Του Γιώργου Καπόπουλου
kapopoulos@pegasus.gr
Στην αρχή της εβδομάδας οι συνομιλίες του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κέρι, στη Μόσχα με τους Πούτιν - Λαβρόφ κατέγραψαν σημαντική πρόοδο και άνοιξαν τον δρόμο για την έναρξη, χθες το απόγευμα ώρα Ελλάδας, στη Νέα Υόρκη της Διεθνούς Διάσκεψης για τη Συρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ρητορική, οι δηλώσεις και τα ανακοινωθέντα κατά κύριο λόγο της αμερικανικής και κατά δεύτερο της ρωσικής πλευράς δεν είναι απλά και μόνον προσεκτικά διατυπωμένα, αλλά δεν αποτυπώνουν πλήρως την πραγματική πρόοδο που σημειώνεται. Είναι φανερό ότι υπάρχει μια προφανώς συμπεφωνημένη από ΗΠΑ - Ρωσία χρονοκαθυστέρηση στον συγχρονισμό της επικοινωνιακής διαχείρισης με την πραγματικότητα, με προφανή λόγο να έχει η Ουάσιγκτον το αναγκαίο περιθώριο ελιγμών για να χειρισθεί τους δυσαρεστημένους από τη στροφή της πολιτικής της στο Μεσανατολικό, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και το Ισραήλ.
Μια μεγάλη στροφή
Οι ΗΠΑ ολοκληρώνουν με αργές κινήσεις μια στροφή της πολιτικής τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή που άρχισε τον Μάρτιο του 2013 στις μυστικές διαπραγματεύσεις με το Ιράν που διεξήχθησαν επί μήνες στο Σουλτανάτο του Ομάν. Από τότε και με τη συμβολή και την παρεμβολή της Ρωσίας, η Ουάσιγκτον ανέτρεψε τη θεώρηση της για τον ρόλο της Τεχεράνης στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοδυτική Ασία.
Επιμονή και σταθερότητα του Κρεμλίνου
Η συμμαχία ΗΠΑ-Ρωσίας κατά του Ισλαμικού Φονταμενταλισμού δεν είναι ευκαιριακός ελιγμός του Πούτιν για να σπάσει την απομόνωση στην οποία βρέθηκε η Μόσχα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και την εξέγερση στην Ανατολική Ουκρανία την άνοιξη του 2014. Είναι μια δεδηλωμένη σαφής στρατηγική επιλογή του Πούτιν από την αρχή της θητείας του στο Κρεμλίνο.
Αμέσως μετά τα τρομοκρατικά πλήγματα της 11 Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Μόσχα δεν έχει καμιά αντίρρηση για τη στάθμευση στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας, που λόγω της γεωγραφικής τους εγγύτητας με το Αφγανιστάν ήταν απαραίτητες για την αμερικανική επέμβαση , με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης των Ταλιμπάν στην Καμπούλ.
Η κατανόηση και καλή θέληση του Κρεμλίνου ήταν φανερή και την άνοιξη του 2003 κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ. Η Μόσχα τότε κράτησε αισθητά πολύ πιο χαμηλούς τόνους από ό,τι η Γαλλία του Σιράκ και η Γερμανία του Σρέντερ, δείχνοντας κατανόηση στην αμερικανική ανασφάλεια που προέκυψε μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και προφανώς για να είναι ανενόχλητη στη δράση κατά των Τσετσένων εθνικιστών στον Καύκασο.
Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούσαν τους Τζιχαντιστές θανάσιμη απειλή για τη σταθερότητα της ενεργειακά πολύτιμης Μέσης Ανατολής, η Ρωσία είχε περισσότερους λόγους να θεωρεί ως πρωτεύουσα υποθήκη στα ζωτικά της συμφέροντα τη δράση των Σουνιτών εξτρεμιστών: Οι πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας είναι μουσουλμανικές, ενώ έντονη είναι παρουσία του Ισλάμ τόσο στην Υπερκαυκασία όσο και στον Βόρειο Ρωσικό Καύκασο.
Το δέλεαρ του συμβιβασμού
Σήμερα Ουάσιγκτον και Μόσχα προσπαθούν να πείσουν τη Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της αλλά και την Τουρκία να σταματήσουν κάθε ενέργεια που συντηρεί το Ισλαμικό Κράτος και να προσυπογράψουν μια συμβιβαστική φόρμουλα σταθεροποίησης που θα προβλέπει εξάμηνη μεταβατική περίοδο στη Δαμασκό, με βαρύνουσα τη συμμετοχή του σημερινού Μπααθικού Καθεστώτος και άγνωστη παράμετρο τον ρόλο του Ασαντ.
