Στην ερώτηση αν υπάρχει κάποιο σχέδιο,
η απάντηση δεν είναι προφανής ούτε όταν πρόκειται για τους
εταίρους-πιστωτές. Εχει τραβηχτεί η κουρτίνα και κανείς δεν ξέρει τι
πραγματικά συμβαίνει στη διαπραγμάτευση, ενώ το παιχνίδι των διαρροών
είναι σκληρό και δεν επιτρέπει ασφαλή συμπεράσματα. Αυτό που οπωσδήποτε
προκύπτει είναι ότι και για τους έξω η επικοινωνία έχει τεράστια
σημασία, ίσως όχι λιγότερο απ όσο για τους μέσα. Κάνουν πολλά για να
δείξουν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες ότι έχουν τον έλεγχο της κατάστασης
και ότι υποχρεώνουν την πιο υπερχρεωμένη χώρα της ευρωζώνης να
ακολουθήσει τον ενάρετο δρόμο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των
μεταρρυθμίσεων. Η εχεμύθεια που έχει επιβληθεί στις διαβουλεύσεις δεν
αφήνει να ξέρουμε τι ακριβώς ζητούν, αν ισχύει δηλαδή ότι το ΔΝΤ ζήτησε
αύξηση του ΦΠΑ στο 23% για όλα, ακόμη και για τα τρόφιμα, ή ότι
πραγματικά επιμένουν στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων στον
ιδιωτικό τομέα που δεν έχει κανένα δημοσιονομικό νόημα αλλά εκφράζει τον
νεοφιλελεύθερο δογματισμό για την ακραία ελαστικοποίηση της αγοράς
εργασίας.
Δεν έχουν κάνει την αυτοκριτική τους σε ό,τι αφορά την αποτυχία του ελληνικού προγράμματος, καταλογίζουν την ευθύνη στις ελληνικές ελίτ, που είναι υπαρκτή και μάλλον η μεγαλύτερη, αλλά για τα δικά τους λάθη στο περιεχόμενο του προγράμματος και στον τρόπο αξιολόγησής του δεν λένε και πολλά. Δεν αναγνωρίζουν, δηλαδή, ότι ενώ μιλούσαν πολύ για την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών, ποτέ δεν έθεσαν ως όρο για την εκταμίευση κάποιας δόσης την πραγματοποίηση συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, αλλά αρκούνταν εύκολα στις οριζόντιες περικοπές. Ούτε εξηγούν πώς οι προηγούμενες κυβερνήσεις άφησαν κάπου 5.000 μνημονιακές εκκρεμότητες ενώ υποτίθεται ότι βρίσκονταν υπό διαρκή επιτήρηση. Και βέβαια δεν απολογούνται για τη θεωρία του success story την οποία τροφοδότησαν για να στηρίξουν πριν από τις ευρωεκλογές τα κόμματα της τότε συγκυβέρνησης ή για την απάθειά τους μπροστά στην εκρηκτική φορολογική αδικία την οποία πομπωδώς στηλίτευαν χωρίς να πιέσουν επί της ουσίας για την άρση της.
Η τακτική τους απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στηρίζεται στην πρόκληση οικονομικής ασφυξίας. Παίζουν με το πρόβλημα της ρευστότητας για να πιέσουν προς την κατεύθυνση μέτρων λιτότητας, χωρίς όμως να ανέχονται ένα πιστωτικό γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει αναστάτωση στην ευρωζώνη. Επομένως, αφήνουν την ελληνική οικονομία να πέφτει προσβλέποντας στην αναγκαστική υποχώρηση της κυβέρνησης αλλά, ενδεχομένως, και στη διαπαιδαγώγηση της ελληνικής κοινωνίας που μάλλον δεν επιτυγχάνεται. Ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούν να διδάξουν οικονομικό ορθολογισμό είναι ατυχής και ενισχύει τον ελληνικό αντιευρωπαϊσμό, την απογοήτευση για τους “θεσμούς” και τη συμφιλίωση με την ιδέα ότι οι εταίροι είναι αντίπαλοι.
Κάνουν εμπρηστικές δηλώσεις, κουνούν το δάχτυλο, στέλουν τελεσίγραφα χωρίς να έχουν κάποια ολοκληρωμένη στρατηγική όχι μόνο για τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης αλλά και γενικότερα. Η στροφή στο έθνος-κράτος γίνεται όλο και πιο έντονη στην ΕΕ, ο ευρωσκεπτικισμός διαχέεται σε όλο το πολιτικό φάσμα, η γοητεία του οράματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης υποχωρεί. Φυσικά, η δική μας χώρα βρίσκεται στη χειρότερη θέση, αποτελεί εξαίρεση, και πορεύεται μόνη της στο ευρωπαϊκό περιθώριο. Αλλά αν η κυβέρνηση δεν ξέρει τι να κάνει, δεν μπορεί ή και δεν θέλει, ούτε οι εταίροι μας έχουν ένα σχέδιο που να υπερβαίνει το σφίξιμο της τανάλιας μέχρι που η δυσκολία αναπνοής να φέρει την εγκατάλειψη κάθε αντίστασης, τη συμμόρφωση. Οπωσδήποτε δεν πρόκειται για σπουδαία πολιτική ή για ηγεσίες με αίσθηση της ιστορίας.
Δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη μιας Grexit, αλλά αφήνουν την ιδέα αυτή να ωριμάζει, μέχρι που να γίνει περίπου αυτονόητη στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ενας καρπός που σαπίζει και κάποια στιγμή θα πέσει -είτε κάποιος τινάξει το κλαδί είτε όχι.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ
Δεν έχουν κάνει την αυτοκριτική τους σε ό,τι αφορά την αποτυχία του ελληνικού προγράμματος, καταλογίζουν την ευθύνη στις ελληνικές ελίτ, που είναι υπαρκτή και μάλλον η μεγαλύτερη, αλλά για τα δικά τους λάθη στο περιεχόμενο του προγράμματος και στον τρόπο αξιολόγησής του δεν λένε και πολλά. Δεν αναγνωρίζουν, δηλαδή, ότι ενώ μιλούσαν πολύ για την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών, ποτέ δεν έθεσαν ως όρο για την εκταμίευση κάποιας δόσης την πραγματοποίηση συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, αλλά αρκούνταν εύκολα στις οριζόντιες περικοπές. Ούτε εξηγούν πώς οι προηγούμενες κυβερνήσεις άφησαν κάπου 5.000 μνημονιακές εκκρεμότητες ενώ υποτίθεται ότι βρίσκονταν υπό διαρκή επιτήρηση. Και βέβαια δεν απολογούνται για τη θεωρία του success story την οποία τροφοδότησαν για να στηρίξουν πριν από τις ευρωεκλογές τα κόμματα της τότε συγκυβέρνησης ή για την απάθειά τους μπροστά στην εκρηκτική φορολογική αδικία την οποία πομπωδώς στηλίτευαν χωρίς να πιέσουν επί της ουσίας για την άρση της.
Η τακτική τους απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στηρίζεται στην πρόκληση οικονομικής ασφυξίας. Παίζουν με το πρόβλημα της ρευστότητας για να πιέσουν προς την κατεύθυνση μέτρων λιτότητας, χωρίς όμως να ανέχονται ένα πιστωτικό γεγονός που θα μπορούσε να προκαλέσει αναστάτωση στην ευρωζώνη. Επομένως, αφήνουν την ελληνική οικονομία να πέφτει προσβλέποντας στην αναγκαστική υποχώρηση της κυβέρνησης αλλά, ενδεχομένως, και στη διαπαιδαγώγηση της ελληνικής κοινωνίας που μάλλον δεν επιτυγχάνεται. Ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούν να διδάξουν οικονομικό ορθολογισμό είναι ατυχής και ενισχύει τον ελληνικό αντιευρωπαϊσμό, την απογοήτευση για τους “θεσμούς” και τη συμφιλίωση με την ιδέα ότι οι εταίροι είναι αντίπαλοι.
Κάνουν εμπρηστικές δηλώσεις, κουνούν το δάχτυλο, στέλουν τελεσίγραφα χωρίς να έχουν κάποια ολοκληρωμένη στρατηγική όχι μόνο για τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης αλλά και γενικότερα. Η στροφή στο έθνος-κράτος γίνεται όλο και πιο έντονη στην ΕΕ, ο ευρωσκεπτικισμός διαχέεται σε όλο το πολιτικό φάσμα, η γοητεία του οράματος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης υποχωρεί. Φυσικά, η δική μας χώρα βρίσκεται στη χειρότερη θέση, αποτελεί εξαίρεση, και πορεύεται μόνη της στο ευρωπαϊκό περιθώριο. Αλλά αν η κυβέρνηση δεν ξέρει τι να κάνει, δεν μπορεί ή και δεν θέλει, ούτε οι εταίροι μας έχουν ένα σχέδιο που να υπερβαίνει το σφίξιμο της τανάλιας μέχρι που η δυσκολία αναπνοής να φέρει την εγκατάλειψη κάθε αντίστασης, τη συμμόρφωση. Οπωσδήποτε δεν πρόκειται για σπουδαία πολιτική ή για ηγεσίες με αίσθηση της ιστορίας.
Δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη μιας Grexit, αλλά αφήνουν την ιδέα αυτή να ωριμάζει, μέχρι που να γίνει περίπου αυτονόητη στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ενας καρπός που σαπίζει και κάποια στιγμή θα πέσει -είτε κάποιος τινάξει το κλαδί είτε όχι.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