Το 2004, όταν η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονταν -φαινομενικά ή όχι, δεν
έχει σημασία- σε μια πολιτικά και οικονομικά καλή κατάσταση, οι μεν
Ελληνοκύπριοι απέρριψαν με μεγάλη πλειοψηφία το σχέδιο Ανάν, η δε νέα
τότε ελληνική κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή επέδειξε λαμπρή απουσία από τα
τεκταινόμενα, αν όχι αδιαφορία για την έκβαση του δημοψηφίσματος.
Προφανώς και οι δύο ελληνικές πλευρές αισθάνονταν αρκετά ισχυρές ώστε να
απαιτήσουν και να επιτύχουν περισσότερα. Η πρόσφατη μάλιστα συμφωνία
για την ένταξη της μεγαλονήσου στην ΕΕ, χωρίς προηγούμενη λύση του
πολιτικού προβλήματος, ενέτεινε αυτό το αίσθημα υπεροχής, που υπήρξε ο
κύριος λόγος για την απώλεια ακόμα μιας ευκαιρίας επανένωσης της χώρας.
Δέκα χρόνια μετά, τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής είναι ακόμα εκεί, η Τουρκία -αν και σε κρίση- βρίσκεται σε καλύτερη οικονομική και πολιτική κατάσταση, ενώ Κύπρος και Ελλάδα περνούν μία από τις δυσκολότερες φάσεις της ιστορίας τους. Περιέργως όμως, αυτές οι αρνητικές συνθήκες μοιάζουν πλέον περισσότερο ικανές να οδηγήσουν σε αίσια έκβαση τις απευθείας διαπραγματεύσεις Αναστασιάδη/Ερογλου. Ισως η αίσθηση ότι δεν θα χρειαστεί τώρα να πληρώσουν οι πλούσιοι Ελληνοκύπριοι για τους φτωχούς Τουρκοκυπρίους και η βεβαιότητα ότι μια συμφωνία θα επιτρέψει την ευκολότερη και ταχύτερη εκμετάλλευση του άρτι διαπιστωθέντος ενεργειακού πλούτου δημιουργούν τις προϋποθέσεις αλλαγής στάσης του εκλογικού σώματος και προοιωνίζονται τη θετική έκβαση ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος.
Είναι πεποίθησή μου ότι αυτό που θα τεθεί στην κρίση των δύο κοινοτήτων δεν θα διαφέρει πολύ από το απορριφθέν σχέδιο Ανάν. Πιθανότατα θα είναι και λίγο δυσμενέστερο για τις ελληνοκυπριακές θέσεις. Ακόμα όμως και έτσι, θα έχει πιο πολλές πιθανότητες να εγκριθεί. Μια πονηρία της Ιστορίας, σύμφωνα με την εγελιανή διδασκαλία, που κινείται -ευτυχώς- στη σωστή κατεύθυνση και λύνει ένα πρόβλημα δεκαετιών με ολοφάνερα θετικές επιπτώσεις στη ζωή των δύο κοινοτήτων του νησιού και γενικότερα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενας κίνδυνος όμως καιροφυλακτεί και απειλεί να ανατρέψει πάλι τα πάντα. Αυτήν τη φορά -σύμφωνα πάντα με την πονηριά της Ιστορίας- δεν θα είναι η υπεροψία του ισχυρού, αλλά η ανασφάλεια του αδύναμου.
Φοβάμαι, πράγματι, ότι οι κυβερνήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, ευρισκόμενες σε δεινή θέση στο εσωτερικό των χωρών τους, θα είναι εξαιρετικά ευάλωτες στις κραυγές περί μειοδοσίας και προδοσίας που σίγουρα θα ακουστούν και στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ας ελπίσουμε ότι οι ιθύνοντες θα αντισταθούν και ότι οι λαοί θα μιλήσουν με θάρρος, σαφήνεια και διορατικότητα. Γράφει ο Ξενοφών Γιαταγάνας, Πρώην νομικός σύμβουλος της ΕΕ
Δέκα χρόνια μετά, τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής είναι ακόμα εκεί, η Τουρκία -αν και σε κρίση- βρίσκεται σε καλύτερη οικονομική και πολιτική κατάσταση, ενώ Κύπρος και Ελλάδα περνούν μία από τις δυσκολότερες φάσεις της ιστορίας τους. Περιέργως όμως, αυτές οι αρνητικές συνθήκες μοιάζουν πλέον περισσότερο ικανές να οδηγήσουν σε αίσια έκβαση τις απευθείας διαπραγματεύσεις Αναστασιάδη/Ερογλου. Ισως η αίσθηση ότι δεν θα χρειαστεί τώρα να πληρώσουν οι πλούσιοι Ελληνοκύπριοι για τους φτωχούς Τουρκοκυπρίους και η βεβαιότητα ότι μια συμφωνία θα επιτρέψει την ευκολότερη και ταχύτερη εκμετάλλευση του άρτι διαπιστωθέντος ενεργειακού πλούτου δημιουργούν τις προϋποθέσεις αλλαγής στάσης του εκλογικού σώματος και προοιωνίζονται τη θετική έκβαση ενός μελλοντικού δημοψηφίσματος.
Είναι πεποίθησή μου ότι αυτό που θα τεθεί στην κρίση των δύο κοινοτήτων δεν θα διαφέρει πολύ από το απορριφθέν σχέδιο Ανάν. Πιθανότατα θα είναι και λίγο δυσμενέστερο για τις ελληνοκυπριακές θέσεις. Ακόμα όμως και έτσι, θα έχει πιο πολλές πιθανότητες να εγκριθεί. Μια πονηρία της Ιστορίας, σύμφωνα με την εγελιανή διδασκαλία, που κινείται -ευτυχώς- στη σωστή κατεύθυνση και λύνει ένα πρόβλημα δεκαετιών με ολοφάνερα θετικές επιπτώσεις στη ζωή των δύο κοινοτήτων του νησιού και γενικότερα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενας κίνδυνος όμως καιροφυλακτεί και απειλεί να ανατρέψει πάλι τα πάντα. Αυτήν τη φορά -σύμφωνα πάντα με την πονηριά της Ιστορίας- δεν θα είναι η υπεροψία του ισχυρού, αλλά η ανασφάλεια του αδύναμου.
Φοβάμαι, πράγματι, ότι οι κυβερνήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, ευρισκόμενες σε δεινή θέση στο εσωτερικό των χωρών τους, θα είναι εξαιρετικά ευάλωτες στις κραυγές περί μειοδοσίας και προδοσίας που σίγουρα θα ακουστούν και στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ας ελπίσουμε ότι οι ιθύνοντες θα αντισταθούν και ότι οι λαοί θα μιλήσουν με θάρρος, σαφήνεια και διορατικότητα. Γράφει ο Ξενοφών Γιαταγάνας, Πρώην νομικός σύμβουλος της ΕΕ