Δεκαετίες τώρα, τα συνθήματα εναντίον της
ευρωπαϊκής ενοποίησης και υπέρ της αποκατάστασης της γαλλικής «εθνικής
κυριαρχίας» μονοπωλούνταν από το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο και από
θραύσματα των δύο μεγάλων κομμάτων, όπως το ρεύμα του Ζαν-Πιερ Σεβενεμάν
στο στρατόπεδο των Σοσιαλιστών και εκείνο του Φιλίπ Σεγκέν στον χώρο
των Γκωλικών. Παρά την κριτική στάση της απέναντι στην «Ευρώπη του
Μάαστριχτ», η μείζων Αριστερά αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο εξόδου από την
Ευρωζώνη ως ταμπού. Ωστόσο, η πρόσφατη κρίση του ευρώ και η τάση
υποβάθμισης της Γαλλίας σε ρόλο ελάσσονος εταίρου μιας ηγεμονικής
Γερμανίας άλλαξαν αισθητά το τοπίο. Ενόψει και των ευρωεκλογών, η θέση
της Γαλλίας στην Ε.Ε. αναδεικνύεται σε κεντρικό πεδίο της δημόσιας
αντιπαράθεσης.
Σημείο των καιρών μπορεί να θεωρηθεί το βιβλίο του Ορελιάν Μπερνιέ, που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο, «Η ριζοσπαστική Αριστερά και τα ταμπού της». Πρώην επικεφαλής του κινήματος ATTAC, το οποίο διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στο κίνημα της προηγούμενης δεκαετίας εναντίον της παγκοσμιοποίησης, ο συγγραφέας πρόσκειται στο Αριστερό Μέτωπο (συμμαχία «ανταρτών» των Σοσιαλιστών, υπό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν και του Γαλλικού Κ.Κ.), αλλά δεν κρύβει την ανησυχία του για την αδυναμία του πολιτικού του χώρου να αναχαιτίσει την άνοδο της Ακροδεξιάς υπό τη Μαρίν Λεπέν.
Αντι-Λεπέν Αριστερά
Μία από τις αιτίες αυτής της κακοδαιμονίας εντοπίζεται από τον συγγραφέα στον «μετασχηματισμό της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αντι-Λεπέν... Στον ρατσισμό, αντιτάσσουν τον αντιρατσισμό, στον εθνικισμό την οικουμενικότητα. Δικαίως, αλλά αυτή η λογική δεν απαντά στην πρωταρχική αιτία ανόδου των Λεπενιστών: την καταστροφή της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας. Αντιθέτως, το τραύμα που προκαλεί η άνοδος του Εθνικού Μετώπου οδηγεί τα κόμματα και τους διανοούμενους της ριζοσπαστικής Αριστεράς να εξοστρακίζουν από τον πολιτικό τους λόγο κάθε λύση στο εθνικό πλαίσιο». Οπαδός της εξόδου από την Ευρωζώνη και της «ανυπακοής», όποτε χρειάζεται, στις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο Μπερνιέ θεωρεί ότι το Γαλλικό Κ.Κ. εγκατέλειψε την κριτική του τοποθέτηση κυρίως για να εξασφαλίσει ρόλο συγκυβερνήτη με τους Σοσιαλιστές, πρώτα επί προεδρίας Μιτεράν και έπειτα επί κυβέρνησης Ζοσπέν, με αποτέλεσμα την απαξίωσή του.
