Μπορεί με τις δηλώσεις της να προσπαθεί να
δείξει ότι η Γερμανία δεν έχει κυρίαρχο ρόλο στην αναδιαμόρφωση της
νομισματικής ένωσης της Ευρώπης, ωστόσο η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα
Μέρκελ θα επιμείνει στη στρατηγική που έχει χαράξει για την Ευρώπη.H Wall Street Journal, με βάση συνεντεύξεις από 17 Ευρωπαίους αξιώματούχους,
αναλύει τους μέχρι σήμερα χειρισμούς της κρίσης από τη Μέρκελ
και συμπεραίνει πως η διάσωση της Κύπρου είναι αποτέλεσμα των αρχών και
της στρατηγικής που θα συνεχίσουν να καθοδηγούν τη γερμανική ηγεσία στην
Ευρώπη.
Όπως προκύπτει από αξιωματούχους που γνωρίζουν το θέμα, στις 19 Μαρτίου η Μέρκελ δέχθηκε τηλεφώνημα από τον απεγνωσμένο πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη. «Χρειάζομαι περισσότερη αλληλεγγύη», παρακάλεσε εκείνος, λίγο πριν από την απόρριψη της συμφωνίας διάσωσης της Κύπρου από το κυπριακό κοινοβούλιο, σύμφωνα με τους αξιωματούχους.«Δεν θα διαπραγματευτώ μαζί σου», του απάντησε η Μέρκελ. «Πρέπει να μιλήσεις με την τρόικα».
Αυτή ήταν μια τυπική κίνησή της, σχολιάζει η WSJ, να προσπαθήσει δηλαδή να υποβαθμίσει τον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας στην ευρωζώνη. Ελάχιστοι όμως είναι αυτοί στην Ευρώπη που την πιστεύουν.
Όσο προσεκτικά και αν κινείται η Γερμανίδα καγκελάριος, η ισχύς της Γερμανίας στην Ευρώπη προκαλεί εντάσεις. Πολλοί Έλληνες και Ισπανοί κατηγορούν την εντολή του Βερολίνου για λιτότητα, για τη μετατροπή των οικονομικών κρίσεων που αντιμετώπιζαν οι χώρες τους σε οικονομικές υφέσεις.
Όπως προκύπτει από αξιωματούχους που γνωρίζουν το θέμα, στις 19 Μαρτίου η Μέρκελ δέχθηκε τηλεφώνημα από τον απεγνωσμένο πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη. «Χρειάζομαι περισσότερη αλληλεγγύη», παρακάλεσε εκείνος, λίγο πριν από την απόρριψη της συμφωνίας διάσωσης της Κύπρου από το κυπριακό κοινοβούλιο, σύμφωνα με τους αξιωματούχους.«Δεν θα διαπραγματευτώ μαζί σου», του απάντησε η Μέρκελ. «Πρέπει να μιλήσεις με την τρόικα».
Αυτή ήταν μια τυπική κίνησή της, σχολιάζει η WSJ, να προσπαθήσει δηλαδή να υποβαθμίσει τον ηγετικό ρόλο της Γερμανίας στην ευρωζώνη. Ελάχιστοι όμως είναι αυτοί στην Ευρώπη που την πιστεύουν.
Όσο προσεκτικά και αν κινείται η Γερμανίδα καγκελάριος, η ισχύς της Γερμανίας στην Ευρώπη προκαλεί εντάσεις. Πολλοί Έλληνες και Ισπανοί κατηγορούν την εντολή του Βερολίνου για λιτότητα, για τη μετατροπή των οικονομικών κρίσεων που αντιμετώπιζαν οι χώρες τους σε οικονομικές υφέσεις.
Τον Σεπτέμβριο, η Μέρκελ αναμένεται να επανεκλεγεί στην καγκελαρία, και αυτό σημαίνει ότι η δική της ατζέντα θα είναι αυτή που θα κυριαρχήσει για πολλά χρόνια ακόμα στην αντίδραση της Ευρώπης στην κρίση, αναφέρει η WSJ. Μάλιστα, η επιβίωση του ευρώ εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το αν η στρατηγική της θα είναι αποτελεσματική ή όχι.
Η προσέγγιση της Μέρκελ είναι να υποχρεώσει τα προβληματικά κράτη να σώσουν το ευρώ, μειώνοντας τα ελλείμματα των προϋπολογισμών τους, τα κόστη εργασίας και τις κοινωνικές δαπάνες. Και μπορεί η στρατηγική αυτή να είναι δημοφιλής στη Γερμανία, για τα πιο αδύναμα κράτη της Ε.Ε. όμως όχι.
