ΜΕΤΑ όσα ακολούθησαν και αυτά που ακολουθούν με ταχύτητα πολυβόλου, αφού πρώτα συμφωνήθηκε το περιβόητο πλέον «κοινό ανακοινωθέν», για ένα είμαι πεπεισμένος: Ζητούμενο δεν ήταν το καθεαυτό «ανακοινωθέν». Ήταν να αρχίσουν οι συνομιλίες. Αυτό επιβεβαιώθηκε και επίσημα από τον Τούρκο ΥΠΕΞ Νταβούτογλου με δήλωσή του ότι δεν μπορούσε να υπάρξει καλύτερο!
Δεν γνωρίζω τι διασφαλίσεις δόθηκαν στον κ. Αναστασιάδη για να προχωρήσει. Θα το δείξουν τα πράγματα. Όμως και αυτός ήθελε την έναρξή τους. Αυτό που έκανε τον Κύπριο Πρόεδρο να προχωρήσει είναι ότι πιστεύει πως έχει εξασφαλίσει τη στήριξη και υποστήριξη του «διεθνούς παράγοντα», των Αμερικανών πρωτίστως, μέσω του Πρέσβη τους στη Λευκωσία και δευτερευόντως των Βρετανών. Οι τελευταίοι τού επεφύλαξαν «βασιλική» υποδοχή στο Λονδίνο πρόσφατα και τον «προίκισαν» κατάλληλα για την επιστροφή με μέρος των περιουσίων των κατοίκων των αγγλοκρατούμενων περιοχών της Κύπρου.
Αμέσως μετά το «ανακοινωθέν» ακολούθησε το μπαράζ δηλώσεων εκ μέρους κρατών, θεσμών, οργανισμών και επωνύμων.
Όλοι εξέφραζαν τη ευαρέσκειά τους για το γεγονός της επικείμενης έναρξης των συνομιλιών με ευχές για ένα γρήγορο και αίσιο τέλος. Παρακολουθώντας τις δηλώσεις, μου ήρθε αυθόρμητα η σκέψη ότι μόνο ο Πάπας έλειπε. Όμως αποδείχθηκε οσονούπω ότι ήμουν αδιάβαστος. Έδωσε και ο Πάπας τις ευλογίες του και μάλιστα προσωπικά στον κ. Αναστασιάδη που τον επισκέφθηκε αμέσως μετά το «ανακοινωθέν» στο Βατικανό. Ενώ τα συγχαρητήρια είναι καθημερινά προς τον Κύπριο Πρόεδρο για το θάρρος και την ηγεσία του, ζητούμενο παραμένει πλέον η ολοκλήρωση των συνομιλιών με ένα «αίσιο τέλος». Και όπως καθημερινά και ακατάπαυστα υπενθυμίζουν οι Τούρκοι, όχι εμάς αλλά τη λεγόμενη «διεθνή κοινότητα», η διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα, σε δυο-τρεις μήνες ακόμη και πριν τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Μπορεί ο Ντερβίς Έρογλου να ενδιαφέρεται για συγκεκριμένες «λέξεις» και γενικότερα για την όλη «διατύπωση» του «Ανακοινωθέντος».
Όχι η Άγκυρα. Η τελευταία είναι πεπεισμένη ότι εφόσον αρχίσουν οι συνομιλίες ο χρόνος θα μετρά αντίστροφα υπέρ της. Θεωρεί δεδομένο η Άγκυρα ότι οι συνομιλίες θα δημιουργήσουν τέτοια ευφορία όπως και προσδοκίες για «ειρήνευση» στην Κύπρο, «μετά από 40 χρόνια» που θα αφαιρεθεί από τους Ελληνοκύπριους όχι μόνο η όποια δυνατότητα αντίστασης αλλά ακόμη και αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης. Την τακτική αυτή προανήγγειλε ο τέως πρέσβης της Ολλανδίας στην Κύπρο Max Gevers σε κείμενο γνώμης στη Cyprus Mail (July 11th, 2011) το οποίο έφερε τον χαρακτηριστικό τίτλο "Cyprus needs an asphyxiating time frame!"(το θαυμαστικό δικό του). Δεν πρέπει, γράφει ο κ. εντιμότατος, να «επιτραπεί στους Κύπριους να έχουν έξτρα αέρα να αναπνεύσουν» την επόμενη φορά. Αλλιώς έγραφε τότε, έχοντας κατά νουν το 2004, θα υπάρξει και πάλι μια «γιγαντιαία προσπάθεια παραπληροφόρησης και παραπλάνησης». Μόνο που όλες οι μετά το 2004 δημοσκοπήσεις που ακολούθησαν για να αποκωδικοποιήσουν το «όχι» έδειξαν ότι η μεγάλη πλειοψηφία του 76% και από αυτή η καταπληκτική πλειοψηφία της γυναικείας ψήφου, ψήφισαν αρνητικά για έναν κυρίαρχο λόγο.