Η επιλογή αυτή είναι και η πιο συμφέρουσα επί της ουσίας για την Αγκυρα και το Ριάντ, γιατί στην περίπτωση που δεν απομονωθεί το Ισλαμικό Κράτος και διατηρήσει ικανότητα αντίστασης και περιχαράκωσης, τότε θα χρειασθούν μακράς διαρκείας χερσαίες επιχειρήσεις.
Οι σύμμαχοι
Χερσαίες επιχειρήσεις κατά των Τζιχαντιστών στη Συρία και στο Ιράκ δεν μπορούν να αναλάβουν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ΗΠΑ, Ρωσία και Γαλλία, καθώς θα δικαίωναν το Ισλαμικό Κράτος και τη ρητορική του περί Σταυροφόρων.
Οι μόνες δυνάμεις της περιοχής που μπορούν να εξαλείψουν το Χαλιφάτο είναι το Ιράν και οι σύμμαχοι: Ο τακτικός Στρατός της Τεχεράνης συν οι Φρουροί της Επανάστασης, η Σιιτική Πολιτοφυλακή του Ιράκ, οι κυβερνητικές δυνάμεις στη Συρία και η Χεζμπολάχ από τον Νότιο Λίβανο. Και, βέβαια, στο πλευρό των παραπάνω οι Κούρδοι μαχητές από τη Βορειοανατολική Συρία και οι Κούρδοι Πεσμεργκα του Βορείου Ιράκ.
Ειδικότερα, η Σαουδική Αραβία διατρέχει τον κίνδυνο, αν παραμείνει αδιάλλακτη, να βρεθεί απέναντι στο Ιράν όχι μόνον στη Συρία και το Ιράκ, αλλά και στα Εμιράτα του Κόλπου όπου υπάρχουν ισχυρές πληθυσμιακές νησίδες Σιιτών αλλά και στην Υεμένη όπου Ριάντ και Τεχεράνη διεξάγουν εδώ και μήνες έναν σκληρό πόλεμο δι’ αντιπροσώπων.
Σπασμωδικές κινήσεις από Τουρκία και Σαουδική Αραβία
Μάχη οπισθοφυλακής από Αγκυρα και Ριάντ
Τουρκία και Σαουδική Αραβία είναι παρούσες στη Διάσκεψη της Νέας Υόρκης για την επόμενη μέρα στη Συρία, αλλά συνεχίζουν ταυτόχρονα δράσεις και πολιτικές πρωτοβουλίες που συγκρούονται ευθέως με την κοινή γραμμή Ουάσιγκτον - Μόσχας.
Η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει στην πράξη εισβολή στο Ιράκ και έχει εγκαταστήσει τις δυνάμεις της κοντά στην κατεχόμενη από τους Τζιχαντιστές Μοσούλη και σε απόσταση αναπνοής από το ελεγχόμενο από τους Κούρδους Πεσμεργκά του Βορείου Ιράκ Κιρκούκ, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι αν η Μόσχα με την ανοχή της Ουάσιγκτον απαγορεύει μετά την κατάρριψη του Σουχόι κάθε στρατιωτική δραστηριότητα της Αγκύρας εντός της Συρίας, τότε η παρουσία τουρκικών δυνάμεων στο Ιράκ αναδεικνύεται σε ενέχυρο και διαπραγματευτικό χαρτί για να μην παρακαμφθεί η Αγκυρα στην αναζήτηση λύσης για την επόμενη μέρα στη Συρία.
Τα μηνύματα από τη Μόσχα προς την Αγκυρα ήταν πολλά από τα δύο θερμά ναυτικά επεισόδια στο Βόρειο Αιγαίο και στη Μαύρη Θάλασσα την παρουσία μετά από αίτημα των Πούτιν-Λαβρόφ των Κούρδων της Συρίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά και την προώθηση ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αρμενία. Μεταξύ αποστάσεων και ανοικτής αποδοκιμασίας για την παρουσία του τουρκικού στρατού κοντά στη Μοσούλη κινήθηκαν το ΝΑΤΟ και η Ουάσιγκτον.
