Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Ελληνική κοινή γνώμη παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα το μπραν-ντε-φερ των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές μας. Τα μέτρα, που θα προκύψουν, αναπόφευκτα, μετά την ολοκλήρωση αυτής της διαπραγμάτευσης, θα αφορούν, φορολογία, όπως αύξηση του ΦΠΑ σε 22 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και αναβολή των προεκλογικώς υπεσχημένων, όπως αυτή της κατάργησης του ΕΝΦΙΑ.Όπως διαφαίνεται, θα υπάρξουν πολλές υποχωρήσεις, προκειμένου να κλείσει, έστω και άρον – άρον, μια κάποια ενδιάμεση συμφωνία με τους δανειστές. Όμως όλο αυτό τον καιρό ακούμε πολλές αντικρουόμενες απόψεις όχι μόνο από κυβερνητικά στελέχη, αλλά και από τα ίδια πρόσωπα.
Το είπα ξείπα, το είδαμε τις προηγούμενες ημέρες. Έτσι ακούσαμε τον κορυφαίο του υπουργείου Οικονομικών να διαρρέει στους οικονομικούς συντάκτες, τα επικείμενα μέτρα που επρόκειτο να λάβει η κυβέρνηση και λίγο μετά τα μεσάνυχτα, με επίσημα ανακοίνωση του ιδίου υπουργείου να διαψεύδονται τα διαμειφθέντα προ ολίγου με τους δημοσιογράφους.
Το μείζον όμως θέμα αφορά το είδος της συμφωνίας, που πρόκειται να υπάρξει, καθώς και η πρόθεση της ελληνικής πλευράς να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Κι αυτό γιατί στο παρελθόν και επί των τριών κυβερνήσεων, που διαχειρίστηκαν το μνημόνιο, άλλα συμφωνούσαν και άλλα έπρατταν, με αποτέλεσμα οι δανειστές να επανέρχονται με σκληρότερες απαιτήσεις.
Τα περί αξιοπιστίας που ακούγονται, δεν είναι σημερινό φαινόμενο, προϋπήρξε και στο παρελθόν. Έφτασαν στο σημείο να ψηφίζουν νόμους και στη συνέχεια, νομίζοντας ότι θα κοροϊδέψουν τους «κουτόφραγκους», δεν εξέδιδαν τις αναγκαίες υπουργικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα στην πράξη, να καθιστούν το νόμο που ψήφισαν ανενεργό.
Η παρούσα κυβέρνηση και με δεδομένη και δημοσκοπικά καταγεγραμμένη την άποψη που εκφράζεται από το 74% των πολιτών, οφείλει να ολοκληρώσει την διαπραγμάτευση και τα στελέχη της να πάψουν έμμεσα να υπονομεύουν την όλη προσπάθεια, με τις συνεχείς δηλώσεις τους περί σκληρής και αταλάντευτης στάσης απέναντι στους δανειστές. Γιατί για να προκύψει μι συμφωνία σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση απαιτούνται αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Τα περί αποκρουστικού φόρου, που μίλησε ο Γ. Βαρουφάκης αναφερόμενος στον ΕΝΦΙΑ, είναι μεγάλα λόγια κενά περιεχομένου. Πολύ απλά μπορούν να πουν στους πολίτες, ότι παρά την πρόθεσή μας είναι αδύνατο σε αυτή τη φάση να υλοποιήσουμε την προεκλογική μας δέσμευση, για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ.
Ακόμη ο αρμόδιος υπουργός, μίλησε για δολιοφθορά και υπονόμευση από την πλευρά των δανειστών, και αναφέρθηκε σε προφορικές υποσχέσεις από την πλευρά τους για χρηματοδοτικές διευκολύνσεις, που όμως δεν υλοποιήθηκαν. Ξέχασε φυσικά να μας πει, γιατί ότι ο ίδιος δήλωνε σε όλους τους τόνους, πριν και μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, ότι δεν θέλουμε τη δόση, δηλ. τα 7,2 δις, γιατί είναι τοξική.
Ακούμε επίσης στελέχη της κυβέρνησης να λένε ότι δεν μας δίνουν τα οφειλόμενα. Από πότε άραγε τα δάνεια, ή μέρος αυτών, έγιναν οφειλόμενα.Το να γράφει σύσσωμος ο ξένος Τύπος, πότε θα ξεμείνει η χώρα μας από μετρητά και τις ημερομηνίες που επικαλούνται, μέσα στο Μάιο, τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο, δεν είναι και το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί για την διεθνή εικόνα της χώρας μας.
