Το επικοινωνιακό αντάρτικο στο οποίο
συστηματικά επιδίδεται το τελευταίο διάστημα η ιταλική κυβέρνηση, με
πρωταγωνιστές άλλοτε τον ίδιο τον Matteo Renzi
και άλλοτε τον επί ευρωπαϊκών θεμάτων υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ
Sandro Gozi, όχι μόνο δεν κοπάζει αλλά και περνά από την "καταγγελτική”
στην "εποικοδομητική” φάση του – που προορίζεται ακριβώς να κλιμακώσει
τις πιέσεις προς τον κύριο στόχο, δηλ. το Βερολίνο.Με τις τοποθετήσεις του στην τελευταία
Σύνοδο Κορυφής και εξής, ο Ιταλός πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι η χώρα του
δεν μιλά από τη θέση του "παραβάτη” που ζητά επιεική αντιμετώπιση, αλλά
ως ένα ιδρυτικό μέλος της Ε.Ε., που ενδιαφέρεται για την τήρηση των
κανόνων από όλους.
Τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα των
παρεμβάσεων Renzi κατά πρώτον αναδεικνύουν την αποτυχία της συνταγής που
εφαρμόστηκε στην Ευρώπη (σε σύγκριση πάντα με τις επιδόσεις των ΗΠΑ του
Barack Obama) και κατά δεύτερον αμφισβητούν και στα δύο σκέλη του το
αγαπημένο μόττο της Angela Merkel "αλληλεγγύη έναντι υπευθυνότητας”,
εμφανίζοντας την γερμανική στάση ως ιδιοτελή ("μην μας πείτε ότι δώσατε
και το αίμα σας για την Ένωση”) και ταυτοχρόνως παραβατική.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός θέτει το
ενοχλητικό ερώτημα πώς είναι δυνατόν οι κοινοί ευρωπαϊκοί κανόνες να
εφαρμόζονται μόνο ως προς το σκέλος τους που αφορά τα ελλείμματα και όχι
τα (εξίσου αποσταθεροποιητικά μακροοικονομικά) υπερβάλλοντα πλεονάσματα
τρεχουσών συναλλαγών που καταγράφει η Γερμανία
επί σειρά ετών και παράλληλα, με την έστω και ολιγόωρη εμπλοκή που
προκάλεσε στην αυτόματη ανανέωση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας φέρνει στο
προσκήνιο το παράδοξο να θυσιάζει η Ιταλία γεωπολιτικά της συμφέροντα,
τη στιγμή που η προώθηση του ρωσογερμανικού αγωγού Nord Stream 2
βαθαίνει την ενεργειακή εξάρτηση του ευρωπαϊκού Νότου από τον Βορρά.
(Το παράδοξο αναδεικνύεται ακόμη
περισσότερο από το γεγονός ότι τον ρόλο του εξομαλυντή των
ενδοευρωπαϊκών ισορροπιών διεκδικεί ο Vladimir Putin, με την πρόταση που
απηύθυνε σε τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Renzi στις 8 Ιανουαρίου,
για ένταξη της Ιταλίας στον Nord Stream 2, μέσω ανταλλαγής στοιχείων ενεργητικού μεταξύ της Rosneft και της ιταλικής Saipem).
Σε κάθε περίπτωση, το μήνυμα είναι, όπως
το έθεσε ο Renzi, στην τελευταία συνέντευξή του στη Rai Uno, ότι
παρήλθε "η περίοδος κατά την οποία η Ευρώπη έδινε μαθήματα στην Ιταλία
και της έλεγε τι μάθημα να διαβάσει”. Πράγματι, η δημοσιονομική
υπευθυνότητα, την οποία ο ηγέτης της ιταλικής κεντροαριστεράς δεν
αμφισβητεί, εξελίσσεται δίχως αναπτυξιακά αντισταθμίσματα σε πίθο των
Δαναϊδών, με το προφανές κοινωνικό και πολιτικό κόστος, το οποίο ο Renzi
δεν σκοπεύει να εισπράξει αμαχητί.
Η διάγνωση στην οποία καταλήγει η Ρώμη
θέλει ως πηγή των προβλημάτων την ασύμμετρη εξέλιξη της ευρωπαϊκής
ενοποίησης σε μία σχέση όπου η μεν περιφέρεια εκχωρεί κυριαρχία, η δε Γερμανία επιμένει σε επιλογές "α λα καρτ” - που εικονογραφούνται στο μοντέλο των "κοινών κανόνων”, αντί της πολιτικής εμβάθυνσης.