Οι Γερμανοί ψηφοφόροι
Οι επικριτές θεωρούν πως αν συνεχιστούν αυτές οι περικοπές η ζημιά στις οικονομίες, στον κοινωνικό ιστό και στην πολιτική σταθερότητα των αδύναμων κρατών θα διαρκέσει πολύ. Οι Γερμανοί φορολογούμενοι, από την πλευρά τους, εμπιστεύονται τη Μέρκελ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον πολιτικό για τη διάσωση του ευρώ και την προστασία των χρημάτων τους.
Ωστόσο, αν η ύφεση στην ευρωζώνη αρχίσει να πλήττει τη Γερμανία, τότε η Μέρκελ θα μπορούσε να δεχθεί πιέσεις για επανεξέταση της στρατηγικής της. Ορισμένοι παρατηρητές θεωρούν ότι το Βερολίνο μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο τόνωσης της ανάπτυξης μέσω ενός δημοόσιου προγράμματος επενδύσεων, μετά τις εκλογές. Οι αναλυτές όμως λένε πως δεν θα πρέπει να περιμένουμε.
Η Μέρκελ πιστεύει ότι οδηγεί την Ευρώπη προς τη λύτρωση, κατά τη WSJ. Όμως, ακόμα και οι Νοτιοευρωπαίοι πολιτικοί που συμφωνούν με την άποψή της ότι οι χώρες τους πρέπει να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις τονίζουν πως η Γερμανία πρέπει να κάνει περισσότερα για να τονώσει την ανάπτυξη. «Χρειαζόμαστε μια σύγκλιση. Το Βερολίνο πρέπει να καταλάβει περισσότερο τα επιχειρήματα του Νότου και ο Νότος πρέπει να καταλάβει περισσότερο τα επιχειρήματα της Γερμανίας», δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας.
Όμως, από τη διάσωση της Ελλάδας το 2010 η Μέρκελ προσπαθεί να αποτρέψει το ενδεχόμενο οι χώρες της ευρωζώνης να μετατραπούν σε παθητικό για τη Γερμανία. Η αρχική ιδέα της, οι επενδυτές ομολόγων να χάνουν χρήματα στις μελλοντικές διασώσεις -με το σκεπτικό ότι αυτό θα τους ενθάρρυνε να δανείζουν χρήματα πιο προσεκτικά και να πιέσουν τις χρεωμένες χώρες να διορθώσουν μόνες τους τα προβλήματά τους- γύρισε μπούμερανγκ. Η ΕΚΤ προειδοποίησε ότι τέτοιου είδους κινήσεις μπορεί να τρομάξουν τους επενδυτές, όπως και έγινε.
Και ενώ μέχρι τα τέλη του 2011 η φυγή κεφαλαίων απείλησε το σύνολο της Νότιας Ευρώπης, η Γερμανία παρέμεινε παράδεισος ηρεμίας και η Μέρκελ δεν αντιμετώπισε καμία πίεση στο εσωτερικό για να αλλάξει πορεία.
Αντιθέτως, άρχισε να δουλεύει πάνω σε μια νέα αρχιτεκτονική για την ευρωζώνη, με την ελπίδα ότι θα προλάβει τα γεγονότα και θα επιτεθεί στη ρίζα του προβλήματος. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τις αγορές να μας οδηγούν», δήλωσε σε αξιωματούχους στην καγκελαρία στα μέσα του 2011.
Η νέα στρατηγική
Εν ολίγοις, οι σκέψεις της για τις πολιτικές της ευρωζώνης χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: στην πρώτη, περιλαμβάνονταν αυτές που λαμβάνονται από τις εθνικές κυβερνήσεις -όπως σε θέματα φορολογίας, εργασιακών νόμων και συνταξιοδοτικών συστημάτων- και στη δεύτερη οι πολιτικές που χρησιμοποιούν τα υπερεθνικά κεντρικά σώματα της Ε.Ε. - συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για το εμπόριο και τον ανταγωνισμό. Και, σύμφωνα με το σκεπτικό της, τα προβλήματα της Ε.Ε. προκύπτουν από τις πολιτικές που ελέγχονται από τις εθνικές κυβερνήσεις.
Έτσι, ενώ η κεντροποίηση των εθνικών πολιτικών ήταν κάτι πολιτικά μη ρεαλιστικό -παρόμοιο με τη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης-, υπήρχε ένας άλλος δρόμος που μπορούσε να ακολουθηθεί, ο οποίος ήταν να συνεχιστεί η λήψη αποφάσεων από τις εθνικές κυβερνήσεις, όμως ο συντονισμός τους να γίνεται από νέους δεσμευτικούς κανόνες και σύμφωνα.