Τουρκική βάση
Όμως την Τετάρτη ανακοινώθηκε η δημιουργία τουρκικής στρατιωτικής βάσης στο Κατάρ, ένα μήνυμα των Ερντογάν - Νταβούτογλου προς πολλές κατευθύνσεις: Προς την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα ότι η Τουρκία δεν μπορεί να αγνοηθεί, προς το Ιράν ότι η Τουρκία διεκδικεί παρουσία στον Κόλπο, όπως η Τεχεράνη στη Συρία, αλλά και προς το Ριάντ για το ότι η Τουρκία έχει τον πρώτο λόγο στις εξελίξεις στη Συρία ως όμορος χώρα, αλλά και ως κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που διοικούσε την περιοχή μέχρι και το 1918. Επιπλέον, το Κατάρ και η Τουρκία συγκρούονται με τη Σαουδική Αραβία στην Αίγυπτο, με την Ντόχα και την Αγκυρα να στηρίζουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τον ανατραπέντα Πρόεδρο Μόρσι και το Ριάντ να είναι ο κύριος υποστηρικτής του καθεστώτος του στρατηγού Σίσι.
Γεωστρατηγική υποτίμηση
Οι εναντιώσεις και οι παρενοχλήσεις της Αγκυρας και του Ριάντ δεν έχουν ορίζοντα. Η Αγκυρα έχασε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τον ρόλο του προωθημένου προμαχώνα του ΝΑΤΟ στις παρυφές της ΕΣΣΔ, στη συνέχεια έχασε τον ρόλο του στρατηγικού συμμάχου του Ισραήλ και με την τυχοδιωκτική της εμπλοκή στη Συρία είδε να συρρικνώνεται η εμβέλειά της στη Μέση Ανατολή.
Αντίστοιχα, η Σαουδική Αραβία είδε να υποτιμάται ο ρόλος της ως κύριου προμηθευτή ενέργειας των ΗΠΑ, και αγωνίζεται να τον κρατήσει με τα δόντια, με την κατακρήμνιση της τιμής του Μαύρου Χρυσού για να καθυστερήσει τη χρηματοδότηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας αλλά και της τεχνολογίας αξιοποίησης των Σχιστολιθικών Κοιτασμάτων Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου. Χωρίς τον ρόλο του αναντικατάστατου πρώτου ενεργειακού προμηθευτή των ΗΠΑ, το Ριάντ προβάλλει ως παρενόχληση για τις σχέσεις ανοχής-συνενοχής που διατηρεί με όλες της εκφάνσεις του σουνιτικού Ισλαμικού Εξτρεμισμού.
kapopoulos@pegasus.gr
Στην αρχή της εβδομάδας οι συνομιλίες του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κέρι, στη Μόσχα με τους Πούτιν - Λαβρόφ κατέγραψαν σημαντική πρόοδο και άνοιξαν τον δρόμο για την έναρξη, χθες το απόγευμα ώρα Ελλάδας, στη Νέα Υόρκη της Διεθνούς Διάσκεψης για τη Συρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ρητορική, οι δηλώσεις και τα ανακοινωθέντα κατά κύριο λόγο της αμερικανικής και κατά δεύτερο της ρωσικής πλευράς δεν είναι απλά και μόνον προσεκτικά διατυπωμένα, αλλά δεν αποτυπώνουν πλήρως την πραγματική πρόοδο που σημειώνεται. Είναι φανερό ότι υπάρχει μια προφανώς συμπεφωνημένη από ΗΠΑ - Ρωσία χρονοκαθυστέρηση στον συγχρονισμό της επικοινωνιακής διαχείρισης με την πραγματικότητα, με προφανή λόγο να έχει η Ουάσιγκτον το αναγκαίο περιθώριο ελιγμών για να χειρισθεί τους δυσαρεστημένους από τη στροφή της πολιτικής της στο Μεσανατολικό, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και το Ισραήλ.
Μια μεγάλη στροφή
Οι ΗΠΑ ολοκληρώνουν με αργές κινήσεις μια στροφή της πολιτικής τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή που άρχισε τον Μάρτιο του 2013 στις μυστικές διαπραγματεύσεις με το Ιράν που διεξήχθησαν επί μήνες στο Σουλτανάτο του Ομάν. Από τότε και με τη συμβολή και την παρεμβολή της Ρωσίας, η Ουάσιγκτον ανέτρεψε τη θεώρηση της για τον ρόλο της Τεχεράνης στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοδυτική Ασία.
Επιμονή και σταθερότητα του Κρεμλίνου
Η συμμαχία ΗΠΑ-Ρωσίας κατά του Ισλαμικού Φονταμενταλισμού δεν είναι ευκαιριακός ελιγμός του Πούτιν για να σπάσει την απομόνωση στην οποία βρέθηκε η Μόσχα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και την εξέγερση στην Ανατολική Ουκρανία την άνοιξη του 2014. Είναι μια δεδηλωμένη σαφής στρατηγική επιλογή του Πούτιν από την αρχή της θητείας του στο Κρεμλίνο.