Διότι κατανόησαν ότι στο κεφαλαιώδες ζήτημα της ασφάλειας το Σχέδιο Ανάν ήθελε και πάλι την επιδρομική Τουρκία «εγγυητή» της καταπληκτικής πλειοψηφίας του κυπριακού λαού. Ο κόσμος στην Κύπρο μάλλον δεν γνωρίζει ότι συστηματικά εδώ και έξι τουλάχιστον χρόνια τα γνωστά από το 2004 κέντρα, χρηματοδοτούν αφειδώς «ΜΚΟ» μαϊμού, «οργανώσεις» και αυτοπροσδιοριζόμενες «δεξαμενές σκέψης» μια εκ των οποίων έχει έδρα το Βέλγιο αλλά με Κύπριους χρηματοδοτούμενους πρωταγωνιστές, που διεξάγουν μεταξύ άλλων και συστηματικές δημοσκοπήσεις γύρω από το ζήτημα της ασφάλειας. Και όλες οι δημοσκοπήσεις καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα του 2004. Και όπως και στην περίπτωση του εντιμότατου Μax Gevers και του σιναφιού του, καταφρονούν επιδεικτικά και με ύφος χιλίων πιθήκων το κυρίαρχο αυτό ζήτημα της ασφάλειας ή ορθότερα της ανασφάλειας της καταπληκτικής πλειοψηφίας του κυπριακού λαού. Είναι προφανώς πεπεισμένοι ότι τούτη η φορά δεν θα είναι σαν τις άλλες. Μπορεί τα πράγματα να έχουν αλλάξει στην Κύπρο από το 2004. Και σίγουρα έχουν αλλάξει δραματικά στον τομέα της οικονομίας, κυρίως λόγω της πολιτικής απόφασης του Eurogroup τον περασμένο Μάρτιο να καταστρέψει σε μια στιγμή και με μια καθόλα έκνομη απόφαση την οικονομία του τόπου με μεθοδεύσεις που καταγράφτηκαν μόνο δυο φορές στον 20ό αιώνα: στην περίπτωση της κατάσχεσης της ιδιωτικής περιουσίας των Εβραίων από τους Ναζί, και από το φιλοναζιστικό καθεστώς του Ινονού της Τουρκίας που το 1942 κατέσχεσε τις ιδιωτικές περιουσίες Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων στην Τουρκία.
Η καταστροφή της οικονομίας έχει εξατομικεύσει πλέον το ζήτημα της ανασφάλειας. Εκεί που είχε συλλογική μορφή έναντι της Τουρκίας, έγινε και ατομική και συνεπώς ακόμη πιο επικίνδυνη. Επιπλέον και με αναφορά στο 2004 η κυβέρνηση Αναστασιάδη είναι δημόσια δεσμευμένη και θιασώτης «λύσης» την οποία διαφημίζει αλλά κυρίως διασυνδέει με την οικονομική ανασφάλεια του καθενός. Κατά τη λογική αυτή η «λύση» θα επιλύσει και το οικονομικό πρόβλημα του καθενός.
