22 Φεβρουαρίου 2015

Η διεκδίκηση του μέλλοντός μας

Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη

Η διεκδίκηση προϋποθέτει ικανότητα σύγκλισης, και η χρυσή τομή της ικανοποίησης των συμφερόντων μας, ισορροπώντας με τις προσδοκίες των τρίτων, είναι ένα μεγάλο στοίχημα της στρατηγικής…
Όπως όλα δείχνουν, η Αθήνα πέτυχε μια συμφωνία σωτηρίας με τις Βρυξέλλες, απεφεύχθησαν τα χειρότερα ή τα χείριστα, απετράπη η σύγκρουση των τρένων, όπως την προέβλεπαν ορισμένοι διεθνείς αναλυτές, που επεχείρησαν να εφαρμόσουν τη θεωρία των παιγνίων, όπου ούτε η σύγκρουση των τρένων έγινε, ούτε ένας εκ των δύο αντιμαχομένων παικτών, Αθήνα και Βερολίνο, έγιναν κότα προκειμένου να επιβιώσουν.

Υπήρξε, όπως φαίνεται, μια συμφωνία χρυσής τομής έντιμου και επωφελούς για όλους συμβιβασμού. Αυτή η στιγμή πρέπει να αποτελέσει αφετηρία για τη σταδιακή οικοδόμηση της νέας Ευρώπης, που να έχει ως βασικό της κώδικα συμπεριφοράς και δράσης, την κοινωνική πολιτική και την υποστήριξη των αδυνάμων και αδυνάτων, τόσο σε επίπεδο λαών, όσο και σε επίπεδο κοινωνικών διαστρωματώσεων. Έχει μεγάλη σημασία αυτό που έγινε με την ελληνική διεκδίκηση επιτυχώς να μην εκληφθεί ως νίκη του ενός, αλλά ως επιτυχία όλων των Ευρωπαίων.

Η Ευρώπη μπορεί να παραδειγματίσει με την κοινωνική της πολιτική, στην οποία έχει παράδοση αιώνων, με την εμπέδωση της δημοκρατίας και του σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθερίων, κυρίως όμως με τη συνομολόγηση του εδώ και δεκαετίες ζητούμενου της πολιτικής ένωσης, να αποτελέσει διεθνές παράδειγμα αλληλεγγύης, κοινωνικής ευαισθησίας και επιτυχούς αντιμετώπισης των δεινών που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση.

Επομένως, η συνέχεια βρίσκεται αφενός στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία πρέπει να αξιοποιήσει τη στιγμή τούτη για να κάνει την αυτοκριτική της, αναδομώντας τις πολιτικές της και αφετέρου η ελληνική κυβέρνηση, η οποία εξέρχεται νικηφόρα ως Ελλάδα, από αυτή την κρίσιμη μάχη, πρέπει να δει αυτή τη φάση ως πρώτο βήμα των πολιτικών που προσεκτικά πρέπει να αρχίσουν να εφαρμόζονται κατόπιν μελέτης και προγραμματισμού σε όλα τα στάδια του βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, κυρίως όμως η χώρα πρέπει να περάσει από το στάδιο των προεκλογικών εξαγγελιών και να αναλάβει τον σχεδιασμό του μέλλοντος, αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα του παρόντος.

Η κουλτούρα της υποταγής ξεπεράστηκε, η αντίληψη των τρίτων ότι η Ελλάδα είναι δεδομένη τελειώνει, η διεκδικητική πολιτική είναι ενεργός και απεδείχθη αξιόπιστη, οφείλουμε όμως οτιδήποτε θέτουμε ως ζήτημα έναντι της διεθνούς κοινότητας και των Ευρωπαίων, να είναι προϊόν μελέτης που άπτεται των συμφερόντων της χώρας και των προσδοκιών της διεθνούς κοινότητας και των συμφερόντων εκείνων, στα οποία αναφερόμαστε. Η διεκδίκηση προϋποθέτει ικανότητα σύγκλισης, και η χρυσή τομή της ικανοποίησης των συμφερόντων μας, ισορροπώντας με τις προσδοκίες των τρίτων, είναι ένα μεγάλο στοίχημα της στρατηγικής.

Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση έχει ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα, που δεν είχαν οι προηγούμενοι, και που είναι η ενότητα και η σύμπνοια ενός λαού, ο οποίος ανέκτησε την περηφάνια του και τούτο ανεξαρτήτως κομματικών ή άλλων τοποθετήσεων. Αυτό είναι δύναμη, που βοήθησε τα μέγιστα την ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση. Είναι πρωτόγνωρη κατάσταση και εναπόκειται στην κυβέρνηση να μην χάσει το σημερινό μομέντουμ.