Είναι στο σημείο αυτό που η Ιταλία
θυμάται το παλαιότερο "φεντεραλιστικό” εαυτό της και ο Gozi αναλαμβάνει
τον ρόλο του με "θετικές προτάσεις”.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα La
Repubblica o Ιταλός υφυπουργός θέτει το 2017, έτος συμπλήρωσης πενήντα
ετών από τη Συνθήκη της Ρώμης, ως χρονική αφετηρία μιας διαδικασίας
αναθεώρησης των ευρωπαϊκών συνθηκών, η οποία θα εμβαθύνει την ενοποίηση
της ευρωζώνης,
μετατρέποντάς την σε "αληθινή οικονομική ένωση με τη δική της κοινωνική
πολιτική”, υπό την ευθύνη ενός "Ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών” που θα
έχει δημοκρατική νομιμοποίηση αναδεικνυόμενος από το Ευρωκοινοβούλιο. Σε
αυτόν τον στενό πυρήνα, προβλέπεται να συμμετέχουν όλα τα νυν μέλη της ευρωζώνης,
αν κρίνουμε από την διαβεβαίωση Gozi ότι οι ιταλικές προτάσεις
συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον του Βελγίου, της Μάλτας, της Ολλανδίας, του
Λουξεμβούργου, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας, ενώ οι εκτός κοινού
νομίσματος χώρες (εν οίς και η δυσφορούσα Βρετανία) θα έχουν την
εγγημένη θέση τους σε έναν εξώτερο κύκλο της Ε.Ε. που "θα βασίζεται στην
ενιαία αγορά και στις θεμελιώδεις ελευθερίες, περιλαμβανομένης της
ελεύθερης διακίνησης προσώπων”. Προφανώς το timing των ιταλικών
πρωτοβουλιών αποβλέπει στην αξιοποίηση των ζυμώσεων που αντικειμενικά
ανοίγει η πορεία προς το βρετανικό δημοψήφισμα, αλλά και η σταδιακή
αποξένωση της ανατολικής Ευρώπης στο φόντο της προσφυγικής κρίσης.
"Εάν η Ευρώπη παραμείνει αιχμάλωτη του
status quo, με την ευρωζώνη να αντιμετωπίζει δυσκολίες και τον χώρο
Σένγκεν σε άθλια κατάσταση, κινδυνεύει να αποσυντεθεί και να δει τους
λαϊκιστές να θριαμβεύουν”, εκτίμησε ο Gozi έχοντας προφανώς το νου
στραμμένο και στο ιταλικό πολιτικό σκηνικό.
Όμως το πραγματικό περιεχόμενο της
πρότασης της Ρώμης αφορά το τριγωνικό παιχνίδι που περιγράφει ο ίδιος ο
Gozi: από τη μία θα πρέπει να πιεσθεί η τελούσα σε πολιτική παράλυση
Γαλλία η οποία "συμφωνεί με την ανάλυσή μας, αλλά τώρα είναι καιρός να
προχωρήσουμε σε κοινή δράση” και από την άλλη "με τη Γερμανία πρέπει να
καταλήξουμε σε μια συμφωνία για το χρονοδιάγραμμα καθώς το Βερολίνο
τείνει να αναβάλλει”.
Πρόκειται για το παιχνίδι που
επιφυλάσσει τις μεγαλύτερες ανατροπές ρόλων, καθώς η άλλοτε υπέρμαχος
της διακυβερνητικής συνεργασίας Γαλλία εκπέμπει, έστω και υπό το βάρος
δημοσιονομικής απελπισίας, όλο και περισσότερα "φεντεραλιστικά”
μηνύματα, ενώ η Γερμανία, που επί Joschka Fischer οραματιζόταν μιαν
ομοσπονδιακή Ευρώπη ως αντιγραφή του δικού της μοντέλου κρατικής
συγκρότησης, πλειοδοτεί πλέον σε θέσεις "κοινών κανόνων”, με τις
προτάσεις Schaeble για ανάθεση σε ανεξάρτητες αρχές αρμοδιοτήτων
οικονομικής εποπτείας που τώρα διαθέτει η "πολιτικοποιημένη” Κομισιόν.