Τις τελευταίες ώρες, στο Κυπριακό ξεχωρίζουν μια σειρά νέων,
ενδιαφερουσών εξελίξεων. Οι συνομιλίες για την τελική λύση του Κυπριακού
συνεχίζονται. Άποψη της Κ είναι ότι η τύχη αυτών των συνομιλιών θα
κριθεί το αργότερο μέχρι τα τέλη του Καλοκαιριού. Το ίδιο επισημάνουν
πάνω κάτω και τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης. Πιο πεσιμιστικές φωνές, αυτές
που ακούστηκαν πριν από λίγες ημέρες από την άλλη όχθη του ωκεανού,
πιστεύουν ότι οι αναμενόμενες εξελίξεις ενδέχεται να καθυστερήσουν και
να έρθουν στο προσκήνιο στις αρχές του 2017.
Καθώς συνεχίζονται οι προβλέψεις, τα στοιχήματα και η τυφλή προπαγανδιστική εκστρατεία (υπέρ και κατά της λύσης) στα πεδία της διπλωματίας και της ΑΟΖ έχουμε σημαντικές εξελίξεις. Πρώτα, ήρθαμε αντιμέτωποι με τα όσα διαδραματίστηκαν στα πλαίσια της πρόσφατης συνόδου Ε.Ε.-Τουρκίας. Σε αυτή την σύνοδο που οι «πολιτισμένοι» ηγέτες του πλανήτη μας συγκεντρώθηκαν να συζητήσουν τις πονεμένες ψυχές που τράβηξαν τον δρόμο της ξενιτιάς, συζήτησαν μια σειρά ζητημάτων εκτός φυσικά την ουσία του μεταναστευτικού ζητήματος.
Ύστερα από μαραθώνιες συνεδριάσεις κατάφεραν να δημιουργήσουν μια φόρμουλα (ο Αλλάχ, ο Θεός ή ο Λένιν να την κάνει φόρμουλα) την οποία μας την παρουσίασαν ως «λυτρωτική λύση». Στον απόηχο αυτής της ανακοίνωσης αυτής της φόρμουλας, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας επέστρεψε στο νησί με το ύφος ενός «νικητή Καίσαρα». Τα ντόπια μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να τον «χαιρετίσουν» με εγκώμια και συγχαρητήρια μηνύματα, γεμάτα «άρωμα» από την προεκλογική περίοδο. Η δε αντιπολίτευση, η οποία έχει την ψευδαίσθηση ότι το μοναδικό της καθήκον είναι να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της υποτιθέμενης αποκλειστικά ελληνικής Κύπρου, έσπευσε να δρομολογήσει αρνητικές αναγνώσεις και προβλέψεις.
Μόλις λίγες ημέρες μετά την συνηθισμένη, ένδοξη «φανφαρολογία» της Λευκωσίας, το Βερολίνο έλαβε μια σημαντική πρωτοβουλία. Η γερμανική πλευρά αναμένει στο Βερολίνο τον ηγέτη της τ/κ κοινότητας. Πρόκειται για μια άκρως σημαντικής επίσκεψη, της οποίας την σημασία σπεύδει να υποβιβάσει ματαίως η ε/κ πλευρά. Από την Άγκυρα και την τ/κ κοινότητα αυτή η στήλη πληροφορείται ότι στο υπόβαθρο αυτής της επίσκεψης διαδραματίζουν ρόλο σημαντικοί παράγοντες, οι οποίοι αφήνουν στην κυριολεξία αιωρούμενες της προαναφερόμενες ένδοξες «φανφαρολογίες» μας. Το Βερολίνο, με αντάλλαγμα την συνεργασία της Τουρκίας στο μεταναστευτικό ζήτημα και στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους, υπόσχεται στην Άγκυρα την τήρηση ισορροπιών σε μια σειρά σημαντικών ζητημάτων. Προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα, εμφανίζεται έτοιμο να συζητήσει με την τουρκική πλευρά πάγια αιτήματα της, όπως λ.χ. το μέλλον των απομονώσεων της τ/κ πλευράς.
Την ίδια ώρα, στα περίχωρα του νησιού μας και στο πεδίο της διπλωματίας, Λευκωσία και Άγκυρα ανταλλάσσουν κινήσεις, γεμάτες νόημα, δηλώσεις και ανακοινωθέντα. Η ε/κ πλευρά προχωρά σε νέο γύρω αδειοδοτήσεων στην ΑΟΖ. Η Άγκυρα απαντά με ένα ανακοινωθέν, πολυδιάστατο και γεμάτο νόημα.