Το σημαντικότερο πλεονέκτημα που έχει μια κυβέρνηση με μεγάλη εσωτερική νομιμοποίηση είναι ότι διαθέτει τη δύναμη να παίρνει μέτρα και αποφάσεις επ’ ωφελεία του λαού, τα οποία να μην είναι εκ πρώτης όψεως απαραιτήτως φιλολαϊκά. Αυτό επιτρέπει σε κάθε κυβέρνηση, που έχει μια τέτοια εσωτερική δύναμη, να σχεδιάζει κινήσεις και να παίρνει αποφάσεις πολιτικής με βάση το εθνικό συμφέρον, χωρίς να υπολογίζει το εσωτερικό πολιτικό κόστος, το οποίο δεν υπάρχει εν προκειμένω. Έχει πολύ μεγάλη σημασία όλες οι αποφάσεις και οι σχεδιασμοί που θα ακολουθηθούν από εδώ και πέρα, να έχουν τη μέγιστη δυνατή προετοιμασία, τη μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία και τα λιγότερα δυνατά λάθη.

Η ελληνική κρίση δεν έχει ακόμα φτάσει στο τέλος της, η ελληνική κυβέρνηση και η χώρα στο σύνολό της πρέπει να κάνουν ακόμα πολλά για να κερδίσουν τη μάχη της σωτηρίας και της ανάκαμψης, υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος, τον οποίο πρέπει οργανωμένα και με σωφροσύνη να διαβεί η ελληνική κυβέρνηση, έτσι ώστε να πετύχει την αλλαγή που φέρνει την πρόοδο και την ευημερία, όμως ορισμένα βασικά διδάγματα από την πολιτική διεκδίκησης και ανατροπής των πολιτικών που ακολουθήθηκαν μέχρι πρόσφατα, μπορούν και πρέπει να εξαχθούν.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση δεν ανέλαβε να κάνει ορισμένες διορθωτικές μεταβολές στις πολιτικές που ακολουθήθηκαν μέχρι πρόσφατα, αλλά επεχείρησε να ανατρέψει το σύνολο των πολιτικών, που η Ευρωπαϊκή Ένωση εφάρμοζε στην Ελλάδα και σε χώρες της κρίσης στη Νότια Ευρώπη.

Αυτό που επεχείρησε και κάνει σήμερα η κυβέρνηση Τσίπρα είναι μια οργανωμένη και επίμονη, συστηματική διεκδίκηση των δικαιωμάτων, των δικαίων και των συμφερόντων του ελληνικού λαού, μια διεκδίκηση που δεν θέλει να αποστεί, ούτε του ευρωπαϊκού κεκτημένου, ούτε της παρουσίας στην Ευρωζώνη. Αυτό που πρέπει κανείς να υπογραμμίσει -και επαναλαμβάνουμε-, ανεξαρτήτως εάν η ελληνική κυβέρνηση θα επιτύχει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τους στόχους της, και έχει σημασία, είναι το ότι διεκδίκησε και διεκδικεί ανατροπή των λάθος πολιτικών του παρελθόντος. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει για πολλοστή φορά κάτι που επανειλημμένως έχουμε τονίσει, πως τίποτα δεν είναι μόνιμο και σταθερό στη διεθνή πολιτική, εάν μια ηγεσία είναι αποφασισμένη να αλλάξει τα κακώς έχοντα.

Η Κύπρος κρατάει ως ευαγγέλιο εδώ και χρόνια μια λύση, η οποία είναι αποδεδειγμένα καταστροφική για την επιβίωση του τόπου και του Ελληνισμού, που δεν μπορεί να είναι λειτουργική, ούτε βιώσιμη, που λέγεται Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία. Είναι υποχρεωμένη να ξανασκεφθεί η ηγεσία του τόπου τι είναι εκείνο που χρειάζεται η χώρα για να μην μετατραπεί σε τουρκική επαρχία.
Οφείλει να σταματήσει να υπογραμμίζει συνεχώς και αδιαλείπτως τη λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας και να επαναφέρει στο διεθνές επίπεδο και στην Ευρώπη το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, που παραβιάζονται σε ολόκληρη την Κύπρο, να τονίζει πως οποιαδήποτε λύση δεν μπορεί να μην εδράζεται στη δημοκρατική αρχή και το κράτος δικαίου και φυσικά ότι πρέπει να απαλλαγεί από τις λεγόμενες εγγυήτριες δυνάμεις και τις εγγυήσεις τους.

Πρέπει να πείσουμε τους ξένους ότι δικαιούμαστε να έχουμε κράτος σύγχρονο, μοντέρνο, δημοκρατικό, ευρωπαϊκό. Η Αθήνα και η διεκδικητική πολιτική της νέας ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να μας διδάξει την υποχρέωσή μας για αλλαγές, όχι μόνο στην οικονομία και στην πολιτική, αλλά και στον τρόπο που διεκδικούμε το μέλλον μας.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου