Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη-ΟΤΑΝ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΛΟΝΙΣΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΗΠΑ
Το Ισλάμ αποτελεί ένα άλλο κόσμο, ο οποίος δεν συναντάται ούτε θεσμικά,
ούτε πολιτικά, ούτε πολιτιστικά με τον κόσμο της Δύσης. Αυτή όμως η
αδυναμία συνεννόησης και προσέγγισης δεν επιτρέπει σε κανένα υπέρμαχο
του Ισλάμ να αισθάνεται πως μπορεί να ασκεί τρομοκρατία έναντι εκείνων
που θεωρεί αντιπάλους του…Η Δύση και η Ευρώπη οφείλουν να εγκύψουν με σοβαρότητα στο πρόβλημα της
τρομοκρατικής βίας, που εκδηλώνεται στις δυτικές κοινωνίες από νέους
μουσουλμάνους, που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν στον κόσμο του δυτικού
πολιτικού πολιτισμού και που προδήλως ουδέποτε ενσωματώθηκαν
Το φαινόμενο της ισλαμικής τρομοκρατίας έγινε ιδιαιτέρως αντιληπτό με το κτύπημα στους Δίδυμους Πύργους στο κέντρο της Νέας Υόρκης, δηλαδή στο κέντρο της αμερικανικής μητρόπολης, τον Σεπτέμβριο του 2001. Το πλήγμα αυτό θα μπορούσε να λεχθεί πως σηματοδότησε μια νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας, αφού μπόρεσε να κλονίσει το σύστημα ασφάλειας των ΗΠΑ, αλλά και να δημιουργήσει ερωτηματικά ως προς τη δυνατότητα της υπερδύναμης να αντιμετωπίζει τέτοια φαινόμενα, με δεδομένο πως αυτή η εικόνα που μεταδόθηκε παντού στον κόσμο κατέρριψε και μια παράσταση είδωλο για την ίδια την Αμερική.
Το χρονικό σημείο του κτυπήματος θα μπορούσε να οριοθετεί την παγκοσμιοποίηση της τρομοκρατίας, ακριβώς γιατί πλέον κανείς δεν θα μπορούσε να αισθάνεται ασφαλής στον κόσμο, στην ίδια του τη χώρα, στο σπίτι του, αφού σύμβολα οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος, όπως οι Δίδυμοι Πύργοι και το Πεντάγωνο, δέχθηκαν επίθεση στον πυρήνα των ΗΠΑ, αφήνοντας πίσω της εκατοντάδες αθώα θύματα, τεράστιες υλικές ζημιές, αλλά κυρίως το αίσθημα του φόβου, της ανασφάλειας και του τρόμου στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Χαρακτηριστική είναι η πρωτοσέλιδη αναφορά της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde» την επομένη του συγκλονιστικού αυτού γεγονότος, που έγραφε «Είμαστε όλοι Αμερικανοί». Με αυτό δεν εννοούσε μόνο την αλληλεγγύη, αλλά και την αίσθηση της γενικευμένης αβεβαιότητας και παγκόσμιας ανασφάλειας, του φόβου που αγγίζει τους πάντες όπου και αν βρίσκονται.
Η επίθεση που έγινε στο Μόναχο έδωσε προς στιγμήν την αίσθηση τρομοκρατικής ενέργειας, όπερ απεδείχθη εκ των υστέρων πλάνη. Η αίσθηση αυτή καλλιέργησε την παράσταση πως επρόκειτο για τρομοκρατική ενέργεια, ενώ η πραγματικότης είναι ότι πρόκειται για μια εγκληματική ενέργεια του κοινού ποινικού δικαίου. Ο Ιρανογερμανός τρομοκράτης προέβη στο τρομοκρατικό πλήγμα στο Μόναχο εναντίον αθώων και αμάχων στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου, όπως όλα δείχνουν, χωρίς να είναι στη διατεταγμένη υπηρεσία της τρομοκρατικής οργάνωσης των ISIS ή στρατευμένος θεσμικά σε αντίστοιχες ή σχετικές τρομοκρατικές οργανώσεις.
Αυτό που θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει στην προκείμενη περίπτωση είναι πως κάθε εγκληματική ενέργεια ανεξήγητων προς στιγμήν κινήτρων ταυτίζεται εκ πρώτης όψεως με την ισλαμική τρομοκρατία, δημιουργώντας αντίστοιχες παραστάσεις και ένα περιβάλλον διασποράς φόβου και αγωνίας για το περί τίνος πρόκειται.
Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η τρομοκρατία γενικώς στοχεύει στην πρόκληση της ψυχολογίας του γενικού πανικού, με τελικό σκοπό τη συνολική αποδιάρθρωση των πολιτικών συστημάτων της Δύσης ως πολιτικής, ως οικονομίας και ως κοινωνικής διάρθρωσης.
Τα πλήγματα της τρομοκρατίας λαμβάνουν χώρα σε μια περίοδο της διεθνούς πολιτικής, όπου η ρευστότητα στις διεθνείς εξελίξεις αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα της φάσης που διέρχεται σήμερα η ευρωπαϊκή πολιτική, όπου εκτός από την ισλαμική τρομοκρατία, όπως εκδηλώνεται παντού, η αστάθεια, που είναι πλέον μια επικίνδυνη πραγματικότητα στο τουρκικό πολιτικό σύστημα, δημιουργεί προϋποθέσεις περαιτέρω ανασφάλειας, στον βαθμό που τόσο τα κράτη τα ευρωπαϊκά, όσο και κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, δεν εκδηλώνουν τη συγκροτημένη εκείνη δύναμη και τη σταθερότητα, που θα επέτρεπε στην ευρωπαϊκή πολιτική να στείλει τα αναγκαία μηνύματα αποτροπής σε επίδοξους τρομοκράτες.
Το φαινόμενο επηρεάζει τους πάντες, κυρίως το δυτικό σύστημα ασφάλειας και πολιτικής συγκρότησης, ενώ παράλληλα δεν υπάρχουν εκείνες οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να εκδηλωθούν ως πόλοι εξισορρόπησης και αποτροπής. Όσο η ευρωπαϊκή πολιτική είναι ανασφαλής και ασταθής, όσο τα ευρωπαϊκά κράτη δεν συγκροτούν μια ενιαία πολιτική προβολής της αντίληψης της αποφασιστικότητας να αντιμετωπίσουν το τρομοκρατικό φαινόμενο, τόσο η διεθνής τρομοκρατία, κυρίως το Ισλάμ, θα αισθάνεται την άνεση και την ικανότητα να πλήξει ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα, ευρωπαϊκά οικονομικά μεγέθη και ευρύτερα τη θεσμοθετημένη δυτική αντίληψη πολιτικής και πολιτισμού.
Το Ισλάμ αποτελεί ένα άλλο κόσμο, ο οποίος δεν συναντάται ούτε θεσμικά, ούτε πολιτικά, ούτε πολιτιστικά με τον κόσμο της Δύσης. Αυτή όμως η αδυναμία συνεννόησης και προσέγγισης δεν επιτρέπει σε κανένα υπέρμαχο του Ισλάμ να αισθάνεται πως μπορεί να ασκεί τρομοκρατία έναντι εκείνων που θεωρεί αντιπάλους του. Ταυτόχρονα δε, όπως είχαμε την ευκαιρία να εξηγήσουμε και στο παρελθόν, η ανάγκη και η υποχρέωση συνεννόησης είναι αδήριτη, είναι ζωτικής σημασίας για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Είναι υποχρεωμένη η Δύση να βρει κοινά σημεία γέφυρας μεταξύ του δυτικού και του ισλαμικού πολιτισμού, δηλαδή της Χριστιανοσύνης και του Ισλάμ, διότι έτσι θα απομονωθούν εκείνοι στον κόσμο του Ισλάμ που αισθάνονται πως πλήττοντας τον δυτικό πολιτισμό της πολιτικής και της οικονομίας δικαιώνουν ισλαμικά ιδεώδη.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη σε σχέση με τις εθνικότητες που επιχειρούν να ενταχθούν στο κράτος ή στο έθνος, το όποιο ευρωπαϊκό, αλλά η ενσωμάτωση πολλές φορές είναι επιδερμική, επιφανειακή. Στην πραγματικότητα αναζητούν ρίζες στον πολιτισμό των γονέων τους και γίνονται εχθροί του χώρου που επιχειρεί να τους ενσωματώσει. Η Δύση και η Ευρώπη οφείλουν να εγκύψουν με σοβαρότητα στο πρόβλημα της τρομοκρατικής βίας, που εκδηλώνεται στις δυτικές κοινωνίες από νέους μουσουλμάνους που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν στον κόσμο του δυτικού πολιτικού πολιτισμού και που προδήλως ουδέποτε ενσωματώθηκαν. Αντιθέτως, καλλιεργείται η αντίθεση, με τα πρότυπα της Δύσης να γίνονται εχθρικά σε νέους, οι οποίοι ουδέποτε ενσωματώθηκαν και που, ταυτιζόμενοι με τον πολιτισμό των γονέων τους, μεταβάλλονται σε εχθρούς της χώρας και του πολιτισμού που τους φιλοξενεί.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου
Το φαινόμενο της ισλαμικής τρομοκρατίας έγινε ιδιαιτέρως αντιληπτό με το κτύπημα στους Δίδυμους Πύργους στο κέντρο της Νέας Υόρκης, δηλαδή στο κέντρο της αμερικανικής μητρόπολης, τον Σεπτέμβριο του 2001. Το πλήγμα αυτό θα μπορούσε να λεχθεί πως σηματοδότησε μια νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας, αφού μπόρεσε να κλονίσει το σύστημα ασφάλειας των ΗΠΑ, αλλά και να δημιουργήσει ερωτηματικά ως προς τη δυνατότητα της υπερδύναμης να αντιμετωπίζει τέτοια φαινόμενα, με δεδομένο πως αυτή η εικόνα που μεταδόθηκε παντού στον κόσμο κατέρριψε και μια παράσταση είδωλο για την ίδια την Αμερική.
Το χρονικό σημείο του κτυπήματος θα μπορούσε να οριοθετεί την παγκοσμιοποίηση της τρομοκρατίας, ακριβώς γιατί πλέον κανείς δεν θα μπορούσε να αισθάνεται ασφαλής στον κόσμο, στην ίδια του τη χώρα, στο σπίτι του, αφού σύμβολα οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος, όπως οι Δίδυμοι Πύργοι και το Πεντάγωνο, δέχθηκαν επίθεση στον πυρήνα των ΗΠΑ, αφήνοντας πίσω της εκατοντάδες αθώα θύματα, τεράστιες υλικές ζημιές, αλλά κυρίως το αίσθημα του φόβου, της ανασφάλειας και του τρόμου στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Χαρακτηριστική είναι η πρωτοσέλιδη αναφορά της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde» την επομένη του συγκλονιστικού αυτού γεγονότος, που έγραφε «Είμαστε όλοι Αμερικανοί». Με αυτό δεν εννοούσε μόνο την αλληλεγγύη, αλλά και την αίσθηση της γενικευμένης αβεβαιότητας και παγκόσμιας ανασφάλειας, του φόβου που αγγίζει τους πάντες όπου και αν βρίσκονται.
Η επίθεση που έγινε στο Μόναχο έδωσε προς στιγμήν την αίσθηση τρομοκρατικής ενέργειας, όπερ απεδείχθη εκ των υστέρων πλάνη. Η αίσθηση αυτή καλλιέργησε την παράσταση πως επρόκειτο για τρομοκρατική ενέργεια, ενώ η πραγματικότης είναι ότι πρόκειται για μια εγκληματική ενέργεια του κοινού ποινικού δικαίου. Ο Ιρανογερμανός τρομοκράτης προέβη στο τρομοκρατικό πλήγμα στο Μόναχο εναντίον αθώων και αμάχων στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου, όπως όλα δείχνουν, χωρίς να είναι στη διατεταγμένη υπηρεσία της τρομοκρατικής οργάνωσης των ISIS ή στρατευμένος θεσμικά σε αντίστοιχες ή σχετικές τρομοκρατικές οργανώσεις.
Αυτό που θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει στην προκείμενη περίπτωση είναι πως κάθε εγκληματική ενέργεια ανεξήγητων προς στιγμήν κινήτρων ταυτίζεται εκ πρώτης όψεως με την ισλαμική τρομοκρατία, δημιουργώντας αντίστοιχες παραστάσεις και ένα περιβάλλον διασποράς φόβου και αγωνίας για το περί τίνος πρόκειται.
Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η τρομοκρατία γενικώς στοχεύει στην πρόκληση της ψυχολογίας του γενικού πανικού, με τελικό σκοπό τη συνολική αποδιάρθρωση των πολιτικών συστημάτων της Δύσης ως πολιτικής, ως οικονομίας και ως κοινωνικής διάρθρωσης.
