Η Αγκυρα ενεπλάκη στη Συρία εκμεταλλευόμενη εξαντλητικά στην παρούσα
συγκυρία τις συγκρούσεις δυνάμεων του Ασαντ με την Κουρδική Οργάνωση YPG
αλλά και τη σιωπηλή ανοχή της Μόσχας, που τη στιγμή αυτή εξυπηρετείται
από την πίεση που ασκείται στον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη
συριακή σύγκρουση.Όμως η εμπλοκή της Άγκυρας δεν έχει ορίζοντα
και ελάχιστα μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις εντός της Τουρκίας: Οι
Κούρδοι της Συρίας θα κατοχυρώσουν μια de facto αυτοκυβέρνηση, το
πλαίσιο της οποίας θα καθορίσουν Ουάσιγκτον και Μόσχα και η οποία πάνω -
κάτω θα ισοδυναμεί με τη συγκρότηση δεύτερου μετά το Κουρδικό Βόρειο
Ιράκ κουρδικό κράτος στην περιοχή.
Το αν η κουρδική οντότητα της Συρίας περιορισθεί ή όχι μέχρι τον ποταμό Ευφράτη ή αν θα επεκταθεί δυτικότερα είναι σήμερα το πεδίο στο οποίο συγκλίνουν τα συμφέροντα του Ερντογάν, του Ασαντ, αλλά και του Πούτιν.Όμως αν παραταθεί και ενταθεί η τουρκική παρουσία στη Συρία, στην ουσία θα παρεμποδίσει τον ρόλο των Κούρδων ως δύναμης κρούσης κατά των Τζιχαντιστών, μια παρενόχληση μείζονος κλίμακας και για τις ΗΠΑ και την Ρωσία.
Σε καμιά περίπτωση η οριοθέτηση των Κούρδων εντός της Συρίας και πολύ περισσότερο οι επιχειρήσεις των τουρκικών δυνάμεων που προσχηματικά έχουν ως στόχο τους Τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτος δεν πρόκειται να αλλάξουν τα δεδομένα του Κουρδικού στη Νοτιοανατολική Τουρκία: Κάθε φόρμουλα λύσης στη Συρία θα περιλαμβάνει με τη μια ή την άλλη μορφή αυτονομία των Κούρδων υπό κυβέρνηση ομογάλακτη του ΡΚΚ, μια πραγματικότητα η οποία θα επηρεάσει και την πολιτική της κυβέρνησης Μπαρζανί στο Κουρδικό Βόρειο Ιράκ, που μέχρι στιγμής λειτουργεί ως δορυφόρος της Άγκυρας.
Το Βόρειο Ιράκ είναι de facto ανεξάρτητο από την επόμενη μέρα της Καταιγίδας της Ερήμου, την άνοιξη του 1991 και η Κουρδική Βορειοανατολική Συρία συγκροτήθηκε de facto με την ανοχή αν όχι τη συνενοχή της Δαμασκού από τους πρώτους μήνες της σύγκρουσης στη Συρία. Επιστροφή στον παλιό καλό καιρό προ του 1990, όταν Αγκυρα, Βαγδάτη και Τεχεράνη παρά τις διαφορές συγκρούσεις και ανταγωνισμούς συνεργάζονταν για να αποτρέψουν χειραφέτηση των Κούρδων είναι αδύνατη.
Αν ο πόλεμος του Ερντογάν κατά του ΡΚΚ δεν έχει λύση στη Συρία, είναι εξίσου βέβαιο ότι δεν έχει λύση στη Νοτιοανατολική Τουρκία, λύση συμβατή με μια έστω αυταρχική σταθεροποίηση της χώρας συνολικά.