Όλα δείχνουν ότι ύστερα από έναν χρόνο εντατικής προπαγανδιστικής εκστρατείας, με τις δυο πλευρές να επιχειρούν με ερασιτεχνικές κινήσεις να εκπέμψουν το μήνυμα ότι επιδιώκουν την λύση η μια περισσότερο την άλλη, επιστρέφουμε στο σημείο όπου βρισκόμασταν στην αρχή. Παραμένουμε αντιμέτωπη με μια ελληνοκυπριακή ηγεσία, η οποία δεν εννοεί ή δεν έχει την ικανότητα να κατανοήσει αυτά τα οποία επισημάνει η άλλη πλευρά. Μια ελληνοκυπριακή ηγεσία η οποία δεν έχει καμία εναλλακτική πρόταση και στρατηγική για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων και του μεριδίου των Τουρκοκυπρίων στην ΑΟΖ. Διότι αν υπήρχε όντως αυτή η στρατηγική, δηλαδή αν υπήρχε έστω και μια επικοινωνιακή εκστρατεία για την προσέγγιση της στήριξης των Τουρκοκύπριων συμπολιτών για τα κοινά κέρδη αυτού του τόπου και αυτής της θάλασσας, οι απειλές της άλλης πλευράς θα ήταν καταδικασμένες -σε κυπριακό επίπεδο και διεθνώς-.
Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει την ηγεσία του Νίκου Αναστασιάδη, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, είναι η «διαχείριση» και όχι η «λύση» του Κυπριακού. Μια διαχείριση που βασίζεται στον «συνδυασμό» και στο «ανακάτωμα» των δοκιμασμένων και αποτυχημένων συνταγών του παρελθόντος. Την ίδια στιγμή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια Τουρκία, η οποία σε δεκάδες πεδία παρουσιάζει προβλήματα. Στο κεφάλαιο του Κυπριακού αυτή η Τουρκία φαίνεται ότι δεν έχει να προσθέσει κάτι καινούριο. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά αλλά μας πιέζει ο χώρος και ο χρόνος.
Ένα είναι το σίγουρο: Εφόσον εξακολουθούμε να αναβάλλουμε με επιμονή την λύση, να παίζουμε το παιχνίδι του καρότου και του μαστιγίου (βλπ. ΑΟΖ), να επιστρατεύουμε το περίφημο blame game και να προσεγγίζουμε το Κυπριακό μέσα από τους αντικρουόμενους εθνικισμούς βαλκανικού τύπου και τα στενά όρια της κυπριακής μικροπολιτικής (βλπ. βουλευτικές εκλογές) τα περιθώρια αισιοδοξίας παραμένουν απειλητικά περιορισμέναhttp://kathimerini.com.cy/index.php?pageaction=kat&modid=1&artid=235200
Καθώς συνεχίζονται οι προβλέψεις, τα στοιχήματα και η τυφλή προπαγανδιστική εκστρατεία (υπέρ και κατά της λύσης) στα πεδία της διπλωματίας και της ΑΟΖ έχουμε σημαντικές εξελίξεις. Πρώτα, ήρθαμε αντιμέτωποι με τα όσα διαδραματίστηκαν στα πλαίσια της πρόσφατης συνόδου Ε.Ε.-Τουρκίας. Σε αυτή την σύνοδο που οι «πολιτισμένοι» ηγέτες του πλανήτη μας συγκεντρώθηκαν να συζητήσουν τις πονεμένες ψυχές που τράβηξαν τον δρόμο της ξενιτιάς, συζήτησαν μια σειρά ζητημάτων εκτός φυσικά την ουσία του μεταναστευτικού ζητήματος.
Ύστερα από μαραθώνιες συνεδριάσεις κατάφεραν να δημιουργήσουν μια φόρμουλα (ο Αλλάχ, ο Θεός ή ο Λένιν να την κάνει φόρμουλα) την οποία μας την παρουσίασαν ως «λυτρωτική λύση». Στον απόηχο αυτής της ανακοίνωσης αυτής της φόρμουλας, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας επέστρεψε στο νησί με το ύφος ενός «νικητή Καίσαρα». Τα ντόπια μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να τον «χαιρετίσουν» με εγκώμια και συγχαρητήρια μηνύματα, γεμάτα «άρωμα» από την προεκλογική περίοδο. Η δε αντιπολίτευση, η οποία έχει την ψευδαίσθηση ότι το μοναδικό της καθήκον είναι να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της υποτιθέμενης αποκλειστικά ελληνικής Κύπρου, έσπευσε να δρομολογήσει αρνητικές αναγνώσεις και προβλέψεις.
