01 Μαρτίου 2014

Χρυσή Αυγή: Πολιτικά κίνητρα, αντιφασιστικές ευκολίες και κράτος δικαίου

Χρυσή Αυγή: Πολιτικά κίνητρα, αντιφασιστικές ευκολίες και κράτος δικαίου  Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΛΥΓΕΡΟΥ -H άρση της ασυλίας και των βουλευ­τών της Χρυσής Αυγής στους οποίους δεν είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις είναι μια πρόσθετη έν­δειξη ότι με νομικό όχημα την κατηγο­ρία της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση προωθείται ο αποκλεισμός του κόμματος αυτού από τις ευρωεκλογές και πιθανότατα από τις εθνι­κές εκλογές.Ο αποκλεισμός αυτός, όπως και προ καιρού η σύλληψη και προφυλάκιση ηγετικών στελεχών της, χαϊδεύει το αντι­φασιστικό αίσθημα της πλειονότητας των πολιτών, αλλά αυτό δεν είναι διαβατήριο δημοκρατικότητας. Το αντίθετο μάλιστα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σει­ρά. Αναμφίβολα ο ηγετικός πυρήνας της Χρυσής Αυγής διαπνέεται από νεοναζιστική ιδεολογία. Αναμφίβολα, η Χρυσή Αυγή καλλιεργεί  την κουλτούρα της παραστρατιωτικής βίας. Αναμφίβολα, μέχρι τη δολο­φονία του Παύλου Φύσσα, η κυβέρνηση και το κατεστημένο μιντιακό σύστημα ανέ­χονταν τις εμφανείς παράνομες πράξεις και δραστηριότητες της Χρυσής Αυγής. Σχε­δόν έκλειναν τα μάτια σε αυτά που σήμερα υπερπροβάλλουν. 

Το σοκ που προκάλεσε στην κοινή γνώ­μη η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν ο καταλύτης για να κάνει στροφή 180 μοιρών η «γαλάζια» ηγεσία. Στην πραγματικότητα το έδαφος είχε στρωθεί λόγω της απρο­θυμίας του Μιχαλολιάκου να λειτουργήσει σαν πολιτικό δεκανίκι της ΝΔ. Έτσι η ΝΔ όχι μόνο εγκατέλειψε τη στάση σχετικής ανο­χής, αλλά και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στον πόλεμο εναντίον της Χρυσής Αυγής. Δεν έδωσε, βεβαίως ποτέ πειστική απά­ντηση για τη μέχρι τότε στάση της. Προφα­νώς επειδή η στροφή της υποκρύπτει και ιδιοτελείς πολιτικές σκοπιμότητες.
 
Η εξήγηση για την αρχική στάση ανοχής και για τη στροφή 180 μοιρών είναι ότι ορι­σμένοι κύκλοι της κυβέρνησης και των αρχουσών ελίτ ερωτοτροπούσαν με την ιδέα να χρησιμοποιήσουν το κόμμα του Μιχα­λολιάκου σαν πολιτικό εργαλείο εναντίον της Αριστεράς. Η θεωρία «των δύο άκρων», άλλωστε, προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ισχυρής και προκλητικής Χρυσής Αυγής.
 
Ο πόλεμος εναντίον της Χρυσής Αυγής έδωσε την ευκαιρία στον Σαμαρά να σπάσει την πολιτική απομόνωσή του λόγω Μνημο­νίου και να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια υπόθεση, όπου η πλειονότητα των πο­λιτών βρίσκεται στην ίδια όχθη με αυτόν. Επιπροσθέτως στο Μαξίμου εκτιμούσαν ότι οι δικαστικές διώξεις εναντίον της Χρυ­σής Αυγής και η ηθική καταρράκωσή της θα συρρίκνωναν την εκλογική επιρροή της. Προσδοκούσαν, λοιπόν, ότι μια σημαντική μερίδα δεξιάς προέλευσης ψηφοφόρων της θα επέστρεφε στο «μαντρί» της ΝΔ.
 