Παραμένει το ζήτημα ανασφάλειας Εκείνο όμως που δεν μπορεί να διασκεδάσει η παρούσα κυβέρνηση είναι το ζήτημα της ανασφάλειας έναντι της Τουρκίας. Εκεί είναι, κατά τη γνώμη μου που θα κριθούν πολλά και ίσως και όλα. Έχω κατά καιρούς, μέσω της στήλης αλλά και αλλού, υποστηρίξει ότι το γνωστό πλαίσιο μέσα από το οποίο επιδιώκεται λύση, μόνο σε μια αντιδημοκρατική και εμφανώς ρατσιστική (racialist) διευθέτηση μπορεί να καταλήξει. Προφανώς η κυβέρνηση Αναστασιάδη (όπως και η προηγούμενη του Χριστόφια) έχει συμφιλιωθεί με αυτό το γεγονός εκλογικεύοντάς το με διάφορες πολιτικές σοφιστείες. Ας προσπαθήσει τουλάχιστον η κυβέρνηση Αναστασιάδη να μην αλυσοδέσει την Κύπρο εσαεί με ξένους εγγυητές και μπάστακες. Ας περιορίσει τη ζημιά. Ας κερδίσει τουλάχιστον το ελάχιστον.
Μάριος Ευρυβιάδης -http://www.philenews.com/
Όλοι εξέφραζαν τη ευαρέσκειά τους για το γεγονός της επικείμενης έναρξης των συνομιλιών με ευχές για ένα γρήγορο και αίσιο τέλος. Παρακολουθώντας τις δηλώσεις, μου ήρθε αυθόρμητα η σκέψη ότι μόνο ο Πάπας έλειπε. Όμως αποδείχθηκε οσονούπω ότι ήμουν αδιάβαστος. Έδωσε και ο Πάπας τις ευλογίες του και μάλιστα προσωπικά στον κ. Αναστασιάδη που τον επισκέφθηκε αμέσως μετά το «ανακοινωθέν» στο Βατικανό. Ενώ τα συγχαρητήρια είναι καθημερινά προς τον Κύπριο Πρόεδρο για το θάρρος και την ηγεσία του, ζητούμενο παραμένει πλέον η ολοκλήρωση των συνομιλιών με ένα «αίσιο τέλος». Και όπως καθημερινά και ακατάπαυστα υπενθυμίζουν οι Τούρκοι, όχι εμάς αλλά τη λεγόμενη «διεθνή κοινότητα», η διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα, σε δυο-τρεις μήνες ακόμη και πριν τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Μπορεί ο Ντερβίς Έρογλου να ενδιαφέρεται για συγκεκριμένες «λέξεις» και γενικότερα για την όλη «διατύπωση» του «Ανακοινωθέντος».
Όχι η Άγκυρα. Η τελευταία είναι πεπεισμένη ότι εφόσον αρχίσουν οι συνομιλίες ο χρόνος θα μετρά αντίστροφα υπέρ της. Θεωρεί δεδομένο η Άγκυρα ότι οι συνομιλίες θα δημιουργήσουν τέτοια ευφορία όπως και προσδοκίες για «ειρήνευση» στην Κύπρο, «μετά από 40 χρόνια» που θα αφαιρεθεί από τους Ελληνοκύπριους όχι μόνο η όποια δυνατότητα αντίστασης αλλά ακόμη και αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης. Την τακτική αυτή προανήγγειλε ο τέως πρέσβης της Ολλανδίας στην Κύπρο Max Gevers σε κείμενο γνώμης στη Cyprus Mail (July 11th, 2011) το οποίο έφερε τον χαρακτηριστικό τίτλο "Cyprus needs an asphyxiating time frame!"(το θαυμαστικό δικό του). Δεν πρέπει, γράφει ο κ. εντιμότατος, να «επιτραπεί στους Κύπριους να έχουν έξτρα αέρα να αναπνεύσουν» την επόμενη φορά. Αλλιώς έγραφε τότε, έχοντας κατά νουν το 2004, θα υπάρξει και πάλι μια «γιγαντιαία προσπάθεια παραπληροφόρησης και παραπλάνησης». Μόνο που όλες οι μετά το 2004 δημοσκοπήσεις που ακολούθησαν για να αποκωδικοποιήσουν το «όχι» έδειξαν ότι η μεγάλη πλειοψηφία του 76% και από αυτή η καταπληκτική πλειοψηφία της γυναικείας ψήφου, ψήφισαν αρνητικά για έναν κυρίαρχο λόγο.
