Αθανασόπουλος Αλ. Άγγελος -Η αρμόδια για την εξωτερική πολιτική στον ΣΥΡΙΖΑ για τις εξελίξεις σε Γάζα-Ουκρανία
Πρόσφατα, ο ΣΥΡΙΖΑ επέδωσε ψήφισμα στην πρεσβεία του Ισραήλ με αφορμή τα τραγικά γεγονότα στη Γάζα. Εκτιμάτε ότι η ευθύνη για τα όσα συμβαίνουν εκεί σήμερα είναι αποκλειστική ευθύνη του Τελ Αβίβ;
«Οι σημερινές εξελίξεις εντάσσονται στο πλαίσιο της στρατηγικής, που ακολουθεί σταθερά το Ισραήλ για το Παλαιστινιακό: αγνόηση των αποφάσεων του ΟΗΕ, εποικισμός, αποκλεισμός 1,8 εκ. ανθρώπων στη Γάζα, στρατιωτικές εισβολές επίσης το 2008-2009 και Νοέμβριο 2012 με χιλιάδες αμάχους νεκρούς και τραυματίες, ανάμεσά τους πολλά παιδιά, ουσιαστική απόρριψη διεθνών πρωτοβουλιών επίλυσης του Παλαιστινιακού κ.λπ. Η σημερινή έκρηξη βαρβαρότητας, παραβιάζοντας για άλλη μια φορά κάθε αρχή διεθνούς δικαίου, είναι συνεπακόλουθη εξέλιξη μιας πολιτικής, που δεν έθεσε τις προϋποθέσεις για τη συνύπαρξη, με διεθνείς εγγυήσεις, δυο κυρίαρχων κρατών και επέμεινε ότι η ασφάλεια του ισραηλινού λαού και του κράτους του θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν μέσω της συνέχισης της κατοχής, του εποικισμού και με στρατιωτικά, κυρίως, μέσα.
Σήμερα επείγει ο τερματισμός της στρατιωτικής εισβολής στη Γάζα, αλλά και η αναγνώριση του αδιέξοδου όλης της ακολουθούμενης πολιτικής ως προϋπόθεση για να υπάρξουν βήματα προόδου στη γνωστή, από τις αποφάσεις του ΟΗΕ, κατεύθυνση ουσιαστικής επίλυσης».
Πως κρίνετε την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης στην ισραηλινοπαλαιστινιακή διένεξη και σε σχέση με την ευρύτερη αναταραχή στη Μέση Ανατολή; Έχετε κάποιες προτάσεις να καταθέσετε προς συζήτηση, ώστε να διαμορφωθεί μία πιο ενεργητική ελληνική εξωτερική πολιτική στο μέτωπο αυτό;
«Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ήδη από τις 17 Ιουλίου, ζήτησε από την κυβέρνηση να εξαντλήσει όλα τα διαθέσιμα διπλωματικά μέσα, ώστε να συμβάλει ουσιαστικά στον άμεσο τερματισμό της αιματοχυσίας στη Γάζα και στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων, μεταξύ άλλων, τερματισμό του αποκλεισμού και του εποικισμού, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Παράλληλα, υποστήριξε ένα σημαντικό σχέδιο ψηφίσματος του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Ευρωκοινοβούλιο, που θέτει όλο το εύρος του προβλήματος και τις βασικές παραμέτρους για μια δίκαιη λύση του.
Ασφαλώς, αυτά προϋποθέτουν, από πλευρά ελληνικής κυβέρνησης την πίεση για εγκατάλειψη, από πλευράς ΕΕ, της πολιτικής ίσων αποστάσεων, ακόμη και μονόπλευρης στήριξης του Ισραήλ, που προωθεί ο γαλλογερμανικός άξονας, τη διαμόρφωση συγκροτημένης εθνικής πολιτικής έναντι των αραβικών/μουσουλμανικών χωρών, την υποστήριξη της ανάγκης για ενεργό, αυτόνομο, φιλειρηνικό ρόλο της ΕΕ σε διεθνές επίπεδο και στην ευρύτερη περιοχή, ώστε να πάψει η ευρωπαϊκή διπλωματία να σέρνεται πίσω από τις εκάστοτε αμερικανικές προτεραιότητες ή κοντόφθαλμες εθνικές στρατηγικές, κυρίως της Γερμανίας, Αγγλίας και Γαλλίας, που ξεκινώντας από την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, μέσω Συρίας και Λιβύης, “έθρεψαν” το τζιχαντισμό, οδηγώντας σήμερα σε επαπειλούμενες αλλαγές συνόρων.
