17 Φεβρουαρίου 2016

Το ευνοϊκό μομέντουμ του αυτοκτονικού συνδρόμου


 ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ

Η σημερινή πραγματικότητα σοβαρής κρίσης συνοχής διδάσκει πως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και η ηγεσία της Ευρώπης στο επίπεδο των Βρυξελλών δεν έχουν καταφέρει να παντρέψουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίησης με το εθνικό συμφέρον των κρατών

Η Κύπρος βρίσκεται σε μια υπαρξιακή στιγμή για την υπόσταση και το μέλλον της, που αφορά στην ικανότητα ή την αδυναμία της ηγεσίας της να αντιληφθεί πως οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή είναι εξαιρετικά κρίσιμες και απειλητικές για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Πρόκειται για έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων, όπου η περίφημη ρήση των πανηγυριώτικων δηλώσεων περί ευνοϊκού μομέντουμ για την Κύπρο είναι τόσο αφελής, όσο και επικίνδυνη.

Όπως ο Ιταλός Υπουργός Εξωτερικών Paolo Gentiloni προειδοποίησε πρόσφατα, η Ευρώπη απειλείται με διάλυση εξαιτίας του προσφυγικού. Αυτή η προειδοποίηση ήρθε σε μια στιγμή που η κρίση στη Μέση Ανατολή κορυφώνεται, κινδυνεύει μάλιστα να γίνει ανεξέλεγκτη και οι προσφυγικές ροές που παράγει ο πόλεμος, ο οποίος διεξάγεται σε ένα πλαίσιο σύγκρουσης όλων εναντίον όλων, γίνονται ποτάμι και χείμαρρος, που καταλαμβάνει την Ευρώπη απροετοίμαστη θεσμικά και πολιτικά να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα που έχει από τη φύση του υπερεθνική διάσταση και που το αντιμετωπίζουν με εθνικιστικές στενόμυαλες πολιτικές τα κράτη που αποτελούν την Ευρώπη των 28.

Ένα τεστ αντοχής της Ευρώπης μέσα από μια κρίση αποδεικνύει στην πράξη πόσο αδύναμα είναι τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, σε βαθμό που να λειτουργεί ο καθένας, όχι με τα στοιχειώδη κριτήρια της ευρωπαϊκής ενοποίησης ή του ευρωπαϊκού πολιτισμού και των ευρωπαϊκών πολιτικών, αλλά με υπέρτατο νόμο και αφετηρία το εθνικό συμφέρον του καθενός. Αυτό σημαίνει πως η Ευρώπη απέτυχε, όχι φυσικά στους στόχους της, αλλά στις πολιτικές ενοποίησης και εμπέδωσης θεσμών, που να ενώσουν τα κράτη ως πολιτικές, ως προσανατολισμοί και ως στρατηγική ενός ενιαίου συνόλου, το οποίο έχει ως αφετηρία του το συμφέρον της Ευρώπης και όχι το συμφέρον του καθενός.

Η σημερινή πραγματικότητα σοβαρής κρίσης συνοχής διδάσκει πως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και η ηγεσία της Ευρώπης στο επίπεδο των Βρυξελλών δεν έχουν καταφέρει να παντρέψουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίησης με το εθνικό συμφέρον των κρατών. Φαίνεται μάλιστα πως οι πλέον φανατικοί υπέρμαχοι προάσπισης του εθνικού συμφέροντος είναι οι νεοσσοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή αυτοί που εσχάτως εντάχθηκαν στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα ως οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, τις οποίες η Ευρώπη ως δύση θέλησε να εντάξει και να τις ενσωματώσει στον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό, δηλαδή στη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες. Απέτυχε η Ευρώπη σε αυτό της τον στόχο ή μπορεί να ήταν το χρονικό διάστημα μικρό για να μπορέσει να καλλιεργηθεί μια νέα κουλτούρα προσαρμογής σε αυτό που αποκαλούμε ευρωπαϊκός πολιτικός πολιτισμός.

Δυστυχώς όμως δεν είναι μόνο οι νεότερες χώρες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που αμφισβητούν στην πράξη τις αξίες της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, δηλαδή του ανθρωπισμού, αλλά και χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και οι βόρειοι, που εκδηλώνουν αντιλήψεις ξενοφοβίας και εχθρότητας απέναντι στους οδοιπόρους του πολέμου, τους εξαθλιωμένους της ειρήνης που φτάνουν κατά χιλιάδες από την καταρρέουσα Μέση Ανατολή.

