Το θέμα ανέδειξε πρώτη η ιστοσελίδα Politico, ενώ κύκλοι στις Βρυξέλλες αποδίδουν πολιτική σκοπιμότητα στην Κομισιόν και στον πρόεδρό της. Υποστηρίζουν ότι στοχεύει στη δημιουργία μιας πολύ θετικής εικόνας για τα αποτελέσματα του Σχεδίου Δράσης Ε.Ε.-προκειμένου να πείσει όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να συμμετάσχουν στη μετεγκατάσταση Σύρων προσφύγων από το τουρκικό έδαφος. Όπως πληροφορείται ο «Φ», ο κ. Γιούνκερ έχει υποσχεθεί την ελάφρυνση της Κυβέρνησης Ερντογάν από τα «προσφυγικά βάρη» και ως εκ τούτου επιχειρεί να δεσμεύσει τα κράτη-μέλη στην απορρόφηση ενός εξωπραγματικού αριθμού Σύρων προσφύγων, που ανέρχεται σε 400 χιλιάδες, όπως ακριβώς ευνοεί για δικούς της εσωτερικούς πολιτικούς λόγους και η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τον Καγκελάριο της Αυστρίας Βέρνερ Φέιμαν, ο αριθμός των προσφύγων που θα μπορούσαν να μετεγκατασταθούν από την Τουρκία περιορίζεται σε 40-50 χιλιάδες, υπό την προϋπόθεση μάλιστα ότι η Άγκυρα θα διασφαλίσει τον τερματισμό της διοχέτευσης προσφύγων από το έδαφός της προς την Ε.Ε.
 
Κάτι που δεν έχει γίνει (τουλάχιστον επί του παρόντος), παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες του κ. Μάρτιν Σέλμαγιερ να πείσει για το αντίθετο. Άλλωστε, πέραν από το έγγραφο της Κομισιόν που θεωρεί ότι η κατάσταση δεν έχει ουδόλως μεταβληθεί στο πεδίο των παράνομων εισροών από την Τουρκία προς την Ελλάδα, έγγραφο της Λουξεμβουργιανής Προεδρίας, το οποίο δημοσιεύσαμε χθες, καταλήγει στην ίδια ουσιαστικά εκτίμηση, σημειώνοντας ότι «ο αριθμός των εγγεγραμμένων αφίξεων μέσω θαλάσσης, από την Τουρκία προς την Ελλάδα, παραμένει σε υψηλά επίπεδα περίπου 4 χιλιάδες πρόσωπα κάθε μέρα», (σε σύγκριση με 5-6 χιλιάδες τον Νοέμβριο).
 
Η θέση της Κομισιόν  
  Εκπρόσωπος της Κομισιόν έδωσε στον «Φ» την εξής εξήγηση: «Μπορεί να υπάρχουν διαφορές στον τρόπο  με τον οποίο τα στοιχεία της κάθε μέρας συλλέγονται και δημοσιοποιούνται, αλλά στο τέλος όλα τα διαφορετικά στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν μιαν αρχική μείωση των προσφυγικών ροών, εάν συγκρίνουμε τον Δεκέμβριο με τους προηγούμενους μήνες». 

Γράφει: Παύλος Ξανθούλης, Βρυξέλλες