17 Οκτωβρίου 2016

Η Τουρκία και… «ξαφνικά» η Μοσούλη

Τις τελευταίες μέρες του Σεπτέμβρη ιρακινά και άλλα αραβικά ΜΜΕ δημοσίευσαν την πληροφορία ότι ο ηγέτης του «Ισλαμικού Κράτους», Μπαγκνταντί «θεάθηκε να κυκλοφορεί με αυτοκινητοπομπή σε δρόμους της Μοσούλης». Σύμφωνα με αναλυτές, αυτή η κίνηση του επικεφαλής της τρομοκρατικής οργάνωσης εάν επιβεβαιωθεί, τότε σχετίζεται με δύο πολύ σημαντικές εξελίξεις. Η πρώτη είναι η γενικότερη αστάθεια που σημειώνεται στη Μοσούλη το τελευταίο χρονικό διάστημα σε συνδυασμό με την άνοδο των αντιστάσεων μέρους του τοπικού πληθυσμού ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος. Η παρουσία του Μπαγκνταντί ήθελε έτσι να δώσει το μήνυμα της συνέχισης της οργανωμένης ισλαμικής εξουσίας. Η δεύτερη εξέλιξη είναι η κορύφωση των σχεδιασμών του διεθνούς συνασπισμού για την έναρξη της στρατιωτικής επιχείρησης με στόχο την απελευθέρωση της Μοσούλης από το Ισλαμικό Κράτος. Και σε αυτό το σημείο, ο ηγέτης των τζιχαντιστών ήθελε να στείλει το μήνυμα ότι «είναι παρόν».


Είναι γεγονός ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα πυκνώνει η επικαιρότητα γύρω από το θέμα της Μοσούλης. Και ενώ σχεδόν όλοι έστρεφαν την προσοχή τους στην τεταμένη κατάσταση στη Συρία, «ξαφνικά» το Ιράκ και πιο συγκεκριμένα το μέλλον της Μοσούλης μετατράπηκε σε μια ισχυρή πολιτική κρίση, στο επίκεντρο της οποίας βρέθηκε και η Τουρκία. Δε θα ήταν υπερβολή να σημειωθεί ότι οι πρόσφατες λεκτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ της Άγκυρας και της κυβέρνησης στη Βαγδάτη, συνιστούν μια έκφραση σκληρών περιφερειακών ανταγωνισμών για το μελλοντικό καθεστώς της Μοσούλης, εφόσον βεβαίως επιτευχθεί η απομάκρυνση του «Ισλαμικού Κράτους» με στρατιωτικά μέσα. Οι αντιπαραθέσεις αυτές επηρεάζουν τόσο την εμβάθυνση της περιφερειακής αποσταθεροποίησης, όσο και τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και άλλους δυτικούς παράγοντες.

Από την Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας στο Κοινοβούλιο του Ιράκ
Την 1η Οκτωβρίου 2016, κατά τη διάρκεια της επίσημης έναρξης της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου στην Τουρκία, η πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση ενέκρινε την παράταση της οδηγίας προς τον τουρκικό στρατό για να επιχειρεί σε εδάφη εκτός συνόρων. Η χρονική παράταση ορίστηκε στους 12 μήνες και αφορά συγκεκριμένα στην παρουσία του τουρκικού στρατού στη Συρία και στο Ιράκ. Εκ πρώτης δεν υπάρχει κάτι συγκλονιστικά νέο στην απόφαση της εθνοσυνέλευσης. Πολλές φορές τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) πήρε την πρωτοβουλία για την έγκριση τέτοιων οδηγιών προς το στρατό με αφορμή τις γενικότερες εξελίξεις στο Κουρδικό πρόβλημα, αλλά και στη λεγόμενη αραβική άνοιξη. Το νέο στοιχείο που προκάλεσε η ψήφιση της οδηγίας, ήταν η ισχυρή αντίδραση του ιρακινού κοινοβουλίου. Όπως προαναφέρθηκε, σε μια περίοδο κορύφωσης των διεθνών σχεδιασμών για τη στρατιωτική επέμβαση στη Μοσούλη, το κοινοβούλιο του Ιράκ επιδίωξε να δώσει άμεσα το μήνυμα της «καχυποψίας» για τις προθέσεις της Άγκυρας.

