Τις διαδικασίες για τη συγχώνευση και κατάργηση κρατικών φορέων
και οργανισμών με στόχο την απομάκρυνση περίπου 2.000 δημοσίων υπαλλήλων
συνεχίζει η κυβέρνηση, χωρίς όμως να έχουν γίνει γνωστά τα κριτήρια
αξιολόγησης των φορέων αυτών.Εντύπωση προκαλεί η περίπτωση του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας, ενός
εποπτευόμενου φορέα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του
Πολίτη, το οποίο τις τελευταίες μέρες φιγουράρει σε όλες τις λίστες με
τους υπό κατάργηση οργανισμούς. Το «κλείσιμο» του οποίου φαίνεται πως
δεν είναι επιλογή του Νίκου Δένδια, αλλά επιλογή του Μεγάρου Μαξίμου.
Όπως φαίνεται όμως, κέρδος από την απόλυση υπαλλήλων δεν φαίνεται να υπάρχει καθώς το ΚΕΜΕΑ δεν διαθέτει μόνιμο προσωπικό, καθώς σε αυτό υπηρετεί ένας μονοψήφιος αριθμός ένστολων επιστημόνων, οι οποίοι είναι αποσπασμένοι από την Αστυνομία και την Πυροσβεστική.
Σε περίπτωση που καταργηθεί το ΚΕΜΕΑ, όλοι αυτοί απλά θα τοποθετηθούν σε διευθύνσεις του Υπουργείου, πάλι σε καθήκοντα γραφείου, καθώς είναι κατά βάση επιστημονικό προσωπικό. Επίσης, το ΚΕΜΕΑ απασχολεί με συμβάσεις ανάθεσης έργου πάνω από 40 νέους επιστήμονες, οι οποίοι υλοποιούν αυτή τη στιγμή πάνω από 30 ερευνητικά ευρωπαϊκά έργα.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν χρεώνεται ούτε ένα ευρώ για την αμοιβή τους, καθώς αυτή προκύπτει από χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία δόθηκαν στη χώρα μας μετά από υποβολή ανταγωνιστικών ερευνητικών προτάσεων και τα οποία πιθανότατα, εάν δεν τα διεκδικούσε το ΚΕΜΕΑ, θα κατέληγαν σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, κ.α.
Αρμοδιότητες του ΚΕΜΕΑ και δυνατότητα μεταφοράς τους: Το ΚΕΜΕΑ, εκτός από την υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων είναι η αρμόδια αρχή για την Ασφάλεια και Προστασία των Εθνικών και Ευρωπαϊκών Κρισίμων Υποδομών που βρίσκονται στη χώρα μας, καθώς και ο φορέας Πιστοποίησης για σχεδόν 100.000 εργαζόμενους στον κλάδο της Παροχής Υπηρεσιών Ιδιωτικής Ασφάλειας, διαδικασία που είναι σε συνεχή εξέλιξη, έχει χαρακτηριστεί ως πρότυπη και αποτελεί τον «οδηγό» για την πιστοποίηση προσόντων και τα υπόλοιπα επαγγέλματα.
Η υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων απαγορεύεται διά ροπάλου να «μεταφερθεί», αφού με την κατάργηση του φορέα καταγγέλλεται η σύμβαση που έχει υπογραφεί ανάμεσα στον φορέα και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρακτικά λοιπόν, η Ελλάδα θα χάσει όλα τα ερευνητικά προγράμματα στο χώρο της Ασφάλειας, στα οποία συμμετέχει, με συνέπεια εκτός από τα χρήματα να πληγεί και η αξιοπιστία της χώρας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επίσης, σε περίπτωση κατάργησης του ΚΕΜΕΑ, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την πιστοποίηση των εργαζόμενων στον κλάδο παροχής υπηρεσιών ιδιωτικής ασφάλειας. Για να θυμηθούμε τι είχε συμβεί στο παρελθόν, μέχρι να προκύψει το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, πέρασαν περίπου δύο χρόνια, με αποτέλεσμα για όλο το 2012 να μην μπορέσει να εκδοθεί ούτε μία άδεια εργασίας στον κλάδο, αφού δεν υπήρχε αρμόδιος φορέας και πλαίσιο πιστοποίησης.
