THE MIDDLE EAST QUARTERLY Η ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική
Μεσόγειο ευνοεί τη συνεργασία του Ισραήλ με την Κύπρο και την Ελλάδα.
«Η επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας
φέρνει πιο κοντά το Ισραήλ, την Κύπρο και την Ελλάδα. Πέραν της κοινής
επιδίωξης να αναχαιτισθούν οι αναθεωρητικές βλέψεις της Αγκυρας και των
κοινών συμφερόντων στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας, τα τρία κράτη
μοιράζονται επίσης την ανησυχία για το ενδεχόμενο μετατροπής της
Ανατολικής Μεσογείου σε ισλαμική λίμνη». Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει ο
Ισραηλινός καθηγητής Εφρέμ Ινμπάρ σε εκτενές άρθρο του με τίτλο «Οι
προκλήσεις του Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο», το οποίο φιλοξενείται
στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Middle East Quarterly, οργάνου του
αμερικανικού think tank για θέματα Μέσης Ανατολής, Middle East Forum.
Πρώην αλεξιπτωτιστής των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, ο Εφρέμ Ινμπάρ είναι γνωστός στα διεθνή μέσα ενημέρωσης για τις σκληρές, σιωνιστικές του απόψεις. Προ τριετίας, στη διάρκεια δεξίωσης της αμερικανικής σιωνιστικής οργάνωσης (ZOA), στο Μανχάταν, είχε υποστηρίξει ότι το πανεπιστήμιο Μπαρ Ιλάν, στο οποίο εργάζεται, «είναι το τελευταίο σιωνιστικό ανώτατο ίδρυμα» που έχει απομείνει στο Ισραήλ, καθώς τα πανεπιστήμια του Τελ Αβίβ και της Ιερουσαλήμ «έχουν γεμίσει μπολσεβίκους μετασιωνιστές» και «μεταμοντέρνους, που αρνούνται τον σιωνισμό και την επιστημονική αλήθεια». Ωστόσο, ο Εφρέμ Ινμπάρ, ο οποίος χρημάτισε επισκέπτης καθηγητής στα διάσημα αμερικανικά πανεπιστήμια Τζον Χόπκινς και Τζόρτζταουν, παραμένει πολιτικός επιστήμονας διεθνούς κύρους, συμμετέχοντας κατά καιρούς στα πιο ισχυρά think tanks των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ.
Αμερικανική αναδίπλωση
Στο τελευταίο πόνημά του, ο Ινμπάρ εκφράζει την ανησυχία του για την εξασθένηση, κατά τα τελευταία χρόνια, της τριγωνικής συνεργασίας ΗΠΑ - Ισραήλ - Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, περιοχή μέσω της οποίας διεξάγεται το 90% του ισραηλινού, εξωτερικού εμπορίου και η οποία, χάρη στους υδρογονάνθρακες που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, υπόσχεται μελλοντική ενεργειακή αυτοδυναμία στη χώρα του. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε, κατά τον αναλυτή, η αναδίπλωση της Αμερικής, η οποία, καθώς αγγίζει την ενεργειακή αυτοδυναμία και ανησυχεί για την άνοδο της Κίνας, ενδιαφέρεται για τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο λιγότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν, μεταφέροντας το κέντρο βάρους στη ζώνη Ασίας - Ειρηνικού.
Το κενό ασφαλείας που αφήνει πίσω της η Αμερική δεν μπορεί να καλυφθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία, κατά τον Ισραηλινό αναλυτή, «δεν αποτελεί πραγματικό στρατηγικό παίκτη, καθώς στερείται των απαιτούμενων στρατιωτικών μέσων, καθαρής στρατηγικής στόχευσης και πολιτικής θέλησης να αναλάβει τα ηνία». Αντιθέτως, επωφελούνται από την αμερικανική υποχώρηση για να ενισχύσουν την παρουσία τους δύο δυνάμεις που διαθέτουν την απαιτούμενη συνοχή και φιλοδοξία: Η Ρωσία του Πούτιν και η Τουρκία του Ερντογάν, την οποία ο Ινμπάρ περιγράφει με μελανά χρώματα, ως δύναμη αποσταθεροποίησης στην περιοχή. «Ο συνδυασμός τουρκικού εθνικισμού, οθωμανικής νοσταλγίας και ισλαμικών-τζιχαντιστικών παρορμήσεων απομακρύνει την Αγκυρα από τη φιλοδυτική τροχιά, ωθώντας την να υιοθετήσει επιθετικές θέσεις στα περιφερειακά ζητήματα. Η Τουρκία ενδιαφέρεται να αποκτήσει τον έλεγχο των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο για να μειώσει την εξάρτησή της από Ρωσία και Ιράν, αλλά και για να εμφανισθεί ως ενεργειακή γέφυρα της Δύσης... Η Αγκυρα θα μπορούσε να δελεαστεί ακόμη και να ολοκληρώσει την κατάκτηση της Κύπρου, που άρχισε με την εισβολή του 1974 και την κατοχή του βορείου τμήματός της... Αυτή η πολιτική φέρνει την Αγκυρα σε αντίθεση με τη Λευκωσία και την Ιερουσαλήμ, που έχουν κοινό συμφέρον να αναπτύξουν την παραγωγή φυσικού αερίου στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες τους».