Ενδιαφέρον έχει η διαπίστωση του κοινού παρατηρητή ότι οι μόνες χώρες που δεν εκδηλώνουν ξενοφοβικά σύνδρομα, αλλά αντιθέτως είναι κατά το μάλλον ή ήττον αλληλέγγυες προς τους πρόσφυγες και στηρίζουν τον αγώνα τους για επιβίωση και διεκδίκηση της ζωής τους είναι οι χώρες που κατεξοχήν πλήττονται από το προσφυγικό, που είναι η Ελλάδα και η Ιταλία. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός πως είναι οι χώρες με τον αρχαιότερο πολιτισμό της Ευρώπης, πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε η Ευρώπη, αποτελούν τα πολιτιστικά θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επομένως είναι το παράδειγμα προς όλους ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρεί ελπίδες μέλλοντος εφόσον αγγίξει το παρελθόν της, όπερ σημαίνει πως πρέπει να αναζητήσει και να βρει τις πολιτιστικές της ρίζες του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.

Παράλληλα, πρέπει κανείς να υπογραμμίσει πως ενώ συμβαίνουν τα μύρια όσια στη Συρία από πλευράς πολεμικών συγκρούσεων, η πολεμική αναμέτρηση κλιμακώνεται ως βία και θάνατος, η Τουρκία είναι σε διαρκή συγκρουσιακή διάσταση με τη Ρωσία, η οποία είναι εμπλεκόμενη στον αγώνα των συμμάχων για εξόντωση των ISIS και ταυτόχρονα την αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας στο συριακό κράτος, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ανύπαρκτη πολιτικά, δηλαδή ως διαμεσολάβηση, ως εξωτερική πολιτική, ενώ και οι ΗΠΑ βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος, μεταξύ Κούρδων και Ερντογάν, δηλαδή απέναντι σε μια Τουρκία, που αντί να πολεμήσει τη βαρβαρότητα των ISIS, πλήττει καθημερινώς τον κουρδικό λαό που μάχεται εναντίον των βαρβάρων, και γενικώς δεν υπάρχει καμία δύναμη στον κόσμο που να είναι σε θέση τούτη την ώρα να συμβάλει αποτελεσματικά στη διευθέτηση μιας σύγκρουσης, η οποία λαμβάνει διαστάσεις ανεξέλεγκτες. Η μοναδική διέξοδος που θα μπορούσε κανείς να δει βρίσκεται στην αναγκαιότητα συνεννόησης των δύο μεγάλων δυνάμεων του κόσμου, ΗΠΑ και Ρωσίας, για την εκπόνηση ενός σχεδίου εμπέδωσης της νέας διεθνούς τάξης στη Μέση Ανατολή.

Εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε τελειώνοντας είναι ότι ενώ βρίσκεται όλη η περιοχή της Μέσης Ανατολής σε ανάφλεξη, η Συρία, η Λιβύη και η Υεμένη καταρρέουν ως κράτη, άλλες κρατικές οντότητες της περιοχής απειλούνται έμμεσα ή άμεσα με υπονόμευση της υπόστασής τους, οι πρόσφυγες έχουν γίνει ένας ποταμός που ρέει από την Τουρκία μέσω Ελλάδος και εκδηλώνεται ως απειλή για την Ευρώπη, οι εν Κύπρω κρατούντες ισχυρίζονται ανοήτως πως τούτη η ώρα είναι μια σημαντική, σπουδαία συγκυρία για την επίλυση του Κυπριακού, χωρίς να μας εξηγούν σε τι συνίσταται το κρίσιμο και ευνοϊκό για την Κύπρο μομέντουμ.

Μήπως το γεγονός πως η Τουρκία απειλεί να εισβάλει και αυτή στην Συρία, βομβαρδίζει τους Κούρδους και βρίσκεται σε σύγκρουση με όλους τους γείτονές της, κυρίως με το Ισραήλ, το Ιράν και τη Ρωσία, ενώ βρίσκεται εσχάτως και σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ; Πώς είναι δυνατό να προχωρήσει η μικρή και αδύναμη Κύπρος σε μια συνεννόηση με την Άγκυρα, που να ευνοεί τα συμφέροντα της Κύπρου και του Ελληνισμού, κυρίως όμως να μην απειλεί την ασφάλεια των Ελλήνων της Κύπρου, αφ’ ης στιγμής θα διαλύσουμε μόνοι μας, ακολουθώντας ένα αυτοκτονικό σύνδρομο, τη μοναδική ασπίδα προστασίας μας την Κυπριακή Δημοκρατία, βαυκαλιζόμενοι πως πρόκειται για μετεξέλιξη και όχι διάλυση;