Αγγελική Σπανού,
Μετά από τεσσεράμιση
χρόνια στο μνημόνιο και έξι χρόνια ύφεσης γυρίζουμε μέσα στον ίδιο φαύλο
κύκλο: Τα εισοδήματα μειώνονται, οι φόροι αυξάνονται, η ανεργία γίνεται
εκρηκτική και εξοντωτική για τη νέα γενιά, το δημογραφικό πρόβλημα
οξύνεται, το ασφαλιστικό αδιέξοδο βαθαίνει και η μόνη απάντηση που
δίνεται από την ελληνική πλευρά είναι ο καταλογισμός όλης της ευθύνης
στην Τρόικα και η διεκδίκηση ασφαλούς χρηματοδότησης από τους
μηχανισμούς της ευρωζώνης χωρίς όρους και με παράλληλη απομείωση του
χρέους. Το μόνο που δεν εξετάστηκε ήταν το ενδεχόμενο μιας εθνικής
προσπάθειας για την άρση των παθογενειών της ελληνικής οικονομίας
προκειμένου να γίνει ανταγωνιστικότερη και να δημιουργηθεί μια ισχυρή
παραγωγική βάση που δεν θα στηρίζεται μόνο στην υπερκατανάλωση με εύκολα
δανεικά που πια δεν υπάρχουν.
Είναι αυτονόητο ότι για να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης χρειάζονται επενδύσεις, αντί γι αυτό έχουμε κύμα αποεπένδυσης με ξένες και εγχώριες εταιρείες να εγκαταλείπουν τη χώρα. Επενδύσεις δεν πρόκειται να έρθουν αν δεν αρθούν όλες οι αβεβαιότητες γύρω από την ελληνική οικονομία και αυτό δεν πρόκειται να συμβεί παρά μόνο αν γίνει, με γενναίες παρεμβάσεις, βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Επενδύσεις δεν πρόκειται να έρθουν και αν δεν διαμορφωθεί εδώ ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα. Αν, δηλαδή, δεν αποκτήσουμε ένα απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα που δεν θα αλλάζει αιφνδιαστικά ούτε θα είναι δυσνόητο, αν δεν υπάρξει ραγδαία επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης, αν δεν παταχθεί το τέρας της γραφειοκρατίας που τρέφεται με τη διαφθορά, αν δεν εκσυγχρονιστεί/εξορθολογιστεί το κράτος,
Είναι επίσης αυτονόητο ότι το μέλλον μας είναι ο τουρισμός, ο πρωτογενεής τομέας και οι εναλλακτικές πηγές ενέργειες. Το πρώτο υπονομεύεται με τα κλειστά μαγαζιά τις Κυριακές, το δεύτερο με την απουσία προσανατολισμού και καθοδήγησης από την πλευρά της πολιτείας προς τους παραγωγούς, το τρίτο αποκλείεται από τη στιγμή ότι ούτε ανεμογεννήτριες δεν είναι εύκολο να τοποθετηθούν στις Κυκλάδες λόγω αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών.
Θα άλλαζαν πάρα πολλά αν είχαμε μη κρατικά πανεπιστήμια τα οποία θα μπορούσαν να προσελκύσουν φοιτητές από την ευρύτερη περιοχή, αλλά για την ώρα έχουμε μόνο δημόσια πανεπιστήμια που ενίοτε λειτουργούν και ως χώροι παραεμπορίου, άλλοτε ως χωματερές. Θα άλλαζαν ακόμη περισσότερο αν η Αθήνα, που προσφέρει τον ωραιότερο ίσως περίπατο στον κόσμο, στον ενοποιημένο αρχαιολογικό χώρο, μπορούσε να γίνει ένας προορισμός δημοφιλής όσο το Παρίσι και το Λονδίνο για δώδεκα μήνες το χρόνο, για εκατομμύρια πολίτες από ολόκληρο τον πλανήτη. Αλλά αυτό προϋποθέτει ότι ο επισκέπτης θα ψωνίσει όποια μέρα θέλει, δεν θα εμποδιστεί στις μετακινήσεις του από διαδηλώσεις που κλείνουν το κέντρο, θα βρει πεζοδρόμιο να περπατήσει και αίθουσα χωρίς καπνό για να περάσει το βράδυ του.
Η ζωή θα ήταν πολύ ευκολότερη για όλους αν είχαμε ένα κράτος αποτελεσματικό, με ποιότητα υπηρεσιών, γρήγορο και φιλικό, αν υπάρχαν δημοτικοί παιδικοί σταθμοί για όλα τα παιδιά, δημόσια σχολεία που να μην επιβάλλουν τα φροντιστήρια το απόγευμα, νοσοκομεία που να μην πρέπει να γνωρίζεις κάποιον για να βρεις την άκρη.
Αν η κυβέρνηση, αντί να παριστάνει τον ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλοντας την Τρόικα και το μνημόνιο, επέλεγε να δώσει πολιτική μάχη στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, ακόμη και αν επέλεγε μία μόνη μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή, τότε σίγουρα θα είχε καλύτερα αποτελέσματα από τα τωρινά. Θα εξασφάλιζε, τουλάχιστον, μια σοβαρή κοινωνική συμμαχία με όσους θέλουν τη ρήξη με την Ελλάδα της χρεοκοπίας και το πέρασμα απέναντι, σε ένα ευρωπαϊκό μέλλον. Και θα έπειθε τους θεσμικούς μας εταίρους και πιστωτές ότι αξίζει τον κόπο να δώσουν ευκαιρίες σε μια χώρα που μέχρι τώρα αυτοκαταστρέφεται. Αντί γι αυτό, κηνυγούν από πίσω την αξιωματική αντιπολίτευση πλειοδοτώντας σε λαϊκισμό, σε κρατισμό και στην ιδεολογικοποίηση της ακινησίας.
