Ως ερασιτέχνης αθλητής του τζούντο, ο
Βλαντιμίρ Πούτιν έχει μυηθεί στην τέχνη τού να μετατρέπει σε πλεονέκτημά
του την ίδια την ορμή του αντιπάλου του, ώστε να τον ανατρέψει. Το
απέδειξε το 2008 στη Γεωργία, όταν η προσπάθεια του Τζορτζ Μπους να
εκβιάσει την ένταξη της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ οδήγησε
στον αστραπιαίο πόλεμο της Ρωσίας και στην ντε φάκτο απόσχιση της Νότιας
Οσετίας και της Αμπχαζίας, οι οποίες αποτελούν έκτοτε ρωσικά
προτεκτοράτα.
Κάτι ανάλογο φαίνεται να επιχειρεί, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, ο Ρώσος ηγέτης αυτές τις ημέρες, με φόντο την κρίση στην Ουκρανία. Νιώθοντας προδομένος από την αθέτηση των υπογραφών τριών Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών (Γερμανίας, Γαλλίας και Πολωνίας) στη συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου μεταξύ του Βίκτορ Γιανουκόβιτς και των ηγετών της ουκρανικής αντιπολίτευσης, ο Πούτιν απάντησε στην αλλαγή καθεστώτος που πραγματοποιήθηκε στο Κίεβο με μια επίδειξη δύναμης στην Κριμαία. Εδώ και 10 ημέρες, η στρατηγικής σημασίας χερσόνησος, όπου πλειοψηφούν οι ρωσόφωνοι και φιλοξενείται ο ναύσταθμος του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ελέγχεται από ρωσικά στρατεύματα και ένοπλες πολιτοφυλακές ρωσόφωνων. Η απόφαση του τοπικού Κοινοβουλίου για δημοψήφισμα, την ερχόμενη Κυριακή, με το ερώτημα της προσχώρησης στη Ρωσική Ομοσπονδία προσδίδει εκρηκτικές διαστάσεις στην ουκρανική κρίση, απειλώντας να οδηγήσει τις διεθνείς σχέσεις πίσω στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Οταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι γέφυρες επικοινωνίας ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση έτριζαν επικίνδυνα, αλλά δεν είχαν ακόμη καταρρεύσει. Ομπάμα και Πούτιν είχαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές συνομιλίες, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος δεν είχε δώσει επίσημα το πράσινο φως για την προσάρτηση της Κριμαίας, αν και η πρόεδρος της Ανω Δούμας, Βαλεντίνα Ματβιένκο, είχε αφήσει να εννοηθεί πως κάτι τέτοιο επρόκειτο να συμβεί. Οι ΗΠΑ είχαν επιβάλει κυρώσεις σε Ρώσους αξιωματούχους, οι οποίοι «φέρουν προσωπική ευθύνη για την αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας», χωρίς ωστόσο να περιλαμβάνουν τον Ρώσο πρόεδρο ή άλλους κορυφαίους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Από την πλευρά της, η Ε.Ε., κατά την έκτακτη σύνοδο κορυφής της περασμένης Πέμπτης, περιορίστηκε σε μάλλον συμβολικά μέτρα, αν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να σκληρύνει τη στάση της. Εν ολίγοις, ο δρόμος του συμβιβασμού, αν και είχε στενέψει επικίνδυνα, παρέμενε ανοιχτός.
Υψηλό κόστος
Η αλήθεια είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν συμφέρον να κάνουν ένα βήμα πίσω, σταθμίζοντας το υψηλό κόστος μιας ενδεχόμενης ρήξης. Για το Κρεμλίνο, η απόσχιση της Κριμαίας είναι ισχυρό όπλο ως απειλή, αλλά κινδυνεύει να γίνει μπούμερανγκ από τη στιγμή που θα υλοποιηθεί. Η επιρροή της Ρωσίας στις ανατολικές περιοχές θα πέσει κατακόρυφα και η φιλοδυτική κυβέρνηση του Κιέβου θα δρομολογήσει, πιθανότατα, την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Το σχέδιο του Πούτιν για μια «Ευρασιατική Ενωση» θα τεθεί εν αμφιβόλω, καθώς ακόμη και οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες θα τρομοκρατηθούν από μια τόσο ωμή επίδειξη δύναμης.
