Το υποτιθέμενο νέο, που θα αλλάξει το "κατεστημένο" και οι
κίνδυνοι της τροφοδότησης των ακραίων, με την απελπισία των πολλών. Ποια
είναι η διέξοδος
Διαφορετικά, το ένα «κατεστημένο» - όπου στο λεξικό
ορίζεται ως «μια κλειστή ομάδα ατόμων που κατορθώνουν, μέσα από τις
καίριες θέσεις που κατέχουν σε τομείς της δημόσιας ή ιδιωτικής ζωής, να
ελέγχουν κάθε εξέλιξη και να εμποδίζουν κάθε ανανέωση που θα μπορούσε
να κλονίσει την ισχύ τους μέσα στην κοινωνία»-απλώς θα διαδέχεται το
άλλο, χωρίς να υπάρχει καμία πρόοδος. Ή μάλλον, η πρόοδος θα αφορά τα
εναλλασσόμενα στην εξουσία «κατεστημένα», σε βάρος της κοινωνίας και
του δημοσίου συμφέροντος.
Το ζούμε αυτό στην Ελλάδα σήμερα. Η καταγγελία του «παλιού συστήματος» ήταν το βασικό όχημα για τις διαδοχικές εκλογικές επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ και παραμένει βασικό επικοινωνιακό εργαλείο της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Τι κι αν οι πρακτικές, ο τρόπος διακυβέρνησης και συχνά οι ίδιες οι κυβερνητικές επιλογές θυμίζουν τις πιο σκοτεινές πλευρές του λεγόμενου «παλιού καθεστώτος»; Το ότι ασκούνται από «νέα» πρόσωπα, χωρίς μακροχρόνια θητεία στους θώκους της εξουσίας, δείχνει να είναι, επί του παρόντος τουλάχιστον, για μεγάλο μέρος της κοινωνίας αρκετό. Και μάλλον θα παραμένει αρκετό, όσο τα λεγόμενα «παλιά κόμματα», αυτά που «αποκαθηλώθηκαν» από την εξουσία μετά από πολλές δεκαετίες, εξακολουθούν να πολιτεύονται με τον «παλιό τρόπο», με γνώμονα την ελαχιστοποίηση του πολιτικού κόστους, ώστε να (ξανα) κερδίσουν τους χαμένους ψηφοφόρους τους.
Δεν είναι όμως μόνο ελληνικό φαινόμενο η καταγγελία του «παλιού συστήματος» ούτε είναι μόνο η ελληνική κοινωνία που ελκύεται από το λόγο αυτό. Βοηθούσης της κρίσης αντιπροσώπευσης στις σύγχρονες δυτικές Δημοκρατίες -και με τη συνεπικουρία των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης- η καταγγελία του «παλιού συστήματος» έγινε ένα πολύ αποτελεσματικό επικοινωνιακό εργαλείο, πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε το «αντισυστημικό κίνημα» στην Ευρώπη και τροφοδοτήθηκαν κάθε είδους, προέλευσης και στόχευσης, λαϊκισμοί:
«Να τελειώνουμε με τα παλιά κόμματα», ήταν ένα από τα βασικά προεκλογικά σλόγκαν της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία- της οποίας η ήττα στο β’ γύρο των περιφερειακών εκλογών μπορεί να αποδειχθεί διαβατήριο για ακόμα καλύτερες επιδόσεις στις προεδρικές εκλογές του 2017, όσο παραμένει ισχυρό το κριτήριο του «αμόλυντου» από την άσκηση εξουσίας..
Χωρίς καμία διάθεση εξομοίωσης και υποτίμησης υπαρκτών ιδεολογικοπολιτικών διαφορών, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η λογική του «αμόλυντου» από την άσκηση εξουσίας και της σφοδρής κριτικής στο «παλιό σύστημα» έδωσε το βασικό υπόβαθρο για τη δημιουργία του Κινήματος Πέντε Αστέρων στην Ιταλία και των δυο «αντισυστημικών» κομμάτων στην Ισπανία - των Podemos (αριστερά) και των Ciudadanos (δεξιά) –που διεκδικούν με αξιώσεις –και με σκληρούς όρους στα «συστημικά» κόμματα-τη συμμετοχή τους στο νέο κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει από τις εκλογές της επόμενης Κυριακής. Και φυσικά ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ.
Υπάρχουν κι άλλα, συχνά πολύ περισσότερο ακραία μορφώματα που ενδημούν στο αντι-συστημικό κίνημα. Χωρίς –και πάλι-καμία διάθεση εξομοίωσης, το αντισυστημικό κίνημα, όχι a priori αλλά de facto,δηλαδή λόγω του υπόβαθρου που έχει και των συνθηκών που επικρατούν στον κόσμο και ειδικότερα στην ΕΕ σήμερα, δεν μπορεί να δώσει λύσεις και είναι επικίνδυνο.