Μόλις λίγες ημέρες μετά την συνηθισμένη, ένδοξη «φανφαρολογία» της Λευκωσίας, το Βερολίνο έλαβε μια σημαντική πρωτοβουλία. Η γερμανική πλευρά αναμένει στο Βερολίνο τον ηγέτη της τ/κ κοινότητας. Πρόκειται για μια άκρως σημαντικής επίσκεψη, της οποίας την σημασία σπεύδει να υποβιβάσει ματαίως η ε/κ πλευρά. Από την Άγκυρα και την τ/κ κοινότητα αυτή η στήλη πληροφορείται ότι στο υπόβαθρο αυτής της επίσκεψης διαδραματίζουν ρόλο σημαντικοί παράγοντες, οι οποίοι αφήνουν στην κυριολεξία αιωρούμενες της προαναφερόμενες ένδοξες «φανφαρολογίες» μας. Το Βερολίνο, με αντάλλαγμα την συνεργασία της Τουρκίας στο μεταναστευτικό ζήτημα και στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους, υπόσχεται στην Άγκυρα την τήρηση ισορροπιών σε μια σειρά σημαντικών ζητημάτων. Προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα, εμφανίζεται έτοιμο να συζητήσει με την τουρκική πλευρά πάγια αιτήματα της, όπως λ.χ. το μέλλον των απομονώσεων της τ/κ πλευράς.
Την ίδια ώρα, στα περίχωρα του νησιού μας και στο πεδίο της διπλωματίας, Λευκωσία και Άγκυρα ανταλλάσσουν κινήσεις, γεμάτες νόημα, δηλώσεις και ανακοινωθέντα. Η ε/κ πλευρά προχωρά σε νέο γύρω αδειοδοτήσεων στην ΑΟΖ. Η Άγκυρα απαντά με ένα ανακοινωθέν, πολυδιάστατο και γεμάτο νόημα.
Όλα δείχνουν ότι ύστερα από έναν χρόνο εντατικής προπαγανδιστικής εκστρατείας, με τις δυο πλευρές να επιχειρούν με ερασιτεχνικές κινήσεις να εκπέμψουν το μήνυμα ότι επιδιώκουν την λύση η μια περισσότερο την άλλη, επιστρέφουμε στο σημείο όπου βρισκόμασταν στην αρχή. Παραμένουμε αντιμέτωπη με μια ελληνοκυπριακή ηγεσία, η οποία δεν εννοεί ή δεν έχει την ικανότητα να κατανοήσει αυτά τα οποία επισημάνει η άλλη πλευρά. Μια ελληνοκυπριακή ηγεσία η οποία δεν έχει καμία εναλλακτική πρόταση και στρατηγική για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων και του μεριδίου των Τουρκοκυπρίων στην ΑΟΖ. Διότι αν υπήρχε όντως αυτή η στρατηγική, δηλαδή αν υπήρχε έστω και μια επικοινωνιακή εκστρατεία για την προσέγγιση της στήριξης των Τουρκοκύπριων συμπολιτών για τα κοινά κέρδη αυτού του τόπου και αυτής της θάλασσας, οι απειλές της άλλης πλευράς θα ήταν καταδικασμένες -σε κυπριακό επίπεδο και διεθνώς-.
Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει την ηγεσία του Νίκου Αναστασιάδη, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, είναι η «διαχείριση» και όχι η «λύση» του Κυπριακού. Μια διαχείριση που βασίζεται στον «συνδυασμό» και στο «ανακάτωμα» των δοκιμασμένων και αποτυχημένων συνταγών του παρελθόντος. Την ίδια στιγμή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια Τουρκία, η οποία σε δεκάδες πεδία παρουσιάζει προβλήματα. Στο κεφάλαιο του Κυπριακού αυτή η Τουρκία φαίνεται ότι δεν έχει να προσθέσει κάτι καινούριο. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε πολλά αλλά μας πιέζει ο χώρος και ο χρόνος.
Ένα είναι το σίγουρο: Εφόσον εξακολουθούμε να αναβάλλουμε με επιμονή την λύση, να παίζουμε το παιχνίδι του καρότου και του μαστιγίου (βλπ. ΑΟΖ), να επιστρατεύουμε το περίφημο blame game και να προσεγγίζουμε το Κυπριακό μέσα από τους αντικρουόμενους εθνικισμούς βαλκανικού τύπου και τα στενά όρια της κυπριακής μικροπολιτικής (βλπ. βουλευτικές εκλογές) τα περιθώρια αισιοδοξίας παραμένουν απειλητικά περιορισμέναhttp://kathimerini.com.cy/index.php?pageaction=kat&modid=1&artid=235200