Σε διεθνή κλίμακα, η Ρωσία θα γνωρίσει την πιο ασφυκτική απομόνωση από την περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου, καθώς ακόμη και χώρες που διατηρούν στενές σχέσεις μαζί της, αλλά αντιμετωπίζουν αυτονομιστικά προβλήματα –από το Ιράν μέχρι την Κίνα– δεν έχουν κανένα λόγο να νομιμοποιήσουν αποσχιστικά γεγονότα. Μεγάλο θα είναι το οικονομικό, αλλά και γεωπολιτικό κόστος από μια ενδεχόμενη διάρρηξη των προνομιακών σχέσεων που έχει δημιουργήσει η Ρωσία στο ενεργειακό επίπεδο με τη Γερμανία και στο χρηματοπιστωτικό με τη Βρετανία.
Εξίσου μεγάλο θα είναι το κόστος για τη Δύση. Αυτός άλλωστε ήταν ο παράγοντας που Γερμανία, Ολλανδία, Βρετανία, Ιταλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες απέτρεψαν μια σκληρότερη γραμμή έναντι της Ρωσίας, την οποία εισηγούνταν οι ΗΠΑ και χώρες της Ανατολικής και της Βόρειας Ευρώπης. Σε αυτό το τοπίο, ο ρόλος της Αγκελα Μέρκελ θα μπορούσε να αποβεί καθοριστικός στην αναζήτηση ενός ευπρόσωπου και για τις δύο πλευρές συμβιβασμού: διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, νέα αντιπροσωπευτική κυβέρνηση στο Κίεβο (με ταυτόχρονο εξοστρακισμό των ακροδεξιών ή και φιλοφασιστικών στοιχείων), εγγυήσεις στη ρωσική μειονότητα, ομοσπονδιακή συγκρότηση, μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Απομένει να αποδειχθεί ότι το παράθυρο ευκαιρίας για μια παρόμοια εξέλιξη δεν έχει κλείσει οριστικά.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Κάτι ανάλογο φαίνεται να επιχειρεί, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, ο Ρώσος ηγέτης αυτές τις ημέρες, με φόντο την κρίση στην Ουκρανία. Νιώθοντας προδομένος από την αθέτηση των υπογραφών τριών Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών (Γερμανίας, Γαλλίας και Πολωνίας) στη συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου μεταξύ του Βίκτορ Γιανουκόβιτς και των ηγετών της ουκρανικής αντιπολίτευσης, ο Πούτιν απάντησε στην αλλαγή καθεστώτος που πραγματοποιήθηκε στο Κίεβο με μια επίδειξη δύναμης στην Κριμαία. Εδώ και 10 ημέρες, η στρατηγικής σημασίας χερσόνησος, όπου πλειοψηφούν οι ρωσόφωνοι και φιλοξενείται ο ναύσταθμος του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, ελέγχεται από ρωσικά στρατεύματα και ένοπλες πολιτοφυλακές ρωσόφωνων. Η απόφαση του τοπικού Κοινοβουλίου για δημοψήφισμα, την ερχόμενη Κυριακή, με το ερώτημα της προσχώρησης στη Ρωσική Ομοσπονδία προσδίδει εκρηκτικές διαστάσεις στην ουκρανική κρίση, απειλώντας να οδηγήσει τις διεθνείς σχέσεις πίσω στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Οταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι γέφυρες επικοινωνίας ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση έτριζαν επικίνδυνα, αλλά δεν είχαν ακόμη καταρρεύσει. Ομπάμα και Πούτιν είχαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές συνομιλίες, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος δεν είχε δώσει επίσημα το πράσινο φως για την προσάρτηση της Κριμαίας, αν και η πρόεδρος της Ανω Δούμας, Βαλεντίνα Ματβιένκο, είχε αφήσει να εννοηθεί πως κάτι τέτοιο επρόκειτο να συμβεί. Οι ΗΠΑ είχαν επιβάλει κυρώσεις σε Ρώσους αξιωματούχους, οι οποίοι «φέρουν προσωπική ευθύνη για την αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας», χωρίς ωστόσο να περιλαμβάνουν τον Ρώσο πρόεδρο ή άλλους κορυφαίους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Από την πλευρά της, η Ε.Ε., κατά την έκτακτη σύνοδο κορυφής της περασμένης Πέμπτης, περιορίστηκε σε μάλλον συμβολικά μέτρα, αν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να σκληρύνει τη στάση της. Εν ολίγοις, ο δρόμος του συμβιβασμού, αν και είχε στενέψει επικίνδυνα, παρέμενε ανοιχτός.