Οι δημοσκοπήσεις διαψεύδουν την προσ­δοκία αυτή. Την οριστική απάντηση όμως θα τη δώσουν οι ευρωεκλογές εάν, βε­βαίως τελικώς επιτρέψουν την κάθοδο της Χρυσής Αυγής με την ίδια ή με κάποια άλλη ονομασία. Η ιστορία πάντως διδάσκει ότι η προσπάθεια να ανασχεθεί ένα πολιτικό νόνα φέρνει το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
 
Συνεκτιμώντας το γεγονός ότι στις ση­μερινές συνθήκες αρκετοί που έχουν απο­φασίσει να ψηφίσουν τη Χρυσή Αυγή απο­φεύγουν για προφανείς λόγους να το δη­λώνουν στους δημοσκόπους, δεν θα είναι έκπληξη, εάν στις ευρωεκλογές το κόμμα του Μιχαλολιάκου κατακτήσει τη δεύτερη θέση. Αλλά ακόμα και εάν τελικώς απα­γορευτεί η κάθοδος αυτού του πολιτικού ρεύματος στις εκλογές,η ΝΔ αναμένεται να εισπράξει ένα ασήμαντο ποσοστό ψήφων από όσους έχουν επιλέξει να ψηφίσουν τη Χρυσή Αυγή. Αφενός λόγω του έμμεσου πλην σαφούς πρωταγωνιστικού ρόλου της κυβέρνησης Σαμαρά στις δικαστικές διώ­ξεις, αφετέρου λόγω της αντιμνημονιακής ταυτότητας αυτών των ψηφοφόρων.
 
Το ζήτημα όμως δεν αφορά στο αποτέλε­σμα των ευρωεκλογών και στις ενδεχόμε­νες πολιτικές επιπτώσεις του. Αφορά στον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι δημοκρατικοί κανόνες δεν έχουν εγκαθιδρυθεί για να εφαρμόζονται αλά καρτ και βεβαίως ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Ούτε η δημοκρατική ευαισθησία μπορεί να έχει ιδεολογικό πρόσημο. Με αυτή την έν­νοια είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό το γεγο­νός ότι η κυρίαρχη τάση (και στο χώρο της Αριστεράς που έχει επώδυνη πείρα) είναι να παραβλέπει την εξόφθαλμη παραβίαση δημοκρατικών δικαιωμάτων επειδή αυτή στρέφεται εναντίον της Χρυσής Αυγής.
Η νομική έννοια της εγκληματικής οργάνωσης στική και ως εκ τούτου προσφέρεται ως εργαλείο για δικαστικές διώξεις που εξυπη­ρετούν  πολιτική σκοπιμότητα. Η πολιτική ιστορία διεθνώς είναι από τη φύση της συγκρουσιακή. Ενίοτε, μάλιστα, οι συγκρού­σεις εκτρέπονται και σε εγκληματικές πρά­ξεις. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον κατά κανόνα συλλογικό χαρακτήρα της πο­λιτικής δράσης, είναι εύκολο αλλά εξαιρετικά επικίνδυνο να οδηγήσει την εκάστοτε εξουσία σε γενικευμένες ποινικές διώξεις αντιπάλων με βάση το νομικό όχημα περί εγκληματικής οργάνωσης.
 
Στην πραγματι­κότητα δεν πρόκειται για τίποτα άλλο από μια εκδοχή της ολοκληρωτικής θεωρίας περί συλλογικής ευθύνης. Δεν είναι τυχαίο ότι (σύμφωνα με μη διαψευσθέντα ρεπορτάζ) αυτός που εισηγήθηκε σε πολιτικό επίπεδο η Χρυσή Αυγή να αντιμετωπιστεί σαν εγκληματική οργάνωση είναι ο Βορίδης, με το γνωστό ακροδεξιό παρελθόν. Ο ίδιος άλλωστε, είχε προαναγγείλει ότι η κατηγορία περί εγκληματικής οργάνωσης δεν επιστρατεύ­τηκε για να χρησιμοποιηθεί μόνο εναντίον της Χρυσής Αυγής. Είναι κοινό μυστικό ότι ορισμένοι κύκλοι της ΝΔ προετοίμαζαν το έδαφος για να χρησιμοποιήσουν το ίδιο νο­μικό όπλο και εναντίον κύκλων του ΣΥΡΙΖΑ. Υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν έχει ποτέ αποκηρύξει τη θεωρία «των δύο άκρων».
 