Η συντριβή ή έστω η περιθωριοποίηση των Τζιχαντιστών και η σταθεροποίηση δύο Κουρδικών Οντοτήτων στο Βόρειο Ιράκ και τη Βορειοανατολική Συρία και η οποιαδήποτε φόρμουλα εκεχειρίας ή λύσης προσωρινής ή μόνιμης στη συριακή σύγκρουση θα περιορίσουν την προσπάθεια στρατιωτικής λύσης του Κουρδικού εντός της Τουρκίας.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν ο Ερντογάν μετά την αναδίπλωσή του απέναντι στη Ρωσία και το Ισραήλ και την εν εξελίξει προσπάθειά του να εξομαλύνει τις σχέσεις με την Αίγυπτο και να προσεγγίσει το Ιράν, διαθέτει τη βούληση και τη δυνατότητα να ξαναπαίξει το χαρτί της πολιτικής προσέγγισης του Κουρδικού επιστρέφοντας στη διαπραγμάτευση με τον Οτσαλάν, η οποία διακόπηκε απότομα τον Απρίλιο του 2015, όταν το Κουρδικό Κόμμα HDP μπήκε στη Βουλή και στέρησε από το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Η πολιτική προσέγγιση του Κουρδικού εντός Τουρκίας είναι όμως ναρκοθετημένη από τη σκληρή πραγματικότητα των συγκρούσεων στη Νοτιοανατολική Τουρκία, που αναβαθμίσθηκαν στις αρχές της άνοιξης από κλασικό ανταρτοπόλεμο σε ορεινές και δύσβατες περιοχές σε πόλεμο χαρακωμάτων εντός μεγάλων πόλεων, όπως το Ντιαρμπακίρ.
Όλα δείχνουν ότι για το ορατό μέλλον δεν υπάρχει ούτε στρατιωτική, ούτε πολιτική λύση στο Κουρδικό εντός της Τουρκίας, το οποίο προβάλλει σαν βαριά υποθήκη της όποιας καθεστωτικής σταθεροποίησης, αυταρχικής ή συναινετικής, με τη συνεργασία Κεμαλιστών και Εθνικιστών ήθελε να διαμορφώσει ο Ερντογάν.
Ευνοϊκή συγκυρία
Η Αγκυρα ενεπλάκη στη Συρία εκμεταλλευόμενη εξαντλητικά στην παρούσα συγκυρία τις συγκρούσεις δυνάμεων του Ασαντ με την Κουρδική Οργάνωση YPG, αλλά και τη σιωπηλή ανοχή της Μόσχας, που τη στιγμή αυτή εξυπηρετείται από την πίεση που ασκείται στον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη συριακή σύγκρουση.
kapopoulos@pegasus.gr
Το αν η κουρδική οντότητα της Συρίας περιορισθεί ή όχι μέχρι τον ποταμό Ευφράτη ή αν θα επεκταθεί δυτικότερα είναι σήμερα το πεδίο στο οποίο συγκλίνουν τα συμφέροντα του Ερντογάν, του Ασαντ, αλλά και του Πούτιν.Όμως αν παραταθεί και ενταθεί η τουρκική παρουσία στη Συρία, στην ουσία θα παρεμποδίσει τον ρόλο των Κούρδων ως δύναμης κρούσης κατά των Τζιχαντιστών, μια παρενόχληση μείζονος κλίμακας και για τις ΗΠΑ και την Ρωσία.
Σε καμιά περίπτωση η οριοθέτηση των Κούρδων εντός της Συρίας και πολύ περισσότερο οι επιχειρήσεις των τουρκικών δυνάμεων που προσχηματικά έχουν ως στόχο τους Τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτος δεν πρόκειται να αλλάξουν τα δεδομένα του Κουρδικού στη Νοτιοανατολική Τουρκία: Κάθε φόρμουλα λύσης στη Συρία θα περιλαμβάνει με τη μια ή την άλλη μορφή αυτονομία των Κούρδων υπό κυβέρνηση ομογάλακτη του ΡΚΚ, μια πραγματικότητα η οποία θα επηρεάσει και την πολιτική της κυβέρνησης Μπαρζανί στο Κουρδικό Βόρειο Ιράκ, που μέχρι στιγμής λειτουργεί ως δορυφόρος της Άγκυρας.
