Αλέξανδρος ΤάρκαςΟ σάλος για το διεθνές δίκτυο τηλεπικοινωνιακών υποκλοπών της
Γερμανίας είναι δικαιολογημένος ως προς τη νομική διάσταση της
προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Ωστόσο -όσο κι αν ακούγεται
κυνικό-, η πολιτική διάσταση της υπόθεσης υπενθυμίζει ότι τα σοβαρά
κράτη είναι επιβεβλημένο να έχουν παρόμοιες δυνατότητες.Η κυβέρνηση του Βερολίνου και, προσωπικά, η Α. Μέρκελ με δημόσιες
δηλώσεις είχαν εξοργιστεί μετά την αποκάλυψη παγίδευσης των κινητών
τηλεφώνων της από την αμερικανική NSA. Επίσης δημόσια ο πρόεδρος Ομπάμα
είχε υπερασπιστεί τις αρμόδιες υπηρεσίες, υπογραμμίζοντας ότι έχουν
ευθύνη προάσπισης της εθνικής ασφάλειας και προώθησης των οικονομικών
συμφερόντων των ΗΠΑ. Συμπλήρωσε δε ότι, λίγο πολύ, αυτά συμβαίνουν στις
διεθνείς σχέσεις και ότι η κυρία Μέρκελ, προσωπικά, δεν ήταν «στόχος»
παρακολούθησης.
Μετά την (απλή) έκφραση ευχής του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών περί «άμεσης απάντησης από γερμανικής πλευράς», το Βερολίνο κινήθηκε ακριβώς στη γραμμή Ομπάμα που προηγουμένως επέκρινε! Ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Γκ. Στράιτερ παραδέχθηκε ότι υφίσταται πρόσβαση στις «επικοινωνιακές οδούς», αλλά ισχυρίστηκε ότι δεν περιγράφονται «στόχοι» της μυστικής υπηρεσίας BND, όπως η Ελλάδα.
Ομως το δίκτυο υποκλοπών δεν είναι τίποτα περισσότερο από την κορυφή του παγόβουνου του νέου δόγματος ισχύος και επεκτατικής διπλωματίας του Βερολίνου. Οι υποκλοπές είναι μόνον ένα χρήσιμο μέσο υποβοήθησης και επίτευξης του τελικού στόχου. Η Γερμανία, στηριζόμενη στην οικονομική ισχύ και την έλλειψη σοβαρού αντιλόγου στην Ε.Ε., προωθεί συγκεκριμένη στρατηγική κυριαρχίας της στον ευρωπαϊκό χώρο και ανάδειξής της στον τρίτο πόλο μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Δεν πρόκειται για γραφικότητες περί δήθεν «νέου Ράιχ», αλλά για άριστα μελετημένο σχέδιο διεύρυνσης της γερμανικής επιρροής σε όλα τα επίπεδα που, ως τώρα τουλάχιστον, δεν επιτρέπει πολλές ελπίδες για ωφέλεια των ελληνικών συμφερόντων.
Ενδεικτικό της αποφασιστικότητας της κυρίας Μέρκελ και του υπουργού Εξωτερικών Φ. Στάινμαγιερ είναι ότι, ενώ σε πρόσφατη έρευνα της γερμανικής κοινής γνώμης μόνον το 37% επιθυμεί μεγαλύτερη ανάμειξη στις διεθνείς εξελίξεις και το 60% είναι υπέρ μιας μορφής απομονωτισμού, η απόφασή τους είναι ειλημμένη. Προχωρούν μπροστά και ηγούνται της κοινής γνώμης αντί να σύρονται από αυτήν.
Σε αυτό το πλαίσιο και σύμφωνα με εγκυρότατες πηγές, ο κ. Στάινμαγιερ έχει εκμυστηρευθεί σε ξένους διπλωμάτες διαπιστευμένους στο Βερολίνο ότι διαφωνεί, ευθέως, με τις οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ (επομένως και της Ε.Ε., που υιοθέτησε κάποιες ηπιότερες) κατά της Ρωσίας εξαιτίας των εξελίξεων στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τον κ. Στάινμαγιερ, αργά ή γρήγορα, θα απαιτηθούν πρόσθετες κυρώσεις, επιτείνοντας την ένταση με τη Μόσχα και προκαλώντας μεγάλες οικονομικές ζημιές, κυρίως στον ενεργειακό κλάδο, μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Θα πρόκειται για φαύλο κύκλο, με μόνους ωφελημένους τα ακραία στοιχεία στην Ευρώπη.
Ανεξάρτητα του ποια πλευρά έχει μεγαλύτερες ευθύνες για την ουκρανική κρίση και αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με τους απώτερους στρατηγικούς στόχους της Γερμανίας, η ανάλυση του κ. Στάινμαγιερ έχει λογική βάση. Το μείζον πρόβλημα είναι ότι εξίσου λογική βάση έχουν και τα ελληνικά επιχειρήματα που δεν αναγνωρίζονται από το Βερολίνο στα (ίδια) θέματα της ενέργειας και της αντιμετώπισης ακραίων στοιχείων.
Αλέξανδρος Τάρκας