Στις κρίσιμες φάσεις παρόμοιων
ψηφοφοριών τα κόμματα των προηγούμενων κυβερνήσεων ταρακουνήθηκαν
συθέμελα, ενώ πολλοί υπουργοί και βουλευτές επέλεξαν την παραίτηση και
την απόδοση της έδρας στο κόμμα ή την «παρακράτηση» της έδρας με
ανεξαρτητοποίηση ή και μετακίνηση σε άλλα κόμματα -μόνο στο 2ο Μνημόνιο
υπήρξαν 45 διαγραφές.Οι απώλειες της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην ψηφοφορία για την
εκχώρηση εντολής στη διαπραγματευτική ομάδα να προχωρήσει στη σύναψη
συμφωνίας εξέπληξε για δύο λόγους: Πρώτον, για τη διαφοροποίηση ακόμα
και υπουργών της κυβέρνησης, της προέδρου της Βουλής, αρκετών βουλευτών
και την εξαγγελία... προσεχών διαφοροποιήσεων από άλλους 2 υπουργούς και
13 βουλευτές και, δεύτερον, για τη συμπαγή στάση της Κ.Ο. των ΑΝ.ΕΛΛ.
Είναι δεδομένο ότι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έχουν, ούτως ή άλλως, υπογράψει πως σε περίπτωση διαφοροποίησης (σε κρίσιμη ψηφοφορία) από απόφαση της πλειοψηφίας της Κ.Ο. θα παραδίδουν την έδρα στο κόμμα. Αυτό είναι το κάπως γραφειοκρατικό μέρος της υπόθεσης, που ενέχει φυσικά και μια ηθική υποχρέωση, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για κόμμα της Αριστεράς.
Το ουσιαστικό όμως σκέλος της ψηφοφορίας είναι η πρωτάκουστη στάση κυρίως (αλλά όχι μόνο) των υπουργών που γνώριζαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το τι συμβαίνει και κυρίως το τι πρόκειται να συμβεί στην περίπτωση πλήρους χρεοκοπίας. Ολο αυτό το πεντάμηνο διάστημα έδιναν την εντύπωση ότι συναινούσαν σε κάθε νέα διαπραγματευτική προσπάθεια που γινόταν από την κυβέρνηση, ακόμα και στην κατάθεση της πρότασης των 47 σελίδων τις παραμονές του τελεσίγραφου, αλλά και στο αίτημα που υπεβλήθη τις επόμενες ημέρες για την ολιγοήμερη παράταση της συμφωνίας με συγκεκριμένες δεσμεύσεις.
Η διαφοροποίηση έγινε όμως πράξη μετά το 61,3% του δημοψηφίσματος και ενώ οι ίδιοι αυτοί υπουργοί, με αλλεπάλληλες δημόσιες παρεμβάσεις τους στα ΜΜΕ, εξηγούσαν προεκλογικά στους πολίτες ότι το δημοψήφισμα δεν σημαίνει ρήξη αλλά συνέχιση και ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης.
Μπορεί για όλους τους άλλους και ειδικά για τα απλά μέλη και τους πολίτες το αποτέλεσμα να σήμαινε κάτι άλλο, όμως για τους 4 (δύο χθες και δύο στο… μέλλον) υπουργούς ήταν σαφές πριν ακόμα από το δημοψήφισμα ότι ούτε δραχμή ούτε Grexit υπήρχε στο τραπέζι κι ότι τα μέτρα θα ήταν σκληρά.
Υπήρχε ο χρόνος λοιπόν να παραιτηθούν εγκαίρως και όχι να περιμένουν να κάνουν τις όποιες κινήσεις τους πίσω από την «αριστερή ασφάλεια» του δημοψηφίσματος την ημέρα που το κόμμα τους προχωρούσε στη σκληρή και αναγκαία απόφαση να τελειώσει τη διαπραγμάτευση προκειμένου να μη ζήσουν οι πολίτες τα χειρότερα.
Δυστυχώς, η διαφοροποίηση της Παρασκευής… άλλα λέει και άλλα προδιαγράφει για τις επιδιώξεις των περισσότερων (όχι όλων) από όσους ήταν απλώς παρόντες ή απόντες. Τονίζουμε εδώ ότι η πιο κραυγαλέα στάση δεν ήταν αυτή του Βαρουφάκη, που ούτως ή άλλως ήταν δικαιολογημένα πικραμένος και δεν αποτελούσε ποτέ τμήμα του σκληρού κορμού των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Ισως οι υπουργοί και οι βουλευτές που τους ακολούθησαν να θεωρούν ότι μπροστά τους ανοίγεται ένα νέο πολιτικό μέλλον στον «χώρο» που θα προκύψει με ενδεχόμενη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούν ότι στον χώρο της Αριστεράς δεν στεριώνουν πολιτικές καριέρες που σημαδεύτηκαν από τέτοιες κινήσεις του «στρίβειν» στα δύσκολα, όσο κι αν υπάρχουν πράγματι πολύ σοβαρά επιχειρήματα που εύλογα δημιούργησαν τεράστιο πρόβλημα συνείδησης σε όλα τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος της αριστερής κυβέρνησης.