Το Βόρειο Ιράκ είναι de facto ανεξάρτητο από την επόμενη μέρα της Καταιγίδας της Ερήμου, την άνοιξη του 1991 και η Κουρδική Βορειοανατολική Συρία συγκροτήθηκε de facto με την ανοχή αν όχι τη συνενοχή της Δαμασκού από τους πρώτους μήνες της σύγκρουσης στη Συρία. Επιστροφή στον παλιό καλό καιρό προ του 1990, όταν Αγκυρα, Βαγδάτη και Τεχεράνη παρά τις διαφορές συγκρούσεις και ανταγωνισμούς συνεργάζονταν για να αποτρέψουν χειραφέτηση των Κούρδων είναι αδύνατη.
Αν ο πόλεμος του Ερντογάν κατά του ΡΚΚ δεν έχει λύση στη Συρία, είναι εξίσου βέβαιο ότι δεν έχει λύση στη Νοτιοανατολική Τουρκία, λύση συμβατή με μια έστω αυταρχική σταθεροποίηση της χώρας συνολικά.
Η συντριβή ή έστω η περιθωριοποίηση των Τζιχαντιστών και η σταθεροποίηση δύο Κουρδικών Οντοτήτων στο Βόρειο Ιράκ και τη Βορειοανατολική Συρία και η οποιαδήποτε φόρμουλα εκεχειρίας ή λύσης προσωρινής ή μόνιμης στη συριακή σύγκρουση θα περιορίσουν την προσπάθεια στρατιωτικής λύσης του Κουρδικού εντός της Τουρκίας.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν ο Ερντογάν μετά την αναδίπλωσή του απέναντι στη Ρωσία και το Ισραήλ και την εν εξελίξει προσπάθειά του να εξομαλύνει τις σχέσεις με την Αίγυπτο και να προσεγγίσει το Ιράν, διαθέτει τη βούληση και τη δυνατότητα να ξαναπαίξει το χαρτί της πολιτικής προσέγγισης του Κουρδικού επιστρέφοντας στη διαπραγμάτευση με τον Οτσαλάν, η οποία διακόπηκε απότομα τον Απρίλιο του 2015, όταν το Κουρδικό Κόμμα HDP μπήκε στη Βουλή και στέρησε από το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Η πολιτική προσέγγιση του Κουρδικού εντός Τουρκίας είναι όμως ναρκοθετημένη από τη σκληρή πραγματικότητα των συγκρούσεων στη Νοτιοανατολική Τουρκία, που αναβαθμίσθηκαν στις αρχές της άνοιξης από κλασικό ανταρτοπόλεμο σε ορεινές και δύσβατες περιοχές σε πόλεμο χαρακωμάτων εντός μεγάλων πόλεων, όπως το Ντιαρμπακίρ.
Όλα δείχνουν ότι για το ορατό μέλλον δεν υπάρχει ούτε στρατιωτική, ούτε πολιτική λύση στο Κουρδικό εντός της Τουρκίας, το οποίο προβάλλει σαν βαριά υποθήκη της όποιας καθεστωτικής σταθεροποίησης, αυταρχικής ή συναινετικής, με τη συνεργασία Κεμαλιστών και Εθνικιστών ήθελε να διαμορφώσει ο Ερντογάν.
Ευνοϊκή συγκυρία
Η Αγκυρα ενεπλάκη στη Συρία εκμεταλλευόμενη εξαντλητικά στην παρούσα συγκυρία τις συγκρούσεις δυνάμεων του Ασαντ με την Κουρδική Οργάνωση YPG, αλλά και τη σιωπηλή ανοχή της Μόσχας, που τη στιγμή αυτή εξυπηρετείται από την πίεση που ασκείται στον σημαντικότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη συριακή σύγκρουση.
kapopoulos@pegasus.gr