Του Νικόλα Ζηργάνου
Μία ημέρα μετά την ορκωμοσία του Ασραφ Γάνι ως νέου προέδρου του Αφγανιστάν και πριν ανακοινωθεί η νέα κυβέρνηση, η νέα (;) εξουσία στην Καμπούλ έσπευσε να υπογράψει διμερή συμφωνία ασφαλείας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συμφωνία, την οποία είχε αρνηθεί να υπογράψει ο απερχόμενος πρόεδρος (που κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ως… αντι-Αμερικανό) Χαμίντ Καρζάι, προβλέπει να παραμείνουν στο Αφγανιστάν -και μετά το τέλος του 2014- 10.000 Αμερικανοί στρατιώτες και σύμβουλοι, οι οποίοι θα εκπαιδεύουν και θα συμβουλεύουν τις τοπικές δυνάμεις ασφαλείας.
Οι ξένοι στρατιωτικοί θα απολαύουν ετεροδικίας, που σημαίνει ότι δεν θα δικάζονται σε πιθανή παραπομπή τους σε δικαστήριο από την αφγανική Δικαιοσύνη, αλλά από δικαστήρια της χώρας τους. Πρακτικά, θα έχουν ατιμωρησία· και αυτό το προνόμιο θα έχουν και οι 2.000 στρατιωτικοί των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ που επίσης θα παραμείνουν στο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση όλων των μάχιμων στρατευμάτων της Συμμαχίας στο τέλος του 2014.
Τη συμφωνία υπέγραψαν ο Αφγανός σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, Χάνιφ Ατμαρ και ο ισχυρότερος άνδρας στη χώρα, Αμερικανός πρεσβευτής στην Καμπούλ, Τζέιμς Κάνιγχαμ. Την υπογραφή της συμφωνίας χαιρέτισε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος χαρακτήρισε την ημέρα «ιστορική» και υποστήριξε ότι η διμερής εταιρική σχέση που οικοδομήθηκε τα τελευταία 13 χρόνια (μετά την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν) «θα ενισχύσει την εθνική κυριαρχία και σταθερότητα στο Αφγανιστάν και θα συμβάλει στη νίκη επί της Αλ Κάιντα και των εξτρεμιστών συμμάχων της».
Είναι πάντως ευφημισμός να κάνει κανείς λόγο για εθνική κυριαρχία στο Αφγανιστάν, πόσω μάλλον από τον ηγέτη μιας δύναμης κατοχής που ανέτρεψε με τα όπλα το προηγούμενο (επάρατο, απεχθές και σκοταδιστικό) καθεστώς. Οσο δε για τη σταθερότητα, οι Παστούν αντάρτες Ταλιμπάν και οι εξτρεμιστές σύμμαχοί τους ελέγχουν τις νότιες και ανατολικές επαρχίες, ενώ οι φυλές του Βορρά, οι Τουρκμένοι, οι Ουζμπέκοι και ιδίως οι Τατζίκοι δεν αναγνωρίζουν το αποτέλεσμα των εκλογών και θεωρούν ότι νικητής είναι ο Αμπντουλά Αμπντουλά, πρώην ηγέτης της «Βόρειας Συμμαχίας», του συνασπισμού των φυλών του Βορρά που χρησιμοποιήθηκε από τους Αμερικανούς σαν πολιορκητικός κριός για να ανατραπούν οι Ταλιμπάν τον Δεκέμβριο του 2001.
Ο Αμπντουλά δέχτηκε αφόρητες πιέσεις από την Ουάσιγκτον να αποδεχτεί μετά από πολύμηνη διαμάχη το αποτέλεσμα των αμφισβητούμενων προεδρικών εκλογών και να συγκυβερνήσει με τον Γάνι, αλλά οι οπαδοί του απειλούν ότι αν δεν τηρηθεί η συμφωνία θα εξεγερθούν και θα στραφούν ακόμη και με τα όπλα κατά της Καμπούλ. Ο Γάνι έδωσε τελικά την πρωθυπουργία στον Αμπντουλά, όμως η χώρα παραμένει βαθιά διασπασμένη ενώ οι Ταλιμπάν απειλούν να επιστρέψουν μετά την αποχώρηση των Αμερικανικών στρατευμάτων.
Σε μια επίδειξη δύναμης, το περασμένο Σαββατοκύριακο, οι Παστούν αντάρτες Ταλιμπάν εξαπέλυσαν επίθεση σε στρατηγικής σημασίας περιοχή κοντά στην πρωτεύουσα, σκότωσαν περί τους 100 πολίτες και αποκεφάλισαν 12 άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας. Επίσης, ένας καμικάζι ανατινάχτηκε κοντά στο αεροδρόμιο και άλλοι τρεις σε άλλες περιοχές της χώρας, προκαλώντας δεκάδες θύματα.
Ομως, πέραν της ασφάλειας, το πρόβλημα που απαιτεί άμεση λύση είναι η κατάρρευση της οικονομίας, καθώς η κυβέρνηση αδυνατεί να πληρώσει τους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Γάνι ζήτησε επείγουσα βοήθεια μισού δισ. δολαρίων από τη Δύση και έκανε έκκληση -που έπεσε στο κενό- προς τους Ταλιμπάν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για πολιτική λύση εθνικής συμφιλίωσης.