Τα πλήγματα της τρομοκρατίας λαμβάνουν χώρα σε μια περίοδο της διεθνούς πολιτικής, όπου η ρευστότητα στις διεθνείς εξελίξεις αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα της φάσης που διέρχεται σήμερα η ευρωπαϊκή πολιτική, όπου εκτός από την ισλαμική τρομοκρατία, όπως εκδηλώνεται παντού, η αστάθεια, που είναι πλέον μια επικίνδυνη πραγματικότητα στο τουρκικό πολιτικό σύστημα, δημιουργεί προϋποθέσεις περαιτέρω ανασφάλειας, στον βαθμό που τόσο τα κράτη τα ευρωπαϊκά, όσο και κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, δεν εκδηλώνουν τη συγκροτημένη εκείνη δύναμη και τη σταθερότητα, που θα επέτρεπε στην ευρωπαϊκή πολιτική να στείλει τα αναγκαία μηνύματα αποτροπής σε επίδοξους τρομοκράτες.
Το φαινόμενο επηρεάζει τους πάντες, κυρίως το δυτικό σύστημα ασφάλειας και πολιτικής συγκρότησης, ενώ παράλληλα δεν υπάρχουν εκείνες οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να εκδηλωθούν ως πόλοι εξισορρόπησης και αποτροπής. Όσο η ευρωπαϊκή πολιτική είναι ανασφαλής και ασταθής, όσο τα ευρωπαϊκά κράτη δεν συγκροτούν μια ενιαία πολιτική προβολής της αντίληψης της αποφασιστικότητας να αντιμετωπίσουν το τρομοκρατικό φαινόμενο, τόσο η διεθνής τρομοκρατία, κυρίως το Ισλάμ, θα αισθάνεται την άνεση και την ικανότητα να πλήξει ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα, ευρωπαϊκά οικονομικά μεγέθη και ευρύτερα τη θεσμοθετημένη δυτική αντίληψη πολιτικής και πολιτισμού.
Το Ισλάμ αποτελεί ένα άλλο κόσμο, ο οποίος δεν συναντάται ούτε θεσμικά, ούτε πολιτικά, ούτε πολιτιστικά με τον κόσμο της Δύσης. Αυτή όμως η αδυναμία συνεννόησης και προσέγγισης δεν επιτρέπει σε κανένα υπέρμαχο του Ισλάμ να αισθάνεται πως μπορεί να ασκεί τρομοκρατία έναντι εκείνων που θεωρεί αντιπάλους του. Ταυτόχρονα δε, όπως είχαμε την ευκαιρία να εξηγήσουμε και στο παρελθόν, η ανάγκη και η υποχρέωση συνεννόησης είναι αδήριτη, είναι ζωτικής σημασίας για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Είναι υποχρεωμένη η Δύση να βρει κοινά σημεία γέφυρας μεταξύ του δυτικού και του ισλαμικού πολιτισμού, δηλαδή της Χριστιανοσύνης και του Ισλάμ, διότι έτσι θα απομονωθούν εκείνοι στον κόσμο του Ισλάμ που αισθάνονται πως πλήττοντας τον δυτικό πολιτισμό της πολιτικής και της οικονομίας δικαιώνουν ισλαμικά ιδεώδη.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη σε σχέση με τις εθνικότητες που επιχειρούν να ενταχθούν στο κράτος ή στο έθνος, το όποιο ευρωπαϊκό, αλλά η ενσωμάτωση πολλές φορές είναι επιδερμική, επιφανειακή. Στην πραγματικότητα αναζητούν ρίζες στον πολιτισμό των γονέων τους και γίνονται εχθροί του χώρου που επιχειρεί να τους ενσωματώσει. Η Δύση και η Ευρώπη οφείλουν να εγκύψουν με σοβαρότητα στο πρόβλημα της τρομοκρατικής βίας, που εκδηλώνεται στις δυτικές κοινωνίες από νέους μουσουλμάνους που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν στον κόσμο του δυτικού πολιτικού πολιτισμού και που προδήλως ουδέποτε ενσωματώθηκαν. Αντιθέτως, καλλιεργείται η αντίθεση, με τα πρότυπα της Δύσης να γίνονται εχθρικά σε νέους, οι οποίοι ουδέποτε ενσωματώθηκαν και που, ταυτιζόμενοι με τον πολιτισμό των γονέων τους, μεταβάλλονται σε εχθρούς της χώρας και του πολιτισμού που τους φιλοξενεί.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου