Το
τελευταίο διάστημα έχω μπερδευτεί αφάνταστα με τις διάφορες
αντιεπιστημονικές αναφορές σχετικά με το Πρόγραμμα Σπουδών της Νέας
Ελληνικής Γλώσσας, με επιχειρήματα που πολλές φορές έχουν ως μοναδική
πηγή τους τη Wikipedia
και σημειώνουν ότι δήθεν γίνονται προσπάθειες για προαγωγή της
κυπριακής διαλέκτου σε χωριστή γλώσσα και ότι ο κριτικός γραμματισμός (critical literacy) είναι βασικά νεομαρξιστικής κατευθύνσεως.
Μπερδεύτηκα τόσο πολύ, που κοίταξα
αμέσως το ημερολόγιο τοίχου. Έγραφε «Ιούλιος του 2013»... Τότε,
διερωτήθηκα τι είδους πολίτες θέλουμε τελικά να φτιάξουμε ως μια
σύγχρονη κοινωνία μέσω της εκπαίδευσης; Αμέσως θυμήθηκα τους στίχους του
ποιητή Αζίζ Νεσίν «Στο σχολείο μού κρύψαν την αλήθεια τη μισή, μου λέγανε: "εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!"».
Μήπως θέλουμε να συνεχίσουμε να φτιάχνουμε μια «κοινωνία του σώπα», μια
κοινωνία η οποία δε θα υιοθετεί μια κριτική στάση απέναντι στα νοήματα
των κειμένων, μια κοινωνία η οποία δε θα χρειάζεται το μόνο άχρηστο
όργανο – τη γλώσσας της – από τη στιγμή που δε θα το μεταχειρίζεται
σωστά, μια κοινωνία που θα δέχεται άκριτα Λόγους που δρουν σε βάρος της
κοινωνικής ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης;
Τα
ερωτήματα πολλά, αλλά το βασικό ερώτημα που πρέπει να τεθεί στις πιο
πάνω αναφορές είναι το εξής: Με ποιο σημείο του Προγράμματος Σπουδών
(ΠΣ) διαφωνεί κάποιος/α; Σε κανένα σημείο του ΠΣ δε γίνεται αναφορά στο
ότι η κυπριακή διάλεκτος θα αναχθεί σε χωριστή γλώσσα. Αντιθέτως, όπως
γίνεται και στα πλέον σύγχρονα ΠΣ διαφόρων χωρών του κόσμου (Εbonics -
ΗΠΑ, Aboriginal English-Αυστραλία),προτείνονται τρόποι παιδαγωγικής
αξιοποίησης της ποικιλότητας μιας γλώσσας, ώστε να αξιοποιηθεί το
προϋπάρχον γλωσσικό κεφάλαιο των παιδιών, να ενισχυθεί η κατανόηση των
ομοιοτήτων και των διαφορών μεταξύ των τοπικών ποικιλιών και της
πρότυπης γλώσσας, ώστε να αποφεύγονται τα λάθη εκ μεταφοράς και να
ενισχυθεί η μεταγλωσσική τους ενημερότητα. Ο τελικός στόχος στο ΠΣ,
βέβαια, είναι η αποτελεσματικότερη γλωσσική καλλιέργεια και η ενίσχυση
της γνώσης της ελληνικής γλώσσας.
Αυτό
που έχει διαφανεί, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών είναι το
γεγονός ότι έχουν σημειωθεί σημαντικότατες αλλαγές γύρω από τη
διδασκαλία της γλώσσας και του γραμματισμού, ως απόρροια των
διαπιστώσεων διεθνών και εθνικών ερευνών, στις οποίες έχει διαφανεί ότι
στην Ενωμένη Ευρώπη για παράδειγμα, 1 στους 5 πολίτες στερούνται βασικών
δεξιοτήτων γραμματισμού. Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμη και η ίδια η
Ενωμένη Ευρώπη αναφέρεται στην έννοια του «κριτικού γραμματισμού» –
βασική έννοια του νέου ΠΣ της Νέας Ελληνικής Γλώσσας στην Κύπρο, η οποία
ενσωματώνεται σε πάρα πολλά σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο –
και αναγνωρίζει ως καλή πρακτική που όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης θα πρέπει να εφαρμόσουν για μείωση του προβλήματος αναλφαβητισμού
και προώθηση του γραμματισμού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην
έκθεση της «Ομάδας Ειδικών Υψηλού Επιπέδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον
Γραμματισμό» σχετικά με την κρίση του γραμματισμού:
«Το
νέο Πρόγραμμα Σπουδών στοχεύει στην καλλιέργεια των δεξιοτήτων της
γραφής και της ανάγνωσης, ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για
καλλιέργεια δεξιοτήτων, όχι μόνο λειτουργικού, αλλά κυρίως κριτικού γραμματισμού.
Οι δεξιότητες γραμματισμού προσεγγίζονται με ένα δυναμικό και ευέλικτο
τρόπο, με στόχο η προώθηση του γραμματισμού να βοηθήσει τα παιδιά: (α)
να αποκτήσουν και να μπορούν να διαχειριστούν μια ποικιλία δεξιοτήτων
γραμματισμού και (β) να αναπτύξουν κριτικές προσεγγίσεις απέναντι στις
διασυνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των πρακτικών γραμματισμού, της
κοινωνίας και της κουλτούρας.» (EU HIGH LEVEL GROUP OF EXPERTS ON LITERACY, Final Report, September 2012, σελ. 43).
Συγκεκριμένα,
το νέο ΠΣ το οποίο συντάχθηκε από τους επαΐοντες του συγκεκριμένου
επιστημονικού χώρου έχει ως στόχο να δημιουργήσει κριτικά εγγράμματα
άτομα τα οποία να κατανοούν και να χειρίζονται επιτυχώς τη γλώσσα και να
διερευνούν πώς τα κείμενα λειτουργούν σε σχέση με την κοινωνική
πραγματικότητα και πώς τα διάφορα γλωσσικά στοιχεία (γραμματικά
φαινόμενα, λεξιλόγιο κ.ά.) κατασκευάζουν μια συγκεκριμένη «οπτική» του
κόσμου. Έχει ως στόχο να προχωρήσει πέρα από αποπλαισιωμένες λογικές και
διαχωριστικές γραμμές που ενισχύουν στατικούς τρόπους σύλληψης της
γλωσσικής επικοινωνίας μέσα από λογικές αποθηκευτικού τύπου στην
καλλιέργεια της ικανότητας των παιδιών να εκφράζουν προφορικά και γραπτά
τη δική τους άποψη και να στέκονται κριτικά σε γενικότερους Λόγους,
όπως για παράδειγμα σε Λόγους που αναπαράγουν κοινωνικές ανισότητες
μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Είναι
λογικό, οι εκπαιδευτικοί μέσα από την πορεία οικειοποίησης της νέας
παιδαγωγικής πρότασης να αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα. Δεν μπορούν
όμως να παραβλεφθούν όλα τα θετικά αποτελέσματα και οι θετικές
αντιδράσεις όσων ενεπλάκησαν σε αυτή τη διαδικασία. Χαρακτηριστικές
είναι οι αναφορές εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών που ενεπλάκησαν στη
διαδικασία οικειοποίησης της νέας παιδαγωγικής πρότασης: «Έμεινα
πάρα πολύ ευχαριστημένη από την εφαρμογή του νέου προγράμματος. Αυτό
που με εντυπωσίασε είναι το γεγονός ότι ενεργοποίησε την κριτική σκέψη
των παιδιών, αφού τα έφερε αντιμέτωπα με πολλές διαφορετικές απόψεις,
και τα οδήγησε στην ανακάλυψη έμμεσων νοημάτων» (Δασκάλα που εφάρμοσε τη
νέα προσέγγιση),«Το σημαντικό, για μένα, είναι πως νιώθω ότι συνέβαλα με τον δικό μου τρόπο, ώστε αυτά τα παιδιά να μάθουν να σκέφτονται» (Δασκάλα
που εφάρμοσε τη νέα προσέγγιση) και «Το θέμα το αποφασίσαμε με τη
δασκάλα μας. Βλέπαμε τους γονείς μας να ανησυχούν και να συζητούν
καθημερινά το θέμα αυτό και δεν καταλαβαίναμε το γιατί. Διερευνήσαμε το
θέμα και παρουσιάσαμε τη δική μας άποψη στο συγκεκριμένο θέμα» (Μαθητής
που εργάστηκε με τη νέα προσέγγιση).
Επομένως, το ερώτημα παραμένει: Τι είδους πολίτες θέλουμε τελικά;
Θέλουμε πολίτες οι οποίοι να είναι καλοί εκτελεστές γενικών
προσταγμάτων και να δέχονται άκριτα Λόγους που δρουν σε βάρος της
κοινωνικής ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως για παράδειγμα
σε Λόγους που αναπαράγουν κοινωνικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και
γυναικών; Η΄ θέλουμε, ακολουθώντας τη σύγχρονη διεθνή βιβλιογραφία και
τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είμαστε ισότιμο
κράτος-μέλος, κριτικά εγγράμματους πολίτες οι οποίοι να προωθούν την
ισότητα και τη δικαιοσύνη, και παράλληλα, όπως πολύ σωστά δεσμεύτηκε ο
Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, τη δημιουργία ενεργών δημοκρατικών
πολιτών;
Εν
ολίγοις, είμαστε έτοιμοι/ες και πρόθυμοι/ες να συμβάλουμε ουσιαστικά
στη δημιουργία της «κοινωνίας του μίλα» ή θα επιλέξουμε να παραμείνουμε
στην «κοινωνία του σώπα»;
Γράφει: Μάριος Στυλιανού