07 Αυγούστου 2014

Ο Μαραθώνας, τα αρχαία και οι αρχές του τόπου

Το ιερό των Αιγυπτίων Θεών (αριστερά αντίγραφο της Ισιδας) είναι επισκέψιμο. Ομως το Τσέπι (επάνω δεξιά) στον Μαραθώνα είναι κλειστό.ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ-Ο Μαραθώνας είναι πάντα ένας αγαπημένος κοντινός προορισμός χάρη στις παραλίες, αλλά και τους αρχαιολογικούς του χώρους, που χάνονται μέσα στα μποστάνια, τα φυτώρια και την άναρχη κατοίκηση.Το αρχαιολογικό μουσείο, εξορισμένο στους πρόποδες του λόφου Αγριλίκι, έχει το δικό του σταθερό κοινό. Eνώ το πρωτοελλαδικό νεκροταφείο στο Τσέπι, με το πανύψηλο στέγαστρο που κόστισε 3,3 εκατ. ευρώ στη γαλαντόμα περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, αν και κοντά στη λεωφόρο Μαραθώνος, παραμένει κλειστό. Τα ραγισμένα τζάμια αντικαταστάθηκαν καιρό τώρα, όμως η φτέρη που απλώνεται στο εσωτερικό του, καθώς και μια συκιά που επίσης μεγαλώνει ανενόχλητη, δείχνουν την εγκατάλειψη.



Στην Μπρεξίζα

Η αρμόδια εφορεία αρχαιοτήτων προσπαθεί με τα λίγα μέσα που διαθέτει και τα κονδύλια που δεν επαρκούν. Το στέγαστρο στο Τσέπι μπορεί να μην είναι ανοιχτό στο κοινό και να εγκαταλείπεται στη φθορά, όπως δείχνουν τα «φουσκωμένα» ξύλινα μέρη του, όμως στην Μπρεξίζα το Ιερό των Αιγυπτίων Θεών άνοιξε εδώ και μια εβδομάδα για το κοινό, και θα λειτουργεί ώς τις 3 το μεσημέρι όπως το Μουσείο.Τι έγιναν άραγε εκείνα τα μεγαλεπήβολα σχέδια περί ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων του Μαραθώνα με την ανάδειξη των μνημείων του στο πλαίσιο μιας αρχαιολογικής και τουριστικής διαδρομής που υπόσχονταν δέκα χρόνια πριν; Τι έγινε και η «επένδυση στο αυτονόητο, στον Κλασσικό Μαραθώνιο» την οποία εξήγγειλε το 2011 ο τότε υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος υπογράφοντας το Μνημόνιο Συνεργασίας με τον πρόεδρο της AIMS, της Διεθνούς Ομοσπονδίας Μαραθωνίων Δρόμων και Δρόμων Μεγάλων Αποστάσεων; Και, από την άλλη, τι είναι αυτό που ονειρεύονται για τον Μαραθώνα και τις αξίες του οι σύγχρονοι Ελληνες;

Το άρθρο του νεοεκλεγέντος δημάρχου Ηλία Ψινάκη στην τοπική εφημερίδα «Επταήμερο Ανατολικής Αττικής» (21/7) είναι έτσι γραμμένο ώστε νομίζεις ότι αστειεύεται, ότι διασκεδάζει παρουσιαστές πρωινάδικων. Ο νέος δήμαρχος αναγγέλλει σχέδια που οραματίζεται ότι «θα κάνουν τους γνήσιους απόγονους του Γανυμήδη και του Φειδιππίδη να ξαναφουσκώσουν από περηφάνια και να λικνίσουν τα καλοσμιλεμένα τους στήθη σε λάγνους ρυθμούς». Ο λόγος για τους κατοίκους του Μαραθώνα, τους οποίους ο Η. Ψινάκης φαντασιώνεται ως «ηλιοκαμένους λεβέντες, που τ’ αργασμένο δέρμα τους το ’χει ποτίσει η αλμύρα και το ’χει μαστιγώσει αλύπητα το κύμα, που το κορμί τους έχει την δροσερή ευωδιά της θάλασσας, που τα τραχιά χέρια τους μπορούν να γίνουν μια ζεστή φωλιά για κάθε γυναίκα». Ευκαιρία, λοιπόν, τώρα, χάρη στα σχέδιά του, «να ξαναπεράσουν καλά στον τόπο τους βρε αδερφέ».

Αλλά ποια είναι τα σχέδια αυτά; Με το που θα αναλάβει εκείνος τη δημαρχία, ξεκινάει, λέει, το πρόγραμμα «Marathonian Riviera». Η «ανακατασκευή της πόλης και η νοητή διχοτόμησή της στο παραθαλάσσιο και στο βιομηχανικό κομμάτι». Το πρώτο θα περιλαμβάνει «ειδικά διαμορφωμένους μώλους για τη φιλοξενία πολυτελών σκαφών, ιστιοπλοϊκών και υδροπλάνων, την κατασκευή μπανγκαλόου σουιτών για τη φιλοξενία των πάμπλουτων και ευυπόληπτων επισκεπτών μας, αλλά και το άμεσο φύτεμα μιας οπτασίας πολυτελούς πράσινου και φοινικιών που θα παραπέμπουν, αλλά θα ξεπερνούν σε καλαισθησία και όραμα, στην ομολογουμένως ξεπερασμένη πια Γαλλική Riviera».

Το βιομηχανικό κομμάτι, απαιτεί -σημειώνει- ανοιχτό μυαλό. «Στα πρότυπα του Μάντσεστερ της δεκαετίας του ενενήντα, φιλοδοξεί να αναβιώσει το κίνημα του Acid House και της κουλτούρας του clubbing, όπως το έζησε τότε: “Θα γεμίσω τον τόπο χώρους όπου θα γίνονται ασταμάτητα warehouse parties, θα απελευθερωθεί η χρήση των ελαφρών ψυχοτρόπων ουσιών και της “φαρμακευτικής” μαριχουάνας, θα αποσυρθεί το μέτρο περί “προσβολής της δημοσίας αιδούς” για το dress code έτσι ώστε ο καθείς να εκφράζεται ελεύθερα και τέλος θα καταργηθεί και το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων», αναγγέλλει ο νέος δήμαρχος...

Ατέλειωτη φιέστα

Μέχρι το 2015, προσδοκά να γίνει ο Μαραθώνας «πόλος έλξης της παγκόσμιας κουλτούρας των ravers και των party animals γενικότερα, που θα βοηθήσουν πολύ την ντόπια οικονομία. Ευελπιστεί δε, γύρω από τον Μαραθώνα «να στηθεί μία πολιτιστική θερμοκοιτίδα δημιουργώντας έτσι απ’ το πουθενά μια πόλη-studio54». Υπόσχεται τέλος «η επόμενη τετραετία να είναι για όλους μας μια ατέλειωτη φιέστα».

Αντί να βοηθηθεί η αρμόδια εφορεία αρχαιοτήτων από τις τοπικές αρχές, άλλα είναι τα όνειρα. Γιατί βλέπετε αυτά χρειάζεται ο Μαραθώνας. Τον πυρετό της νεοϋορκέζικης νύχτας που ξεκίνησε το 1977, κράτησε ώς το ’80 όταν οι ιδιοκτήτες του «Studio 54» μπήκαν στη φυλακή για φορολογικούς λόγους, και ξεθύμανε οριστικά το 1986. Αν τελικά δεν αστειεύεται, ο Η. Ψινάκης αντιλαμβάνεται τον Μαραθώνα όχι σύμφωνα με τη μοναδική ταυτότητά του και τα καθημερινά προβλήματά του, αλλά σύμφωνα με τη δανεική λάμψη μιας διάσημης ντίσκο άλλης χώρας, άλλης κοινωνίας, άλλης εποχής. Τόσος επαρχιωτισμός από έναν «κοσμοπολίτη»;