Λίγο νωρίτερα, είχε κυκλοφορήσει ένα άλλο βιβλίο, που προκάλεσε ομηρικές διαμάχες. Πρόκειται για το συλλογικό έργο υπό τη διεύθυνση του οικονομολόγου Σεντρίκ Ντιράν υπό τον προκλητικό τίτλο «Ας τελειώνουμε με την Ευρώπη»! Ο Ντιράν υπενθυμίζει την ανάλυση του Φρόιντ για τη διαπλοκή ενδογενών και εξωγενών παραγόντων στις ψυχικές ασθένειες: «Αν πετάξουμε ένα κρύσταλλο στο έδαφος θα σπάσει, αλλά όχι με τυχαίο τρόπο. Θα σπάσει ακολουθώντας τις εσωτερικές ρηγματώσεις, οι οποίες, αν και αόρατες, ήταν προκαθορισμένες από τη δομή του κρυστάλλου». Αυτό που συμβαίνει με τις ψυχικές ασθένειες, υποστηρίζει ο Ντιράν, ισχύει και για την παθολογία της Ευρωζώνης. Ο εξωτερικός παράγοντας, η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, έπαιξε καταλυτικό ρόλο, αλλά οι θεμελιώδεις αιτίες ήταν ενδογενείς και μη αναστρέψιμες.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση εξελίσσεται σε ένα είδος «Καισαρισμού χωρίς Καίσαρα», ισχυρίζεται ο Ντιράν, παραπέμποντας σε μια ιδέα του Αντόνιο Γκράμσι για τη ροπή του κράτους προς τον απολυταρχισμό σε εποχές κρίσης. Εναν «Καισαρισμό με πρωταγωνιστή όχι τον στρατό, αλλά το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και τη γραφειοκρατία». Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η συνθήκη της Λισσαβώνας και το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν αφήνουν περιθώρια άσκησης προοδευτικής και πολύ περισσότερο σοσιαλιστικής πολιτικής εντός της Νομισματικής Ενωσης, η οποία «οδηγεί σε παροξυσμό την άνιση ανάπτυξη, σε σημείο που να επαναφέρει ένα νεοαποικιακό καθεστώς στους κόλπους της» εις βάρος των ασθενέστερων χωρών. Κατά την άποψή του, η Αριστερά πρέπει να θέσει στην πρώτη γραμμή όχι το πρόβλημα του ευρώ, αλλά ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος των εργαζομένων, χωρίς ωστόσο να διστάσει να έρθει σε ρήξη με την «υπαρκτή Ε.Ε.» εφόσον αποδειχθεί ότι η υλοποίηση αυτού του προγράμματος είναι αδύνατη στους κόλπους της.
Δύο ευρώ
Σε ανάλογο μήκος κύματος κινείται ο οικονομολόγος και συνεργάτης της Le Monde Diplomatique Φρεντερίκ Λορντόν. Σε ανάλυσή του, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Αύγουστο υπό τον τίτλο «Να φύγουμε από το ευρώ;», ο Λορντόν εισηγείται τη μετατροπή του ευρώ σε κοινό νόμισμα για τις εξωτερικές συναλλαγές, με την παράλληλη ύπαρξη εθνικών «αντιπροσώπων» του (ευρω-μάρκο, ευρω-φράγκο, ευρω-δραχμή κ.ο.κ.) για τις εσωτερικές. Η ισοτιμία του κοινού ευρώ θα καθορίζεται όπως και τώρα, από τις αγορές, αλλά εκείνες των «εθνικών» ευρώ θα ρυθμίζονται με πολιτικές αποφάσεις των κυβερνήσεων, κάτι που θα παράσχει μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές των εταίρων.
Ο αρθρογράφος αναγνωρίζει τις προφανείς δυσκολίες αυτής της πρότασης, κυρίως λόγω των επιθέσεων που πρόκειται να δεχθεί ένα πιο αδύναμο ευρώ από τις αγορές και των πολιτικών εμποδίων από διάφορες χώρες, πρωτίστως από τη Γερμανία. Θεωρεί ωστόσο ότι η ιδέα του –την οποία ασπάζεται και ο πολύ γνωστός οικονομολόγος Σαμίρ Αμίν– διατηρεί την αξία της, ακόμη και στην πολύ πιθανή προοπτική διάλυσης της Ευρωζώνης, ως βάση για την ανασύστασή της σε νέες, σταθερότερες και προοδευτικότερες βάσεις, όταν το επιτρέψουν οι πολιτικοί συσχετισμοί.
«Πολιτική ανυπακοή»
Οι αιρετικές απόψεις δεν περιορίζονται στους κύκλους της γαλλικής διανόησης, αλλά αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος και στο πολιτικό επίπεδο. Ηδη, την άνοιξη του 2013 ο Ζαν-Λικ Μελανσόν και ο συνιδρυτής του γερμανικού κόμματος Die Linke (Αριστερά), Οσκαρ Λαφοντέν, έθεσαν για πρώτη φορά στο τραπέζι το ενδεχόμενο αποχώρησης από την Ευρωζώνη. Το πρόγραμμα του Αριστερού Μετώπου της Γαλλίας υιοθετεί μια γραμμή «πολιτικής ανυπακοής» σε αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, «προς όφελος των χωρών που καταστρέφονται από τα προγράμματα λιτότητας, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία», με στόχο «την επαναδιαπραγμάτευση μιας νέας θεμελιώδους συνθήκης», χωρίς να αποκλείεται το διαζύγιο με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Ιnfo
- Aurelien Bernier, «La gauche radicale et ses tabous», Seuil, 2014.