Υψηλό κόστος
Η αλήθεια είναι ότι και οι δύο πλευρές έχουν συμφέρον να κάνουν ένα βήμα πίσω, σταθμίζοντας το υψηλό κόστος μιας ενδεχόμενης ρήξης. Για το Κρεμλίνο, η απόσχιση της Κριμαίας είναι ισχυρό όπλο ως απειλή, αλλά κινδυνεύει να γίνει μπούμερανγκ από τη στιγμή που θα υλοποιηθεί. Η επιρροή της Ρωσίας στις ανατολικές περιοχές θα πέσει κατακόρυφα και η φιλοδυτική κυβέρνηση του Κιέβου θα δρομολογήσει, πιθανότατα, την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Το σχέδιο του Πούτιν για μια «Ευρασιατική Ενωση» θα τεθεί εν αμφιβόλω, καθώς ακόμη και οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες θα τρομοκρατηθούν από μια τόσο ωμή επίδειξη δύναμης.
Σε διεθνή κλίμακα, η Ρωσία θα γνωρίσει την πιο ασφυκτική απομόνωση από την περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου, καθώς ακόμη και χώρες που διατηρούν στενές σχέσεις μαζί της, αλλά αντιμετωπίζουν αυτονομιστικά προβλήματα –από το Ιράν μέχρι την Κίνα– δεν έχουν κανένα λόγο να νομιμοποιήσουν αποσχιστικά γεγονότα. Μεγάλο θα είναι το οικονομικό, αλλά και γεωπολιτικό κόστος από μια ενδεχόμενη διάρρηξη των προνομιακών σχέσεων που έχει δημιουργήσει η Ρωσία στο ενεργειακό επίπεδο με τη Γερμανία και στο χρηματοπιστωτικό με τη Βρετανία.
Εξίσου μεγάλο θα είναι το κόστος για τη Δύση. Αυτός άλλωστε ήταν ο παράγοντας που Γερμανία, Ολλανδία, Βρετανία, Ιταλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες απέτρεψαν μια σκληρότερη γραμμή έναντι της Ρωσίας, την οποία εισηγούνταν οι ΗΠΑ και χώρες της Ανατολικής και της Βόρειας Ευρώπης. Σε αυτό το τοπίο, ο ρόλος της Αγκελα Μέρκελ θα μπορούσε να αποβεί καθοριστικός στην αναζήτηση ενός ευπρόσωπου και για τις δύο πλευρές συμβιβασμού: διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, νέα αντιπροσωπευτική κυβέρνηση στο Κίεβο (με ταυτόχρονο εξοστρακισμό των ακροδεξιών ή και φιλοφασιστικών στοιχείων), εγγυήσεις στη ρωσική μειονότητα, ομοσπονδιακή συγκρότηση, μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Απομένει να αποδειχθεί ότι το παράθυρο ευκαιρίας για μια παρόμοια εξέλιξη δεν έχει κλείσει οριστικά.