15 Αυγούστου 2013

Εξουθενωτική απορία

https://encrypted-tbn3.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcQLPADme2IqRcf2Q-F7Q6yDmef4FxOrgNQ5Z60b7WhKzOg1udCHOQ
Είναι δυνατόν ν' αγαπά κάποιος την πατρίδα του κι όμως ν' απεχθάνεται τον κορμό των συμπατριωτών του; - Εχω επίγνωση του ότι πρόκειται για ύβρι, δεινή και ασυγχώρητη.
Ομως αυτοεγκαταλείπομαι μέσα στην ασχήμια της, που με κρατάει αιχμάλωτο.
- Γιατί και αναφορικά με τι;
- Επειδή με εξουθενώνει η επίγνωση της διεθνούς ανυποληψίας της πατρίδας μας, αντάμα με την έλλειψη κάθε προσδοκίας καλύτερων ημερών για τα παιδιά και τα εγγόνια μας, εδώ, στο δικό μας τόπο. Αυτόν τον ωραίο τόπο, τον οποίο σωστά ο ποιητής έχει προσδιορίσει ως «στοιχειωμένο κι ιερό», τονίζοντας εύστοχα, όσο και τραγικά, πως «το ίδιο χώμα μένει ακόμα κι απ' τον αρχαίο τον καιρό!».Είναι αλήθεια! Τρεις χιλιάδες χρόνια ηρωικών αγώνων για την ελευθερία αυτού του τόπου, μέσα στο φως μοναδικής καλλιέργειας της ποίησης, της γλυπτικής και της φιλοσοφίας.

- Και διά ταύτα;
- Ποια ευτυχία γνώρισαν τάχα οι γονείς μας, οι εγγύτεροι και οι απώτεροι προπάτορές μας;
Πόσες πικρίες γεύθηκαν σε μακρινές ξενιτιές συγγενείς και γειτονόπουλά μας; Μα, προπαντός: ποιες βάσιμες προοπτικές έχουν τα εγγόνια μας, να ριζώσουν τουλάχιστον αυτά σε τούτο δω το στοιχειωμένο ελληνικό χώμα, και να απολαύσουν συνθήκες ειρηνικής και καρποφόρας ανάπτυξης της προσωπικότητας, που καθένα τους δικαιούται να προσδοκά ότι θα μπορέσει ν' αναπτύξει σ' αυτό εδώ, το ελληνικό το χώμα, κάτω από τον πιο λαμπρό ουρανό της υφηλίου;

- Ποιος φταίει γι' αυτήν την κατάντια της άκρας αβεβαιότητας;
- Φυσικά οι ηγέτες μας!
- Σύμφωνοι! Ομως αυτοί οι ανάξιοι ηγέτες τού ελληνικού έθνους δεν ξεπήδησαν από το πουθενά. Εμείς τους αναδείξαμε! Εμείς τους χειροκροτήσαμε! Εμείς τους ζητωκραυγάσαμε!
Με σταματούν στο δρόμο γνωστοί και άγνωστοι, με το ερώτημα: πού πάμε;
Και φυσικά, αξιόπιστη ενθάρρυνση δεν υπάρχει, καθώς βιώνουμε συνθήκες ξένης κατοχής.

- Και δεν υπάρχει καμιά ελπίδα δικής μας αντίστασης;
- Προτού κάποιος να επιχειρήσει να δώσει μια κάπως αξιόπιστη απάντηση, ας θυμηθεί ότι η χώρα μας, εμείς, τα παιδιά και τα εγγόνια μας είμαστε ανοιχτοί σε δυσβάσταχτα διεθνή χρέη, για την κατάρτιση των οποίων ουδέποτε είχαμε ερωτηθεί σε οποιαδήποτε προεκλογική περίοδο.