- Cedric Durand et al. «En finir avec l’ Europe», La fabrique, 2013.
- Samir Amin, «L’implosion du capitalisme contemporain», Delga, 2012.
- Frederic Lordon, «Sortir de l’euro? ». Le monde diplomatique, aout 2013.
Σημείο των καιρών μπορεί να θεωρηθεί το βιβλίο του Ορελιάν Μπερνιέ, που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο, «Η ριζοσπαστική Αριστερά και τα ταμπού της». Πρώην επικεφαλής του κινήματος ATTAC, το οποίο διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στο κίνημα της προηγούμενης δεκαετίας εναντίον της παγκοσμιοποίησης, ο συγγραφέας πρόσκειται στο Αριστερό Μέτωπο (συμμαχία «ανταρτών» των Σοσιαλιστών, υπό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν και του Γαλλικού Κ.Κ.), αλλά δεν κρύβει την ανησυχία του για την αδυναμία του πολιτικού του χώρου να αναχαιτίσει την άνοδο της Ακροδεξιάς υπό τη Μαρίν Λεπέν.
Αντι-Λεπέν Αριστερά
Μία από τις αιτίες αυτής της κακοδαιμονίας εντοπίζεται από τον συγγραφέα στον «μετασχηματισμό της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αντι-Λεπέν... Στον ρατσισμό, αντιτάσσουν τον αντιρατσισμό, στον εθνικισμό την οικουμενικότητα. Δικαίως, αλλά αυτή η λογική δεν απαντά στην πρωταρχική αιτία ανόδου των Λεπενιστών: την καταστροφή της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας. Αντιθέτως, το τραύμα που προκαλεί η άνοδος του Εθνικού Μετώπου οδηγεί τα κόμματα και τους διανοούμενους της ριζοσπαστικής Αριστεράς να εξοστρακίζουν από τον πολιτικό τους λόγο κάθε λύση στο εθνικό πλαίσιο». Οπαδός της εξόδου από την Ευρωζώνη και της «ανυπακοής», όποτε χρειάζεται, στις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο Μπερνιέ θεωρεί ότι το Γαλλικό Κ.Κ. εγκατέλειψε την κριτική του τοποθέτηση κυρίως για να εξασφαλίσει ρόλο συγκυβερνήτη με τους Σοσιαλιστές, πρώτα επί προεδρίας Μιτεράν και έπειτα επί κυβέρνησης Ζοσπέν, με αποτέλεσμα την απαξίωσή του.
Λίγο νωρίτερα, είχε κυκλοφορήσει ένα άλλο βιβλίο, που προκάλεσε ομηρικές διαμάχες. Πρόκειται για το συλλογικό έργο υπό τη διεύθυνση του οικονομολόγου Σεντρίκ Ντιράν υπό τον προκλητικό τίτλο «Ας τελειώνουμε με την Ευρώπη»! Ο Ντιράν υπενθυμίζει την ανάλυση του Φρόιντ για τη διαπλοκή ενδογενών και εξωγενών παραγόντων στις ψυχικές ασθένειες: «Αν πετάξουμε ένα κρύσταλλο στο έδαφος θα σπάσει, αλλά όχι με τυχαίο τρόπο. Θα σπάσει ακολουθώντας τις εσωτερικές ρηγματώσεις, οι οποίες, αν και αόρατες, ήταν προκαθορισμένες από τη δομή του κρυστάλλου». Αυτό που συμβαίνει με τις ψυχικές ασθένειες, υποστηρίζει ο Ντιράν, ισχύει και για την παθολογία της Ευρωζώνης. Ο εξωτερικός παράγοντας, η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, έπαιξε καταλυτικό ρόλο, αλλά οι θεμελιώδεις αιτίες ήταν ενδογενείς και μη αναστρέψιμες.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση εξελίσσεται σε ένα είδος «Καισαρισμού χωρίς Καίσαρα», ισχυρίζεται ο Ντιράν, παραπέμποντας σε μια ιδέα του Αντόνιο Γκράμσι για τη ροπή του κράτους προς τον απολυταρχισμό σε εποχές κρίσης. Εναν «Καισαρισμό με πρωταγωνιστή όχι τον στρατό, αλλά το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και τη γραφειοκρατία». Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η συνθήκη της Λισσαβώνας και το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν αφήνουν περιθώρια άσκησης προοδευτικής και πολύ περισσότερο σοσιαλιστικής πολιτικής εντός της Νομισματικής Ενωσης, η οποία «οδηγεί σε παροξυσμό την άνιση ανάπτυξη, σε σημείο που να επαναφέρει ένα νεοαποικιακό καθεστώς στους κόλπους της» εις βάρος των ασθενέστερων χωρών. Κατά την άποψή του, η Αριστερά πρέπει να θέσει στην πρώτη γραμμή όχι το πρόβλημα του ευρώ, αλλά ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος των εργαζομένων, χωρίς ωστόσο να διστάσει να έρθει σε ρήξη με την «υπαρκτή Ε.Ε.» εφόσον αποδειχθεί ότι η υλοποίηση αυτού του προγράμματος είναι αδύνατη στους κόλπους της.
Δύο ευρώ
Σε ανάλογο μήκος κύματος κινείται ο οικονομολόγος και συνεργάτης της Le Monde Diplomatique Φρεντερίκ Λορντόν. Σε ανάλυσή του, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Αύγουστο υπό τον τίτλο «Να φύγουμε από το ευρώ;», ο Λορντόν εισηγείται τη μετατροπή του ευρώ σε κοινό νόμισμα για τις εξωτερικές συναλλαγές, με την παράλληλη ύπαρξη εθνικών «αντιπροσώπων» του (ευρω-μάρκο, ευρω-φράγκο, ευρω-δραχμή κ.ο.κ.) για τις εσωτερικές. Η ισοτιμία του κοινού ευρώ θα καθορίζεται όπως και τώρα, από τις αγορές, αλλά εκείνες των «εθνικών» ευρώ θα ρυθμίζονται με πολιτικές αποφάσεις των κυβερνήσεων, κάτι που θα παράσχει μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές των εταίρων.
Ο αρθρογράφος αναγνωρίζει τις προφανείς δυσκολίες αυτής της πρότασης, κυρίως λόγω των επιθέσεων που πρόκειται να δεχθεί ένα πιο αδύναμο ευρώ από τις αγορές και των πολιτικών εμποδίων από διάφορες χώρες, πρωτίστως από τη Γερμανία. Θεωρεί ωστόσο ότι η ιδέα του –την οποία ασπάζεται και ο πολύ γνωστός οικονομολόγος Σαμίρ Αμίν– διατηρεί την αξία της, ακόμη και στην πολύ πιθανή προοπτική διάλυσης της Ευρωζώνης, ως βάση για την ανασύστασή της σε νέες, σταθερότερες και προοδευτικότερες βάσεις, όταν το επιτρέψουν οι πολιτικοί συσχετισμοί.
«Πολιτική ανυπακοή»
Οι αιρετικές απόψεις δεν περιορίζονται στους κύκλους της γαλλικής διανόησης, αλλά αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος και στο πολιτικό επίπεδο. Ηδη, την άνοιξη του 2013 ο Ζαν-Λικ Μελανσόν και ο συνιδρυτής του γερμανικού κόμματος Die Linke (Αριστερά), Οσκαρ Λαφοντέν, έθεσαν για πρώτη φορά στο τραπέζι το ενδεχόμενο αποχώρησης από την Ευρωζώνη. Το πρόγραμμα του Αριστερού Μετώπου της Γαλλίας υιοθετεί μια γραμμή «πολιτικής ανυπακοής» σε αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, «προς όφελος των χωρών που καταστρέφονται από τα προγράμματα λιτότητας, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία», με στόχο «την επαναδιαπραγμάτευση μιας νέας θεμελιώδους συνθήκης», χωρίς να αποκλείεται το διαζύγιο με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Ιnfo
- Aurelien Bernier, «La gauche radicale et ses tabous», Seuil, 2014.
- Cedric Durand et al. «En finir avec l’ Europe», La fabrique, 2013.
- Samir Amin, «L’implosion du capitalisme contemporain», Delga, 2012.
- Frederic Lordon, «Sortir de l’euro? ». Le monde diplomatique, aout 2013.