Η κυβέρνηση καταρρέει όχι από τις επώδυνες μεταρρυθμίσεις, αλλά από τις μη μεταρρυθμίσεις. Και το πολιτικό κενό, η απουσία πολιτικής έκφρασης των κοινωνικών δυνάμεων που θέλουν την πρόοδο, ήταν βαθύ και γίνεται μοιραίο.
Είναι αυτονόητο ότι για να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης χρειάζονται επενδύσεις, αντί γι αυτό έχουμε κύμα αποεπένδυσης με ξένες και εγχώριες εταιρείες να εγκαταλείπουν τη χώρα. Επενδύσεις δεν πρόκειται να έρθουν αν δεν αρθούν όλες οι αβεβαιότητες γύρω από την ελληνική οικονομία και αυτό δεν πρόκειται να συμβεί παρά μόνο αν γίνει, με γενναίες παρεμβάσεις, βιώσιμο το ελληνικό χρέος. Επενδύσεις δεν πρόκειται να έρθουν και αν δεν διαμορφωθεί εδώ ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα. Αν, δηλαδή, δεν αποκτήσουμε ένα απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα που δεν θα αλλάζει αιφνδιαστικά ούτε θα είναι δυσνόητο, αν δεν υπάρξει ραγδαία επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης, αν δεν παταχθεί το τέρας της γραφειοκρατίας που τρέφεται με τη διαφθορά, αν δεν εκσυγχρονιστεί/εξορθολογιστεί το κράτος,
Είναι επίσης αυτονόητο ότι το μέλλον μας είναι ο τουρισμός, ο πρωτογενεής τομέας και οι εναλλακτικές πηγές ενέργειες. Το πρώτο υπονομεύεται με τα κλειστά μαγαζιά τις Κυριακές, το δεύτερο με την απουσία προσανατολισμού και καθοδήγησης από την πλευρά της πολιτείας προς τους παραγωγούς, το τρίτο αποκλείεται από τη στιγμή ότι ούτε ανεμογεννήτριες δεν είναι εύκολο να τοποθετηθούν στις Κυκλάδες λόγω αντιδράσεων των τοπικών κοινωνιών.
Θα άλλαζαν πάρα πολλά αν είχαμε μη κρατικά πανεπιστήμια τα οποία θα μπορούσαν να προσελκύσουν φοιτητές από την ευρύτερη περιοχή, αλλά για την ώρα έχουμε μόνο δημόσια πανεπιστήμια που ενίοτε λειτουργούν και ως χώροι παραεμπορίου, άλλοτε ως χωματερές. Θα άλλαζαν ακόμη περισσότερο αν η Αθήνα, που προσφέρει τον ωραιότερο ίσως περίπατο στον κόσμο, στον ενοποιημένο αρχαιολογικό χώρο, μπορούσε να γίνει ένας προορισμός δημοφιλής όσο το Παρίσι και το Λονδίνο για δώδεκα μήνες το χρόνο, για εκατομμύρια πολίτες από ολόκληρο τον πλανήτη. Αλλά αυτό προϋποθέτει ότι ο επισκέπτης θα ψωνίσει όποια μέρα θέλει, δεν θα εμποδιστεί στις μετακινήσεις του από διαδηλώσεις που κλείνουν το κέντρο, θα βρει πεζοδρόμιο να περπατήσει και αίθουσα χωρίς καπνό για να περάσει το βράδυ του.
Η ζωή θα ήταν πολύ ευκολότερη για όλους αν είχαμε ένα κράτος αποτελεσματικό, με ποιότητα υπηρεσιών, γρήγορο και φιλικό, αν υπάρχαν δημοτικοί παιδικοί σταθμοί για όλα τα παιδιά, δημόσια σχολεία που να μην επιβάλλουν τα φροντιστήρια το απόγευμα, νοσοκομεία που να μην πρέπει να γνωρίζεις κάποιον για να βρεις την άκρη.
Αν η κυβέρνηση, αντί να παριστάνει τον ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλοντας την Τρόικα και το μνημόνιο, επέλεγε να δώσει πολιτική μάχη στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, ακόμη και αν επέλεγε μία μόνη μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή, τότε σίγουρα θα είχε καλύτερα αποτελέσματα από τα τωρινά. Θα εξασφάλιζε, τουλάχιστον, μια σοβαρή κοινωνική συμμαχία με όσους θέλουν τη ρήξη με την Ελλάδα της χρεοκοπίας και το πέρασμα απέναντι, σε ένα ευρωπαϊκό μέλλον. Και θα έπειθε τους θεσμικούς μας εταίρους και πιστωτές ότι αξίζει τον κόπο να δώσουν ευκαιρίες σε μια χώρα που μέχρι τώρα αυτοκαταστρέφεται. Αντί γι αυτό, κηνυγούν από πίσω την αξιωματική αντιπολίτευση πλειοδοτώντας σε λαϊκισμό, σε κρατισμό και στην ιδεολογικοποίηση της ακινησίας.
Η κυβέρνηση καταρρέει όχι από τις επώδυνες μεταρρυθμίσεις, αλλά από τις μη μεταρρυθμίσεις. Και το πολιτικό κενό, η απουσία πολιτικής έκφρασης των κοινωνικών δυνάμεων που θέλουν την πρόοδο, ήταν βαθύ και γίνεται μοιραίο.