01 Μαρτίου 2014

Άποψη: Σκληρά διλήμματα για τη Ρωσία

Η Μόσχα, με τα πολλαπλά εργαλεία προώθησης των συμφερόντων της σε μια χώρα που θεωρεί φυσική της προέκταση, δεν καθόρισε τις εξελίξεις. Παρά μόνο, αίροντας τη στήριξή της στον Γιανουκόβιτς, τον άφησε βορά στις ορέξεις της αντιπολίτευσης και των Ευρωπαίων εταίρων της. Ακόμη και στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις της προηγούμενης εβδομάδας επέλεξε να τηρήσει διακριτές αποστάσεις. Είτε γιατί δεν ήθελε να νομιμοποιήσει τη διαδικασία είτε γιατί έκρινε ότι, σε πρώτο χρόνο, το παιχνίδι ήταν χαμένο. Αυτό τώρα της δίνει μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων τόσο έναντι της μεταβατικής κυβέρνησης και της Δύσης όσο και απέναντι στους ρωσόφωνους. Ολοι αναμένουν δείγμα γραφής του Κρεμλίνου, με τα μέχρι τώρα μηνύματα να κρίνονται ως ηθελημένα αμφίσημα.


Το πλεονέκτημα για τη Ρωσία είναι πως θα ανοίξει τα χαρτιά της όταν όλοι έχουν τοποθετηθεί. Το μειονέκτημα είναι πως οι επιλογές της είναι πλέον περιορισμένες και μάλλον μεταξύ του κακού και του χειρότερου. Πολύ περισσότερο, αν το αποτέλεσμα των εκλογών επικυρώσει τη δυναμική της «πλατείας Ανεξαρτησίας» και τη διαίρεση μεταξύ δυτικής και ανατολικής Ουκρανίας. Με την τελευταία να προσβλέπει ήδη στη Μόσχα για να στηρίξει τις αποσχιστικές της βλέψεις, ειδικότερα αν μία φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση επιχειρήσει διά νόμου να την περιθωριοποιήσει.

Γι’ αυτό αποκτούν ιδιαίτερη σημασία οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις των επόμενων μηνών, οι οποίες πρέπει να γίνουν με σύνεση και συμπερίληψη όλων των τάσεων, παρά το εμφανές κενό εξουσίας, το οποίο αποτελεί ανοιχτή πληγή και πιθανόν να γίνει προϊόν εκμετάλλευσης.

Ωστόσο, το Κρεμλίνο δεν μπορεί εύκολα να στηρίξει διχαστικές αντιλήψεις, ρισκάροντας σημαντικά τη σχέση με τους Δυτικούς του εταίρους (τους οποίους χρειάζεται σε μια σειρά προκλήσεων που αντιμετωπίζει), πλήττοντας το προφίλ του εποικοδομητικού δρώντος στον μετασοβιετικό χώρο και δημιουργώντας αρνητικό προηγούμενο στο εσωτερικό πεδίο. Κάποιοι θα ανατρέξουν στη Γεωργία το 2008, όμως η προσάρτηση των δύο περιοχών της κατέστη εφικτή κατόπιν πολεμικής σύγκρουσης. Αν, πάντως, δεν διασφαλιστούν κρίσιμα ρωσικά συμφέροντα μέσω μιας ισορροπημένης πολιτικής, τότε θα κινηθούν οι διαδικασίες προς μια «αναγκαστική αυτοδιάθεση», χρεώνοντας στην ουκρανική κυβέρνηση την εξώθηση της κατάστασης στα άκρα. Ηδη η Ρωσία κατασκευάζει προσχήματα για δυνητική χρήση.

Στην προσπάθεια διάσωσης της ουκρανικής οικονομίας, η Μόσχα θα συμβάλει υπό συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης και της τριμηνιαίας αναθεώρησης της τιμής φυσικού αερίου. Αλλά, παράλληλα, θα αφήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων σε Ε.Ε. και ΗΠΑ, εμπλουτίζοντας τη θέση της με τακτικισμούς, ώστε να επιτείνει κατά το δοκούν τη σύγχυση, με σκοπό να τεστάρει τις αντοχές και τον βαθμό δέσμευσης της Δύσης. Η κάλυψη του τεράστιου χρηματοδοτικού κενού, με την εδαφική ακεραιότητα της χώρας να τελεί υπό αμφισβήτηση, είναι μία σύνθετη εξίσωση για Βερολίνο και Ουάσιγκτον, ενώ η προσφυγή στο ΔΝΤ συνεπάγεται αντιδημοφιλείς αποφάσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, Ρωσία και Δύση ενδέχεται να οδηγηθούν σε υποχρεωτικό συμβιβασμό, ειδάλλως όλα τα σενάρια παραμένουν ανοιχτά.
* Ο κ. Κ. Φίλης είναι διευθυντής του Κέντρου Ρωσίας, Ευρασίας και ΝΑ Ευρώπης στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