Φαινομενικά εκείνο που πυροδότησε την αντίδραση του ιρακινού κοινοβουλίου είναι η συνεχώς ενισχυόμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στο στρατόπεδο εκπαίδευσης στην περιοχή Μπασίκα. Στην απόφαση της ιρακινής βουλής στις 4 Οκτωβρίου, η παρουσία τουρκικών στρατευμάτων χαρακτηρίζεται ως «δύναμη κατοχής» και απαιτείται η άμεση αποχώρηση τους. Πιο συγκεκριμένα, η απόφαση τονίζει ότι το κοινοβούλιο του Ιράκ δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποδεχτεί την οδηγία της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης και προχωρεί σε επίσημα διαβήματα προς τον ΟΗΕ και την Αραβική Ένωση για στήριξη της θέσης του. Περαιτέρω το ιρακινό κοινοβούλιο καλεί την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης σε επανεξέταση όλων ανεξαιρέτως των σχέσεων του Ιράκ με την Τουρκία. Η συγκεκριμένη απόφαση έξι σημείων του ιρακινού κοινοβουλίου, προκύπτει από δύο βασικές ανησυχίες. Η πρώτη είναι φυσικά η αγωνία για το μέλλον της Μοσούλης μετά το κενό εξουσίας που θα δημιουργηθεί σε περίπτωση στρατιωτικής ήττας και αποχώρησης του «Ισλαμικού Κράτους». Η δεύτερη είναι προϊόν των αντιδράσεων που προκαλεί εσωτερικά στο Ιράκ, η εν πολλής «σεχταριστική-σουνιτική» ρητορική που ακολουθεί η Άγκυρα σε σχέση τόσο με το μελλοντικό καθεστώς της Μοσούλης, όσο και ευρύτερα σε ότι αφορά στην επιρροή που διεκδικεί η ίδια η Τουρκία για τον εαυτό της στη γειτονική χώρα. Το Ιράκ είναι ένα από τα τραγικότερα θύματα της υπόθαλψης εθνο-θρησκευτικών συγκρούσεων και η επιμονή της εξουσίας Έρντογαν στην επικαιροποίηση και εκμετάλλευση αυτών των διαφοροποιήσεων στην κοινωνία του Ιράκ, ανατροφοδοτεί πολιτικούς «εφιάλτες».

Πως η Τουρκία «κινεί τις υποψίες»;
Το τελευταίο επεισόδιο της αντιπαράθεσης μεταξύ Άγκυρας και Βαγδάτης φυσικά δεν είναι εντελώς νέο. Το Δεκέμβριο του 2015 είχε ξεσπάσει μια παρόμοια συζήτηση (σε διαφορετικούς όμως τόνους) και πάλι με επίκεντρο την παρουσία του στρατού της Τουρκίας στο στρατόπεδο εκπαίδευσης της Μπασίκα. Τότε η κεντρική κυβέρνηση του Ιράκ προέβηκε σε κάποια διεθνή διπλωματικά διαβήματα, ενώ ο τότε Πρωθυπουργός της Τουρκίας, Νταβούτογλου, διαβεβαίωνε ότι η τουρκική παρουσία ήταν αποτέλεσμα πρόσκλησης του κράτους του Ιράκ. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι η ενίσχυση των τουρκικών στρατευμάτων ήταν αποτέλεσμα απευθείας διαβουλεύσεων της Άγκυρας με τον πρώην κυβερνήτη της Μοσούλης, Ασίλ Νουτζιέϊφ, ο οποίος τελικά απομακρύνθηκε από τη θέση του για διάφορους λόγους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα ο εν λόγω αξιωματούχος είναι επικεφαλής ένοπλων ομάδων σουνιτών Αράβων και Τουρκομάνων που εκπαιδεύονται στην Μπασίκα από τον τουρκικό στρατό και αναμένεται να έχουν σημαντικό ρόλο στην ανακατάληψη της Μοσούλης από το «Ισλαμικό Κράτος». Όπως και σήμερα, έτσι και το 2015, στα παρασκήνια των κινήσεων της Άγκυρας για ενίσχυση της παρουσίας της στο Ιράκ βρισκόταν το θέμα για το μελλοντικό καθεστώς της Μοσούλης, αλλά και οι ανταγωνισμοί για την ανοδική παρουσία του ΡΚΚ. Επίσης κατά παρόμοιο τρόπο με τη σημερινή αντιπαράθεση και ακριβώς λόγω της μετατροπής του ΡΚΚ σε ένα άλλο κέντρο εξουσίας στο Ιράκ, ο πιο συνεπής υποστηριχτής της Τουρκίας ήταν και είναι η ιδεολογικά αντίπαλη προς τον Οτζαλάν, κουρδική διοίκηση του Βορείου Ιράκ.

