Η σημερινή
κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις πρέπει να ερμηνευθεί και με γνώμονα τις γεωπολιτικές
απόψεις του Αχμέτ Νταούτογλου, όπως αναπτύσσονται
στο
Στρατηγικό Βάθος.Η Διεθνής Θέση της
Τουρκίας, το βιβλίο που δημοσίευσε το 2001
[1]
. Συγκρατούμε
τα εξής:
1. Η Τουρκία μπορεί και πρέπει να αποτελέσει μεγάλη γεωπολιτική δύναμη. Aυτο-υποβαθμίστηκε εστιάζοντας στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, «σαν να προπονείται ο παλαιστής βαρέων βαρών να αντιμετωπίσει κατηγορίες μεσαίων βαρών» (σ. 235).
2. Οι Μεγάλες Δυνάμεις χρησιμοποίησαν την Ελλάδα και την Συρία για να περιορίσουν τις τουρκικές φιλοδοξίες: «η Τουρκία, η οποία αφέθηκε να αγωνιστεί με μια κοντινή απειλή που την ενοχλεί, βρέθηκε ανίκανη να ανοίξει τους ορίζοντές της...σε μεγάλης κλίμακας και παγκόσμιας εμβέλειας πολιτικές» (σ. 237).
3. Η Κύπρος έχει ζωτική σημασία για την Τουρκία, λόγω της κεντρικής της θέσης σε
γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά δίκτυα: «ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα» (σ. 279).
Η τουρκική πολιτική ηγεσία αντιμετωπίζει την εντεινόμενη αστάθεια ως ευκαιρία για να καθιερώσει ένα ηγεμονικό γεωπολιτικό τουρκικό ρόλο. Το κενό ισχύος, το οποίο έχει προκύψει από την επιφυλακτικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και από την εγγενή γεωστρατηγική αδυναμία της Ευρώπης, ενισχύει τις τουρκικές ελπίδες. Χάρη στην περιφερειακή αποσταθεροποίηση, το ένα από τα δύο, κατά Νταούτογλου, «εμπόδια» στον δρόμο της ηγεμονίας, το συριακό, έχει ήδη εξουδετερωθεί.
Το δεύτερο εμπόδιο, το ελληνικό, έχει αντιθέτως ενεργοποιηθεί. Με άξονα το φυσικό αέριο νοτίως της Κύπρου, σχηματίζεται μια συμμαχία η οποία περιλαμβάνει την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Σύμφωνα με την θεώρηση του Αχμέτ Νταούτογλου, συγκαλύπτει δυνάμεις οι οποίες αποσκοπούν να θέσουν φραγμό στις τουρκικές φιλοδοξίες.
Ο ελληνικός παράγων εμφανίζεται, επομένως, ως μείζων όχληση. Με τις πρόσφατες δηλώσεις του, μείγμα απειλής και εξαγοράς, ο Αχμέτ Νταούτογλου ζητεί από το ελληνικό στοιχείο να αυτο-εξουδετερωθεί: διχοτόμηση ή συνεκμετάλλευση. Στο ενδεχόμενο της διχοτόμησης, έναντι της τουρκικής κυριαρχίας στον βορρά, οι Ελληνοκύπριοι θα αποκτούσαν αποκλειστική εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου και την ασφάλεια ενός «κανονικού» κράτους. Εναλλακτικά, η συνεκμετάλλευση, με δεδομένη πάντα την γεωστρατηγική ισορροπία στον κυπριακό περίγυρο, είναι σαφώς περισσότερο μειονεκτική για την Κύπρο. Και στις δύο περιπτώσεις, η ηθική μείωση της ελληνικής πλευράς αναιρεί το ελληνικό «εμπόδιο».
