Ο σάλος για τις δηλώσεις του γ.γ. του υπουργείου Εξωτερικών Αν.
Μητσιάλη, που εξίσωσαν -πέραν κάθε διπλωματικής λογικής και εις βάρος
του εθνικού συμφέροντος- την αμυνόμενη Κυπριακή Δημοκρατία με την
επιτιθέμενη Τουρκία και το ψευδοκράτος, είναι απόλυτα δικαιολογημένος. Χωρίς
να απαιτούνται πολλές αναλύσεις, είναι σαφές ότι ο Νο. 1 υπηρεσιακός
παράγοντας του υπουργείου Εξωτερικών καταπάτησε την υπ’ αριθμόν 1 (μαζί
με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις) διπλωματική προτεραιότητα της χώρας. Με
τη λογική του κ. Μητσιάλη, ο ομόλογός του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα
συνιστούσε «αμοιβαίες υποχωρήσεις» στις ΗΠΑ και στην Αλ Κάιντα μετά την
11η Σεπτεμβρίου. Στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών θα καλούσαν το Κίεβο
και τους ρωσόφωνους της Ουκρανίας «να μην επιρρίπτουν ευθύνες ο ένας
στον άλλον». Και οι ανώτεροι Βρετανοί και Γάλλοι διπλωμάτες θα ζητούσαν
αυτοσυγκράτηση της Δύσης έναντι του τζιχαντιστών της ISIS. Ολα αυτά
ακούγονται τόσο αντιφατικά και παράλογα, επειδή εξίσου αντιφατικό και
παράλογο είναι ένας ανώτατος διπλωμάτης να ανατρέπει την εθνική γραμμή
μόλις αντικρίζει -φιλικούς μάλιστα- δημοσιογράφους.
Ταυτόχρονα, δεν χρειάζεται να γίνεται δίκη προθέσεων του πρέσβη Μητσιάλη. Αλλα δημοσιεύματα υπαινίσσονται ότι ίσως θέλει να γίνει αρεστός στις ΗΠΑ εν όψει εξελίξεων στο Κυπριακό. Αλλα του αποδίδουν έφεση προς προβολή και δημοσιότητα που δεν δικαιούται, αφού είναι υπηρεσιακός παράγοντας και όχι πολιτικός. Οποιο κι αν ήταν το κίνητρό του, περισσότερο μετράει το δυσάρεστο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, η πτυχή που ενδιαφέρει ακόμα περισσότερο είναι οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης και της Διπλωματικής Υπηρεσίας υπό την καθοδήγηση του Ευ. Βενιζέλου και του παραμένοντος (;) στη θέση του γενικού γραμματέα. Το Κυπριακό, ως γνωστόν, «δεν πουλάει», αλλά πάντα γεννά πολιτικές συνέπειες: π.χ. τον Αύγουστο του 1996 ο Κ. Σημίτης είχε συμφωνήσει στη χρήση πυρός στη Μεγαλόνησο μετά την ένταση των εν ψυχρώ δολοφονιών των Ισαάκ και Σολωμού. Τον Μάρτιο του 2004 ο Κ. Καραμανλής ισορρόπησε σε τεντωμένο σκοινί με διφορούμενες διατυπώσεις για το Σχέδιο Ανάν, ενώ έκτοτε ο Γ. Παπανδρέου φέρει το στίγμα του φανατικού «ναι» στις προτάσεις του γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.
Σήμερα ορισμένες από τις πτυχές των συνομιλιών Αναστασιάδη - Ερογλου αφορούν την «εκ περιτροπής» προεδρία Ελληνοκυπρίου - Τουρκοκυπρίου που είχε απορρίψει (ως υπουργός Εξωτερικών, το καλοκαίρι του 1991) ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, καθώς και την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου για το οποίο ο συνταγματολόγος Ευ. Βενιζέλος θα είναι χρήσιμο να διαφωτίσει τον -σε διαπραγματευτική σύγχυση- Κύπριο Πρόεδρο. Μείζονα σημασία έχει, επίσης, η αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Μεγαλονήσου για τα οποία συζήτησε και ο κ. Μητσιάλης στη Λευκωσία.