Τα μεγάλα λόγια περί διεθνούς διάσκεψης τύπου ’53 και η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους , καθώς και ο ένας νόμος που θα καταργήσεις όλους τους μνημονιακούς νόμους, θυμίζουν τις υποσχέσεις των κομμουνιστών των αρχών του προηγούμενου αιώνα, που μιλούσαν στην πρώτη φάση της επανάστασης, μια μικρή περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου, που έγινε τελικά μόνιμη.
Είναι σαφές ότι η χώρα μας έχασε πολύ χρόνο. Και μέτρα βαρύτερα από αυτά που θα μπορούσαν να σηκώσουν οι πολίτες επιβλήθηκαν, και η χώρα έμεινε πίσω. Αντίθετα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, αλλά και Κύπρος τα κατάφεραν, ενώ η Ισπανία πήρε έγκαιρα μέτρα, με αποτέλεσμα να αποφύγει τον θανάσιμο εναγκαλισμό του ΔΝΤ.
Στο θέμα του δανείου, από την στιγμή που ο κύριος όγκος του, πέρασε στους «18» της ευρωζώνης, κατέστη απαιτητό μια και κανένα κοινοβούλιο δεν θα δεχθεί την μερική, ή την ολική διαγραφή του.
Πιο λοιπόν το εφικτό; Είναι το αβγό του Κολόμβου που στη χώρα μας δεν ανακαλύψαμε ακόμη. Η ρεαλιστική λύση είναι ένα κάτω της μιας ποσοστιαίας μονάδας σταθερό επιτόκιο, η επιμήκυνσή του στο χρόνο αποπληρωμής του, και ένας εύλογος χρόνος χάρητος, προκειμένου να μπουν μπροστά οι μηχανές της ανάπτυξης.
Αντί λοιπόν και οι μεν και οι δε να συνασπισθούν σε ένα τέτοιο πανεθνικό αίτημα, διαγκωνίζονται για το ποιος θα πάρει το λάφυρο της εξουσίας και ποιος τελικά θα «καταλάβει» με τους μυρίους του, το κράτος . Κάθε εχέφρων πολίτης μπροστά σε αυτήν την κατάσταση τι άλλο θα μπορούσε να πει παρά έλεος…
Ελληνική κοινή γνώμη παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα το μπραν-ντε-φερ των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές μας. Τα μέτρα, που θα προκύψουν, αναπόφευκτα, μετά την ολοκλήρωση αυτής της διαπραγμάτευσης, θα αφορούν, φορολογία, όπως αύξηση του ΦΠΑ σε 22 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και αναβολή των προεκλογικώς υπεσχημένων, όπως αυτή της κατάργησης του ΕΝΦΙΑ.Όπως διαφαίνεται, θα υπάρξουν πολλές υποχωρήσεις, προκειμένου να κλείσει, έστω και άρον – άρον, μια κάποια ενδιάμεση συμφωνία με τους δανειστές. Όμως όλο αυτό τον καιρό ακούμε πολλές αντικρουόμενες απόψεις όχι μόνο από κυβερνητικά στελέχη, αλλά και από τα ίδια πρόσωπα.
Το είπα ξείπα, το είδαμε τις προηγούμενες ημέρες. Έτσι ακούσαμε τον κορυφαίο του υπουργείου Οικονομικών να διαρρέει στους οικονομικούς συντάκτες, τα επικείμενα μέτρα που επρόκειτο να λάβει η κυβέρνηση και λίγο μετά τα μεσάνυχτα, με επίσημα ανακοίνωση του ιδίου υπουργείου να διαψεύδονται τα διαμειφθέντα προ ολίγου με τους δημοσιογράφους.
Το μείζον όμως θέμα αφορά το είδος της συμφωνίας, που πρόκειται να υπάρξει, καθώς και η πρόθεση της ελληνικής πλευράς να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Κι αυτό γιατί στο παρελθόν και επί των τριών κυβερνήσεων, που διαχειρίστηκαν το μνημόνιο, άλλα συμφωνούσαν και άλλα έπρατταν, με αποτέλεσμα οι δανειστές να επανέρχονται με σκληρότερες απαιτήσεις.
Τα περί αξιοπιστίας που ακούγονται, δεν είναι σημερινό φαινόμενο, προϋπήρξε και στο παρελθόν. Έφτασαν στο σημείο να ψηφίζουν νόμους και στη συνέχεια, νομίζοντας ότι θα κοροϊδέψουν τους «κουτόφραγκους», δεν εξέδιδαν τις αναγκαίες υπουργικές αποφάσεις, με αποτέλεσμα στην πράξη, να καθιστούν το νόμο που ψήφισαν ανενεργό.