Αμοιβαίο όφελος
Οι δυσοίωνες -όσο και επίκαιρες, λόγω της έντασης των ημερών μεταξύ Αγκυρας και Λευκωσίας- επισημάνσεις του Ισραηλινού αναλυτή συνοδεύονται από εγκωμιαστικά σχόλια για την ανάδυση μιας νέας τριγωνικής σχέσης στην περιοχή, εκείνης μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας. «Αθήνα, Ιερουσαλήμ και Λευκωσία προσδοκούν να συντονίσουν τις ομάδες πίεσης που διαθέτουν στην Ουάσιγκτον για να ευαισθητοποιήσουν την αμερικανική κυβέρνηση αναφορικά με τις ανησυχίες τους. Αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση, η Ελλάδα ελπίζει ότι οι νέοι δεσμοί της με το Ισραήλ θα αναζωογονήσουν τον τουρισμό και τον ενεργειακό της τομέα, ενώ επενδύει επίσης στη στρατιωτική συνεργασία με ένα ισχυρό κράτος της περιοχής. Επιπλέον, η αναδυόμενη, αν και άτυπη συμμαχία με την Ελλάδα μπορεί να φέρει το Ισραήλ πιο κοντά στην Ευρώπη και να μετριάσει τη φιλοπαλαιστινιακή προκατάληψη, που ορισμένες φορές κυριαρχεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση».
Στο ίδιο άρθρο, ο Εφρέμ Ινμπάρ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις συνομιλίες Μπέντζαμιν Νετανιάχου - Γιώργου Παπανδρέου κατά την επίσκεψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού στην Αθήνα, τον Αύγουστο του 2010. Μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι κατά τη συνάντηση των δύο ανδρών συζητήθηκε η πιθανότητα δημιουργίας ενός «ενεργειακού τριγώνου» μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας, με τη χώρα μας να αποτελεί τον κόμβο για την εξαγωγή φυσικού αερίου από το Ισραήλ και την Κύπρο στην υπόλοιπη Ευρώπη, μια εξέλιξη η οποία, όπως τονίζει ο αρθρογράφος, θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση της ηπείρου από τη Ρωσία.
Πρώην αλεξιπτωτιστής των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, ο Εφρέμ Ινμπάρ είναι γνωστός στα διεθνή μέσα ενημέρωσης για τις σκληρές, σιωνιστικές του απόψεις. Προ τριετίας, στη διάρκεια δεξίωσης της αμερικανικής σιωνιστικής οργάνωσης (ZOA), στο Μανχάταν, είχε υποστηρίξει ότι το πανεπιστήμιο Μπαρ Ιλάν, στο οποίο εργάζεται, «είναι το τελευταίο σιωνιστικό ανώτατο ίδρυμα» που έχει απομείνει στο Ισραήλ, καθώς τα πανεπιστήμια του Τελ Αβίβ και της Ιερουσαλήμ «έχουν γεμίσει μπολσεβίκους μετασιωνιστές» και «μεταμοντέρνους, που αρνούνται τον σιωνισμό και την επιστημονική αλήθεια». Ωστόσο, ο Εφρέμ Ινμπάρ, ο οποίος χρημάτισε επισκέπτης καθηγητής στα διάσημα αμερικανικά πανεπιστήμια Τζον Χόπκινς και Τζόρτζταουν, παραμένει πολιτικός επιστήμονας διεθνούς κύρους, συμμετέχοντας κατά καιρούς στα πιο ισχυρά think tanks των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ.