Ισορροπίες μεταξύ διεθνούς διπλωματίας και «σουνιτικού σεχταρισμού»
Βεβαίως τα επιχειρήματα που προβάλλει η Άγκυρα στην επίσημη διπλωματική της προσπάθεια για να νομιμοποιήσει την παρουσία της ως «εκπαιδεύτρια δύναμη» στην Μπασίκα, αλλά και ως ενδιαφερόμενο μέρος στην υπόθεση της Μοσούλης, κινούνται σε ένα πάρα πολύ διαφορετικό πλαίσιο. Καταρχήν η κυβέρνηση του ΑΚΡ επιμένει ότι ως μέρος του διεθνούς συνασπισμού αντιμετώπισης του «Ισλαμικού Κράτους» έχει το δικαίωμα αναβαθμισμένης παρουσίας στο Ιράκ, όπως και στη Συρία. Οι δύο χώρες, σύμφωνα με το ΑΚΡ, δεν έχουν διαφορετική αντιμετώπιση στους σχεδιασμούς του διεθνούς συνασπισμού, οι αεροπορικές επιθέσεις του οποίου διευκολύνονται από τις βάσεις στο Ιντζιρλίκ της Τουρκίας. Παράλληλα, η τουρκική κυβέρνηση συνεχίζει να επιμένει ότι ο στρατός της βρίσκεται στην Μπασίκα μετά από πρόσκληση του ιρακινού κράτους. Όμως το πιο «ενοχλητικό» για τη Βαγδάτη, είναι το επιχείρημα του ΑΚΡ ότι με βάση τη Συνθήκης της Λωζάνης, αλλά και με βάση τη Συνθήκη της Άγκυρας του 1926 με την οποία καθορίστηκαν τα τουρκο-ιρακινά σύνορα, η Τουρκία έχει ρόλο και λόγο σε όποια αλλαγή του καθεστώτος της Μοσούλης και του Κιρκούκ.

Μπορεί σε πρώτο επίπεδο η Τουρκία να αναζητεί περισσότερη διεθνή νομιμοποίηση προωθώντας το ρόλο που μπορεί να έχει ως «εκπαιδευτής» στρατιωτικών δυνάμεων που θα αντιμετωπίσουν το «Ισλαμικό Κράτος», όμως είναι επίσης γεγονός ότι οι στόχοι της ξεπερνούν την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών. Η Άγκυρα δίνει έντονα την εντύπωση ότι ενδιαφέρεται άμεσα για να είναι παρόν σε όλες τις μελλοντικές εξελίξεις που θα καθορίσουν τη μορφή της κρατικής εξουσίας και της «νέας οικονομίας» σε μια διευρυμένη περιοχή από το Ιράκ μέχρι και την Ανατολική Μεσόγειο. Αφήνει συνεπώς το μήνυμα ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διασφάλιση της παρουσίας της μέσα από τη δημιουργία νέων πολιτικο-οικονομικών ζωνών επιρροής στην περιοχή.

Την ίδια στιγμή προκαλεί αντιδράσεις με την έντονη υπογράμμιση του σουνιτικού στοιχείου της πολιτικής της. Για παράδειγμα, σε πρόσφατη του συνέντευξη στο σαουδαραβικό τηλεοπτικό δίκτυο Ροτάβα, ο Έρντογαν ανέφερε για πολλοστή φορά ότι «Η Μοσούλη θα πρέπει να παραμείνει στους σουνίτες Άραβες, σουνίτες Τουρκομάνους και σουνίτες Κούρδους. Δε θα πρέπει να επιτραπεί στους σιίτες ένοπλους να εισέλθουν στην πόλη. Ιδιαίτερα η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να συνεργαστούν σε αυτό το θέμα». Οι συγκεκριμένες αναφορές του Προέδρου της Τουρκίας ήταν αρκετές για να προκαλέσουν νέες αντιδράσεις από τους εκπροσώπους διαφορετικών εθνο-θρησκευτικών ομάδων εντός του Ιράκ.