Αμέσως μετά τα τρομοκρατικά πλήγματα της 11 Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Μόσχα δεν έχει καμιά αντίρρηση για τη στάθμευση στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας, που λόγω της γεωγραφικής τους εγγύτητας με το Αφγανιστάν ήταν απαραίτητες για την αμερικανική επέμβαση , με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης των Ταλιμπάν στην Καμπούλ.
Η κατανόηση και καλή θέληση του Κρεμλίνου ήταν φανερή και την άνοιξη του 2003 κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ. Η Μόσχα τότε κράτησε αισθητά πολύ πιο χαμηλούς τόνους από ό,τι η Γαλλία του Σιράκ και η Γερμανία του Σρέντερ, δείχνοντας κατανόηση στην αμερικανική ανασφάλεια που προέκυψε μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και προφανώς για να είναι ανενόχλητη στη δράση κατά των Τσετσένων εθνικιστών στον Καύκασο.
Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούσαν τους Τζιχαντιστές θανάσιμη απειλή για τη σταθερότητα της ενεργειακά πολύτιμης Μέσης Ανατολής, η Ρωσία είχε περισσότερους λόγους να θεωρεί ως πρωτεύουσα υποθήκη στα ζωτικά της συμφέροντα τη δράση των Σουνιτών εξτρεμιστών: Οι πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας είναι μουσουλμανικές, ενώ έντονη είναι παρουσία του Ισλάμ τόσο στην Υπερκαυκασία όσο και στον Βόρειο Ρωσικό Καύκασο.
Το δέλεαρ του συμβιβασμού
Σήμερα Ουάσιγκτον και Μόσχα προσπαθούν να πείσουν τη Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της αλλά και την Τουρκία να σταματήσουν κάθε ενέργεια που συντηρεί το Ισλαμικό Κράτος και να προσυπογράψουν μια συμβιβαστική φόρμουλα σταθεροποίησης που θα προβλέπει εξάμηνη μεταβατική περίοδο στη Δαμασκό, με βαρύνουσα τη συμμετοχή του σημερινού Μπααθικού Καθεστώτος και άγνωστη παράμετρο τον ρόλο του Ασαντ.
Η επιλογή αυτή είναι και η πιο συμφέρουσα επί της ουσίας για την Αγκυρα και το Ριάντ, γιατί στην περίπτωση που δεν απομονωθεί το Ισλαμικό Κράτος και διατηρήσει ικανότητα αντίστασης και περιχαράκωσης, τότε θα χρειασθούν μακράς διαρκείας χερσαίες επιχειρήσεις.
Οι σύμμαχοι
Χερσαίες επιχειρήσεις κατά των Τζιχαντιστών στη Συρία και στο Ιράκ δεν μπορούν να αναλάβουν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ΗΠΑ, Ρωσία και Γαλλία, καθώς θα δικαίωναν το Ισλαμικό Κράτος και τη ρητορική του περί Σταυροφόρων.
Οι μόνες δυνάμεις της περιοχής που μπορούν να εξαλείψουν το Χαλιφάτο είναι το Ιράν και οι σύμμαχοι: Ο τακτικός Στρατός της Τεχεράνης συν οι Φρουροί της Επανάστασης, η Σιιτική Πολιτοφυλακή του Ιράκ, οι κυβερνητικές δυνάμεις στη Συρία και η Χεζμπολάχ από τον Νότιο Λίβανο. Και, βέβαια, στο πλευρό των παραπάνω οι Κούρδοι μαχητές από τη Βορειοανατολική Συρία και οι Κούρδοι Πεσμεργκα του Βορείου Ιράκ.
Ειδικότερα, η Σαουδική Αραβία διατρέχει τον κίνδυνο, αν παραμείνει αδιάλλακτη, να βρεθεί απέναντι στο Ιράν όχι μόνον στη Συρία και το Ιράκ, αλλά και στα Εμιράτα του Κόλπου όπου υπάρχουν ισχυρές πληθυσμιακές νησίδες Σιιτών αλλά και στην Υεμένη όπου Ριάντ και Τεχεράνη διεξάγουν εδώ και μήνες έναν σκληρό πόλεμο δι’ αντιπροσώπων.