Η Γερμανία θεωρούσε πως για όλα φταίνε οι δανειολήπτριες χώρες, ενώ αντιθέτως οι περισσότεροι παρατηρητές έβλεπαν πως το πρόβλημα είναι πιο συλλογικό και χρειαζόταν περισσότερο συλλογική λύση: μια βαθύτερη τραπεζική ένωση, με κοινούς πανευρωπαϊκούς προϋπολογισμούς, στήριξη προβληματικών τραπεζών, κάποιον βαθμό κοινού δανεισμού καθώς και ισχυρότερη κεντρική τράπεζα.
Το 2012, όμως, η Ευρώπη αντέδρασε στα γερμανικά σχέδια: η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία τον Ιούνιο πίεσαν τη Μέρκελ να αποδεχθεί μια τραπεζική ένωση - χρησιμοποιώντας τη συλλογική χρηματοοικονομική δύναμη της Ευρώπης για να απαλλαγούν οι πιο αδύναμες χώρες από το βάρος της διάσωσης των τραπεζών τους. Υπό την πίεση αυτή, η Μέρκελ συμφώνησε ο μηχανισμός διάσωσης της ευρωζώνης, ο ESM, να μπορεί να έχει τη δυνατότητα να ανακεφαλαιοποιεί άμεσα τις τράπεζες, όταν η ευρωζώνη δημιουργήσει μια κοινή τραπεζική εποπτεία.
Η τακτική με την Ελλάδα
Την ίδια περίπου περίοδο, στα μέσα του 2012, η Ευρώπη είχε επίσης να αντιμετωπίσει το πολιτικό χάος στην Ελλάδα. Αρκετοί Γερμανοί βουλευτές από τον κυβερνών συνασπισμό αμφέβαλλαν για την ικανότητα της Ελλάδας να παραμείνει στο ευρώ, κάνοντας λόγο για τη θεωρία του μολυσμένου ποδιού - το ελληνικό πόδι που έπασχε από γάγγραινα έπρεπε να ακρωτηριαστεί για να σωθεί το σώμα του ευρώ.
Οι προηγούμενες λανθασμένες κινήσεις, όμως, δίδαξαν τη Μέρκελ να σκέφτεται την αλυσιδωτή αντίδραση που θα μπορούσαν να έχουν οι κινήσεις της στις αγορές. Έτσι, κάλεσε ξεχωριστά τον πρόεδρο της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν, και το μέλος της ΕΚΤ, Γιοργκ Άσμουσεν, για να τους ρωτήσει τι θα γινόταν αν η Ελλάδα έφευγε από το ευρώ. Και οι δύο δήλωσαν πως πιθανότατα θα έφευγε και η Κύπρος.
Και τι θα γίνει στη συνέχεια, ήθελε να μάθει η Μέρκελ. Πόσα ντόμινο θα πέσουν; Ο Άσμουσεν δήλωσε πως δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε, απάντηση που η Μέρκελ θεώρησε πολύ αβέβαιη. Ο Βάιντμαν συμφώνησε, όμως πρόσθεσε ότι επικίνδυνη θα ήταν και η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, εάν δεν τηρούσε τις δεσμεύσεις της για μεταρρυθμίσεις.
Η Μέρκελ, όμως, χρειαζόταν έναν αξιόπιστο εταίρο στην Αθήνα. O πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς επισκέφθηκε το Βερολίνο τον Αύγουστο και προσπάθησε σκληρά να πείσει την Α. Μέρκελ ότι μπορεί να γυρίσει την κατάσταση στην Ελλάδα. Είχε προβάρει την προσέγγισή του επί ώρες στο ξενοδοχείο, γράφει η WSJ. «Μπορώ να σου εγγυηθώ, θα δουλέψουμε μέρα και νύχτα», είχε πει ο Σαμαράς.
Η Α. Μέρκελ αποφάσισε ότι άξιζε τη στήριξη, υπό την προϋπόθεση ότι θα δρούσε αναλόγως. «Αν υπάρξει καλή πρόοδος, θα σκεφτώ να επισκεφτώ την Αθήνα», του απάντησε. Το ταξίδι της μερικές εβδομάδες αργότερα έδειξε δημόσια ότι στοιχημάτισε πάνω του, γράφει η WSJ.
Τα οικονομικά της Ελλάδας όμως ήταν εκτός στόχου. Το ΔΝΤ δήλωσε ότι θα συνέχιζε να δανείζει μόνο αν η Ευρώπη συγχωρούσε κάποια από τα δάνεια προς την Ελλάδα. Αυτό ήταν πολιτικά τοξικό για τη Μέρκελ.
