθούν. Εκτιμάται ότι ο αριθμός τους θα κινείται περί τους 90. Ισως μάλιστα ο νόμος να εφαρμοστεί πιλοτικά, αρχικά στην Κομοτηνή όπου είχαν εμφανιστεί και τα περισσότερα προβλήματα με τον νόμο του 2007. Οι γνωρίζοντες εκτιμούν ότι το προξενείο θα επιδιώξει να δοκιμάσει το «ελληνικό υπογάστριο», παρακινώντας ορισμένους ελεγχόμενους από το ίδιο ιμάμηδες να καταθέσουν αίτηση πρόσληψης. Σε αυτή την περίπτωση, εξηγούν, η ελληνική πλευρά δεν θα έπρεπε να τους αποκλείσει, αλλά αντιθέτως να επιδιώξει να τους ενσωματώσει.
Το στοίχημα με τους μουφτήδες
Η τροπολογία για τους ιμάμηδες ήταν το τρίτο βήμα της κυβέρνησης σε θέματα μουσουλμανικής θρησκείας και εκπαίδευσης έπειτα από τις εξελίξεις με την επιλογή ιμάμη στη Ρόδο και την εγγραφή μουσουλμάνων μαθητών σε δημόσια νηπιαγωγεία στη Θράκη. Το επόμενο στοίχημα ώστε να διαμορφωθεί σοβαρή στρατηγική στην περιοχή είναι να διευθετηθεί το ζήτημα της ανάδειξης μουφτήδων.
Η τροπολογία για τους ιμάμηδες ήταν το τρίτο βήμα της κυβέρνησης σε θέματα μουσουλμανικής θρησκείας και εκπαίδευσης έπειτα από τις εξελίξεις με την επιλογή ιμάμη στη Ρόδο και την εγγραφή μουσουλμάνων μαθητών σε δημόσια νηπιαγωγεία στη Θράκη. Το επόμενο στοίχημα ώστε να διαμορφωθεί σοβαρή στρατηγική στην περιοχή είναι να διευθετηθεί το ζήτημα της ανάδειξης μουφτήδων.
Πρόκειται για ζήτημα-«αγκάθι» τόσο στο εσωτερικό της μειονότητας όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Παπανδρέου είχε διαμορφωθεί νομοσχέδιο (το είχε αποκαλύψει «Το Βήμα» στις 3 Απριλίου 2011) που προέβλεπε την «έμμεση» εκλογή μουφτήδων και το οποίο είχε απολύτως αιφνιδιάσει την Αγκυρα.Τι προέβλεπε το νομοσχέδιο; Οι μουφτήδες θα εκλέγονται έμμεσα από ένα εκλεκτορικό σώμα μουσουλμάνων θεολόγων στους νομούς Ξάνθης, Ροδόπης, Εβρου. Σε κάθε νομό θα συγκροτείται ένας κατάλογος θεολόγων από τους κόλπους των οποίων θα συγκροτείται μία επιτροπή εκλογής μουφτήδων. Κάθε επιτροπή θα αριθμεί 30 ως 50 μέλη. Οι υποψήφιοι μουφτήδες θα υποβάλλουν αιτήσεις στη διοικητική τους περιφέρεια και αυτή με τη σειρά της θα δίνει τη λίστα στην επιτροπή εκλογής.
Ισως το πλέον ευαίσθητο σημείο με την έμμεση εκλογή μουφτήδων να είναι ο ισλαμικός νόμος (σαρία). Από πολλές πλευρές - στην παρούσα φάση ιδιαίτερα από το ΠαΣοΚ και τη ΔΗΜΑΡ - υπάρχει πίεση για την άμεση κατάργησή της. Στο σχέδιο νόμου που προωθούσε η κυβέρνηση Παπανδρέου και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε, η σκέψη ήταν ότι η άμεση κατάργηση της σαρίας θα προκαλούσε ευρύτερες αντιδράσεις στους κόλπους της μειονότητας. Προκρινόταν ένα πιο μεταβατικό σχήμα με βάση το οποίο οι δικαστικές αποφάσεις του μουφτή θα ελέγχονται είτε από νομικούς συμβούλους των μουφτειών είτε από τα τοπικά Πρωτοδικεία, ώστε με τον καιρό οι σχετικές αρμοδιότητες να περάσουν πλήρως στην ελληνική Πολιτεία.