Η Τουρκία προτείνει, δηλαδή, στην ελληνική πλευρά μια «φινλανδοποίηση», έναντι της ειρήνης και της ευημερίας των Ελληνοκυπρίων. Ακόμη και αν ο προτεινόμενος συμβιβασμός κρινόταν συζητήσιμος, δύσκολα μπορεί να ελπίζει ο Αχμέτ Νταούτογλου ότι το δίκτυο των συμμαχιών, στο οποίο εντάσσονται η Ελλάδα και η Κύπρος, θα τον επιτρέψει. Τι μένει επομένως; Μήπως μια επανάληψη της τουρκικής πολιτικής «της δεκαετίας του 1970», την οποία εξαίρει το Στρατηγικό Βάθος ; (σ. 280)
Η τελεσφόρος παραβίαση του διεθνούς δικαίου από την Ρωσία εγείρει απαντοχές· μια ανάλογη τουρκική επιχείρηση έχει πιθανότητες να εξασφαλίσει την διεθνή ανοχή- με απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, μια κατάλληλη συγκυρία: πολιτική αστάθεια και συνακόλουθη οικονομική αστοχία στην Ελλάδα; συνεπαγόμενη υποβάθμιση της ελληνικής διεθνούς εικόνας; στρατιωτική παρέμβαση της Τουρκίας για λογαριασμό της Δύσης στις ζώνες τις οποίες ελέγχει το «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε»; όλα μαζί;
Αν αυτά ισχύουν, αναμφιβόλως, πρόκειται για τυχοδιωκτικούς σχεδιασμούς. Όμως, ούτως ή άλλως, η Τουρκία λειτουργεί σε ένα κυκεώνα ο οποίος απειλεί να καταλύσει τα θεμέλια του κεμαλικού εδαφικού οικοδομήματος. Η τουρκική ηγεσία μπορεί να επιδιώξει μια παράτολμη στρατηγική φυγής προς τα πρόσω, διαμορφωμένη από ένα Αρχιτέκτονα της Γεωπολιτικής· τον Πρωθυπουργό της.
Οι πρόσφατες τουρκικές κινήσεις συνιστούν την αρχή μιας διαδικασίας, την εξέλιξη της οποίας θα πρέπει να παρακολουθήσουμε προσεκτικά. Παραλλήλως προς την στρατιωτική και διπλωματική οχύρωση, η Ελλάδα οφείλει να αναδείξει διεθνώς και, ει δυνατόν, και εντός της Τουρκίας, τους ευρύτερους κινδύνους από την εφαρμογή θεωρητικών σχημάτων μεγαλοϊδεατικής εμπνεύσεως. Σε μια τέτοια προσπάθεια, το Στρατηγικό Βάθος το οποίο, περιέργως, δεν έχει ακόμη μεταφραστεί στην αγγλική, αποκαλύπτει τον δογματικό και, επομένως, επικίνδυνο χαρακτήρα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
1. Η Τουρκία μπορεί και πρέπει να αποτελέσει μεγάλη γεωπολιτική δύναμη. Aυτο-υποβαθμίστηκε εστιάζοντας στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, «σαν να προπονείται ο παλαιστής βαρέων βαρών να αντιμετωπίσει κατηγορίες μεσαίων βαρών» (σ. 235).
2. Οι Μεγάλες Δυνάμεις χρησιμοποίησαν την Ελλάδα και την Συρία για να περιορίσουν τις τουρκικές φιλοδοξίες: «η Τουρκία, η οποία αφέθηκε να αγωνιστεί με μια κοντινή απειλή που την ενοχλεί, βρέθηκε ανίκανη να ανοίξει τους ορίζοντές της...σε μεγάλης κλίμακας και παγκόσμιας εμβέλειας πολιτικές» (σ. 237).
3. Η Κύπρος έχει ζωτική σημασία για την Τουρκία, λόγω της κεντρικής της θέσης σε
γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά δίκτυα: «ακόμη κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα» (σ. 279).
Η τουρκική πολιτική ηγεσία αντιμετωπίζει την εντεινόμενη αστάθεια ως ευκαιρία για να καθιερώσει ένα ηγεμονικό γεωπολιτικό τουρκικό ρόλο. Το κενό ισχύος, το οποίο έχει προκύψει από την επιφυλακτικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και από την εγγενή γεωστρατηγική αδυναμία της Ευρώπης, ενισχύει τις τουρκικές ελπίδες. Χάρη στην περιφερειακή αποσταθεροποίηση, το ένα από τα δύο, κατά Νταούτογλου, «εμπόδια» στον δρόμο της ηγεμονίας, το συριακό, έχει ήδη εξουδετερωθεί.
Το δεύτερο εμπόδιο, το ελληνικό, έχει αντιθέτως ενεργοποιηθεί. Με άξονα το φυσικό αέριο νοτίως της Κύπρου, σχηματίζεται μια συμμαχία η οποία περιλαμβάνει την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Σύμφωνα με την θεώρηση του Αχμέτ Νταούτογλου, συγκαλύπτει δυνάμεις οι οποίες αποσκοπούν να θέσουν φραγμό στις τουρκικές φιλοδοξίες.