«Τρέφεται» όμως από την απελπισία και των αδιέξοδα εκατομμυρίων πολιτών που αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται από τις σημερινές ελίτ τόσο στις χώρες τους όσο και στην Ευρώπη. Ούτε το «παλιό» -που θέλει είτε να διατηρηθεί είτε να παλινορθωθεί -ούτε το υποδυόμενο το «νέο» μπορούν να δώσουν διέξοδο. Διέξοδος θα υπάρξει μόνο μέσα από ριζοσπαστικές αλλαγές στις δομές και τα συστήματα αντιπροσώπευσης, σε εθνικό και κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με διαφάνεια και δημοκρατικό έλεγχο παντού, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη..
*H Άννυ Ποδηματά είναι δημοσιογράφος, πρώην ευρωβουλευτής και πρώην Αντιπρόεδρος του ΕΚ
Το ζούμε αυτό στην Ελλάδα σήμερα. Η καταγγελία του «παλιού συστήματος» ήταν το βασικό όχημα για τις διαδοχικές εκλογικές επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ και παραμένει βασικό επικοινωνιακό εργαλείο της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Τι κι αν οι πρακτικές, ο τρόπος διακυβέρνησης και συχνά οι ίδιες οι κυβερνητικές επιλογές θυμίζουν τις πιο σκοτεινές πλευρές του λεγόμενου «παλιού καθεστώτος»; Το ότι ασκούνται από «νέα» πρόσωπα, χωρίς μακροχρόνια θητεία στους θώκους της εξουσίας, δείχνει να είναι, επί του παρόντος τουλάχιστον, για μεγάλο μέρος της κοινωνίας αρκετό. Και μάλλον θα παραμένει αρκετό, όσο τα λεγόμενα «παλιά κόμματα», αυτά που «αποκαθηλώθηκαν» από την εξουσία μετά από πολλές δεκαετίες, εξακολουθούν να πολιτεύονται με τον «παλιό τρόπο», με γνώμονα την ελαχιστοποίηση του πολιτικού κόστους, ώστε να (ξανα) κερδίσουν τους χαμένους ψηφοφόρους τους.
Δεν είναι όμως μόνο ελληνικό φαινόμενο η καταγγελία του «παλιού συστήματος» ούτε είναι μόνο η ελληνική κοινωνία που ελκύεται από το λόγο αυτό. Βοηθούσης της κρίσης αντιπροσώπευσης στις σύγχρονες δυτικές Δημοκρατίες -και με τη συνεπικουρία των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης- η καταγγελία του «παλιού συστήματος» έγινε ένα πολύ αποτελεσματικό επικοινωνιακό εργαλείο, πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε το «αντισυστημικό κίνημα» στην Ευρώπη και τροφοδοτήθηκαν κάθε είδους, προέλευσης και στόχευσης, λαϊκισμοί:
«Να τελειώνουμε με τα παλιά κόμματα», ήταν ένα από τα βασικά προεκλογικά σλόγκαν της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία- της οποίας η ήττα στο β’ γύρο των περιφερειακών εκλογών μπορεί να αποδειχθεί διαβατήριο για ακόμα καλύτερες επιδόσεις στις προεδρικές εκλογές του 2017, όσο παραμένει ισχυρό το κριτήριο του «αμόλυντου» από την άσκηση εξουσίας..
Χωρίς καμία διάθεση εξομοίωσης και υποτίμησης υπαρκτών ιδεολογικοπολιτικών διαφορών, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η λογική του «αμόλυντου» από την άσκηση εξουσίας και της σφοδρής κριτικής στο «παλιό σύστημα» έδωσε το βασικό υπόβαθρο για τη δημιουργία του Κινήματος Πέντε Αστέρων στην Ιταλία και των δυο «αντισυστημικών» κομμάτων στην Ισπανία - των Podemos (αριστερά) και των Ciudadanos (δεξιά) –που διεκδικούν με αξιώσεις –και με σκληρούς όρους στα «συστημικά» κόμματα-τη συμμετοχή τους στο νέο κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει από τις εκλογές της επόμενης Κυριακής. Και φυσικά ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ.
Υπάρχουν κι άλλα, συχνά πολύ περισσότερο ακραία μορφώματα που ενδημούν στο αντι-συστημικό κίνημα. Χωρίς –και πάλι-καμία διάθεση εξομοίωσης, το αντισυστημικό κίνημα, όχι a priori αλλά de facto,δηλαδή λόγω του υπόβαθρου που έχει και των συνθηκών που επικρατούν στον κόσμο και ειδικότερα στην ΕΕ σήμερα, δεν μπορεί να δώσει λύσεις και είναι επικίνδυνο.
«Τρέφεται» όμως από την απελπισία και των αδιέξοδα εκατομμυρίων πολιτών που αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται από τις σημερινές ελίτ τόσο στις χώρες τους όσο και στην Ευρώπη. Ούτε το «παλιό» -που θέλει είτε να διατηρηθεί είτε να παλινορθωθεί -ούτε το υποδυόμενο το «νέο» μπορούν να δώσουν διέξοδο. Διέξοδος θα υπάρξει μόνο μέσα από ριζοσπαστικές αλλαγές στις δομές και τα συστήματα αντιπροσώπευσης, σε εθνικό και κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με διαφάνεια και δημοκρατικό έλεγχο παντού, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη..
*H Άννυ Ποδηματά είναι δημοσιογράφος, πρώην ευρωβουλευτής και πρώην Αντιπρόεδρος του ΕΚ