Σπασμωδικές κινήσεις από Τουρκία και Σαουδική Αραβία
Μάχη οπισθοφυλακής από Αγκυρα και Ριάντ
Τουρκία και Σαουδική Αραβία είναι παρούσες στη Διάσκεψη της Νέας Υόρκης για την επόμενη μέρα στη Συρία, αλλά συνεχίζουν ταυτόχρονα δράσεις και πολιτικές πρωτοβουλίες που συγκρούονται ευθέως με την κοινή γραμμή Ουάσιγκτον - Μόσχας.
Η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει στην πράξη εισβολή στο Ιράκ και έχει εγκαταστήσει τις δυνάμεις της κοντά στην κατεχόμενη από τους Τζιχαντιστές Μοσούλη και σε απόσταση αναπνοής από το ελεγχόμενο από τους Κούρδους Πεσμεργκά του Βορείου Ιράκ Κιρκούκ, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι αν η Μόσχα με την ανοχή της Ουάσιγκτον απαγορεύει μετά την κατάρριψη του Σουχόι κάθε στρατιωτική δραστηριότητα της Αγκύρας εντός της Συρίας, τότε η παρουσία τουρκικών δυνάμεων στο Ιράκ αναδεικνύεται σε ενέχυρο και διαπραγματευτικό χαρτί για να μην παρακαμφθεί η Αγκυρα στην αναζήτηση λύσης για την επόμενη μέρα στη Συρία.
Τα μηνύματα από τη Μόσχα προς την Αγκυρα ήταν πολλά από τα δύο θερμά ναυτικά επεισόδια στο Βόρειο Αιγαίο και στη Μαύρη Θάλασσα την παρουσία μετά από αίτημα των Πούτιν-Λαβρόφ των Κούρδων της Συρίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά και την προώθηση ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Αρμενία. Μεταξύ αποστάσεων και ανοικτής αποδοκιμασίας για την παρουσία του τουρκικού στρατού κοντά στη Μοσούλη κινήθηκαν το ΝΑΤΟ και η Ουάσιγκτον.
Τουρκική βάση
Όμως την Τετάρτη ανακοινώθηκε η δημιουργία τουρκικής στρατιωτικής βάσης στο Κατάρ, ένα μήνυμα των Ερντογάν - Νταβούτογλου προς πολλές κατευθύνσεις: Προς την Ουάσιγκτον και τη Μόσχα ότι η Τουρκία δεν μπορεί να αγνοηθεί, προς το Ιράν ότι η Τουρκία διεκδικεί παρουσία στον Κόλπο, όπως η Τεχεράνη στη Συρία, αλλά και προς το Ριάντ για το ότι η Τουρκία έχει τον πρώτο λόγο στις εξελίξεις στη Συρία ως όμορος χώρα, αλλά και ως κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που διοικούσε την περιοχή μέχρι και το 1918. Επιπλέον, το Κατάρ και η Τουρκία συγκρούονται με τη Σαουδική Αραβία στην Αίγυπτο, με την Ντόχα και την Αγκυρα να στηρίζουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τον ανατραπέντα Πρόεδρο Μόρσι και το Ριάντ να είναι ο κύριος υποστηρικτής του καθεστώτος του στρατηγού Σίσι.
Γεωστρατηγική υποτίμηση
Οι εναντιώσεις και οι παρενοχλήσεις της Αγκυρας και του Ριάντ δεν έχουν ορίζοντα. Η Αγκυρα έχασε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τον ρόλο του προωθημένου προμαχώνα του ΝΑΤΟ στις παρυφές της ΕΣΣΔ, στη συνέχεια έχασε τον ρόλο του στρατηγικού συμμάχου του Ισραήλ και με την τυχοδιωκτική της εμπλοκή στη Συρία είδε να συρρικνώνεται η εμβέλειά της στη Μέση Ανατολή.
Αντίστοιχα, η Σαουδική Αραβία είδε να υποτιμάται ο ρόλος της ως κύριου προμηθευτή ενέργειας των ΗΠΑ, και αγωνίζεται να τον κρατήσει με τα δόντια, με την κατακρήμνιση της τιμής του Μαύρου Χρυσού για να καθυστερήσει τη χρηματοδότηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας αλλά και της τεχνολογίας αξιοποίησης των Σχιστολιθικών Κοιτασμάτων Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου. Χωρίς τον ρόλο του αναντικατάστατου πρώτου ενεργειακού προμηθευτή των ΗΠΑ, το Ριάντ προβάλλει ως παρενόχληση για τις σχέσεις ανοχής-συνενοχής που διατηρεί με όλες της εκφάνσεις του σουνιτικού Ισλαμικού Εξτρεμισμού.