- Φίλε αναγνώστη, άραγε προσβλέπεις εσύ με σοβαρότητα στα γειτονικά μας βαλκανικά ψευδοκρατίδια; Κι αν όχι, είσαι τάχα τόσο αφελής να νομίζεις ότι εμείς, οι Ελληνες, στα μάτια λ.χ. των Γερμανών, των Σουηδών, ακόμη και των Αυστριακών, προκαλούμε σεβασμό και παραδοχή, επειδή καταγόμαστε από τους εξίσου μ' εμάς αυτοκαταστροφικούς αρχαίους προγόνους μας;

- Για την περίπτωση που παρασύρεσαι από τέτοια ανεδαφική αυταρέσκεια, θα σου διηγηθώ, με άκρα συντομία, ότι πριν από αρκετές δεκαετίες, καθώς ήμουν απασχολημένος σε προφορικές πτυχιακές εξετάσεις στη Νομική Αθηνών, απορρίπτοντας τους πιο πολλούς με χαμηλούς βαθμούς, αντίκρισα κι έναν που ήταν όντως αετός! Με συναίσθηση των ευθυνών μου, ως δασκάλου, του έβαλα άριστα δέκα, τον πήρα κοντά μου, τον ενθάρρυνα να κάνει αρχικώς μικρές, όσο και σοβαρές, νομικές μελέτες. Τον προώθησα να γίνει αργότερα διδάκτορας και τον καμάρωνα τελικώς ως συνάδελφο καθηγητή τού δικαίου. Ωσπου ήρθε η κακιά ώρα του πειρασμού, επιβεβαιώνοντας τον καημό που, πριν από πολλά χρόνια, είχε βγάλει από την καρδιά του ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, με τα λίγα, αλλά σταράτα λόγια: «Αυτή είναι η Ελλάδα...».

Ευτυχώς δεν είναι όλοι έτσι! Και τούτο, καθώς έχω επίσης γνώση κάποιου άλλου πανεπιστημιακού δασκάλου, τον οποίο, πριν από πολλά χρόνια, είχε επισκεφθεί ο άλλοτε πλουσιότερος και ισχυρότερος πολίτης του τόπου μας, ο οποίος όμως ήδη είχε απέναντί του την εκδικητικότητα του τότε πρωθυπουργού, κάποιους μήνες μετά την πτώση της απριλιανής δικτατορίας. Φυσικά, μέσα στις συνθήκες εκείνης της εποχής, η δικαίωση δεν μπορούσε να αναμενόταν στους κόλπους των ελληνικών δικαστηρίων. Ηρθε τελικώς από το Στρασβούργο.

Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι δικαστές του Στρασβούργου βρίσκονται όλοι τους, τάχα, παντού και πάντα στο ύψος των περιστάσεων. Αλλ' αυτή είναι μια άλλη ιστορία, την οποία ο συντάκτης αυτών εδώ των γραμμών προτιμά να μη θυμάται, καθώς, έτσι κι αλλιώς, όλοι μας περαστικοί είμαστε, τόσο μέσα από τις πικρίες της ζωής όσο και μέσα στις όποιες πνευματικές κατακτήσεις που καθένας μπορεί τελικώς και κατορθώνει, ή, τουλάχιστον, προσπαθεί να επιδιώκει. Καθένας με το δικό του ξέχωρο τρόπο. Οπωσδήποτε όμως, στη δική μου συνείδηση, ως δασκάλου, που διά βίου αναζητεί καινούργιες και συναρπαστικές πηγές γνώσης και προβληματισμού, η πιο αξιόπιστη καταφυγή για το διανοούμενο, που έχει επίγνωση του ότι πλησιάζει στο «απιέναι», είναι ο θησαυρός της αρχαιοελληνικής μας γραμματείας.

Ενας θησαυρός, του οποίου η αξία δεν εξαντλείται απλώς και μόνο στην ανάγνωση των κειμένων του, αλλά πολύ περισσότερο αναδεικνύεται από τα σπουδαία και φλογερά ερεθίσματα που παρέχει για περαιτέρω προβληματισμό, περίσκεψη και ενδελεχή μελέτη, ικανή να επιστήσει την προσοχή και των άλλων να την πλησιάσουν, να τη γνωρίσουν και να χαρούν την ομορφιά της.