“Η πολιτική της Βρετανικής Κυβέρνησης είναι πολύ ξεκάθαρη: αναγνωρίζουμε
την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και το δικαίωμα της Κυπριακής
Δημοκρατίας και μόνον αυτής να εκμεταλλευθεί οποιουσδήποτε
υδρογονάνθρακες μπορεί να υπάρχουν εντός των υδάτων της. Έχουμε επίσης
τη σταθερή πεποίθηση ότι τα αποθέματα υδρογονανθράκων θα πρέπει να
χρησιμοποιηθούν προς όφελος όλων των Κυπρίων, κάθε κοινότητας στην
Κύπρο. Αυτό, εξάλλου, είναι ένα από τα μεγάλα βραβεία που θα κερδηθούν
μέσω μιας λύσης του Κυπριακού”.
Το ότι ακόμη και η Βρετανία, που αποτελεί τον “κακό
δαίμονα” του νησιού υπερασπίζεται πλέον καθαρά τις διαδικασίες ερευνών
και εξόρυξης που έχουν αδειοδοτηθεί από τη Λευκωσία έχει τη σημασία του.
Συντελεί στην ακύρωση του τουρκικού σχεδίου για “αμοιβαίο πάγωμα” τύπου
Ιμίων, με την απόσυρση του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Barbaros
έναντι αναστολής των εργασιών που εκτελεί στην κυπριακή ΑΟΖ η
ιταλο-κορεατική κοινοπραξία ΕΝΙ-KOGAS. Η επιμονή του προέδρου
Αναστασιάδη και όλης της ελληνοκυπριακής πολιτικής ηγεσίας στην αποχή
από τις δικοινοτικές συνομιλίες, παρότι αυτές είχαν σημειώσει πρόοδο,
αιφνιδίασε τον διεθνή παράγοντα, υποδεικνύοντας ένα διαφορετικό παζάρι:
το αντάλλαγμα για την απόσυρση του Barbaros θα είναι η ίδια η επανάληψη
των συνομιλιών.
Εάν αυτή η τακτική αποδώσει θα αποτελεί (για πρώτη
φορά από ελληνικής πλευράς) επιτυχή εφαρμογή του “φορτώματος του
καλαθιού”, όπου κανείς αφαιρεί για λόγους καλής θέλησης ό,τι ο ίδιος
έχει προσθέσει. Ωστόσο, μέχρι τώρα, ενώ οι αγγλο-σαξωνικές τοποθετήσεις
αναγνωρίζουν τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στη θαλάσσια
δικαιοδοσία της και συνιστούν επιμόνως την επιστροφή στο τραπέζι των
διαπραγματεύσεων, αποφεύγουν τη ρητή καταδίκη της παρουσίας του Barbaros
ως πράξης που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο.
Η τουρκική πλευρά, πάλι, επείγεται να καταστήσει μέρος της διαπραγμάτευσης με οποιονδήποτε τρόπο το ζήτημα των υδρογονανθράκων, στο οποίο οι εξελίξεις κινδυνεύουν να την προσπεράσουν πλήρως, λόγω των συνεργειών της Λευκωσίας με ποικίλους ενδιαφερόμενους τρίτους. Στην πραγματικότητα, η αιωρούμενη απειλή χρήσης βίας, δεν είναι παρά το τέχνασμα της Άγκυρας για την επίτευξη μιας τέτοιας “συνεννόησης” με τη Λευκωσία.
Η τουρκική πλευρά, πάλι, επείγεται να καταστήσει μέρος της διαπραγμάτευσης με οποιονδήποτε τρόπο το ζήτημα των υδρογονανθράκων, στο οποίο οι εξελίξεις κινδυνεύουν να την προσπεράσουν πλήρως, λόγω των συνεργειών της Λευκωσίας με ποικίλους ενδιαφερόμενους τρίτους. Στην πραγματικότητα, η αιωρούμενη απειλή χρήσης βίας, δεν είναι παρά το τέχνασμα της Άγκυρας για την επίτευξη μιας τέτοιας “συνεννόησης” με τη Λευκωσία.
Μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός
του την Τρίτη ο Τούρκος πρωθυπουργός Ahmet Davutoğlu περιέγραψε σαφώς
τον στόχο: “εάν οι Ελληνοκύπριοι διεξάγουν τις διαπραγματεύσεις με καλή
πρόθεση θα βρουν συνομιλητή με καλή πρόθεση, αλλά αν παρατείνουν τις
διαπραγματεύσεις και προσπαθούν να μονοπωλήσουν τις φυσικές πηγές με
έρευνες πετρελαίου και φυσικού αερίου στην νότια Κύπρο στις περιοχές που
δικαιώματα έχουν και οι Τουρκοκύπριοι. τότε δεν θα το επιτρέψουμε
αυτό”. Συγχέοντας πάντως, κατά το σύνηθες το πότε μιλά εξ ονόματος των
Τουρκοκυπρίων και πότε εξ ονόματος της Τουρκίας πρόσθεσε: “Η Ανατολική
Μεσόγειος ταυτόχρονα είναι και δική μας θάλασσα και κανείς δεν μπορεί να
μας αποκλείσει από αυτήν”.
“Όταν αυτοί κάνουν έρευνες φυσικού αερίου και γεωτρήσεις εμείς στέλνουμε
το Barbaros. Εάν εκείνοι σταματήσουν, θα τη σταματήσουμε ”, είπε από
την πλευρά του στην Τουρκικής Εθνοσυνέλευση ο Τούρκος υπουργός
Εξωτερικών Mevlüt Çavuşoğlu, υποβάλλοντας μάλιστα και την δική του
πρόταση: “εφόσον τα κράτη δεν θέλουν ο ένας τον άλλο ως συνομιλητή,
μέχρι να επιτευχθεί λύση, να συσταθεί μια ιδιωτική εταιρεία και οι
εργασίες να γίνουν από εκείνη”. Ηχεί περισσότερο ως έκκληση διάσωσης των
προσχημάτων υπέρ της Άγκυρας, παρά ως πολεμική ιαχή....
Τα συμφραζόμενα πάντως είναι διαφωτιστικά. Η επίσκεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου Joe Biden στην Τουρκία το περασμένο Σάββατο δεν έφεραν (παρά τις προβλεπόμενες δημόσιες δηλώσεις αβροφροσύνης) ουσιαστική προσέγγιση των δύο πλευρών σε ό,τι αφορά το κύριο αντικείμενο της περιφερειακής και διμερούς ατζέντας, ήτοι την εκβιαστική προσπάθεια της Άγκυρας να αναπροσανατολίσει την εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους σε επιχείριση “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό. Ο επικεφαλής του State Department, John Kerry έκανε ένα βήμα προσέγγισης δηλώνοντας ότι η παραμονή του Assad στην εξουσία και η ενδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους αποτελούν “συγκοινωνούντα δοχεία”.
Ωστόσο, η αντιφατικότητα της αμερικανικής στρατηγικής επ΄ αυτού οδήγησε ακριβώς στην εντυπωσιακή παραίτηση του υπουργού Άμυνας Chuck Hagel και την ακόμη πιο εντυπωσιακή αδυναμία εξεύρεσης αντικαταστάτη του έκτοτε. Προκειμένου να επιτύχει τη σύμπτωση απόψεων με τη Ουάσιγκτον (και την απόσπαση των σχετικών ανταλλαγμάτων και στην Ανατολική Μεσόγειο) η Άγκυρα είναι υποχρεωμένη να “αγοράσει χρόνο” αναμένοντας την ανάληψη καθηκόντων τον Ιανουάριο του νέου αμερικανικού Κογκρέσου, όπου η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία θα επιχειρήσει να ωθήσει σε περισσότερο επιθετικές κατευθύνσεις την μεσανατολική πολιτική.
Ομοίως, χρονικό “παράθυρο ευκαιρίας” συνιστά η παράταση για έξι μήνες των συνομιλιών της ομάδας “5+1” των μεγάλων δυνάμεων με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, οπότε όλοι οι ενδιαφερόμενοι να εκτροχιάσουν την προοπτική αποκατάστασης των σχέσεων της Ουάσιγκτον με την Τεχεράνη (Ισραήλ, Σαουδική Αραβία και Τουρκία) θα εντείνουν τις προσπάθειές τους.
Όμως, ο χρόνος δεν είναι και απεριόριστος, αν αναλογισθεί κανείς ότι για το 2015 προγραμματίζονται κοινές ναυτικές ασκήσεις Κίνας και ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο για πρώτη φορά. Ή ότι το Ισραήλ αναθέρμανε (παραμονές της επίσκεψης Αναστασιάδη στο εβραϊκό κράτος) το πρότζεκτ διοχέτευσης του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου στις αγοράς μέσω αγωγού Κύπρου-Κρήτης – κυρίως για να ανταγωνισθεί πολιτικά την Άγκυρα.