Παράλληλα, η κυβέρνηση θα έπρεπε να επιδιώξει τη δημιουργία συμμαχιών κυρίως με τις μεσογειακές χώρες για την αντιμετώπιση προκλήσεων τόσο στην εξωτερική πολιτική, όσο και στην οικονομία, μία ψύχραιμη αξιολόγηση και επαναξιολόγηση των διμερών σχέσεων της Ελλάδας στο πλαίσιο μίας ευρύτερης, πολυπολικής στρατηγικής για την διασφάλιση των συμφερόντων της χώρας και την προώθηση της ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή. Αυτό είναι επίσης η καλύτερη διασφάλιση για να υπάρξουν θετικές εξελίξεις στην Κύπρο. Είναι λυπηρό σήμερα η ελληνική διπλωματία να εξαντλείται σε τηλεφωνικές επαφές και διακηρύξεις, για μια θηριωδία που συντελείται στην άμεση γειτονία της Ανατολικής Μεσογείου. Απ’ την πρώτη στιγμή μαζί και με τους βουλευτές και των άλλων κομμάτων, που συμμετέχουν στην Επιτροπή Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων, ζητήσαμε άμεσα την έκτακτη σύγκλησή της για να συζητηθούν αυτά ακριβώς τα θέματα».
Καταδικάσατε πρόσφατα την απαγόρευση λειτουργίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας ως αντιδημοκρατική κίνηση. Πως βλέπει η αξιωματική αντιπολίτευση την ουκρανική κρίση;
«Η ουκρανική κρίση κατέδειξε τη θεμελιώδη αδυναμία της ΕΕ να λειτουργήσει ως ανεξάρτητη δύναμη ειρήνης και δημοκρατίας ως προς τις εξωτερικές της σχέσεις. Η ΕΕ δεν συνέβαλε ενεργά στην έγκαιρη οικοδόμηση μιας νέας Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Συλλογικής Ασφάλειας με τη Ρωσία, με τις χώρες της να αρκούνται στην ανάπτυξη των αμερικανικής έμπνευσης σχεδίων για “νατοϊκή αντιπυραυλική ασπίδα” στην Ανατολική Ευρώπη και στην προώθηση νεοφιλελεύθερων Συμφωνιών Σύνδεσης με την ΕΕ, που θα έχουν διαλυτικές συνέπειες για τον παραγωγικό ιστό και την κοινωνία, πριν απ’ όλα στην Ανατολική Ουκρανία. Ταυτίζοντας τα γεωπολιτικά συμφέροντά της με αυτά του ΝΑΤΟ, η ΕΕ συνέβαλε στις πιέσεις προς την Ουκρανία να επιλέξει μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, εντείνοντας τις υφιστάμενες διαφορές στη χώρα σ’ έναν παροξυσμό, που οδήγησε σε εμφύλιο.
Σας ικανοποιεί η κυβερνητική πολιτική στην ουκρανική κρίση και αν όχι, γιατί;
«Επί Ελληνικής Προεδρίας, η ΕΕ δεν πήρε καμία ουσιαστική πρωτοβουλία για να προωθήσει οποιοδήποτε σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης, ενώ η υποστήριξη της Συμφωνίας-Σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας και της παροχής βοήθειας από το ΔΝΤ με προαπαιτούμενο την εφαρμογή μέτρων λιτότητας ανάλογα με τα ελληνικά, καταδεικνύουν την πλήρη συμπόρευσή της κυβέρνησης με τους πλέον ακραίους νεοφιλελεύθερους κύκλους της Ευρώπης. Παράλληλα, η μη έγκαιρη καταδίκη νεοναζιστικών και ακροδεξιών ουκρανικών μορφωμάτων από την ΕΕ είχε πολλαπλώς αρνητικές επιπτώσεις, τόσο για τον φαύλο κύκλο βίας όσο και για τον περιορισμό δικαιωμάτων στην χώρα, όπως είδαμε και με την επιχειρούμενη απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας. Το γεγονός ότι βουλευτές από ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Ανεξάρτητους Έλληνες και ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψαν και επέδωσαν από κοινού στην Πρεσβεία της Ουκρανίας, Ψήφισμα ενάντια στην απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας – το ΚΚΕ επέδωσεανάλογο χωριστά – αποτελεί ένδειξη της αυξανόμενης ανησυχίας για τις εξελίξεις. Παράλληλα, η εντεινόμενη πολιτική αντιποίνων κατά της Ρωσίας έχει αρχίσει να λειτουργεί αντίστροφα, με συνέπειες ήδη για τον τουρισμό και επαπειλούμενη κατάρρευση των ελληνικών εξαγωγών αγροτικών προϊόντων. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντίθετος με την πολιτική αντιποίνων, που στηρίζεται σε πολιτικές τύπου “δύο μέτρα και δύο σταθμά”. Υποστηρίζουμε την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης των διπλωματικών πρωτοβουλιών για υπέρβαση της κρίσης και του ψυχροπολεμικού κλίματος που διαμορφώνεται στις ευρωπαϊκές και διεθνείς σχέσεις».