Του Κώστα Ράπτη
Για τους ισχυρούς του πλανήτη που
συγκεντρώνονται στο Νταβός από σήμερα έως τις 23 Ιανουαρίου η Ευρώπη
αποτελεί πηγή όλο και πιο μεγάλης ανησυχίας. Το αποτυπώνει αυτό η έκθεση
Global Risks Report του 2016 που εξέδωσε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ
με την ευκαιρία του μεγάλου ετήσιου ραντεβού του και στην οποία
υποστηρίζεται ότι οι φυγόκεντρες τάσεις στην Ε.Ε. θα ενισχυθούν, στο
φόντο οικονομικών προκλήσεων που δεν έχουν δαμασθεί και με την προσθήκη
του κρίσιμου βρετανικού δημοψηφίσματος. Όμως ο παράγοντας που πραγματικά
θα δοκιμάσει τις αντοχές της Ένωσης εκτιμάται ότι είναι η προσφυγική
κρίση.
Η μαζική εισροή προσφύγων, κατά την
έκθεση, φέρνει στα όριά τους τις δυνατότητες ενσωμάτωσης και
δημοσιονομικής ανταπόκρισης των κατά τόπους κοινωνιών και επιδεινώνει
την τάση προς την πόλωση του κοινωνικού σώματος και του πολιτικού
φάσματος, γεγονός που με τη σειρά του υπονομεύει την αποτελεσματικότητα
των ευρωπαϊκών δομών διακυβέρνησης.
"Αν η Ευρώπη αποδειχθεί ανίκανη να βρει
κοινές λύσεις στις σημερινές πιεστικές προκλήσεις, ενδέχεται να δούμε
μια διαδικασία αντιστροφής της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία θα
ξηλώσει επιτεύγματα όπως η Ζώνη Schengen, το κοινό νόμισμα ή ακόμη και η
κοινή αγορά. Όσο και αν κάτι τέτοιο δεν είναι ακόμη πιθανό, μια τέτοια
διαδικασία δεν αναμένεται να είναι αρμονική και ειρηνική” σημειώνουν οι
συντάκτες του Global Risks Report 2016.
Όμως η αδυναμία κοινής ευρωπαϊκής απάντησης στην προσφυγική κρίση καθίσταται οξύτερη από το γεγονός ότι η ηγέτιδα δύναμη της Ε.Ε. βρίσκεται σε κατάσταση σοκ και αποπροσανατολισμού μετά τα γεγονότα της Κολωνίας. Η πρωτοχρονιάτικη έκρηξη βίας κατά γυναικών στην καρδιά της γερμανικής μεγαλούπολης υπήρξε η αντιστροφή του μηνύματος αυτοπεποίθησης και ταυτοχρόνως δεκτικότητας που έιχε εκπέμψει λίγες ώρες νωρίτερα η καγκελάριος Merkel με το μήνυμά της για το Νέο Έτος – υποτιτλισμένο, πολύ χαρακτηριστικά, και στα αραβικά, προς κατανόηση του ενός εκατομμυρίου προσφύγων που εισήλθαν στην Γερμανία το 2015.
Η αδυναμία αντίδρασης της αστυνομίας της
Κολωνίας και η "πολιτικά ορθή” σιγή των μέσων ενημέρωσης τα πρώτα πέντε
24ωρα μετά τα γεγονότα ενίσχυσαν την αίσθηση παγίδευσης και
παραπλάνησης από την οποία διέπεται μεγάλο μέρος του γερμανικού
πληθυσμού. Στους καθ' έξιν ξενόφοβους του κινήματος Pegida προστίθενται
πλέον οι φωνές ανησυχίας πολύ διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων και οι
καταγγελίες των φεμινιστριών για "μαζική εισαγωγή σεξισμού”, ενώ σε
έρευνα του INSA το 63% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η Γερμανία έχει ήδη
δεχθεί υπερβολικά μεγάλο αριθμό αιτουμένων ασύλου και μόλις 23% συμφωνεί
με την καγκελάριο ότι η χώρα θα τα καταφέρει να χειριστεί το ζήτημα.
Όπως άλλωστε σημειώνει ο Economist, οι
προτάσεις που έχουν έκτοτε κατατεθεί (λ.χ. από τον σοσιαλδημοκράτη
αντικαγκελάριο Sigmar Gabriel) για διεύρυνση του ορισμού του αδικήματος
του βιασμού και για θέσπιση δυνατότητας απέλασης των καταδικασθέντων σε
ποινή μικρότερη της τριετούς φυλάκισης είναι ή προβληματικές ή
ανεφάρμοστες – στο βαθμό μάλιστα που προϋποθέτουν τη συνεργασία των,
συχνά εμπόλεμων, χωρών προέλευσης.
Κατά τον Wolfgang Muenchau των Financial
Times, η προσδοκία ότι οι νεοαφιχθέντες θα αποτελέσουν μια τονωτική
ένεση στην αγορά εργασίας δεν μπορεί να εκπληρωθεί, διότι οι
περιορισμένες, με βάση τις ανάγκες της συγκεκριμένης αγοράς εργασίας,
δεξιότητές τους, τους προορίζουν για την κατώτερη κλίμακα των θέσεων
εργασίας, όπου θα λειτουργήσουν ως παράγοντας μείωσης των μισθών και άρα
νέων αποπληθωριστικών πιέσεων.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η προσφυγική κρίση
αποτελεί ένα μόνο σκέλος από τις αλλεπάλληλες προκλήσεις που θα
αντιμετωπίσει εντός του 2016 η Γερμανία και θα καταστήσουν τις
εφαρμοζόμενες πολιτικές μη βιώσιμες. Η πτώση των ρυθμών ανάπτυξης στις
αναδυόμενες οικονομίες που αποτέλεσαν τους προνομιακούς πελάτες της
γερμανικής εξαγωγικής μηχανής, ο πέλεκυς της αμερικανικής δικαιοσύνης
που αναμένεται να πέσει βαρύς εναντίον της Volkswagen, "εθνικού
πρωταθλητή” της Γερμανίας, καθώς και η υφέρπουσα ανταρσία χωρών της
ευρωζώνης, όπως η Ιταλία, εναντίον των πολιτικών που έχει επιβάλει το
Βερολίνο, συνιστούν έναν συνδυασμό εκρηκτικό.
Πρόκειται για το αποτέλεσμα πολιτικών
(π.χ. υπερβολική εξάρτηση από την αυτοκινητοβιομηχανία, οικοδόμηση
πλεονασμάτων τρεχουσών συναλλαγών της τάξης του 8%, απερίσκεπτος
χειρισμός της προσφυγικής κρίσης), που κατά τον Muenchau έλκουν την
προέλευσή τους από το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας – όμως
δύσκολα θα βρούν σε αυτό και την διόρθωσή τους. Αρκεί να σκεφτεί κανείς
ότι η καγκελάριος αμφισβητείται, αλλά με την παρούσα διάταξη πολιτικών
δυνάμεων δεν μπορεί πραγματικά να απειληθεί. Και ίσως, καταλήγει ο
αρθρογράφος, το προσωπικό της μέλλον να μην είναι το πιο πιεστικό
ερώτημα που πρέπει να απαντήσει αυτή τη στιγμή η Γερμανία.