Ο Γερμανός υπουργός οικονομικών Β. Σόιμπλε προσπάθησε να βρει μια λύση. Σε μυστική συνάντηση στο Παρίσι στις 19 Νοεμβρίου μεταξύ του ΔΝΤ και Ευρωπαίων αξιωματούχων προσφέρθηκε να πετσοκόψει τα επιτόκια για τα ελληνικά δάνεια. Είπε ότι η Ευρώπη θα διαγράψει κάποιο από το ελληνικό χρέος μετά το 2014 αν ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις.
Η Α. Μέρκελ τον επέπληξε το επόμενο πρωί. Είχε προχωρήσει πολύ μακριά, είπε. Μέχρι εκείνη τη στιγμή μπορούσε να υποστηρίζει ότι η Γερμανία δεν είχε χάσει καθόλου χρήματα από τις διασώσεις. «Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει απώλειες για τους Γερμανούς φορολογούμενους. Δεν μπορώ να το ‘πουλήσω’ αυτό», υποστήριξε. Τα επιτόκια στα ελληνικά δάνεια μπορούν να μειωθούν, αλλά όχι κάτω από το επίπεδο με το οποίο δανείζεται η Γερμανία.
Το βέτο οδήγησε την Ευρώπη και το ΔΝΤ πάλι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σχεδίασαν μαζί ένα πλάνο να σταθεροποιηθεί το ελληνικό χρέος έως το 2022. Οι αριθμοί βγαίνουν μόνο επειδή στις ασαφείς υποσημειώσεις αναφέρεται η φράση «επιπλέον μέτρα». Η Γερμανία διαψεύδει ότι αυτό σημαίνει «συγχώρεση χρέους».
Οι χειρισμοί της καγκελαρίου για την Ελλάδα και την τραπεζική ένωση υποδηλώνουν τις γερμανικές θέσεις, γράφει η WSJ. Οι χώρες που διασώζονται πρέπει να ξεπληρώσουν τη βοήθεια. Και πρέπει να στηρίξουν τις τράπεζές τους.
Η Κύπρος δεν μπορούσε να κάνει και τα δύο.
Η Γερμανία αρνήθηκε να δανείσει την Κύπρο περισσότερα απ’ όσα το ΔΝΤ πιστεύει ότι μπορεί η χώρα να αποπληρώσει. Και επέμεινε ότι οι απευθείας επενδύσεις του ESM σε τράπεζες δεν είναι δυνατές ακόμα.
Αυτό σήμαινε ότι η Κύπρος μπορούσε να επιζήσει μόνο βάζοντας χέρι στις τραπεζικές καταθέσεις. Μετά την απόρριψη του σχεδίου από το κυπριακό κοινοβούλιο ο πρόεδρος Αναστασιάδης αναζήτησε τρόπους να σώσει τις τράπεζες. Η κυβέρνησή του εξέτασε το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τα κεφάλαια που υπήρχαν στα ασφαλιστικά ταμεία.
Η Α. Μέρκελ το απέρριψε στις 22 Μαρτίου σε συνάντηση με βουλευτές της Bundestag. Η Κύπρος προσπαθεί να δοκιμάσει την Ευρώπη και αρνείται να δει ότι το τραπεζικό επιχειρηματικό μοντέλο της έχει τελειώσει, είπε σύμφωνα με ανθρώπους που ήταν παρόντες. Δύο μέρες μετά η Κύπρος ενέδωσε στις απαιτήσεις της Γερμανίας και του ΔΝΤ να συρρικνώσει δραματικά τον τραπεζικό της τομέα επιβάλλοντας τεράστιες απώλειες σε μεγαλοκαταθέτες.
Η καγκελάριος δεν ήθελε τόσο μεγάλη επικυριαρχία στην Ευρώπη, υποστηρίζει η WSJ. Ήξερε πόσο δύσκολο θα είναι για τη Γερμανία αλλά και για την Ευρώπη. «Η Γερμανία είναι σε δύσκολη θέση», είπε η Α. Μέρκελ στη WSJ σε μια σπάνια στιγμή ειλικρίνειας το 2009, όταν η κρίση χρέους ξεκινούσε. «Αν κάνουμε πολλά, κυριαρχούμε. Αν κάνουμε λίγα δεχόμαστε κριτική ότι δεν ηγούμαστε», είπε. «Θα διασφαλίζω πάντα ότι μια μεγάλη χώρα δεν εκδίδει ντιρεκτίβες».
http://www.euro2day.gr/s