Πολύ δε περισσότερο, αν με τη δική τους στάση οδηγήσουν αναπόφευκτα στην αριστερή παρένθεση που ονειρεύτηκε ο Σαμαράς.
Είναι δεδομένο ότι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έχουν, ούτως ή άλλως, υπογράψει πως σε περίπτωση διαφοροποίησης (σε κρίσιμη ψηφοφορία) από απόφαση της πλειοψηφίας της Κ.Ο. θα παραδίδουν την έδρα στο κόμμα. Αυτό είναι το κάπως γραφειοκρατικό μέρος της υπόθεσης, που ενέχει φυσικά και μια ηθική υποχρέωση, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για κόμμα της Αριστεράς.
Το ουσιαστικό όμως σκέλος της ψηφοφορίας είναι η πρωτάκουστη στάση κυρίως (αλλά όχι μόνο) των υπουργών που γνώριζαν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το τι συμβαίνει και κυρίως το τι πρόκειται να συμβεί στην περίπτωση πλήρους χρεοκοπίας. Ολο αυτό το πεντάμηνο διάστημα έδιναν την εντύπωση ότι συναινούσαν σε κάθε νέα διαπραγματευτική προσπάθεια που γινόταν από την κυβέρνηση, ακόμα και στην κατάθεση της πρότασης των 47 σελίδων τις παραμονές του τελεσίγραφου, αλλά και στο αίτημα που υπεβλήθη τις επόμενες ημέρες για την ολιγοήμερη παράταση της συμφωνίας με συγκεκριμένες δεσμεύσεις.
Η διαφοροποίηση έγινε όμως πράξη μετά το 61,3% του δημοψηφίσματος και ενώ οι ίδιοι αυτοί υπουργοί, με αλλεπάλληλες δημόσιες παρεμβάσεις τους στα ΜΜΕ, εξηγούσαν προεκλογικά στους πολίτες ότι το δημοψήφισμα δεν σημαίνει ρήξη αλλά συνέχιση και ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης.
Μπορεί για όλους τους άλλους και ειδικά για τα απλά μέλη και τους πολίτες το αποτέλεσμα να σήμαινε κάτι άλλο, όμως για τους 4 (δύο χθες και δύο στο… μέλλον) υπουργούς ήταν σαφές πριν ακόμα από το δημοψήφισμα ότι ούτε δραχμή ούτε Grexit υπήρχε στο τραπέζι κι ότι τα μέτρα θα ήταν σκληρά.
Υπήρχε ο χρόνος λοιπόν να παραιτηθούν εγκαίρως και όχι να περιμένουν να κάνουν τις όποιες κινήσεις τους πίσω από την «αριστερή ασφάλεια» του δημοψηφίσματος την ημέρα που το κόμμα τους προχωρούσε στη σκληρή και αναγκαία απόφαση να τελειώσει τη διαπραγμάτευση προκειμένου να μη ζήσουν οι πολίτες τα χειρότερα.
Δυστυχώς, η διαφοροποίηση της Παρασκευής… άλλα λέει και άλλα προδιαγράφει για τις επιδιώξεις των περισσότερων (όχι όλων) από όσους ήταν απλώς παρόντες ή απόντες. Τονίζουμε εδώ ότι η πιο κραυγαλέα στάση δεν ήταν αυτή του Βαρουφάκη, που ούτως ή άλλως ήταν δικαιολογημένα πικραμένος και δεν αποτελούσε ποτέ τμήμα του σκληρού κορμού των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Ισως οι υπουργοί και οι βουλευτές που τους ακολούθησαν να θεωρούν ότι μπροστά τους ανοίγεται ένα νέο πολιτικό μέλλον στον «χώρο» που θα προκύψει με ενδεχόμενη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούν ότι στον χώρο της Αριστεράς δεν στεριώνουν πολιτικές καριέρες που σημαδεύτηκαν από τέτοιες κινήσεις του «στρίβειν» στα δύσκολα, όσο κι αν υπάρχουν πράγματι πολύ σοβαρά επιχειρήματα που εύλογα δημιούργησαν τεράστιο πρόβλημα συνείδησης σε όλα τα στελέχη και τα μέλη του κόμματος της αριστερής κυβέρνησης.
Πολύ δε περισσότερο, αν με τη δική τους στάση οδηγήσουν αναπόφευκτα στην αριστερή παρένθεση που ονειρεύτηκε ο Σαμαράς.