Διότι κατανόησαν ότι στο κεφαλαιώδες ζήτημα της ασφάλειας το Σχέδιο Ανάν ήθελε και πάλι την επιδρομική Τουρκία «εγγυητή» της καταπληκτικής πλειοψηφίας του κυπριακού λαού. Ο κόσμος στην Κύπρο μάλλον δεν γνωρίζει ότι συστηματικά εδώ και έξι τουλάχιστον χρόνια τα γνωστά από το 2004 κέντρα, χρηματοδοτούν αφειδώς «ΜΚΟ» μαϊμού, «οργανώσεις» και αυτοπροσδιοριζόμενες «δεξαμενές σκέψης» μια εκ των οποίων έχει έδρα το Βέλγιο αλλά με Κύπριους χρηματοδοτούμενους πρωταγωνιστές, που διεξάγουν μεταξύ άλλων και συστηματικές δημοσκοπήσεις γύρω από το ζήτημα της ασφάλειας. Και όλες οι δημοσκοπήσεις καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα του 2004. Και όπως και στην περίπτωση του εντιμότατου Μax Gevers και του σιναφιού του, καταφρονούν επιδεικτικά και με ύφος χιλίων πιθήκων το κυρίαρχο αυτό ζήτημα της ασφάλειας ή ορθότερα της ανασφάλειας της καταπληκτικής πλειοψηφίας του κυπριακού λαού. Είναι προφανώς πεπεισμένοι ότι τούτη η φορά δεν θα είναι σαν τις άλλες. Μπορεί τα πράγματα να έχουν αλλάξει στην Κύπρο από το 2004. Και σίγουρα έχουν αλλάξει δραματικά στον τομέα της οικονομίας, κυρίως λόγω της πολιτικής απόφασης του Eurogroup τον περασμένο Μάρτιο να καταστρέψει σε μια στιγμή και με μια καθόλα έκνομη απόφαση την οικονομία του τόπου με μεθοδεύσεις που καταγράφτηκαν μόνο δυο φορές στον 20ό αιώνα: στην περίπτωση της κατάσχεσης της ιδιωτικής περιουσίας των Εβραίων από τους Ναζί, και από το φιλοναζιστικό καθεστώς του Ινονού της Τουρκίας που το 1942 κατέσχεσε τις ιδιωτικές περιουσίες Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων στην Τουρκία.
Η καταστροφή της οικονομίας έχει εξατομικεύσει πλέον το ζήτημα της ανασφάλειας. Εκεί που είχε συλλογική μορφή έναντι της Τουρκίας, έγινε και ατομική και συνεπώς ακόμη πιο επικίνδυνη. Επιπλέον και με αναφορά στο 2004 η κυβέρνηση Αναστασιάδη είναι δημόσια δεσμευμένη και θιασώτης «λύσης» την οποία διαφημίζει αλλά κυρίως διασυνδέει με την οικονομική ανασφάλεια του καθενός. Κατά τη λογική αυτή η «λύση» θα επιλύσει και το οικονομικό πρόβλημα του καθενός.
Παραμένει το ζήτημα ανασφάλειας Εκείνο όμως που δεν μπορεί να διασκεδάσει η παρούσα κυβέρνηση είναι το ζήτημα της ανασφάλειας έναντι της Τουρκίας. Εκεί είναι, κατά τη γνώμη μου που θα κριθούν πολλά και ίσως και όλα. Έχω κατά καιρούς, μέσω της στήλης αλλά και αλλού, υποστηρίξει ότι το γνωστό πλαίσιο μέσα από το οποίο επιδιώκεται λύση, μόνο σε μια αντιδημοκρατική και εμφανώς ρατσιστική (racialist) διευθέτηση μπορεί να καταλήξει. Προφανώς η κυβέρνηση Αναστασιάδη (όπως και η προηγούμενη του Χριστόφια) έχει συμφιλιωθεί με αυτό το γεγονός εκλογικεύοντάς το με διάφορες πολιτικές σοφιστείες. Ας προσπαθήσει τουλάχιστον η κυβέρνηση Αναστασιάδη να μην αλυσοδέσει την Κύπρο εσαεί με ξένους εγγυητές και μπάστακες. Ας περιορίσει τη ζημιά. Ας κερδίσει τουλάχιστον το ελάχιστον.
Μάριος Ευρυβιάδης -http://www.philenews.com/