Παράλληλα, από την κατάργηση του ΚΕΜΕΑ δεν φαίνεται να υπάρχει και λειτουργικό κόστος, καθώς το Κέντρο φιλοξενείται σε χώρους του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, χωρίς να επιβαρύνει την Πολιτεία με ενοίκια και λοιπά κόστη λειτουργίας. Αντιθέτως, το ΚΕΜΕΑ αξιοποιώντας τα έσοδα που έχει από τις δράσεις που αναπτύσσει, έχει αναλάβει τη συντήρηση τόσο των χώρων που του έχουν παραχωρηθεί, όσο και μεγάλο μέρος των λοιπών χώρων του υπουργείου, οι οποίοι λόγω περιορισμένου προϋπολογισμού έχουν υποβαθμιστεί σε μεγάλο βαθμό.
Όπως φαίνεται όμως, κέρδος από την απόλυση υπαλλήλων δεν φαίνεται να υπάρχει καθώς το ΚΕΜΕΑ δεν διαθέτει μόνιμο προσωπικό, καθώς σε αυτό υπηρετεί ένας μονοψήφιος αριθμός ένστολων επιστημόνων, οι οποίοι είναι αποσπασμένοι από την Αστυνομία και την Πυροσβεστική.
Σε περίπτωση που καταργηθεί το ΚΕΜΕΑ, όλοι αυτοί απλά θα τοποθετηθούν σε διευθύνσεις του Υπουργείου, πάλι σε καθήκοντα γραφείου, καθώς είναι κατά βάση επιστημονικό προσωπικό. Επίσης, το ΚΕΜΕΑ απασχολεί με συμβάσεις ανάθεσης έργου πάνω από 40 νέους επιστήμονες, οι οποίοι υλοποιούν αυτή τη στιγμή πάνω από 30 ερευνητικά ευρωπαϊκά έργα.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν χρεώνεται ούτε ένα ευρώ για την αμοιβή τους, καθώς αυτή προκύπτει από χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία δόθηκαν στη χώρα μας μετά από υποβολή ανταγωνιστικών ερευνητικών προτάσεων και τα οποία πιθανότατα, εάν δεν τα διεκδικούσε το ΚΕΜΕΑ, θα κατέληγαν σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, κ.α.
Αρμοδιότητες του ΚΕΜΕΑ και δυνατότητα μεταφοράς τους: Το ΚΕΜΕΑ, εκτός από την υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων είναι η αρμόδια αρχή για την Ασφάλεια και Προστασία των Εθνικών και Ευρωπαϊκών Κρισίμων Υποδομών που βρίσκονται στη χώρα μας, καθώς και ο φορέας Πιστοποίησης για σχεδόν 100.000 εργαζόμενους στον κλάδο της Παροχής Υπηρεσιών Ιδιωτικής Ασφάλειας, διαδικασία που είναι σε συνεχή εξέλιξη, έχει χαρακτηριστεί ως πρότυπη και αποτελεί τον «οδηγό» για την πιστοποίηση προσόντων και τα υπόλοιπα επαγγέλματα.
Η υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων απαγορεύεται διά ροπάλου να «μεταφερθεί», αφού με την κατάργηση του φορέα καταγγέλλεται η σύμβαση που έχει υπογραφεί ανάμεσα στον φορέα και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρακτικά λοιπόν, η Ελλάδα θα χάσει όλα τα ερευνητικά προγράμματα στο χώρο της Ασφάλειας, στα οποία συμμετέχει, με συνέπεια εκτός από τα χρήματα να πληγεί και η αξιοπιστία της χώρας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επίσης, σε περίπτωση κατάργησης του ΚΕΜΕΑ, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την πιστοποίηση των εργαζόμενων στον κλάδο παροχής υπηρεσιών ιδιωτικής ασφάλειας. Για να θυμηθούμε τι είχε συμβεί στο παρελθόν, μέχρι να προκύψει το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, πέρασαν περίπου δύο χρόνια, με αποτέλεσμα για όλο το 2012 να μην μπορέσει να εκδοθεί ούτε μία άδεια εργασίας στον κλάδο, αφού δεν υπήρχε αρμόδιος φορέας και πλαίσιο πιστοποίησης.
Παράλληλα, από την κατάργηση του ΚΕΜΕΑ δεν φαίνεται να υπάρχει και λειτουργικό κόστος, καθώς το Κέντρο φιλοξενείται σε χώρους του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, χωρίς να επιβαρύνει την Πολιτεία με ενοίκια και λοιπά κόστη λειτουργίας. Αντιθέτως, το ΚΕΜΕΑ αξιοποιώντας τα έσοδα που έχει από τις δράσεις που αναπτύσσει, έχει αναλάβει τη συντήρηση τόσο των χώρων που του έχουν παραχωρηθεί, όσο και μεγάλο μέρος των λοιπών χώρων του υπουργείου, οι οποίοι λόγω περιορισμένου προϋπολογισμού έχουν υποβαθμιστεί σε μεγάλο βαθμό.