Η παρούσα κυβέρνηση και με δεδομένη και δημοσκοπικά καταγεγραμμένη την άποψη που εκφράζεται από το 74% των πολιτών, οφείλει να ολοκληρώσει την διαπραγμάτευση και τα στελέχη της να πάψουν έμμεσα να υπονομεύουν την όλη προσπάθεια, με τις συνεχείς δηλώσεις τους περί σκληρής και αταλάντευτης στάσης απέναντι στους δανειστές. Γιατί για να προκύψει μι συμφωνία σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση απαιτούνται αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Τα περί αποκρουστικού φόρου, που μίλησε ο Γ. Βαρουφάκης αναφερόμενος στον ΕΝΦΙΑ, είναι μεγάλα λόγια κενά περιεχομένου. Πολύ απλά μπορούν να πουν στους πολίτες, ότι παρά την πρόθεσή μας είναι αδύνατο σε αυτή τη φάση να υλοποιήσουμε την προεκλογική μας δέσμευση, για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ.
Ακόμη ο αρμόδιος υπουργός, μίλησε για δολιοφθορά και υπονόμευση από την πλευρά των δανειστών, και αναφέρθηκε σε προφορικές υποσχέσεις από την πλευρά τους για χρηματοδοτικές διευκολύνσεις, που όμως δεν υλοποιήθηκαν. Ξέχασε φυσικά να μας πει, γιατί ότι ο ίδιος δήλωνε σε όλους τους τόνους, πριν και μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, ότι δεν θέλουμε τη δόση, δηλ. τα 7,2 δις, γιατί είναι τοξική.
Ακούμε επίσης στελέχη της κυβέρνησης να λένε ότι δεν μας δίνουν τα οφειλόμενα. Από πότε άραγε τα δάνεια, ή μέρος αυτών, έγιναν οφειλόμενα.Το να γράφει σύσσωμος ο ξένος Τύπος, πότε θα ξεμείνει η χώρα μας από μετρητά και τις ημερομηνίες που επικαλούνται, μέσα στο Μάιο, τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο, δεν είναι και το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί για την διεθνή εικόνα της χώρας μας.
Τα μεγάλα λόγια περί διεθνούς διάσκεψης τύπου ’53 και η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους , καθώς και ο ένας νόμος που θα καταργήσεις όλους τους μνημονιακούς νόμους, θυμίζουν τις υποσχέσεις των κομμουνιστών των αρχών του προηγούμενου αιώνα, που μιλούσαν στην πρώτη φάση της επανάστασης, μια μικρή περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου, που έγινε τελικά μόνιμη.
Είναι σαφές ότι η χώρα μας έχασε πολύ χρόνο. Και μέτρα βαρύτερα από αυτά που θα μπορούσαν να σηκώσουν οι πολίτες επιβλήθηκαν, και η χώρα έμεινε πίσω. Αντίθετα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, αλλά και Κύπρος τα κατάφεραν, ενώ η Ισπανία πήρε έγκαιρα μέτρα, με αποτέλεσμα να αποφύγει τον θανάσιμο εναγκαλισμό του ΔΝΤ.
Στο θέμα του δανείου, από την στιγμή που ο κύριος όγκος του, πέρασε στους «18» της ευρωζώνης, κατέστη απαιτητό μια και κανένα κοινοβούλιο δεν θα δεχθεί την μερική, ή την ολική διαγραφή του.
Πιο λοιπόν το εφικτό; Είναι το αβγό του Κολόμβου που στη χώρα μας δεν ανακαλύψαμε ακόμη. Η ρεαλιστική λύση είναι ένα κάτω της μιας ποσοστιαίας μονάδας σταθερό επιτόκιο, η επιμήκυνσή του στο χρόνο αποπληρωμής του, και ένας εύλογος χρόνος χάρητος, προκειμένου να μπουν μπροστά οι μηχανές της ανάπτυξης.
Αντί λοιπόν και οι μεν και οι δε να συνασπισθούν σε ένα τέτοιο πανεθνικό αίτημα, διαγκωνίζονται για το ποιος θα πάρει το λάφυρο της εξουσίας και ποιος τελικά θα «καταλάβει» με τους μυρίους του, το κράτος . Κάθε εχέφρων πολίτης μπροστά σε αυτήν την κατάσταση τι άλλο θα μπορούσε να πει παρά έλεος…