Αμερικανική αναδίπλωση
Στο τελευταίο πόνημά του, ο Ινμπάρ εκφράζει την ανησυχία του για την εξασθένηση, κατά τα τελευταία χρόνια, της τριγωνικής συνεργασίας ΗΠΑ - Ισραήλ - Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, περιοχή μέσω της οποίας διεξάγεται το 90% του ισραηλινού, εξωτερικού εμπορίου και η οποία, χάρη στους υδρογονάνθρακες που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, υπόσχεται μελλοντική ενεργειακή αυτοδυναμία στη χώρα του. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε, κατά τον αναλυτή, η αναδίπλωση της Αμερικής, η οποία, καθώς αγγίζει την ενεργειακή αυτοδυναμία και ανησυχεί για την άνοδο της Κίνας, ενδιαφέρεται για τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο λιγότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν, μεταφέροντας το κέντρο βάρους στη ζώνη Ασίας - Ειρηνικού.
Το κενό ασφαλείας που αφήνει πίσω της η Αμερική δεν μπορεί να καλυφθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία, κατά τον Ισραηλινό αναλυτή, «δεν αποτελεί πραγματικό στρατηγικό παίκτη, καθώς στερείται των απαιτούμενων στρατιωτικών μέσων, καθαρής στρατηγικής στόχευσης και πολιτικής θέλησης να αναλάβει τα ηνία». Αντιθέτως, επωφελούνται από την αμερικανική υποχώρηση για να ενισχύσουν την παρουσία τους δύο δυνάμεις που διαθέτουν την απαιτούμενη συνοχή και φιλοδοξία: Η Ρωσία του Πούτιν και η Τουρκία του Ερντογάν, την οποία ο Ινμπάρ περιγράφει με μελανά χρώματα, ως δύναμη αποσταθεροποίησης στην περιοχή. «Ο συνδυασμός τουρκικού εθνικισμού, οθωμανικής νοσταλγίας και ισλαμικών-τζιχαντιστικών παρορμήσεων απομακρύνει την Αγκυρα από τη φιλοδυτική τροχιά, ωθώντας την να υιοθετήσει επιθετικές θέσεις στα περιφερειακά ζητήματα. Η Τουρκία ενδιαφέρεται να αποκτήσει τον έλεγχο των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο για να μειώσει την εξάρτησή της από Ρωσία και Ιράν, αλλά και για να εμφανισθεί ως ενεργειακή γέφυρα της Δύσης... Η Αγκυρα θα μπορούσε να δελεαστεί ακόμη και να ολοκληρώσει την κατάκτηση της Κύπρου, που άρχισε με την εισβολή του 1974 και την κατοχή του βορείου τμήματός της... Αυτή η πολιτική φέρνει την Αγκυρα σε αντίθεση με τη Λευκωσία και την Ιερουσαλήμ, που έχουν κοινό συμφέρον να αναπτύξουν την παραγωγή φυσικού αερίου στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες τους».
Αμοιβαίο όφελος
Οι δυσοίωνες -όσο και επίκαιρες, λόγω της έντασης των ημερών μεταξύ Αγκυρας και Λευκωσίας- επισημάνσεις του Ισραηλινού αναλυτή συνοδεύονται από εγκωμιαστικά σχόλια για την ανάδυση μιας νέας τριγωνικής σχέσης στην περιοχή, εκείνης μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας. «Αθήνα, Ιερουσαλήμ και Λευκωσία προσδοκούν να συντονίσουν τις ομάδες πίεσης που διαθέτουν στην Ουάσιγκτον για να ευαισθητοποιήσουν την αμερικανική κυβέρνηση αναφορικά με τις ανησυχίες τους. Αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση, η Ελλάδα ελπίζει ότι οι νέοι δεσμοί της με το Ισραήλ θα αναζωογονήσουν τον τουρισμό και τον ενεργειακό της τομέα, ενώ επενδύει επίσης στη στρατιωτική συνεργασία με ένα ισχυρό κράτος της περιοχής. Επιπλέον, η αναδυόμενη, αν και άτυπη συμμαχία με την Ελλάδα μπορεί να φέρει το Ισραήλ πιο κοντά στην Ευρώπη και να μετριάσει τη φιλοπαλαιστινιακή προκατάληψη, που ορισμένες φορές κυριαρχεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση».
Στο ίδιο άρθρο, ο Εφρέμ Ινμπάρ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις συνομιλίες Μπέντζαμιν Νετανιάχου - Γιώργου Παπανδρέου κατά την επίσκεψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού στην Αθήνα, τον Αύγουστο του 2010. Μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι κατά τη συνάντηση των δύο ανδρών συζητήθηκε η πιθανότητα δημιουργίας ενός «ενεργειακού τριγώνου» μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας, με τη χώρα μας να αποτελεί τον κόμβο για την εξαγωγή φυσικού αερίου από το Ισραήλ και την Κύπρο στην υπόλοιπη Ευρώπη, μια εξέλιξη η οποία, όπως τονίζει ο αρθρογράφος, θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση της ηπείρου από τη Ρωσία.