Συμπερασματικά, η Άγκυρα επιθυμεί να είναι καθοριστικό μέρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Μοσούλη για μια σειρά από διαφορετικούς λόγους. Η εξισορρόπηση της στρατιωτικής και πολιτικής επιρροής του ΡΚΚ, η ενίσχυση της παρουσίας της στους μελλοντικούς ενεργειακούς σχεδιασμούς, αλλά και η ανάδειξη της ως «προστάτη» του σουνιτικού στοιχείου του πληθυσμού, αποτελούν μερικούς από τους κύριους στόχους της Τουρκίας σήμερα. Βεβαίως το αποτέλεσμα εξαρτάται από πολύπλοκους παράγοντες, οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν όχι μόνο την τελική έκβαση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και τις έντονες διαπραγματεύσεις που γίνονται στα παρασκήνια τόσο σε περιφερειακό, όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Πολύπλοκες αντιθέσεις στο ιρακινό έδαφος και σενάρια για τη Μοσούλη
Εξαιτίας των προϋπάρχουσων σκληρών ανταγωνισμών μεταξύ των παραγόντων που ενδιαφέρονται να λάβουν μέρος στη μάχη κατά του «Ισλαμικού Κράτους» στη Μοσούλη, η Τουρκία βρίσκεται τώρα στη δίνη πολυσύνθετων σεναρίων που τροφοδοτούνται από την έκρυθμη κατάσταση στην ίδια την ιρακινή κοινωνία.

Τα βασικότερα σενάρια που συζητούνται σήμερα για τη Μοσούλη, μπορούν να συνοψιστούν σε τρεις επικεφαλίδες. Η πρώτη επικεφαλίδα είναι η προοπτική επαναφοράς της προηγούμενης διοικητικής κατάστασης της Μοσούλης που επικρατούσε πριν από την κατάκτηση της πόλης από το «Ισλαμικό Κράτος» το 2014. Αυτό το σενάριο προωθείται κυρίως από την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης και προσανατολίζεται περισσότερο στην επαναφορά του σιιτικού διοικητικού ελέγχου. Η δεύτερη επικεφαλίδα σεναρίων είναι η προοπτική ανακήρυξης της Μοσούλης ως αυτόνομης ομόσπονδης περιοχής με ενισχυμένες εξουσίες και αρμοδιότητες. Η υπόθεση αυτή υποστηρίζεται πιο ξεκάθαρα από οργανωμένους εκπρόσωπους της περιοχής που είναι εκλεγμένοι στο ιρακινό κοινοβούλιο. Τέλος το τρίτο βασικό σενάριο επικεντρώνεται στον ολοκληρωτικό διαμελισμό της περιοχής σε εθνοτικές και θρησκευτικές γραμμές με διάφορες μορφές αυτονομίας, λαμβάνοντας υπόψη τις πληγές του προηγούμενου χρονικού διαστήματος.

Όμως παράλληλα με τις αντιπαραθέσεις σε επίπεδο σεναρίων για το μελλοντικό καθεστώς της περιοχής, ήδη επί του εδάφους εμβαθύνονται οι στρατιωτικοί ανταγωνισμοί. Για παράδειγμα, ο τακτικός στρατός της κουρδικής διοίκησης του Βορείου Ιράκ διεκδικεί έντονα πρωταγωνιστικό ρόλο στις επιχειρήσεις που σχεδιάζονται, ως συνέχεια της μερικής εδαφικής επέκτασης που πέτυχε το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Οι γνωστοί ως «πεσμεργκά» του Μπαρζανί διεύρυναν τον έλεγχο τους σε διάφορες περιοχές βορείως της Μοσούλης, εξέλιξη που υπολογίζουν ότι θα τους βοηθήσει τόσο στην είσοδο τους στην όλη, όσο και στον περιορισμό των ιδεολογικών τους αντιπάλων του ΡΚΚ. Σημειώνεται ότι η εδαφική επέκταση των Κούρδων του Ιράκ δεν αφήνει αδιάφορη τη Βαγδάτη. Παρόλο που τον Ιούλιο 2016 οι Κούρδοι υπό τον Μπαρζανί υπέγραψαν πρωτόκολλο με τις ΗΠΑ στο οποίο δεσμεύονται σε αποφυγή νέων τετελεσμένων στη Μοσούλη, εντούτοις η Βαγδάτη ανησυχεί εξαιτίας διαφόρων δηλώσεων που γίνονται τελευταίως. Στα τέλη Αυγούστου, ο στρατιωτικός διοικητής των πεσμεργκά, Σεϊχ Τζαφέρ, τόνισε ότι τα στρατεύματά του «δεν πρόκειται να αποχωρήσουν ποτέ και από καμιά περιοχή στην οποία έχυσαν το αίμα τους».