Αναμφίβολα, χρυσαυγίτες επιδίδονταν σε εγκληματικές δραστηριότητες. Ούτε αυτές όμως ούτε η νεοναζιστική ιδεολογία της ηγετικής ομάδας της ούτε ο παρα-στρατιωτικός χαρακτήρας της Χρυσής Αυγής επαρκούν για να χαρακτηριστεί τυπική εγκληματική οργάνωση. Καμία εγκλημα­τική οργάνωση δεν θα είχε ψηφιστεί από σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα απεχθές ακροδεξιό κόμμα με ισχυρή δυναμική. Γι’ αυτό και εί­ναι μεγάλος ο κίνδυνος η δικαστική δίωξή της να τσιμεντάρει την επιρροή της, ειδικά στους κόλπους της νεολαίας. Η σημερινή εύφλεκτη οικονομικοκοινωνική συγκυρία και η απαξίωση του πολιτικού συστήματος ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Στα δημοκρατικά πολιτεύματα διώκο­νται παράνομες πράξεις και δραστηριό­τητες αλλά όχι ιδέες. Ούτε οι πιο απεχθείς και εγκληματογόνες, όπως η νεοναζιστική ιδεολογία. Οι ιδέες καταπολεμώνται με φορά και η υπεροχή της Δημοκρατίας από . Η Δημο­κρατία ακυρώνει τον εαυτό της όταν κατα­φεύγει σε αντιδημοκρατικές μεθόδους για να καταπολεμήσει τη Χρυσή Αυγή. Εκτός αυτού, μόνο η ιδεολογική ήττα μπορεί να εξουδετερώσει οριστικά στο  πολιτικό επί­πεδο το κόμμα του Μιχαλολιάκου. Στα δημοκρατικά πολιτεύματα διώκονται πράξεις. 

Όπως εγκαίρως υπογραμμίζαμε, η Πολιτεία όφειλε εξαρχής να  επιβάλει τον ποινικό κολασμό κάθε παράνομης πράξης και δραστηριότητας μελών της Χρυσής Αυγής. Εάν για υποθέσεις νυχτερινών επι­θέσεων πρέπει να εντοπιστούν οι  δράστες, για όσες παρανομίες διέπραξαν επώνυμα στελέχη της Χρυσής Αυγής μπροστά στις κάμερες η ενοχή είναι προφανής.
 
Γιατί σ’ αυτές τις υποθέσεις η Δικαιοσύνη ακολουθούσε τις αργόσυρτες νωχελικές διαδικασίες που στην πράξη ισοδυναμού­σαν με ατιμωρησία; Και γιατί ξαφνικά «έβα­λε φτερά» στα πόδια της όταν η κυβέρνηση έκανε στροφή; Απάντηση δεν έχουν δώσει ο Βορίδης και οι άλλοι κυβερνητικοί, που υποκριτικά ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση δεν αναμειγνύεται και ότι οι διώξεις της Χρυσής Αυγής είναι αποκλειστικά πρωτο­βουλία και υπόθεση της Δικαιοσύνης.
 
Είναι απαραίτητο να σεβόμαστε τους θεσμούς και ειδικότερα τη Δικαιοσύνη, αλλά όχι αυτό να μας οδηγεί σε εθελοτυφλία. Υπενθυμίζουμε ότι το Κοινοβούλιο απο­φάσισε να σταματήσει τη χρηματοδότηση της Χρυσής Αυγής ενώ παραμένει νόμιμο κόμμα. Αλλά και το γεγονός ότι μεθοδεύουν τον αποκλεισμό της από τις εκλογές, ενώ όλα δείχνουν πως δυστυχώς η απήχησή της μεγαλώνει, επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για δίωξη με σαφές πολιτικό (και μικροκομματικό) κίνητρο. Και, όπως είπαμε εξαρχής το αντιφασιστικό πρόσημο είναι στοιχείο της πολιτικής και όχι της Δικαιοσύνης.
Το κείμενο του Σταύρου Λυγερού δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014 – www.epikaira.gr
http://mignatiou.com/