Παράλληλα, το υπουργείο Εξωτερικών (επομένως και ο γενικός γραμματέας του) θα εξετάσουν τους επόμενους μήνες κρίσιμα θέματα, όπως η χρονική επέκταση του Μνημονίου Παπούλια - Γιλμάζ, η διεύρυνση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και η σύγκληση (μάλλον χειμερινή) του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας σε συνέχεια των συνομιλιών Σαμαρά - Ερντογάν, πέρυσι τον Μάρτιο.
Εν όψει σημαντικών αποφάσεων για το Αιγαίο και της Κύπρο, τα επόμενα κεφάλαια της κυβερνητικής πολιτικής θα επηρεάζονται από τον «ουδέτερο τόνο» των δηλώσεων Μητσιάλη;
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.
Ταυτόχρονα, δεν χρειάζεται να γίνεται δίκη προθέσεων του πρέσβη Μητσιάλη. Αλλα δημοσιεύματα υπαινίσσονται ότι ίσως θέλει να γίνει αρεστός στις ΗΠΑ εν όψει εξελίξεων στο Κυπριακό. Αλλα του αποδίδουν έφεση προς προβολή και δημοσιότητα που δεν δικαιούται, αφού είναι υπηρεσιακός παράγοντας και όχι πολιτικός. Οποιο κι αν ήταν το κίνητρό του, περισσότερο μετράει το δυσάρεστο αποτέλεσμα.
Ωστόσο, η πτυχή που ενδιαφέρει ακόμα περισσότερο είναι οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης και της Διπλωματικής Υπηρεσίας υπό την καθοδήγηση του Ευ. Βενιζέλου και του παραμένοντος (;) στη θέση του γενικού γραμματέα. Το Κυπριακό, ως γνωστόν, «δεν πουλάει», αλλά πάντα γεννά πολιτικές συνέπειες: π.χ. τον Αύγουστο του 1996 ο Κ. Σημίτης είχε συμφωνήσει στη χρήση πυρός στη Μεγαλόνησο μετά την ένταση των εν ψυχρώ δολοφονιών των Ισαάκ και Σολωμού. Τον Μάρτιο του 2004 ο Κ. Καραμανλής ισορρόπησε σε τεντωμένο σκοινί με διφορούμενες διατυπώσεις για το Σχέδιο Ανάν, ενώ έκτοτε ο Γ. Παπανδρέου φέρει το στίγμα του φανατικού «ναι» στις προτάσεις του γ.γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.
Σήμερα ορισμένες από τις πτυχές των συνομιλιών Αναστασιάδη - Ερογλου αφορούν την «εκ περιτροπής» προεδρία Ελληνοκυπρίου - Τουρκοκυπρίου που είχε απορρίψει (ως υπουργός Εξωτερικών, το καλοκαίρι του 1991) ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, καθώς και την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου για το οποίο ο συνταγματολόγος Ευ. Βενιζέλος θα είναι χρήσιμο να διαφωτίσει τον -σε διαπραγματευτική σύγχυση- Κύπριο Πρόεδρο. Μείζονα σημασία έχει, επίσης, η αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Μεγαλονήσου για τα οποία συζήτησε και ο κ. Μητσιάλης στη Λευκωσία.
Παράλληλα, το υπουργείο Εξωτερικών (επομένως και ο γενικός γραμματέας του) θα εξετάσουν τους επόμενους μήνες κρίσιμα θέματα, όπως η χρονική επέκταση του Μνημονίου Παπούλια - Γιλμάζ, η διεύρυνση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και η σύγκληση (μάλλον χειμερινή) του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας σε συνέχεια των συνομιλιών Σαμαρά - Ερντογάν, πέρυσι τον Μάρτιο.
Εν όψει σημαντικών αποφάσεων για το Αιγαίο και της Κύπρο, τα επόμενα κεφάλαια της κυβερνητικής πολιτικής θα επηρεάζονται από τον «ουδέτερο τόνο» των δηλώσεων Μητσιάλη;
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.