Μία ημέρα μετά την ορκωμοσία του Ασραφ Γάνι ως νέου προέδρου του Αφγανιστάν και πριν ανακοινωθεί η νέα κυβέρνηση, η νέα (;) εξουσία στην Καμπούλ έσπευσε να υπογράψει διμερή συμφωνία ασφαλείας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η συμφωνία, την οποία είχε αρνηθεί να υπογράψει ο απερχόμενος πρόεδρος (που κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ως… αντι-Αμερικανό) Χαμίντ Καρζάι, προβλέπει να παραμείνουν στο Αφγανιστάν -και μετά το τέλος του 2014- 10.000 Αμερικανοί στρατιώτες και σύμβουλοι, οι οποίοι θα εκπαιδεύουν και θα συμβουλεύουν τις τοπικές δυνάμεις ασφαλείας.
Οι ξένοι στρατιωτικοί θα απολαύουν ετεροδικίας, που σημαίνει ότι δεν θα δικάζονται σε πιθανή παραπομπή τους σε δικαστήριο από την αφγανική Δικαιοσύνη, αλλά από δικαστήρια της χώρας τους. Πρακτικά, θα έχουν ατιμωρησία· και αυτό το προνόμιο θα έχουν και οι 2.000 στρατιωτικοί των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ που επίσης θα παραμείνουν στο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση όλων των μάχιμων στρατευμάτων της Συμμαχίας στο τέλος του 2014.
Τη συμφωνία υπέγραψαν ο Αφγανός σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, Χάνιφ Ατμαρ και ο ισχυρότερος άνδρας στη χώρα, Αμερικανός πρεσβευτής στην Καμπούλ, Τζέιμς Κάνιγχαμ. Την υπογραφή της συμφωνίας χαιρέτισε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος χαρακτήρισε την ημέρα «ιστορική» και υποστήριξε ότι η διμερής εταιρική σχέση που οικοδομήθηκε τα τελευταία 13 χρόνια (μετά την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν) «θα ενισχύσει την εθνική κυριαρχία και σταθερότητα στο Αφγανιστάν και θα συμβάλει στη νίκη επί της Αλ Κάιντα και των εξτρεμιστών συμμάχων της».
Είναι πάντως ευφημισμός να κάνει κανείς λόγο για εθνική κυριαρχία στο Αφγανιστάν, πόσω μάλλον από τον ηγέτη μιας δύναμης κατοχής που ανέτρεψε με τα όπλα το προηγούμενο (επάρατο, απεχθές και σκοταδιστικό) καθεστώς. Οσο δε για τη σταθερότητα, οι Παστούν αντάρτες Ταλιμπάν και οι εξτρεμιστές σύμμαχοί τους ελέγχουν τις νότιες και ανατολικές επαρχίες, ενώ οι φυλές του Βορρά, οι Τουρκμένοι, οι Ουζμπέκοι και ιδίως οι Τατζίκοι δεν αναγνωρίζουν το αποτέλεσμα των εκλογών και θεωρούν ότι νικητής είναι ο Αμπντουλά Αμπντουλά, πρώην ηγέτης της «Βόρειας Συμμαχίας», του συνασπισμού των φυλών του Βορρά που χρησιμοποιήθηκε από τους Αμερικανούς σαν πολιορκητικός κριός για να ανατραπούν οι Ταλιμπάν τον Δεκέμβριο του 2001.
Ο Αμπντουλά δέχτηκε αφόρητες πιέσεις από την Ουάσιγκτον να αποδεχτεί μετά από πολύμηνη διαμάχη το αποτέλεσμα των αμφισβητούμενων προεδρικών εκλογών και να συγκυβερνήσει με τον Γάνι, αλλά οι οπαδοί του απειλούν ότι αν δεν τηρηθεί η συμφωνία θα εξεγερθούν και θα στραφούν ακόμη και με τα όπλα κατά της Καμπούλ. Ο Γάνι έδωσε τελικά την πρωθυπουργία στον Αμπντουλά, όμως η χώρα παραμένει βαθιά διασπασμένη ενώ οι Ταλιμπάν απειλούν να επιστρέψουν μετά την αποχώρηση των Αμερικανικών στρατευμάτων.
Σε μια επίδειξη δύναμης, το περασμένο Σαββατοκύριακο, οι Παστούν αντάρτες Ταλιμπάν εξαπέλυσαν επίθεση σε στρατηγικής σημασίας περιοχή κοντά στην πρωτεύουσα, σκότωσαν περί τους 100 πολίτες και αποκεφάλισαν 12 άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας. Επίσης, ένας καμικάζι ανατινάχτηκε κοντά στο αεροδρόμιο και άλλοι τρεις σε άλλες περιοχές της χώρας, προκαλώντας δεκάδες θύματα.
Ομως, πέραν της ασφάλειας, το πρόβλημα που απαιτεί άμεση λύση είναι η κατάρρευση της οικονομίας, καθώς η κυβέρνηση αδυνατεί να πληρώσει τους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Γάνι ζήτησε επείγουσα βοήθεια μισού δισ. δολαρίων από τη Δύση και έκανε έκκληση -που έπεσε στο κενό- προς τους Ταλιμπάν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για πολιτική λύση εθνικής συμφιλίωσης.