Δίπλα από την προαναφερθείσα ένταση, οι σουνιτικές ένοπλες ομάδες που συνδέονται κυρίως με τον πληθυσμό νοτίως της Μοσούλης, εμφανίζονται να διεκδικούν τη διασφάλιση της παρουσίας τους στην πόλη ως εκφραστές της πληθυσμιακής πλειοψηφίας. Αυτές οι ομάδες έχουν ιδιαίτερη σχέση με την Τουρκία, συνομιλούν με την κουρδική διοίκηση του Βορείου Ιράκ, ενώ συγκροτούν ακόμα ένα μέρος της συμμαχίας που εναντιώνεται στην προοπτική επιστροφής σιιτικού ελέγχου της πόλης.

Σκληρό παζάρι Τουρκίας – ΗΠΑ
Οι δυσκολίες που αναπαράγουν οι βαθιές αντιθέσεις επί του ιρακινού εδάφους, αλλά και οι μακροπρόθεσμοι στόχοι της Τουρκίας, φαίνεται να σπρώχνουν την Άγκυρα σε εντατικοποίηση των παρασκηνιακών της κινήσεων. Ιδιαίτερα ο άξονας Τουρκίας-ΗΠΑ παρουσιάζει μια ιδιαίτερη κινητικότητα για το μέλλον της περιοχής. Τις τελευταίες μέρες πληροφορίες που διαρρέουν στον τουρκικό Τύπο αναφέρονται σε αμερικανικές διαβεβαιώσεις προς τον Έρντογαν ότι δε θα επιτραπεί καμιά συμμετοχή του ΡΚΚ ή και οργανώσεων που συνδέονται μαζί του στην στρατιωτική επίθεση στη Μοσούλη. Το αντάλλαγμα των Αμερικανών φαίνεται να συνδέεται καταρχήν με την άρνηση της Τουρκίας να συμμετάσχει στην άλλη σημαντική στρατιωτική επιχείρηση που σχεδιάζεται για τη Ράκκα της Συρίας, εάν σε αυτή λάβουν μέρος οι Κούρδοι. Στο σύνολο της διαπραγμάτευσης η Τουρκία επιθυμεί να προσθέσει και την προοπτική μετατροπής του στρατοπέδου εκπαίδευσης στην Μπασίκα, ως κέντρου εκπαίδευσης για το σύνολο των χερσαίων δυνάμεων που θα επιτεθούν στη Μοσούλη. Μάλιστα η κυβέρνηση της Τουρκίας φέρεται να έχει στείλει μήνυμα, διαμέσου των ΗΠΑ, προς τη Βαγδάτη ότι το ξεπέρασμα της αντιπαράθεσης μπορεί να επιτευχθεί με τη βοήθεια των Τούρκων εκπαιδευτών σε άλλα στρατιωτικά σώματα που η κεντρική κυβέρνηση του Ιράκ θα ορίσει.
Η κινητικότητα στον άξονα Τουρκίας – ΗΠΑ για το θέμα, βεβαίως εξαρτάται και από το πολιτικό πλαίσιο που δημιουργούν οι αμερικανικές εκλογές. Είναι γεγονός ότι οι προτεραιότητες σε σχέση με την καταπολέμηση του «Ισλαμικού Κράτους» σε Συρία και Ιράκ, επηρεάζονται σαφώς και από την εκλογική διαμάχη στις ΗΠΑ. Συνεπώς η επόμενη σύντομη περίοδος, αναλόγως της πορείας των προεδρικών εκλογών των ΗΠΑ, είναι δυνατό να επιφέρει ανακατατάξεις σε μια σειρά από περιφερειακούς στόχους της Τουρκίας, όχι σε ότι αφορά στην ουσία αλλά περισσότερο σε ότι αφορά στην ιεράρχηση των στόχων.

Νίκος Μούδουρος
Δρ. Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 16 Οκτωβρίου 2016