Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Πριν από δέκα χρόνια, στην έναρξη της θητείας του Ερντογάν, η
προοπτική της πλήρους ένταξης στην Ε.Ε. ήταν ένα ισχυρό όπλο στα χέρια
του πολιτικού Ισλάμ για να αποτρέψει στο όνομα της Ευρώπης θεσμική
εκτροπή με πρωταγωνιστές το κεμαλικό κατεστημένο και το «βαθύ κράτος».
Σήμερα, με την παντοδυναμία Ερντογάν αδιαμφισβήτητη, η ευρωπαϊκή
προοπτική δεν επηρεάζει εσωτερικούς συσχετισμούς.Ομως, οι
σχέσεις Ε.Ε. - Τουρκίας είναι εγκλωβισμένες στη φόρμουλα μιας ενταξιακής
διαπραγμάτευσης που δεν ενδιαφέρει ζωτικά την Αγκυρα και είναι πέραν
της βούλησης και των δυνατοτήτων μιας Ε.Ε. στη σκιά της κρίσης της
Ευρωζώνης.Πώς μπορούν Τουρκία και Ε.Ε. να βγουν από τη σημερινή
ακινησία και αποτελμάτωση, πώς μπορούν να μετακινηθούν από την αδιέξοδη
αναζήτηση της πλήρους ένταξης στην αναζήτηση μιας εφικτής ειδικής
σχέσης;
Δίχως αμφιβολία, μόνον μέσα από την αναζωογόνηση της
ενταξιακής διαπραγμάτευσης, όπως άλλωστε προκύπτει και από τις σχετικές
προχθεσινές δηλώσεις της Μέρκελ, που τάσσεται υπέρ της κινητικότητας
χωρίς να δεσμεύεται για την τελική κατάληξη.Σαφές δείγμα των
νέων προβληματισμών της ευρωπαϊκής πλευράς υπήρξαν οι δηλώσεις, την
Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου, του αρμοδίου για την Ενέργεια επίτροπου Gunther
Oettinger, σε εκδήλωση του ιδρύματος Αντενάουερ στις Βρυξέλλες, για το
ότι σε δέκα ή είκοσι χρόνια οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας θα
παρακαλούν γονατιστοί την Τουρκία να εισέλθει στην Ε.Ε., όσο υπερβολική
και αν είναι η φρασεολογία συνδέεται με μια σειρά εξελίξεων.
Προηγήθηκε η απόφαση της Γαλλίας να ξεπαγώσουν τα κεφάλαια των
ενταξιακών διαπραγματεύσεως που άπτονται της πλήρους ένταξης, που είχαν
παγώσει με πρωτοβουλία του Σαρκοζί και τα οποία προστιθέμενα σε αυτά που
είχαν παγώσει με πρωτοβουλία της Λευκωσίας είχαν οδηγήσει σε τέλμα την
ενταξιακή διαπραγμάτευση.Τα παραπάνω συμπίπτουν με τη διήμερη
επίσκεψη της Μέρκελ στην Τουρκία προχθές Κυριακή και χθες Δευτέρα.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν κάποια πρόοδος στις ενταξιακές
διαπραγματεύσεις Ε.Ε. - Τουρκίας μπορεί να έχει, πέραν της
επικοινωνιακής χρησιμότητας, ουσιαστικό αντίκρισμα ως προς την προοπτική
πλήρους ένταξης της Αγκυρας.
Τόσο η εσωτερική συγκυρία στην Ε.Ε.
όσο και η εσωτερική συγκυρία και οι περιφερειακές προκλήσεις που
αντιμετωπίζει η Τουρκία δείχνουν προς την κατεύθυνση μιας ειδικής σχέσης
με την Αγκυρα στην Ασφάλεια και στην Ενέργεια.
Το ερώτημα
εντοπίζεται, πρώτον, σε διαδικαστικό επίπεδο, κυρίως για την τουρκική
πλευρά για το πώς θα μπορούσε να μεθοδευθεί η μετάλλαξη της ενταξιακής
διαπραγμάτευσης σε διαβούλευση για ειδική σχέση. Δεν θα πρέπει να
αποκλεισθεί παράλληλα με την αναζωογόνηση της ενταξιακής διαπραγμάτευσης
ακόμη και άτυπο διμερές πλαίσιο τακτικής διαβούλευσης σαν αυτό που
υπάρχει ανάμεσα στην Ε.Ε. και τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Το ποιο θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο της ειδικής σχέσης είναι
σαφές: Ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και σταθερότητα στη Μέση
Ανατολή, και επιβεβαίωση του ρόλου της Αγκυρας ως υποχρεωτικής διαδρομής
του ενεργειακού πλούτου της Κεντρικής Ασίας αλλά και της Ανατολικής
Μεσογείου.
Η παραπάνω δυναμική ενισχύεται από τη στρατηγική
αμηχανία-αναποφασιστικότητα των ΗΠΑ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, από την
πολύ πιο μεγαλύτερη αμηχανία-περιχαράκωση του Ισραήλ αλλά και από την
αβεβαιότητα των εξελίξεων τόσο στις σχέσεις Ιράν - ΗΠΑ όσο και της
ρευστότητας στη Συρία, αλλά και την Αίγυπτο και τη Λιβύη.
Τέλος,
νομιμοποιείται και το ερώτημα αν η Τουρκία καταστεί πεδίο διμερούς
ανταγωνισμού Γερμανίας - Γαλλίας με διακύβευμα όχι μόνον ενεργειακά
συμφέροντα, αλλά περιφερειακή προβολή εθνικών στοχεύσεων με ή χωρίς
ευρωπαϊκό μανδύα.
Ποιο περιεχόμενο;
Το ποιο
θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο της ειδικής σχέσης είναι σαφές:
Ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή, και
επιβεβαίωση του ρόλου της Αγκυρας ως υποχρεωτικής διαδρομής του
ενεργειακού πλούτου της Κεντρικής Ασίας αλλά και της Ανατολικής
Μεσογείου.