Η ΕΕ και η Ευρωζώνη δεν μπορούν να ενσωματωθούν
φυσιολογικά στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση των «28» της Eνωσης και
των «19» του Κοινού Νομίσματος. Η ευρωπαϊκή παράμετρος στην εθνική
στρατηγική μιας κυβέρνησης, μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης ή ενός
κόμματος εξουσίας συνήθως αντιμετωπίζεται με ακραίο τρόπο:
Το δεύτερο παράδειγμα, η Ευρώπη, και πιο συγκεκριμένα η Ευρώπη ως άλλοθι, είναι η πολιτική σκηνή στη Βρετανία. Ελλείψει εθνικού διαλόγου για το μέλλον και την ταυτότητα της χώρας ως χώρου υπηρεσιών και με την πρωτεύουσά της, το Λονδίνο, να αποτελεί το κέντρο του Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, μια μη αντιστρέψιμη -και ίσως μη επιδεχόμενη μεταρρύθμιση- επιλογή, οι Συντηρητικοί του Κάμερον κατά κύριο λόγο, και σε μικρότερο βαθμό οι Εργατικοί, παρασύρονται σε ανταγωνισμό με τη λαϊκιστική αντιευρωπαϊκή δημαγωγία του Φάρατζ και του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το παράδοξο είναι χωρίς προηγούμενο: Στη Γαλλία, όπου η καρδιά του προβλήματος είναι το αβάσταχτο κόστος μιας αδύνατης αλλά σταθερά ζητούμενης ευθυγράμμισης με τους δημοσιονομικούς και οικονομικούς δείκτες της Γερμανίας, η Ευρώπη, με εξαίρεση τη Λεπέν, είναι εκτός της αντιπαράθεσης Αριστεράς - Δεξιάς. Αντίθετα στη Βρετανία, που από την ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1992 μέχρι και σήμερα βλέπει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ολοένα πιο αγγλοσαξονική και ολοένα λιγότερα κρατικιστική -παρεμβατική, υπάρχει μια εκτός τόπου και χρόνου και πραγματικότητας πρόσληψη της περαιτέρω εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως μείζονος εθνικής απειλής. Γαλλία και Βρετανία, βίοι παράλληλοι και ασύμβατοι, με εκ διαμέτρου αντίθετη πρόσληψη της πραγματικότητας, όπως το αποτύπωσε πριν από ενάμιση αιώνα ο Ντίκενς στην «Ιστορία Δύο Πόλεων».
- Είτε ως ταμπού που δεν συζητείται, με την πολιτική σκηνή να αναφέρεται στην εικονική πραγματικότητα μιας εθνικής κυριαρχίας που δεν υφίσταται.
- Είτε ως άλλοθι σε έναν εθνικό διάλογο και πολιτική αντιπαράθεση όπου τα κόμματα που ασκούν και διεκδικούν τη διακυβέρνηση, ελλείψει διακριτής πολιτικής πλατφόρμας, διαγκωνίζονται στη δαιμονοποίηση της Ευρώπης.
Το δεύτερο παράδειγμα, η Ευρώπη, και πιο συγκεκριμένα η Ευρώπη ως άλλοθι, είναι η πολιτική σκηνή στη Βρετανία. Ελλείψει εθνικού διαλόγου για το μέλλον και την ταυτότητα της χώρας ως χώρου υπηρεσιών και με την πρωτεύουσά της, το Λονδίνο, να αποτελεί το κέντρο του Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, μια μη αντιστρέψιμη -και ίσως μη επιδεχόμενη μεταρρύθμιση- επιλογή, οι Συντηρητικοί του Κάμερον κατά κύριο λόγο, και σε μικρότερο βαθμό οι Εργατικοί, παρασύρονται σε ανταγωνισμό με τη λαϊκιστική αντιευρωπαϊκή δημαγωγία του Φάρατζ και του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το παράδοξο είναι χωρίς προηγούμενο: Στη Γαλλία, όπου η καρδιά του προβλήματος είναι το αβάσταχτο κόστος μιας αδύνατης αλλά σταθερά ζητούμενης ευθυγράμμισης με τους δημοσιονομικούς και οικονομικούς δείκτες της Γερμανίας, η Ευρώπη, με εξαίρεση τη Λεπέν, είναι εκτός της αντιπαράθεσης Αριστεράς - Δεξιάς. Αντίθετα στη Βρετανία, που από την ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1992 μέχρι και σήμερα βλέπει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ολοένα πιο αγγλοσαξονική και ολοένα λιγότερα κρατικιστική -παρεμβατική, υπάρχει μια εκτός τόπου και χρόνου και πραγματικότητας πρόσληψη της περαιτέρω εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως μείζονος εθνικής απειλής. Γαλλία και Βρετανία, βίοι παράλληλοι και ασύμβατοι, με εκ διαμέτρου αντίθετη πρόσληψη της πραγματικότητας, όπως το αποτύπωσε πριν από ενάμιση αιώνα ο Ντίκενς στην «Ιστορία Δύο Πόλεων».