Ο ελληνικός παράγων εμφανίζεται, επομένως, ως μείζων όχληση. Με τις πρόσφατες δηλώσεις του, μείγμα απειλής και εξαγοράς, ο Αχμέτ Νταούτογλου ζητεί από το ελληνικό στοιχείο να αυτο-εξουδετερωθεί: διχοτόμηση ή συνεκμετάλλευση. Στο ενδεχόμενο της διχοτόμησης, έναντι της τουρκικής κυριαρχίας στον βορρά, οι Ελληνοκύπριοι θα αποκτούσαν αποκλειστική εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου και την ασφάλεια ενός «κανονικού» κράτους. Εναλλακτικά, η συνεκμετάλλευση, με δεδομένη πάντα την γεωστρατηγική ισορροπία στον κυπριακό περίγυρο, είναι σαφώς περισσότερο μειονεκτική για την Κύπρο. Και στις δύο περιπτώσεις, η ηθική μείωση της ελληνικής πλευράς αναιρεί το ελληνικό «εμπόδιο».
Η Τουρκία προτείνει, δηλαδή, στην ελληνική πλευρά μια «φινλανδοποίηση», έναντι της ειρήνης και της ευημερίας των Ελληνοκυπρίων. Ακόμη και αν ο προτεινόμενος συμβιβασμός κρινόταν συζητήσιμος, δύσκολα μπορεί να ελπίζει ο Αχμέτ Νταούτογλου ότι το δίκτυο των συμμαχιών, στο οποίο εντάσσονται η Ελλάδα και η Κύπρος, θα τον επιτρέψει. Τι μένει επομένως; Μήπως μια επανάληψη της τουρκικής πολιτικής «της δεκαετίας του 1970», την οποία εξαίρει το Στρατηγικό Βάθος ; (σ. 280)
Η τελεσφόρος παραβίαση του διεθνούς δικαίου από την Ρωσία εγείρει απαντοχές· μια ανάλογη τουρκική επιχείρηση έχει πιθανότητες να εξασφαλίσει την διεθνή ανοχή- με απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, μια κατάλληλη συγκυρία: πολιτική αστάθεια και συνακόλουθη οικονομική αστοχία στην Ελλάδα; συνεπαγόμενη υποβάθμιση της ελληνικής διεθνούς εικόνας; στρατιωτική παρέμβαση της Τουρκίας για λογαριασμό της Δύσης στις ζώνες τις οποίες ελέγχει το «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε»; όλα μαζί;
Αν αυτά ισχύουν, αναμφιβόλως, πρόκειται για τυχοδιωκτικούς σχεδιασμούς. Όμως, ούτως ή άλλως, η Τουρκία λειτουργεί σε ένα κυκεώνα ο οποίος απειλεί να καταλύσει τα θεμέλια του κεμαλικού εδαφικού οικοδομήματος. Η τουρκική ηγεσία μπορεί να επιδιώξει μια παράτολμη στρατηγική φυγής προς τα πρόσω, διαμορφωμένη από ένα Αρχιτέκτονα της Γεωπολιτικής· τον Πρωθυπουργό της.
Οι πρόσφατες τουρκικές κινήσεις συνιστούν την αρχή μιας διαδικασίας, την εξέλιξη της οποίας θα πρέπει να παρακολουθήσουμε προσεκτικά. Παραλλήλως προς την στρατιωτική και διπλωματική οχύρωση, η Ελλάδα οφείλει να αναδείξει διεθνώς και, ει δυνατόν, και εντός της Τουρκίας, τους ευρύτερους κινδύνους από την εφαρμογή θεωρητικών σχημάτων μεγαλοϊδεατικής εμπνεύσεως. Σε μια τέτοια προσπάθεια, το Στρατηγικό Βάθος το οποίο, περιέργως, δεν έχει ακόμη μεταφραστεί στην αγγλική, αποκαλύπτει τον δογματικό και, επομένως, επικίνδυνο χαρακτήρα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
* Ο κ.
Γ. Σ. Πρεβελάκης είναι Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη και Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στον ΟΟΣΑ
(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")
(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")