21 Φεβρουαρίου 2015

Βόμβα για τη διεθνή οικονομία η αύξηση αμερικανικών επιτοκίων MATTHEW BOESLER / BLOOMBERG

Εάν η Fed αυξήσει φέτος τα επιτόκιά της, όπως προβλέπεται, και για πρώτη φορά μετά το 2006, τότε το υψηλότερο κόστος δανεισμού μαζί με το ισχυρότερο δολάριο ίσως ταλαιπωρήσει περαιτέρω την ήδη ασθενική ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.
Οταν οι εκπρόσωποι των κρατών-μελών της Ομάδας των Είκοσι (G20) απηύθυναν έκκληση στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) να ελαχιστοποιήσει τον αρνητικό αντίκτυπο από μια πιθανή αύξηση επιτοκίων, ξέχασαν να αναφέρουν ένα σημαντικό νούμερο, τα 9 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό είναι το ποσόν που οφείλεται σε δολάρια από τους δανειολήπτες εκτός χρηματοπιστωτικού κλάδου, που δεν βρίσκονται στο έδαφος των Ηνωμένων Πολιτειών. Το εν λόγω ποσόν έχει αυξηθεί κατά 50% από τις απαρχές της χρηματοπιστωτικής κρίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών. Εάν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αυξήσει φέτος τα επιτόκιά της όπως προβλέπεται, και για πρώτη φορά μετά το 2006, τότε το υψηλότερο κόστος δανεισμού μαζί με το ισχυρότερο δολάριο ίσως ταλαιπωρήσει περαιτέρω την ήδη ασθενική ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.

Το χρέος το εκπεφρασμένο σε δολάρια είναι απλώς ένα παράδειγμα του πώς η αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει την παγκόσμια οικονομία. Από τις αγορές στέγης στον Καναδά και το Χονγκ Κονγκ μέχρι τις κεφαλαιακές ροές προς και από την Κίνα και την Τουρκία, το ερώτημα δεν έχει να κάνει με το αν θα υπάρχουν παράπλευρες απώλειες, αλλά με το πόσο σοβαρές θα είναι και πού θα υπάρχουν τα περισσότερα θύματα.

«Σε παγκόσμια κλίμακα οι συνθήκες ρευστότητας θα δυσχερανθούν και οι αναδυόμενες αγορές δεν θα είναι πλέον το μοναδικό παιχνίδι για τους επενδυτές», επισημαίνει ο Πολ Σίαρντ, επικεφαλής οικονομολόγος της S&P στη Ν. Υόρκη. «Θα έχουν πλέον και την αμερικανική οικονομία η οποία αναπτύσσεται πιο δυναμικά και επιπλέον προσφέρει αυξημένα επιτόκια και μια απόδοση κεφαλαίου τέτοια, ώστε να αποτελεί σημαντικό δέλεαρ και να προσελκύει νέες επενδύσεις». Η ενίσχυση του δολαρίου θα είναι ο βασικός δίαυλος διαμέσου του οποίου ο υπόλοιπος κόσμος θα αισθάνεται τις επιπτώσεις της σκλήρυνσης της πολιτικής της Fed, σύμφωνα με τον οικονομολόγο αρμόδιο της διεθνούς οικονομίας, Τζόζεφ Λιούπτον, της JP Morgan Chase. «Νομίζω πως θα είναι θετική εξέλιξη για τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης και της Ιαπωνίας», προσθέτει. «Θα ωθήσει καθοδικά το νόμισμά τους και θα στηρίξει τις οικονομίες τους. Στην περίπτωση των αναδυόμενων οικονομιών, όμως, είναι κατά τι διαφορετική η κατάσταση, μιας και η απόφαση της Fed θα προκαλέσει μια σειρά αλυσιδωτές και ραγδαίες κινήσεις στα νομίσματα, τα οποία θα υποστούν καθοδικές πιέσεις. Αυτό θα έχει με τη σειρά του επιπτώσεις στον πληθωρισμό, οι οποίες είναι ανεπιθύμητες».

Οι περισσότεροι αναλυτές διαβλέπουν μια αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ακόμα και τον Ιούνιο. Οι δε αξιωματούχοι της τράπεζας προβλέπουν ότι εντός του 2015 θα υπάρξει αύξηση των επιτοκίων από τα σχεδόν μηδενικά τους επίπεδα, στα οποία βρίσκονται από τον Δεκέμβριο του 2008. Η πιθανότητα μιας κίνησης έως τον Ιούνιο είναι σήμερα 23% εν συγκρίσει με το 56% του Σεπτεμβρίου. Σε μελέτη, που εκπονήθηκε από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών στην Ελβετία, καταδεικνύεται ότι οι υπεράκτιοι δανειολήπτες αύξησαν τις εκδόσεις χρεογράφων εκπεφρασμένων σε δολάρια περισσότερο στις χώρες όπου τα επιτόκια είναι υψηλότερα από τις αποδόσεις αμερικανικών ομολόγων. Με τις αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα για τα προηγούμενα χρόνια, είναι πολύ ισχυρό το κίνητρο να δανειστεί κανείς σε δολάρια αντί για τοπικά/ εθνικά νομίσματα.

Kίνα, Βραζιλία
Η Κίνα καλύπτει σε διεθνή κλίμακα το μεγαλύτερο ποσοστό δανεισμού σε δολάρια, που φθάνει το 1,1 τρισ. δολάρια, ενώ στην περίπτωση της Βραζιλίας το αντίστοιχο ποσόν φθάνει τα 300 δισ. δολάρια. Με την αύξηση των επιτοκίων, θα καταστεί δαπανηρότερος ο δανεισμός σε δολάρια για μια κυβέρνηση ή μια εταιρεία η οποία εκδίδει χρεόγραφα εκπεφρασμένα σε δολάρια. Ειδικά για τους τίτλους των αναδυόμενων αγορών ανακύπτει ένα ζήτημα, όπως επισημαίνει ο Μουγιάνι Ιντραβάτι, γενικός διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τα αναπτυσσόμενα κράτη «θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτή τη νέα πραγματικότητα των υψηλότερων επιτοκίων», δήλωσε ο κ. Ιντραβάτι στο Bloomberg. Ειδικά για την Κίνα, το ακριβότερο χρήμα θα είναι προβληματικό επειδή η κυβέρνηση ήδη προσπαθεί να αναχαιτίσει την εκροή κεφαλαίων και ίσως εισαγάγει μέτρα χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα είδος κυκλικής παγίδας.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι ανεπτυγμένες αγορές δεν είναι απαραίτητα θωρακισμένες και ειδικότερα αυτές του Καναδά και της Αυστραλίας, οι οποίες σε μέγιστο βαθμό εξαρτώνται από το πετρέλαιο, τα σιδηρομεταλλεύματα και άλλα εμπορεύματα. Οι τιμές αυτών των αγαθών, οι οποίες είναι εκπεφρασμένες σε δολάρια, υποχωρούσαν, ενόσω το δολάριο ενισχυόταν και η ζήτηση εξασθενούσε. http://www.kathimerini.gr/